Επιλογή Σελίδας



Του Νίκου Παπαδογιάννη

Έχετε ακούσει ποτέ τη λατινική έκφραση «tu quoque»; Σε χύδην ελληνικά, είναι αυτό που λέμε: «Ναι, αλλά και εσείς καταπιέζετε τους μαύρους». Κάτι ανάλογο με το αγγλοσαξονικό «whataboutism».

Μα, είναι αστείο να θεωρείται επισήμως ολόκληρος Πιτίνο πράκτορας του Παναθηναϊκού στη ρημάδα την Εθνική ομάδα. «Ναι, αλλά και εσείς, κάποτε, καταπιέσατε τους μαύρους».

Καταλάβατε ή να συνεχίσω; Κάνετε ότι δεν καταλαβαίνετε, οπότε θα συνεχίσω. Με το θάρρος αυτού που δεν δίνει πεντάρα τσακιστή για το ντέρμπι της Παρασκευής, αλλά ενδιαφέρεται σφόδρα για την Εθνική ομάδα.

Ξέρω ότι είμαστε λίγοι και γραφικοί, αλλά δεν με νοιάζει, καθείς εφ’ ω ετάχθη.

Το μοναδικό πράγμα που με εξοργίζει περισσότερο από την πρασινοκόκκινη σκύλευση του μπάσκετ είναι η τροφοδοσία της κοινής γνώμης με δεμάτια χρωματιστού σανού.

Η ένθεν κακείθεν οπαδική ψευτοδημοσιογραφία έπιασε δουλειά επί 24ώρου βάσεως και κάπως έτσι μάθαμε ότι ο Παναγιώτης Γιαννάκης εκδιώχθηκε από την Εθνική ομάδα επειδή τάχα η Ομοσπονδία απέρριπτε το μοντέλο της διπλοθεσίας.

Το «του κβόκβε» στα ελληνικά αποδίδεται, ελεύθερα, ως «παραχάραξη της ιστορίας». Σε ακόμα ελληνικότερα ελληνικά του 21ου αιώνα, «fake news».

Τώρα που ακούσατε τη βολική για τα δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα εκδοχή της υπόθεσης Γιαννάκη, διαβάστε την αλήθεια από κάποιον που την έζησε.

Θυμάμαι πολύ καλά τις λεπτομέρειες και τους βυζαντινισμούς των ημερών, αλλά στην ηλικία μου το μυαλό παίζει παράξενα και ενοχλητικά παιχνίδια. Για παν ενδεχόμενο, μελέτησα και τα δημοσιεύματα των ημερών.

Οι οποίες ημέρες, σημειώνω, ήταν πολύ χειρότερες από τις σημερινές στη ζυγαριά της οπαδικής πόλωσης, ίσως επειδή Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός αγωνίζονταν στο ίδιο πρωτάθλημα και παράλληλα είχαν πρωταγωνιστικές βλέψεις στην Ευρώπη.

Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις. Τώρα πια τους έμεινε μόνο η έχθρα και το τρύπιο πάπλωμα.

Ο Παναγιώτης Γιαννάκης προσλήφθηκε από τον Ολυμπιακό στις 3 Φεβρουαρίου του 2008, όταν εκπαραθυρώθηκε ο αλήστου μνήμης Πίνι Γκέρσον. Το συμβόλαιο που υπέγραψε ο νέος προέβλεπε αμοιβή 2,5 εκατομμυρίων ευρώ μέχρι το καλοκαίρι του 2010.

Πίνω μια γουλιά νερό για να καταπιώ τα δύσπεπτα μηδενικά και συνεχίζω.

Πριν ο «δράκος» φορέσει την κόκκινη φόρμα, συνοδευόταν από αύρα εθνικού ήρωα, αφού στα 4 καλοκαίρια της θητείας του μετρούσε ένα χρυσό ευρωπαϊκό μετάλλιο (2005, Βελιγράδι), ένα ασημένιο παγκόσμιο (2006, Σαϊτάμα), μία αξιοπρεπέστατη εμφάνιση σε Ολυμπιακούς Αγώνες (2004, Αθήνα) και έναν διά πυρός και σιδήρου χαμένο ημιτελικό σε Ευρωμπάσκετ (2007, Μαδρίτη).

Χώρια οι 4ες θέσεις σε Κόσμο και Ευρώπη στην αρχική του θητεία στο Ομοσπονδιακό πόστο (1997-98), χώρια τα μυθικά γαλάζια κατορθώματά του ως αθλητής.

