Επιλογή Σελίδας

Της Χριστίνας Αμερικάνου

Είναι μια περίεργη μέρα. Δεν ξέρω πως συμβαίνει, αλλά κάθε χρόνο αυτήν την ημέρα κοιτάω πίσω, πολύ πίσω, τότε ακόμα που ήμουν ένα ψηλό, εύσωμο κοριτσάκι που έδειχνε μεγαλύτερο απ’ ότι ήταν, και η μητέρα του τσακωνόταν με τις υπόλοιπες μητέρες στην παιδική χαρά γιατί δεν την πίστευαν για την ηλικία του!

Από τότε περίπου πρέπει να αποφάσισα ότι σε αυτή τη ζωή θα τα πηγαίνω καλύτερα με τ’ αγόρια. Έφταιγε και ο πατέρας μου σε αυτό. Ήταν πάντα ο καλύτερός μου φίλος. Δεν με άφηνε ποτέ να μείνω μόνη μου. Έκανε μαζί μου τραμπάλα, όταν τα συνομήλικα παιδάκια με απέφευγαν, έπαιρνε μια μπάλα για να παίξουμε, πηγαίναμε γήπεδο μαζί (Σαββατο μπάσκετ, Κυριακή ποδόσφαιρο), ρωτούσε (αργότερα) μήπως μ’ αρέσει κανένα αγόρι. Μετά τον έκανε και εκείνον φίλο του! Κάποια στιγμή κατάλαβα ότι το έκανε για να τον έχει από κοντά, καιροφυλακτούσε!

Όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με το μπάσκετ δεν ήθελε: «δεν είναι άθλημα για κορίτσια αυτό» έλεγε συνεχώς και μουρμούραγε. Όχι ο πατέρας μου δεν ήταν σεξιστής, ούτε φαλλοκράτης, διαφορετικά δεν θα παντρευόταν ποτέ τη μητέρα μου! Όποιος τους γνώρισε αντιλαμβάνεται τι θέλω να πω.

Ως ένας άνθρωπος όμως μεγαλωμένος με άλλα πρότυπα είχε τις δικές του ιδέες. Ήταν κλαψιάρης, όχι με την έννοια του γκρινιάρη. Συγκινούταν εύκολα, έβλεπε ελληνικές ταινίες και έκλαιγε, έβλεπε ειδήσεις και σε θέματα ανθρώπινου πόνου πάλι έκλαιγε. Τσακωνόταν με κάποιον που αγαπούσε; Ξανά έκλαιγε!

Θύμωνε πολύ με την αδικία και με το ψέμα. Τσαντιζόταν και πείσμωνε. Πολλές φορές απογοητευόταν από ανθρώπους που πίστευε. Οι αντιδράσεις του ήταν μικρού παιδιού, δεν είχαν λογική ενήλικα. Το πάθος του για ό,τι αγαπούσε ήταν καθαρόαιμο, εφηβικό. Ποτέ δεν απώλεσε την καθαρότητα, αλλά ούτε και την αφέλεια της εφηβείας.

Κρίνω πως δεν έζησε ποτέ εφηβεία, δεν πρόλαβε. Μια ζωή πολεμούσε για κάτι, στα 12 έγινε σκαλιστής επίπλων σε έναν τεχνίτη εκεί στη γειτονιά του, τη Νίκαια, γιατί ζούσε στα προσφυγικά και ήταν 4 αδέρφια με μία αδερφή να φροντίσουν. Αυτός άφησε το σχολείο, δούλευε και το βράδυ έκανε σουτ! Έπαιρνε μια μπάλα εκεί στη ΧΑΝ της Νίκαιας και ξεκινούσε τα σουτ! Πολλά σουτ, πολλή αγάπη για την μπάλα και εκείνη την ξεχαρβαλωμένη μπασκέτα του.

Οι γονείς του ήταν ΑΕΚ, ο παππούς ο Θανάσης, πρόσφυγας με την οικογένειά του από τα Βουρλά, όπως και η γιαγιά Μαρία, βρήκαν στην προσφυγιά το δέσιμο με την πατρίδα μέσω της Αθλητικής Ενωσης Κωνσταντινουπόλεως.

Όταν τον ζητησε μεταγραφή από την αγαπημένη ΧΑΝ ο Παναθηναϊκός κάνοντας καλύτερη προσφορά οικονομική από την ΑΕΚ, ο νεαρός Γιώργος έπρεπε να κοιτάξει και τα αδέρφια του. Πήγε να υπογράψει το συμβόλαιο. Ο αδερφικός του φίλος , ο φύλακας άγγελος του Νίκος Τερκεσίδης, τον βοήθησε να αποδράσει… λέγεται από ένα ανοιχτό παράθυρο! Τον πήρε με το μηχανάκι του και τον πήγε στην ΑΕΚ! Δεν θα μπορούσε ο γιος του κυρ Θανάση και της κυρα Μαρίας από τα Βουρλά να μην πάει στην Αθλητική Ένωση Κωνσταντινουπόλεως.

Ηταν μέρος από το βιος που άφησαν εκεί πίσω οι δικοί τους γονείς. Τη συνέχεια την ξέρετε. Ουδείς ποτέ τον χώρισε από την ΑΕΚ. Ούτε ο άλλος μεγάλος έρωτας, η μάνα μου. Ούτε εγώ, η μεγάλη του αδυναμία, που τον έβλεπα σε δύσκολους καιρούς να στεναχωριέται και τον πείραζα. Τον πείραζα συνέχεια για το κόλλημα με την ομάδα και τους οπαδούς, αλλά μέσα μου ήξερα ότι στην ΑΕΚ ο πατέρας μου έβλεπε και τους γονείς του, και τα Βουρλά, και την ιστορία του. Γι’ αυτό είναι διαφορετικό να είσαι ΑΕΚ. Γιατί… «όταν θα παίζουμε, θα λέμε την ιστορία μας»… Σήμερα σας είπα και εγώ την μικρή ιστορία, του δικού μου Γιώργου Αμερικάνου.

Ελπίζω να μην κούρασα…

Πηγή: Χριστίνα Αμερικάνου

Pin It on Pinterest

Shares
Share This