Επιλογή Σελίδας



Του Δημοσθένη Γεωργακόπουλου

Το ποδόσφαιρο είναι το πιο δημοφιλές άθλημα στον πλανήτη, ο «βασιλιάς των σπορ» όπως αποκαλείται, γιατί έχει ένα χαρακτηριστικό που ξεπερνά όλα τα υπόλοιπα. Τα συναισθήματα που γεννά στον κόσμο, δεν μπορεί να τα δημιουργήσει κανένα άλλο άθλημα, ενώ έχει απήχηση από τα πιο υψηλά στρώματα της κοινωνίας μέχρι τα πιο χαμηλά. Γιατί και άλλα σπορ είναι εντυπωσιακά (πιθανότατα πιο εντυπωσιακά) όμως δε συγκρίνονται με το… σκίρτημα της «στρογγυλής θεάς».

Κάπως έτσι είναι και η σύγκριση του Λιονέλ Μέσι με τον Ντιέγκο Μαραντόνα. Ο Μέσι μπορεί να μας αφήνει με το στόμα ανοιχτό με όσα κάνει στον αγωνιστικό χώρο, να νιώθουμε τυχεροί που ζούμε στην εποχή του, όμως τα συναισθήματα που δημιουργούσε ο Μαραντόνα στον κόσμο, δε θα τα δημιουργήσει ποτέ ο «σούπερ Λίο». Σύμφωνα, τουλάχιστον, με όσα έδειξε το ντοκιμαντέρ, γιατί όσοι είμαστε πριν τα 40 δεν τα θυμόμαστε.

Για την ακρίβεια, ο Μαραντόνα δε γεννούσε μόνο συναισθήματα, αλλά και πάθη. Όχι τα δικά του, αλλά των άλλων για εκείνον. Και μπορεί σε πολλούς ποδοσφαιριστές μεγάλης κλάσης να έχει επιφυλαχθεί μεγάλη υποδοχή κατά την άφιξή τους στην ομάδα, όμως ο Αργεντινός ήταν… έρωτας από την πρώτη ματιά για τους Ναπολιτάνους. Και όπου υπάρχει κεραυνοβόλος έρωτας, η κατάληξη πολλές φορές είναι το μίσος. Όπως εξελίχθηκε σχέση του «Ντιεγκίτο» με τους Ιταλούς.

Σε μία δεκαετία που όλα ήταν πιο αγνά και πιο απλά, ο Μαραντόνα ήταν κάτι σαν Θεός στη Νάπολη. Τότε που δεν υπήρχαν selfies και social media, ο κόσμος τον περικύκλωνε όχι για μια φωτογραφία, αλλά για ένα άγγιγμά του. Ήθελε να νιώσει την αύρα του και γινόταν πανικός σε κάθε του εμφάνιση στην πόλη. Μία πόλη που διψούσε για διάκριση και ζούσε για την ομάδα. Και στο πρόσωπο του Αργεντινού είδε τον άνθρωπο που της ύψωσε το ανάστημα απέναντι στον πλούσιο Βορρά της χώρας. Ο κατάλληλος άνθρωπος, στο κατάλληλο μέρος.

Ο Ντιέγκο που είχε ξεκινήσει από της φτωχογειτονιές του Μπουένος Άιρες πήρε από το χέρι μία μικρομεσαία ομάδα και την οδήγησε στην κορυφή. Η σχέση τους ήταν καρμική. Ό,τι δεν κατάφερε στον κολοσσό που ονομαζόταν Μπαρτσελόνα, το κατάφερε στη Νάπολι. Γιατί αυτό ήταν ο Μαραντόνα. Δεν του πήγαινε η άνεση και η ασφάλεια ενός μεγάλου κλαμπ, καθώς η ιδιοσυγκρασία του ταυτιζόταν με τον «αδύναμο». Γι’ αυτό και «κόλλησε» αμέσως με την ομάδα, αλλά και την πόλη. Με όσα αρνητικά το συνόδευαν αυτό.

Οι Ναπολιτάνοι είχαν πάθει τέτοιο παροξυσμό με τον Μαραντόνα, που του συγχωρούσαν κάθε ατόπημά του. Από το πάθος του για τις γυναίκες, μέχρι τον εθισμό στην κοκαΐνη. Γι’ αυτό και έκαναν τα στραβά μάτια σε όλα αυτά. Μέχρι και τα ούρα κάποιου άλλου χρησιμοποιούσαν στα ντόπινγκ κοντρόλ, προκειμένου ο Αργεντινός να βγαίνει «καθαρός». Ήταν κοινό μυστικό στην πόλη, όμως ένα πέπλο προστασίας ήταν πάνω από το δικό τους «Ντιεγκίτο».