Η Εθνική, ρεζιλεμένη κατ’ επανάληψη στην ενδιάμεση πενταετία (1999-2003), ονειρευόταν, με αξιώσεις Ολυμπιακό μετάλλιο στο Πεκίνο. Κάποιοι πίστευαν ότι ήταν η καλύτερη που εμφανίσαμε ποτέ. Στα χαρτιά τουλάχιστον.

Τον χειμώνα του 2007-8, τον πυρήνα της αποτελούσαν παίκτες του Παναθηναϊκού (Διαμαντίδης, Σπανούλης, Τσαρτσαρής, ο προσωρινά ξενιτεμένος Φώτσης), οι «Μοσχοβίτες» Παπαλουκάς, Ζήσης και οι «κόκκινοι» Βασιλόπουλος, Σχορτσανίτης, Μπουρούσης.

Ο Χατζηβρέττας είχε αποσυρθεί από την Εθνική ομάδα, ενώ οι Κακιούζης, Παπαδόπουλος ήταν κομμένοι για αγωνιστικούς, κυρίως, λόγους.  Ο Ντικούδης ζήτησε εξαίρεση για να ξεκουραστεί και δεν ξανακλήθηκε.

Ο «ερυθρόλευκος» Γιώργος Πρίντεζης ήταν ακόμη μικρός, προερχόταν από δανεισμό στην Ολύμπια Λάρισας και δεν είχε ούτε μία συμμετοχή σε μεγάλη διοργάνωση με τους Άνδρες. 

Ο Κώστας Παπανικολάου αγωνιζόταν στην Εθνική Εφήβων και στον Πρωτέα Γρεβενών. Ο Αντώνης Κόνιαρης γεννήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 1997.

Το καλοκαίρι του 2008 η Εθνική αντιμετώπιζε την πρόκληση όχι των Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά πρωτίστως του Προολυμπιακού τουρνουά, το οποίο –ελλείψει Αυγενάκη και οικονομικής κρίσης- είχε οριστεί να διεξαχθεί στην Αθήνα.

Δώδεκα ομάδες διεκδικουσαν τρία εισιτήρια για το Πεκίνο και η Ελλάδα ήταν φυσικά φαβορί, μαζί με τη Γερμανία του Ντιρκ Νοβίτσκι. Λεφτά υπήρχαν.

Ο Γιαννάκης ήταν διπλοθεσίτης για 2,5 χρόνια πριν το 2008, με το Μαρούσι, από τον χειμώνα του 2003-4 μέχρι το καλοκαίρι του 2006. Με τις ευλογίες της ΕΟΚ φυσικά. Καμία ομάδα της Α1 δεν έφερε αντίρρηση.

Για όποιον σπεύσει να χαρακτηρίσει το Μαρούσι «ανύπαρκτο», υπενθυμίζω ότι η ομάδα των βορείων προαστίων τερμάτισε 2η στην Α1 δύο χρονιές σερί, το 2004 και 2005, αλλά και 4η το 2006, ενώ έφτανε και σε ευρωπαϊκούς τελικούς.

Τις ίδιες χρονιές, ο Ολυμπιακός βγήκε στην Ελλάδα 8ος, 8ος και 2ος .

Το επιχείρημα της παράλληλης απασχόλησής του σε Εθνική και Μαρούσι ο Γιαννάκης το χρησιμοποίησε πολλές φορές εκείνη την εποχή για να δικαιολογήσει τις επιλογές του.

Ο απρόσμενος «γάμος» του Γιαννάκη με τον Ολυμπιακό των Αγγελόπουλων τον Φεβρουάριο του 2008 προκάλεσε εξαρχής αντιδράσεις, όχι από την ΕΟΚ, αλλά από τον Παναθηναϊκό του Παύλου και του Θανάση Γιαννακόπουλου.

Τα τροπάρια που τραγουδούσαν οι παράγοντες του «τριφυλλιού» στους δημοσιογράφους, την ίδια ώρα που αποκαθήλωναν το λάβαρο με τη μορφή του Γιαννάκη από την οροφή του ΟΑΚΑ, ήταν δύο:

