Επιλογή Σελίδας

Της Βάσως Πρεβεζιάνου

Η αποστολή της «Ένωσης» ήταν στην Βουδαπέστη για το παιχνίδι του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ με την ΜΤΚ. Η προπόνηση για το παιχνίδι με τους Ούγγρους ήταν σε εξέλιξη, όταν έγινε γνωστό το άσχημο μαντάτο. Ο Λουκάς Μπάρλος «έφυγε» από τη ζωή. Ήταν 20 Οκτωβρίου 1999, ο «θείος Λουκάς» είχε χάσει τη μάχη με τον καρκίνο, άφηνε την ΑΕΚ ορφανή.

Κι, όμως, ο άνθρωπος που έμελλε να αλλάξει την ιστορία αυτού του συλλόγου, αυτός που γεννήθηκε το 1920 στη Θεσσαλονίκη (με καταγωγή από το Δίστομο) και ήταν οπαδός του Άρη, «αναγκάστηκε» να ασχοληθεί με την ΑΕΚ με το ζόρι!

Ήταν ιδιοκτήτης μιας επιχείρησης που αξιοποιούσε κοιτάσματα βωξίτη στον Παρνασσό. Το 1974 τον κάλεσε ο τότε Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού, Αναστάσιος Πρίντζης, και του ζήτησε να αναλάβει την «Ένωση». Μετά την παραίτηση του Ιωάννη Θεοδωρακόπουλου, ο Πρίντζης, με έναν Ταξίαρχο και έναν άλλον Αξιωματικό, πίστευαν ότι ο Μπάρλος ήταν το ιδανικό πρόσωπο για την προεδρία της ομάδας.

«Σας επιστρατεύω για να βοηθήσετε έναν ιστορικό σύλλογο» του είπε ο Πρίντζης κατά τη συνάντησή τους. Αν και η χούντα δεν είχε πέσει, ο Μπάρλος ζήτησε να ακολουθηθούν δημοκρατικές εκλογές. Και το πέτυχε.

Ακολούθησαν εκλογές για την ανάδειξη της νέας διοίκησης, πήρε το 58% και ανέλαβε να αναγεννήσει τον Δικέφαλο Αετό. «Εγώ ήμουν Άρης, αλλά είμαι πρόσφυγας και θα παλέψω για την ΑΕΚ», είπε στους παίκτες της ομάδας, μόλις ανέλαβε.

 Από την αρχή έδειξε διάθεση να φτιάξει μεγάλη ομάδα. Η ΑΕΚ απέκτησε μερικούς από τους κορυφαίους Έλληνες ποδοσφαιριστές εκείνα τα χρόνια. Μαύρος, Νικολούδης, Αρδίζογλου, Δέδες, Στεργιούδας, Χρηστίδης, Ιντζόγλου, Σκρέκης και ο Δομάζος. Έπεισε και τον Μίμη Παπαϊωάνου, ο οποίος ήθελε να ασχοληθεί με το τραγούδι μετά την άρνηση της διοίκηση να συναινέσει στη μεταγραφή του στην Ρεάλ Μαδρίτης κάποια χρόνια νωρίτερα, να συνεχίσει την μπάλα.

Πήγε στο Άμστερνταμ για να μιλήσει με τον Φράντισεκ Φάντρονκ, τον προπονητή της εθνικής Ολλανδίας πριν από το Μουντιάλ του 1974, να αναλάβει την τεχνική ηγεσία της ομάδας. Επί Μπάρλου εργάστηκαν στην ΑΕΚ σπουδαίοι προπονητές όπως ο Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι και ο Φέρεντς Πούσκας, ενώ εμβληματικοί ξένοι παίκτες φόρεσαν τη φανέλα της: Τίμο Τσανλάιτερ, Βάλτερ Βάγκνερ, Μίλτον Βιέρα και, φυσικά, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς.

 Την σεζόν 1976-77, η «Ένωση» τρελαίνει την Ευρώπη με την τρομερή πορεία της μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, αποκλείοντας την Ντιναμό Μόσχας, την Ντέρμπι Κάουντι, τον Ερυθρό Αστέρα και την ΚΠΡ, αλλά η σπουδαία Γιουβέντους θα της βάλει τελικά φρένο. Ένα χρόνο αργότερα, με τον Τσαϊκόφσκι στον πάγκο, θα έρθει το νταμπλ στην Ελλάδα, πρωτάθλημα και πάλι την περίοδο 1978-1979 και αποκλεισμός στο Κύπελλο Πρωταθλητριών από τη μετέπειτα νικήτρια του τίτλου, την Νότιγχαμ Φόρεστ του Μπράιαν Κλαφ.

Μια από τις πιο… πολύκροτες μεταγραφές του Μπάρλου στην ΑΕΚ ήταν του Θωμά Μαύρου. Έπαιζε στον Πανιώνιο και τον ήθελαν όλοι οι μεγάλοι. Ο Ολυμπιακός είχε δώσει προκαταβολή στον πρόεδρο των «κυανέρυθρων». «Όλοι θεωρούσαν τον Μαύρο παίκτη του Ολυμπιακού. Μπήκα στη μέση και τους τη χάλασα τη δουλειά. Αυτό τον παίκτη δεν τον έχανα με τίποτα. Ο Μαύρος στοίχισε με σημερινά λεφτά 1,5 δισεκατομμύριο» εξομολογήθηκε χρόνια μετά ο Μπάρλος.

Μετά από πολλές δικαστικές περιπέτειες και προσφυγές του ποδοσφαιριστή στα πολιτικά δικαστήρια για να αποδεσμευτεί από τον Πανιώνιο, η ΑΕΚ έδωσε 10 εκατομμύρια δραχμές στην ομάδα της Νέας Σμύρνης για να παραιτηθεί από κάθε ένδικο μέσο διεκδίκησης του παίκτη. Ένα χρόνο μετά, ο Μαύρος ήταν παίκτης της «Ένωσης».

Δεν ήταν μόνο αυτή η προσφορά του Μπάρλου στην ΑΕΚ. Το σπίτι του έβαλε υποθήκη για να κατασκευαστεί η «Σκεπαστή» στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας, επί των ημερών του θεμελιώθηκε το κλειστό μπάσκετ της ομάδας. Και κάπου εκεί μπήκε ο επαγγελματισμός στο ελληνικό ποδόσφαιρο και ο «θείος Λουκάς» έβλεπε πια ότι δεν είχε θέση σε αυτόν τον χώρο. Έτσι, αποχώρησε το 1981…

«Μόλις κατάλαβα ότι η τσέπη δεν τραβάει άλλο, υπέβαλα την παραίτηση μου και έφυγα. Διότι αν δεν μπορείς να κάνεις την κίνηση και να βάζεις το χέρι στην τσέπη, η ΑΕΚ τέρμα. Και εγώ είχα στεγνώσει και κατάλαβα ότι δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο. Και έφυγα. Απλά πράγματα…»

«Δεν ήθελα να πάρω από την ΑΕΚ, μόνο να δώσω ήθελα. Δεν είμαι επενδυτής εγώ και μάλλον δεν έχω θέση στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Ευχαριστώ τον Θεό για τις στιγμές που μου χάρισε στην ΑΕΚ. Αυτή η ομάδα είναι ό,τι σημαντικότερο είχα στη ζωή μου».

Πέθανε 18 χρόνια μετά, στις 20 Οκτωβρίου του 1999, χωρίς να δει να γίνεται συντρίμμια αυτό που ο ίδιος έχτισε.

 

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This