Επιλογή Σελίδας



Του Βασίλη Σκουντή

E ρε νιάτα και που ‘φύγατε!

Το εννοώ αυτό διότι σήμερα που η Εθνική ομάδα αντιμετωπίζει τη Βουλγαρία νιώθω σαν να γυρίσω όχι ένα και δυο, ούτε πέντε και δέκα, αλλά σαράντα ένα χρόνια πίσω!

Ήμουνα νιος και γέρασα από εκείνο το βράδυ που παρακολούθησα τον πρώτο αγώνα ανάμεσα στις δυο ομάδες, σε μια εποχή κιόλας που οι Βούλγαροι μας είχαν γενικώς και ελόγου μας προσπαθούσαμε να βγούμε από το τούνελ…

Έτυχε κιόλας εκείνος ο αγώνας να γίνει ο προθάλαμος της αίθουσας του θρόνου, διότι στο καπάκι η Εθνική νίκησε τη Γιουγκοσλαβία και μάλιστα δυο φορές και εκείνα τα χρυσά μετάλλια μέσα σε ένα δεκαήμερο (από τις 18 έως τις 28 Σεπτεμβρίου του ’79) στους Βαλκανικούς Αγώνες της Αθήνας και στους Μεσογειακούς του Σπλιτ άνοιξαν το δρομάκι που μετά από οκτώ χρόνια έγινε λεωφόρος!

Μειράκιον της δημοσιογραφίας και πρωτοετής φοιτητής της Νομικής αξιώθηκα τον χειμώνα του ’81 να κάνω τις πρώτες δημοσιογραφικές αποστολές μου και μάλιστα κατά μία σατανική σύμπτωση και οι δυο είχαν προορισμό τη Σόφια: τη Σόφια του σιδηρού παραπετάσματος, του Tοντόρ Ζίφκοφ και του θρύλου του βουλγάρικου μπάσκετ που δεν ήταν άλλος από τον Ατανάς Γκολομέεφ, αλλά ο Γιώργος Καστρινάκης τον έκανε να δει τον Χριστό φαντάρο!

Τους Βούλγαρους (με τον Γκολομέεφ, τον Κόλεφ, τον Εφθίμοφ, τον Γκλούτσκοφ, τον μπαμπά Βεζενκοφ, τον Κόεφ, τον Μλαντένοφ, τον Αμιόρκοφ και δεν συμμαζεύεται) τους πρωτοείδα στις 17 Σεπτεμβρίου του 1979 στον αγώνα της Βαλκανιάδας στο Καλλιμάρμαρο, όπου μας έβγαλαν τα συκώτια μέχρι να τους ρίξουμε στο κανναβάτσο με σκορ 64-62 (Γιαννάκης 21, Πετρόπουλος 11, Κορωναίος 10).

Δυο χρόνια αργότερα ταξίδεψα στη Σόφια δυο φορές μέσα σε δυο εβδομάδες: πρώτα για τον αγώνα του Παναθηναϊκού με τη Λέφσκι που (μετά το θρίλερ με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας) σφράγισε την πρόκριση του στους «6» του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και στο καπάκι για τη Βαλκανιάδα η οποία μάλιστα φιλοξενήθηκε στο ίδιο γήπεδο, τη «Σάλα Ουνιβερσιάδα»…

Γαβριάς και ψαρωμένος τότε, ευτυχώς βρέθηκα κάτω από τις φτερούγες του Τάκη Ευσταθίου και του Φίλιππου Συρίγου, που με μύησαν κιόλας στα κατατόπια…

Σε όλα τα κατατόπια, εννοώ: τα μπασκετικά, τα ταξιδιωτικά και τα τοιαύτα!