  • «Ο Γιαννάκης θα χρησιμοποιήσει την επιρροή του ως Ομοσπονδιακός για να πάρει στον Ολυμπιακό τον Καλάθη και τον Κουφό, με αφετηρία το Προολυμπιακό τουρνουά». Τα δύο «αμερικανάκια» ήταν τότε 19 ετών και έπαιζαν μπάσκετ σε κολέγια των ΗΠΑ. Ουδέποτε φόρεσαν τα κόκκινα (μολονότι ο Γιαννάκης είχε για δεξί χέρι στον Πειραιά τον προπονητή των μικρών Εθνικών ομάδων Μάνο Μανουσέλη) και ουδέποτε αγωνίστηκαν στο Προολυμπιακό του 2008 στο ΟΑΚΑ. Αντιθέτως, κλήθηκαν αμφότεροι στην Εθνική Ανδρών την επόμενη χρονιά και κέρδισαν μετάλλιο στην Πολωνία, με προπονητή τον ουδέτερο, αλλά τέως «κόκκινο» (2004-6) Γιόνας Καζλάουσκας.
  • «Ο Γιαννάκης  χαίρει της εύνοιας των διαιτητών και θα τους φέρει με το μέρος του Ολυμπιακού». Τα φιλικά για τους «κόκκινους» σφυρίγματα του ημιτελικού Κυπέλλου της ίδιας σεζόν με τον Άρη έβγαλαν τους «πράσινους» στα χαρακώματα, αλλά ο τελικός κατέληξε στον Παναθηναϊκό (81-79), όπως και ο τίτλος του πρωταθλητή Ελλάδας (3-2), με σάουντρακ τις συνηθισμένες διαμαρτυρίες των ηττημένων για τη διαιτησία. Μάλιστα ο Ολυμπιακός σώθηκε με θαύμα στα ημιτελικά της Α1, όπου απέκλεισε το Μαρούσι στο τελευταίο δευτερόλεπτο του 5ου αγώνα. Η μπουρδολογία της εποχής περί πρόσληψης του Νίκου Πιτσίλκα από τους Αγγελόπουλους σε πόστο «υπευθύνου διαιτησίας» αποδείχθηκε τέτοια, μπουρδολογία.

Ο Βασιλακόπουλος έβαλε τα εξαπτέρυγα να γράψουν ότι «ενοχλήθηκε» από την πρόσληψη του Γιαννάκη στον Ολυμπιακό, όχι επειδή διαφωνούσε αλλά επειδή το έμαθε τελευταίος, σαν απατημένος σύζυγος. Τα ίδια δεν έκανε και φέτος με τον Πιτίνο;

«Ίσως να εξαναγκάσουν τον Ομοσπονδιακό προπονητή σε παραίτηση», έγραφε ο Κώστας Σωτηρίου στο Βήμα, σε ρεπορτάζ με τίτλο «Εμφύλιος στο μπάσκετ για τον διπλοθεσίτη Γιαννάκη» (10/2/2008).

Ο οπαδικός Τύπος του Ολυμπιακού έβαλε στα χείλη του Βασιλακόπουλου μία δήλωση που δεν έγινε ποτέ: «Θα τα βρούμε με τον Παναγιώτη, δεν θα του σταθούμε εμπόδιο». Fake news ολκής.

Η απογνητοφώνηση της σχετικής συνέντευξης σε ραδιόφωνο της Θεσσαλονίκης απέδειξε ότι δεν ειπώθηκε τέτοιο πράγμα, οπότε η ΕΟΚ αντεπιτέθηκε με σε διευκρινιστική ανακοίνωση.

Σύμφωνα με άλλες πηγές, το μήνυμα που έλαβε ο Γιαννάκης από τον Βασιλακόπουλο ήταν διφορούμενο: «Σε θέλουμε στην Εθνική εφ’ όρου ζωής, αλλά να ξέρεις ότι η αντιπαλότητα Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού θα προκαλέσει προβλήματα».

Θεσμική απαγόρευση για τη διπλοθεσία δεν υπήρχε, αντίθετα με κάποιες άλλες χώρες, όπως π.χ. η Ισπανία.

Εκείνο που αποφεύγουν τεχνηέντως να αναφέρουν οι σημερινοί τιμητές είναι ότι η ΕΟΚ αγνόησε επί πολλούς μήνες τις πιέσεις που δέχθηκε. Παρά τις επιφυλάξεις, πρόσφερε αρχικά ψήφο εμπιστοσύνης στον Γιαννάκη, δίχως ημερομηνία λήξης.

Πιστεύω ότι ο Βασιλακόπουλος επηρεάστηκε και από τη γνώμη του Φίλιππου Συρίγου, ο οποίος υποστήριξε αναφανδόν την παραμονή του Γιαννάκη στην Εθνική (μολονότι δεν μιλιόταν μαζί του) και συνολικά την «εκσυγχρονιστική» νοοτροπία κόντρα στον οπαδισμό που τόσο απεχθανόταν.

