Επιλογή Σελίδας



Του Βασίλη Σαμπράκου

Στο τερέν του Καραϊσκάκη συναντήθηκαν το βράδυ της Κυριακής οι ομάδες των δύο ποδοσφαιρικών εταιρειών με την μεγαλύτερη επιχειρηματική δυναμική και την πιο επιθετική επενδυτική στάση του τελευταίου καιρού στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Συναντήθηκαν οι πιο ακριβές ομάδες, με τους πιο ακριβούς προπονητές, δηλαδή αυτές που κοστίζουν περισσότερο από οποιεσδήποτε άλλες στο ελληνικό ποδόσφαιρο της εποχής. Στις προδιαγραφές αυτό δεν ήταν απλώς ένα ντέρμπι από αυτά που θα αναδείξουν τον πρωταθλητή Ελλάδας 2020, αλλά και μια διαφήμιση του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου της δεδομένης στιγμής. Επρόκειτο να συγκρουστούν οι δύο καλύτερες ελληνικές ομάδες της εποχής· ο πρωταθλητής εναντίον της ομάδας που προπορεύεται στο τρέχον πρωτάθλημα και μετέχει στην φάση των ομίλων του Champions League, σε ένα ντέρμπι που θα το παρακολουθούσαν στελέχη της UEFA, το οποίο επρόκειτο να διευθύνουν διαιτητές της τελευταίας τεχνολογίας.

Και ήταν τέτοιο αυτό το ντέρμπι. Ηταν ντέρμπι, έμοιαζε με μπρα ντε φερ ανάμεσα στους δύο πιο δυνατούς παίκτες του ελληνικού ποδοσφαίρου. Κι ήταν ποδόσφαιρο της σημερινής εποχής, διότι ήταν σχεδιασμένο από δύο σύγχρονους και αποτελεσματικούς προπονητές και τα σχέδια υπηρετήθηκαν από αρκετούς πολύ αξιόλογους ποδοσφαιριστές. Το θέαμα δεν ξεπέρασε, με όρους ψυχαγωγικούς, τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των ντέρμπι, αλλά δεν υπολειπόταν. Ο ρυθμός, η ταχύτητα του παιχνιδιού, οι εντάσεις δεν έφτασαν στο επίπεδο του εντυπωσιασμού, αλλά δεν υπολείπονταν έναντι ενός ντέρμπι των κορυφαίων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων. Με κριτήρια ποδοσφαιρικά, το θέαμα της Κυριακής ήταν “μια χαρά”.

Και δεν σταματούν εκεί τα καλά νέα της βραδιάς, διότι το ντέρμπι ως μήνυμα του ελληνικού ποδοσφαίρου προς τον μέσο Ελληνα ποδοσφαιρόφιλο ήταν αξιόλογο και σχετικά με τον πολιτισμό του: διεξήχθη μπροστά σε γεμάτες κερκίδες που συμπεριφέρθηκαν καλά. Αν μάλιστα κάποιος δεν γνώριζε ελληνικά, για να αντιλαμβάνεται το αντεθνικό των συνθημάτων, θα έμενε με την εντύπωση ότι ζούσε ένα πολιτισμένο ντέρμπι που δεν χάνει τα στοιχεία της ποδοσφαιρικής φύσης. Ηταν αξιόλογο επειδή συμπεριφέρθηκαν με πολιτισμό και fair play οι ποδοσφαιριστές των δύο ομάδων. Ηταν αξιόλογο επειδή ήταν ευγενική η στάση και η συμπεριφορά τους τόσο μεταξύ τους όσο και προς τους διαιτητές, Πολιτισμό είχε και η συμπεριφορά των προπονητών μεταξύ τους.

Κυρίως όμως πολιτισμό της ποιότητας που οι πολλοί θα θέλαμε να βλέπουμε, να νιώθουμε και να ζούμε στα ελληνικά γήπεδα είχε όλο αυτό το μικρό τελετουργικό που οργάνωσαν μαζί ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟΚ για να τιμήσουν τη μνήμη των φιλάθλων που έχασαν τη ζωή τους στις τραγωδίες της Θύρας 7 και των Τεμπών. Αυτά τα δευτερόλεπτα, τα λεπτά, μας έκαναν να θυμηθούμε, και να νιώσουμε καλά.

Ολα αυτά, τα παραπάνω, είναι που αφορούν τους πολλούς και που θα μπορούσαν να συμβάλλουν προκειμένου να αρχίσει να αλλάζει η εικόνα που έχει σχηματίσει ο μέσος Ελληνας για την ποδοσφαιρική ποιότητα και τον πολιτισμό του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αρα όλα τα παραπάνω θα έπρεπε να είναι αρκετά για να μας κάνουν να νιώσουμε λίγο πιο αισιόδοξοι για το αύριο και το μεθαύριο του ποδοσφαίρου.