Και επειδή ο έρωτας από το μίσος απέχουν μία κλωστή, έτσι και η σχέση του Μαραντόνα με την ιταλική κοινωνία κρίθηκε από ένα παιχνίδι. Τον ημιτελικό του Μουντιάλ του 1990, ανάμεσα στην Ιταλία και την Αργεντινή. Η μοίρα (και ο κακός υπολογισμός των διοργανωτών) έφερε τις δύο ομάδες αντιμέτωπες στο σπίτι του Μαραντόνα, το Σαν Πάολο. Οι Ιταλοί «πάγωσαν», καθώς φοβήθηκαν πως η αγάπη των Ναπολιτάνων για τον «Ντιεγκίτο» μπορεί να έμπαινε πάνω από την αγάπη τους για τη «σκουάντρα ατζούρα». Αυτή ήταν η δύναμη του Μαραντόνα. Μπορούσε να στρέψει ένα λαό εναντίον της ίδιας του της χώρας.

Η νίκη της Αργεντινής στα πέναλτι αποτέλεσε την αρχή του τέλους για τον Μαραντόνα στην Ιταλία. Ένα ολόκληρο έθνος βρέθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη απέναντι του και ο χρόνος άρχισε να μετρά αντίστροφα. Με συνοπτικές διαδικασίες βγήκαν στη φόρα όλα όσα μέχρι εκείνη τη στιγμή «κουκουλώνονταν» από τις ίδιες τις ιταλικές αρχές. Ο Αργεντινός σούπερ σταρ «στήθηκε στο απόσπασμα» για παρανομίες που όντως είχε πράξει, ωστόσο τόσο καιρό άπαντες τις κάλυπταν.

Και έρχομαι και ρωτώ, εγώ που είμαι άνθρωπος της εποχής του Λιονέλ Μέσι και δεν το συγκρίνω με κανέναν από όσους έχω δει. Μπορεί όλα αυτά να τα κάνει ο «σούπερ Λίο»; Και δεν αναφέρομαι στις ντρίμπλες και τους τίτλους. Μπορεί από «Θεός» να γίνει «διάβολος»; Όχι, φυσικά. Γιατί ο Μέσι είναι πάντα το καλό παιδί και το πρότυπο οικογενειάρχη. Εννοείται πως διαφωνώ εκ διαμέτρου με όσα έκανε ο Μαραντόνα εκτός γηπέδου, όμως ακόμη και αυτό τον έκανε ξεχωριστό. Όπως δήλωσε ο ίδιος, μέχρι την Τετάρτη ξενυχτούσε με γυναίκες υπό την επήρεια κοκαΐνης και στη συνέχεια έμπαινε στις προπονήσεις για να είναι έτοιμος την Κυριακή. Και ο άτιμος τα κατάφερνε.

Όλα τα παραπάνω λάτρευαν σε αυτόν οι φίλαθλοι. Γι’ αυτό έβγαιναν στο δρόμο και οι γυναίκες δήλωναν στην κάμερα πως ήθελαν να κοιμηθούν ένα βράδυ μαζί του (και δεν μιλάμε για τις σημερινές influencer που θα τα έδιναν όλα για ένα ραντεβού με τον Μέσι ή τον Ρονάλντο, αλλά για Ναπολιτάνες της δεκαετίας του ’80). Αυτά και πολλά άλλα είναι η διαφορά του Μαραντόνα με τον Μέσι. Τα συναισθήματα και τα πάθη του κόσμου. Δεν είναι το Παγκόσμιο Κύπελλο, που ο ένας το έχει κατακτήσει με την Αργεντινή και ο άλλος όχι. Γιατί ακόμα και σε αυτό, τη διαφορά την έκανε ένα τετ α τετ, όπου πρωταγωνιστές δεν ήταν καν οι ίδιοι. Απλά στο ένα ο Μπουρουσάγκα ευστόχησε, ενώ στο άλλο ο Ιγκουαϊν όχι…

Πηγή: Gazzetta – Planet Football

Pin It on Pinterest

Shares
Share This