Στις 3 Δεκεμβρίου του 1981 το ματς ανάμεσα στην Εθνική μια στη Βουλγαρία ήταν κάτσε καλά! Εφάμιλλο του θρίλερ των Βαλκανικών Αγώνων του ’79 και μάλιστα κρίθηκε και με παρεμφερές σκορ: 63-60 με ήρωα τον αριστερόχειρα Γιώργο Καστρινάκη που απογειωνόταν στη στρατόσφαιρα και δεν άφηνε τίποτε να πέσει κάτω!

Καθόμουν κιόλας πίσω από τον πάγκο μας και κάθε φορά που έπαιρνε την μπάλα και όρμαγε προς το καλάθι, όλοι του φώναζαν «πάτα τους Γιώργαρε, πάτα τους»!

Σε εκείνο τον αγώνα ο γενειοφόρος «Big Geοrge» του Ολυμπιακού και του ελληνικού μπάσκετ έμοιαζε να έχει κατέβει από άλλον πλανήτη: σκόραρε 29 πόντους, κατέβασε καμιά εικοσαριά ριμπάουντ και έκανε τους Βούλγαρους να πάθουν πολλαπλά εγκεφαλικά!

Δίπλα στον Καστρινάκη ο Θανάσης Παπαδημητρίου, που κοούτσαρε τότε την Εθνική, απόντων μάλιστα του Νίκου Γκάλη και του Παναγιώτη Γιαννάκη, είχε στη διάθεση του ένα μείγμα παλαιών και πολλά υποσχόμενων νέων παικτών: τον Τάκη Καρατζουκλίδη (12), τον Μάνθο Κατσούλη (2), τον Κυριάκο Βίδα (12), τον Μηνά Γκέκο, τον Βαγγέλη Αλεξανδρή (3), τον Παναγιώτη Φασούλα (2), τον Σωτήρη Σακελλαρίου , τον Κώστα Μίσσα (3) και τον Νίκο Φιλίππου.

Τότε σχεδόν όλες οι ομάδες έπαιζαν άμυνα ζώνης επί σαράντα λεπτά δοκιμάζοντας τις αντοχές και τις δεξιότητες των αντιπάλων τους στο περιφερειακό σουτ. Οι Βούλγαροι έπαιζαν τόσο πολύ αυτή την άμυνα, ώστε θυμάμαι όλους ανεξαιρέτως τους προπονητές εκείνης της εποχής να την έχουν κωδικοποιήσει….

Τη ζώνη 3-2 την έλεγαν βουλγάρικη!

Ο Ιωαννίδης πάλι το 1988, στην επιστροφή από τη Γάνδη, έλεγε ότι «εγώ είμαι βουλγάρικο κεφάλι», αλλά αυτό βγαίνει από άλλο ανέκδοτο!

Αρχής γενομένης από το Eurobasket του 1951 στο Παρίσι, όπου oι Βούλγαροι μας έκαναν φύλλο και φτερό με σκορ 68-38, οι δυο ομάδες βαρέθηκαν να βλέπουν οι μεν τα μούτρα των δε: η συχνότητα των αναμετρήσεων υπήρξε μεγάλη λόγω και των Βαλκανιάδων, ωστόσο εκείνη την εποχή οι λεγάμενοι απείχαν παρασάγγας από εμάς, άλλωστε το 1951 βγήκαν τέταρτοι, το 1957 στη Σόφια κατέκτησαν το ασημένιο μετάλλιο και το 1961 στο Βελιγράδι το χάλκινο.

Εκείνη την εποχή δέσποζαν μεγάλες φυσιογνωμίες όπως ο Ιλια Μίρτσεφ, ο Ατανάς Ατανάσοφ, ο Βίκτορ Ράντεφ, ο Γκιόργκι Κάνεφ, ο Πέτκο Λαζάροφ, ο Γκέντσο Κριστόφ και ο Γκιόργκι Πανόφ από τους οποίους πήραν τη σκυτάλη ο Γκολομέεφ, ο Πέτκο Μαρίνοφ και στη συνέχεια ο Γκιόργκι Γκλούτσκοφ, ο Ιλία Εφθίμοφ, ο Ιορντάν Κόλεφ, ο Γκιόργκι Μλαντένοφ, ο Σάσκο Βαζένκοφ, ο Λιούμπομιρ Αμιόρκοφ και πάει λέγοντας…