Για ακόμη μια φορά όμως το ποδόσφαιρο αυτού του επιπέδου φροντίζει να μας βάλει στη θέση μας και να μας προσγειώσει στη σημερινή πραγματικότητά του. Με όλα όσα είχαν προηγηθεί στις ημέρες και τις εβδομάδες πριν από την διεξαγωγή αυτού του ντέρμπι, με όσα έγιναν πριν από την έναρξή του και με τα όσα καταγγέλλεται ότι συνέβησαν στην ανάπαυλα και μετά από τη λήξη του, όλα τα μέλη της υψηλής κοινωνίας και της αγοράς του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου, υπό την ανοχή ή και την συμμετοχή των τοποτηρητών των διεθνών συνομοσπονδιών και υπό την ανοχή ή και την συμμετοχή της σημερινής κυβέρνησης, μας φωνάζουν ότι όλοι τους είναι αποφασισμένοι να μην επιτρέψουν στο ελληνικό ποδόσφαιρο να πλησιάσει την τηλεοπτική εικόνα που εξέπεμψε από την αρχή μέχρι και το τέλος αυτού του ντέρμπι και ότι είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν να κάνουν ό,τι περνά από τα χέρια τους για να κρατήσουν το προϊόν στην χαμηλή ποιότητά του επειδή το όραμα είναι η εξυπηρέτηση των μικροσυμφερόντων τους και όχι η ανάπτυξη του ποδοσφαίρου. Η τηλεοπτική εικόνα δημιούργησε μια εικονική πραγματικότητα, πολύ ελκυστική. Η πραγματική εικόνα είναι όλο αυτό το ανελέητο, αδυσώπητο, αδίστακτο παιχνίδι εξουσίας με όραμα την εξυπηρέτηση των μικροσυμφερόντων, επιχειρηματικών και άλλων. Συμβαίνει παντού στον κόσμο αυτό, αλλά συμβαίνει με άλλον τρόπο, με άλλον πολιτισμό, και με μεγαλύτερη φροντίδα για τα ενδιαφερόμενα μέρη. Μπίζνες κάνουν όλοι παντού με το ποδόσφαιρο, αλλά τις κάνουν με τρόπο και με πολιτισμό.

Το ντέρμπι που είδαμε στο τερέν του Καραϊσκάκη είχε fair play και πολιτισμό. Το ντέρμπι μεταξύ του Ολυμπιακού και του ΠΑΟΚ για την κυριαρχία στο οικοσύστημα του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν έχει ούτε fair play ούτε πολιτισμό. Ούτε καν τακτ, για το θεαθήναι. Σε αυτό το πρωτάθλημα, με έπαθλο την επικράτηση και την επιβολή του νόμου που δημιουργεί καθεστώτα ευνοϊκά προς τα συμφέροντα του πιο ισχυρού, οι διεκδικητές του τίτλου έχουν φτιάξει πολύ ισχυρά ρόστερ. Αγοράζουν τα πάντα. Γι’ αυτό έχουμε πλημμυρίσει από στρατούς και τσάτσους. Και γι’ αυτό βομβαρδίζεται ο εγκέφαλός μας από μηνύματα και ερεθίσματα που θέλουν να μας βάλουν σε μια εικονική πραγματικότητα.

Αυτό της Κυριακής ήταν ένα ποδοσφαιρικό ντέρμπι, το οποίο τελικώς δεν έκρινε πάρα πολλά στην υπόθεση της διεκδίκησης του τίτλου και μας δημιούργησε την αίσθηση ότι θα παρακολουθήσουμε ένα πολύ ενδιαφέρον ποδοσφαιρικό φινάλε στη σεζόν. Το καθημερινό ντέρμπι όμως, δηλαδή όλο αυτό που συμβαίνει σήμερα στο ελληνικό ποδόσφαιρο του βάζει τόσο δηλητήριο στον οργανισμό του, που δημιουργεί μια εγγύηση ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν θα επιστρέψει στις πρώτες θέσεις της λίστας των ψυχαγωγικών επιλογών του μέσου Ελληνα.

Για εμάς που ασχολούμαστε επαγγελματικά με την μελέτη και την ανάλυση της ζωής του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου, όλο αυτό που συμβαίνει στο παρασκήνιο ή και το προσκήνιο στον πόλεμο για την επικράτηση του πιο ισχυρού έχει ιστορικό ενδιαφέρον, δεδομένου ότι λαμβάνει πρωτοφανείς ιστορικά διαστάσεις. Στα μάτια των πολλών όμως, το καθημερινό εξωγηπεδικό θέαμα και ο πολιτισμός που αυτό εκπέμπει είναι τόσο αποκρουστικά που γίνονται ή παραμένουν λόγος για να δημιουργείται ή να συντηρείται ένα γενικό αίσθημα αποστροφής προς το ελληνικό ποδόσφαιρο.

Στο αγωνιστικό του μέρος, το ντέρμπι ήταν ένα δείγμα του ποδοσφαίρου που θα μπορούσαμε να έχουμε και να χαιρόμαστε. Ολα τα πριν και τα μετά όμως είναι οι λόγοι που αυτό το ποδόσφαιρο θα το λαμβάνουμε μόνο σε δείγματα, για τα μάτια του κόσμου. Αυτό το ποδόσφαιρο, το κανονικό, δεν θα μας επιτρέψουν να το ζήσουμε και να το χαρούμε ποτέ, όσο αυτό θα περνά από το χέρι τους.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This