Ο Βασιλακόπουλος κώφευσε επιδεικτικά ακόμα και όταν το «πράσινο» στρατόπεδο απαιτούσε την καρατόμηση του «κόκκινου δράκου» ένεκα της (σε πολλά εισαγωγικά) προκλητικής συμπεριφοράς του τελευταίου στη διάρκεια των τελικών, με τις έντονες διαμαρτυρίες κ.ο.κ. 

Ο Γιαννάκης κοουτσάρισε κανονικά την Εθνική στο Προολυμπιακό τουρνουά του Ιουνίου 2008 και μπήκε στο αεροπλάνο για το Πεκίνο, χωρίς κανένα τελεσίγραφο στο κούτελό του.

Ήμουν παρών στην Κίνα, κάλυψα τους Ολυμπιακούς Αγώνες εκ του σύνεγγυς και σας υπογράφω και με τα δύο χέρια, ότι ο Γιαννάκης δεν ήταν τότε προπονητής υπό προθεσμία. Ήταν ο προπονητής της Εθνικής ομάδας, τελεία. Δίχως αστερίσκους.

Εγώ το θυμάμαι. Οι άλλοι όλοι το θυμούνται. Ο Πρίντεζης, που έπαιξε στο Πεκίνο, γιατί δεν το θυμάται; Εικοσιδύο ετών ήταν, όχι δώδεκα.

Η κοινή γνώμη –πλην φανατικών- είχε αποδεχθεί σε μεγάλο βαθμό τη διπλοθεσία του, ίσως επειδή τον θεωρούσε ακόμη ζωντανό σύμβολο του ελληνικού μπάσκετ, στολισμένο με τα εκτυφλωτικά γαλόνια του 2005 και του 2006. «Άσε τον Παναθηναϊκό να φωνάζει», έλεγαν οι περισσότεροι.

Το ίδιο κλίμα επικρατούσε και στις τάξεις της αποστολής, όπου οι αιτιάσεις των «πρασίνων», ότι τάχα ο Γιαννάκης ευνόησε τον Ολυμπιακό επειδή κάλεσε στο Πεκίνο τους Πρίντεζη, Πελεκάνο αντιμετωπίζονταν με τον προσήκοντα καγχασμό.

Η Εθνική ηττήθηκε στον προημιτελικό των Ολυμπιακών Αγώνων από την Αργεντινή των Τζινόμπιλι, Ντελφίνο, Νοσιόνι, Σκόλα, Πριχιόνι, Oμπέρτο με 80-78 και τερμάτισε 5η, όπως ακριβώς και στο «Αθήνα 2004».

Ο Γιαννάκης κατηγορήθηκε από τους παντογνώστες επειδή τήρησε υπερβολικά «σφιχτό» rotation και επέμεινε στον («πράσινο») Σπανούλη ακόμα και όταν αυτός υπέπεσε σε 5 διαδοχικά λάθη στο ξεκίνημα του β’ ημιχρόνου.

Ο Σπανούλης αστόχησε στο τελευταίο σουτ, η Εθνική έχασε το ματς που μπορούσε να αλλάξει την ιστορία της θέτοντάς την σε τροχιά Ολυμπιακού μεταλλίου και ο προπονητής της βρέθηκε στο στόχαστρο δικαίων και αδίκων.

Αλλά μόνο άσχετοι ζητούσαν την κεφαλή του επί πίνακι για αγωνιστικούς λόγους. Η Ελλάδα ήταν εξαρχής αουτσάιντερ στον προημιτελικό με τους κωλοπετσωμένους, Ολυμπιονίκες του 2004 Αργεντινούς.

Ωστόσο, η χρυσάργυρη ασπίδα του 2005-6 είχε αρχίσει να ξεθωριάζει. Όταν εξαπολύθηκε το επόμενο κύμα επιθέσεων ενάντια στον Γιαννάκη, οι αντιστάσεις ήταν πια μειωμένες.

«Οι “αιώνιοι” τελειώνουν τον Γιαννάκη», διαβάζω σε δημοσίευμα της Gazzetta από τον Οκτώβριο του 2008. Ουδείς θεωρούσε δεδομένη την αποχώρησή του, μετά το Πεκίνο. Κάθε άλλο.

Αίφνης, όμως, τα ερείσματά του είχαν λιγοστέψει. Δεν ήταν μόνο ο Παναθηναϊκός που επιθυμούσε το διαζύγιο Γιαννάκη-Εθνικής, αλλά και ο ίδιος ο Ολυμπιακός! 

Η «ερυθρόλευκη» γκρίνια εδραζόταν σε διαφορετικού τύπου επιχειρήματα, που κυμαίνονταν χαριτωμένα από το δικαιολογημένο έως το εξωφρενικό.