Ο Γκολομέεφ υπήρξε ένας γίγαντας, μάλιστα τη σεζόν 1968-69 μετακόμισε στο Μόντρεαλ και αγωνίσθηκε στην κολεγιακή ομάδα του ΜακΓκιλ από το οποίο πέρασαν αργότερα ο Μάνθος Κατσούλης και ο «θηλυκός Γκάλης», η Αννυ Κωνσταντινίδου, έχοντας μέσο όρο 37.5 πόντους με ρεκόρ σε έναν αγώνα τους 57!

Μέλος της Μικτής Ευρώπης (σε τέσσερις αγώνες) ο Γκολομέεφ τιμήθηκε από τη FIBA τον Ιούνιο του 1987, μάλιστα σε εκείνον τον αποχαιρετιστήριο αγώνα κλήθηκαν και έπαιξαν ο Νίκος Γκάλης και ο Παναγιώτης Γιαννάκης, που ήταν ακόμη λουσμένοι με τα κομφετί και τις σαμπάνιες του θριάμβου στο Εurobasket στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας…

Θρυλείται μάλιστα ότι με την ευκαιρία εκείνου του ταξιδιού που το έκαναν οδικώς παρέα με τον Βασίλη Γκούμα άφησαν πίσω τους την περίοδο του… ψυχρού πολέμου που είχε αρχίσει να ζεσταίνεται πάνω στο βάθρο, το βράδυ της 14ης Ιουνίου.

Μετά τον Γκολομέεφ, η Βουλγαρία ανάδειξε τον Γκιόργκι Γκλούτσκοφ, ο οποίος έγραψε ιστορία ως ο πρώτος Ευρωπαίος παίκτης που παραβίασε το γκέτο του ΝΒΑ και κατάφερε να εισχωρήσει σε αυτό που τότε θεωρούνταν άβατον και άδυτον!

Τούτο το ιστορικό γεγονός συνέβη τη σεζόν 1985-86 όταν ο ξανθομάλλης σέντερ επιλέχθηκε στο Νο 148 του ντραφτ από τους Φοίνιξ Σανς που μάλιστα τον κάλεσαν αμέσως στο καμπ και o προπονητής Τζον Μακ Λάουντ τον έβαλε από την πρώτη στιγμή στο rotation!

Oι κάτοικοι της Αριζόνα τον έβλεπαν σαν… ξωτικό, αλλά ξα του! Ο Γκλούτσκοφ τελείωσε τη σεζόν αγωνιζόμενος σε 49 αγώνες με μέσο όρο 4.9 πόντους και 3.3 ριμπάουντ σε 16 λεπτά, δίπλα στον Λάρι Νανς, τον Γουόλτερ Ντέιβις, τον Τζέιμς Εντουαρντς, τον Τζέι Χάμφρις, τον Μάικ Σάντερς κοκ.

Το πρόβλημα του Γκλούτσκοφ δεν ήταν τόσο αγωνιστικό, όσο διατροφικό. Ξαφνικά μεσούσης της σεζόν άρχισε να χάνει βάρος και από ταύρος έγινε αρνάκι! Ο λόγος; Οντας στερημένος από τέτοιες… πολυτέλειες, το ‘ριξε στα χάμπουργκερ, στην Coca Cοla και στα ζαχαρωτά, ενώ υπήρξε μια φήμη ότι παρασύρθηκε κιόλας σε χρήση στεροειδών ουσιών, με αποτέλεσμα να χάσει 13 κιλά και να γίνει φτερό στον άνεμο!

Κλείνω εδώ την παρένθεση με τον Γκολομέεφ και τον Γκλούτσκοφ και επιστρέφω στις παρτίδες μας με την πατρίδα τους που πλέον σπανίζουν…

Τόσο πολύ σπανίζουν ώστε οι δυο ομάδες έχουν να βρεθούν αντιμέτωπες εδώ και 17 χρόνια: για την ακρίβεια από τις 8 Αυγούστου του 2003 στο Τουρνουά «Αλεξάνδρεια» στο Παλέ ντε Σπορ της Θεσσαλονίκης, όπου η Εθνική (με προπονητή τον «Ξανθό») στο πλαίσιο της προετοιμασίας της για το Eurobasket στο Μπουρός και στη Στοκχόλμη επιβλήθηκε με 99-64 προεξάρχοντος του Ιάκωβου Τσακαλίδη ο οποίος είχε πετύχει 20 πόντους…

Και μετά σιωπή, που λέει και το τραγούδι!

Αυτή η σιωπή τερματίζεται απόψε, καλώς τους κι αργήσανε λοιπόν! Μετά από χρόνια και ζαμάνια λοιπόν οι δυο ομάδες ξεπαγώνουν τις παλιές αναμνήσεις τους, με θέα (από τα παράθυρα) τη μεγάλη βεράντα του Eurobasket, στο οποίοι οι Βούλγαροι έχουν να βρεθούν από το 2011.

Παρεμπιπτόντως η Εθνική τους βρίσκει απέναντι της για τρίτη φορά σε διπλούς αγώνες ομίλου μιας τέτοιας προκριματικής φάσης. Προηγήθηκαν τα συναπαντήματα μας με στόχο το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1986, το Eurobasket του 1991 και το Eurobasket του 1999. Σε αυτά τα έξι ματς η Εθνική πέτυχε πέντε νίκες και γνώρισε μια ήττα που μας κάθισε βαριά στο στομάχι (διότι δεν προβλεπόταν) στις 29 Νοεμβρίου του 1989 στο Πάσαρτζικ με 84-78, σε πείσμα των 44 πόντων του Γκάλη.

Άλλη μια ήττα που μας χάλασε ήταν εκείνη της 27ης Δεκεμβρίου του 1984 στο γήπεδο του Σπόρτιγκ, όπου ο Γκιόργκι Μλαντένοφ εκτέλεσε την Εθνική εν ψυχρώ γράφοντας σε νεκρό χρόνο το 77-79 με ένα σουτ από του… διαόλου τη μάνα!

Στις 28 Νοεμβρίου του 1985 στο Νέο Φάληρο η ελληνική ομάδα επιβλήθηκε της Βουλγαρίας με 111-81 στον αγώνα που σφράγισε την παρθενική πρόκριση της στο Mundobasket, μάλιστα στον αγώνα αυτόν τραβήχτηκε η φωτογραφία στην οποία ο Γκάλης με επιτόπιο άλμα φαίνεται να καρφώνει!

Δέκα τρεις μήνες αργότερα από το γήπεδο βρεθήκαμε στο αεροπλάνο και από εκεί στα μπουζούκια!

Τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, στις 26 Δεκεμβρίου του ’86 η Εθνική στον τελευταίο αγώνα της Βαλκανιάδας, επιβλήθηκε της Βουλγαρίας με 107-100 και κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο, που το γλέντησε δεόντως. Η αποστολή στην οποία συμμετείχε και η ταπεινότης μου επέστρεψε με πτήση της Balkan στο καπάκι και από το αεροδρόμιο βρεθήκαμε κατ’ ευθείαν σε ένα ωραιότατο πολιτιστικό κέντρο της οδού Ζωοδόχου Πηγής στην Αθήνα!

Με τον Γιαννάκη, τον Φασούλα, τον Χριστοδούλου, τον Ιωάννου, τον Φιλίππου, τον Καμπούρη και τ’ άλλα παιδιά, να ακούμε τον Λευτέρη Πανταζή και την Αντζελα Δημητρίου και να γουστάρουμε!

Ε ρε νιάτα και πού φύγατε!

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This