«Να κάνει αυτός τις καλοκαιρινές προετοιμασίες και όχι οι βοηθοί του». «Να σταματήσουν τα πάρε δώσε με τους παίκτες του Παναθηναϊκού». «Να μη μαθαίνουν τα συστήματα του Γιαννάκη ο Διαμαντίδης και ο Σπανούλης». «Να μας φέρει παίκτες όπως οι Κουφός-Καλάθης χωρίς να φοβάται ότι θα κατηγορηθεί λόγω Εθνικής». Και άλλα παρόμοια.

Η αλήθεια είναι, ότι η «κοκκινοπράσινη» τοξικότητα έμεινε έξω από τα αποδυτήρια της Εθνικής το 2008, ίσως επειδή αυτά προστατεύονταν από σιδερένιες προσωπικότητες: Γιαννάκης, Βασιλακόπουλος, Κολοκυθάς, Διαμαντίδης, Παπαλουκάς, Ζήσης, Σπανούλης, Τσαρτσαρής, ακόμα και Συρίγος.

Όταν ορισμένοι από τους προαναφερθέντες εγκατέλειψαν για διάφορους λόγους τις επάλξεις, η διάβρωση υπήρξε αναπόφευκτη. Η ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε από το διαβόητο φιλικό Ελλάδας-Σερβίας τον Αύγουστο του 2010 με τις καρεκλομαχίες στο ΟΑΚΑ ήταν η αρχή του τέλους.

Αλλά ο Γιαννάκης δεν δούλευε πια στην Εθνική το 2010. Το κοστούμι του Ομοσπονδιακού, που τόσο του ταίριαζε, το έβγαλε τον Δεκέμβριο του 2008.

Το σενάριο που διακινείται σήμερα για να δικαιολογήσει το «ερυθρόλευκο» μποϊκοτάζ ενάντια στην Εθνική του Πιτίνο θυμάται ανένδοτο Βασιλακόπουλου ενάντια στον Γιαννάκη και ευαγγελίζεται διαφορετικά μέτρα και σταθμά. Στην πραγματικότητα συνέβη το αντίθετο.

Καλώς ή κακώς, ο Βασιλακόπουλος ήταν το ανάχωμα που υπερασπίστηκε επί μήνες τη διπλοθεσία του «δράκου». Τον άδειασε μόνο όταν η πίεση έγινε …στερεοφωνική, ταυτόχρονη από Αθήνα και Πειραιά.

Ο κύβος ερρίφθη μέσα από τα ερτζιανά της ΕΡΑ Σπορ στις 2 Δεκεμβρίου 2008, ακριβώς δέκα μήνες μετά την πρόσληψή του Γιαννάκη από τον Ολυμπιακό.

Τότε και μόνο τότε ξεστόμισε ο τότε πρόεδρος της FIBA Europe τη δήλωση που μηρυκάζεται τεχνηέντως τις τελευταίες μέρες.

«Ο Παναγιώτης ήταν προπονητής μέχρι το Πεκίνο. Τελείωσε αυτή η περίοδος. Δεν έχουμε τη δυνατότητα, ο προπονητής μεγάλης ομάδας να είναι και προπονητής της Εθνικής».

Δεν τα είπε στο ξεκίνημα της διπλοθεσίας του Γιαννάκη ο Βασιλακόπουλος, αλλά σχεδόν ένα χρόνο μετά, τρεισήμισυ μήνες από τη μέρα που έσβησε η Φλόγα των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου.

Δεν ήταν συνεπώς θέμα αρχής, αλλά συγκυρίας και πιέσεων, στις οποίες μετείχαν τόσο ο Παναθηναϊκός, όσο και ο Ολυμπιακός. Οι δίδυμοι σαμποτέρ της Εθνικής ομάδας.

«Πιθανότερος διάδοχος του Γιαννάκη θεωρείται ο Φώτης Κατσικάρης», έγραφαν τότε οι εφημερίδες.

Η προφητεία αποδείχθηκε ετεροχρονισμένη, αφού η ΕΟΚ έδωσε το χρίσμα, κάπως απροσδόκητα, στον Γιόνας Καζλάουσκας. Έναν πρώην προπονητή του Ολυμπιακού, όπως πρώην προπονητής του Ολυμπιακού ήταν και ο αμέσως επόμενος Ομοσπονδιακός, Ηλίας Ζούρος.

Λησμόνησα να σημειώσω, ότι ο Γιαννάκης είχε διαδεχθεί στην Εθνική το 2003 τον, όχι ακριβώς υπερκομματικό, Γιάννη Ιωαννίδη.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This