Επιλογή Σελίδας



Του Αλέξη Σπυρόπουλου

Ο ιός σε μαθαίνει να ζεις με σύνεση. Είναι αδύνατον, και ανάξιο, να ζεις με τον φόβο. Με φόβο, στην πραγματικότητα δεν ζεις. Μόνον επιβιώνεις. Για όσο πρόκειται, φοβισμένος, να επιβιώσεις. Το Σάββατο, το ποδόσφαιρο έρχεται ξανά στην Ελλάδα. Μέσα στο αποστειρωμένο μπαλόνι. Αλλά κανένα αποστειρωμένο μπαλόνι δεν είναι αρκετό για να αφαιρέσει από το ποδόσφαιρο το συναίσθημα. Το πάθος του παιγνιδιού.

Αποστειρωμένοι, μπορεί να είναι οι κώνοι. Τα σημαιάκια. Οι εστίες. Οχι οι άνθρωποι. Εν προκειμένω, όχι οι ποδοσφαιριστές. Ο ποδοσφαιριστής δεν είναι το προγραμματισμένο ρομπότ. Παίζει με το ένστικτο. Οταν είσαι στο χορτάρι, και στον ιό πολλές (επαναλαμβανόμενες από μνήμης) συμπεριφορές θα είναι όπως ήταν πριν τον ιό. Δεν χρειάζεται, στις ελάχιστες παρεκκλίσεις από τα πρωτόκολλα, να τους (κατα)δικάζουμε. Αψίκοροι, από καθέδρας.

Ο Ιμπίσεβιτς, ο Βόσνιος στράικερ της Χέρτα, ρώτησε τον γιατρό της ομάδας εάν υπάρχει στη “νέα κανονικότητα” πρόβλεψη ότι το γκολ…ακυρώνεται λόγω πανηγυρισμών εκτός πρωτοκόλλου. Αμα αγκαλιαστούν. ‘Η φιληθούν. Μία έξοχη παιδική απορία. Ο γιατρός τον διαβεβαίωσε ότι το γκολ, όπως και να το πανηγυρίσουν, μετράει! Αφού δεν ακυρώνεται λοιπόν, τα υπόλοιπα για τον Ιμπίσεβιτς ήταν ασήμαντες λεπτομέρειες.

Ο ρυθμός του παιγνιδιού δεν θα είναι εκεί, το Σαββατοκύριακο, στο πρώτο σφύριγμα. Θα πάρει τον χρόνο του. Η φόρμα θα έρθει, με τα ματς. Η κοινή εμπειρία δηλοί ότι θα είναι μία slow start, μία αργή εκκίνηση, πιθανότατα με ικανό αριθμό τραυματισμών. Σιγά-σιγά, από ματς σε ματς, θα γίνεται αισθητή η διαφορά “προς τα επάνω” στο τέμπο. Η βελτίωση στο επίπεδο του fitness. Τίποτα δεν συμβαίνει, αμέσως. Ολα έρχονται, σταδιακά.

Για όσο τα γήπεδα δεν θα έχουν κόσμο, οι πρακτικές διαπιστώσεις είναι ενδιαφέρουσες. Κατ’ αρχήν, ένα πράγμα που και μικρό παιδί το αντιλαμβάνεται, δίχως τη μουσική της κερκίδας διευκολύνεται η ενδοσυνεννόηση. Των αγωνιζόμενων συμπαικτών. Τον τερματοφύλακα, πλέον τον ακούει κι ο σέντερ-φορ. Αλλο τόσο διευκολύνεται και η συνεννόηση των παικτών, με τον πάγκο. Τον προπονητή, μπορούν όλοι να τον ακούσουν πια. Οχι μόνον ο ακραίος μπακ.

Ενα πιο προχωρημένο συμπέρασμα, μια αληθινή ανακάλυψη θα μπορούσε κανείς να πει, ήλθε από την αναμφισβήτητη καταμέτρηση ότι δίχως τους θεατές παίζεται περισσότερο παιγνίδι. Αυξάνεται ο ωφέλιμος χρόνος. Οι διακοπές στη ροή της δράσης, είναι μικρότερες. Οι παίκτες δεν φιγουράρουν, με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο, για την εξέδρα. Υπάρχει το τηλεοπτικό κοινό, φυσικά. Ομως η αίσθηση, δεν είναι το ίδιο. Είκοσι χιλιάδες θεατές, βάζουν απείρως εντονότερη πίεση από διακόσιες χιλιάδες τηλεθεατές.

Πράγμα που μπορεί κανείς να το δει, ή τουλάχιστον το εντόπισε το μάτι του Φραντς Μπέκενμπαουερ και μας ώθησε να το προσέξουμε, στα κόλπα που δοκιμάζουν οι ποδοσφαιριστές. Δεν φοβούνται, το ένα παραπανίσιο τακουνάκι. Αν δεν πιάσει, δεν θα τους αποπάρει κανείς. Ο Κάιζερ είπε συγκεκριμένα, πως παίκτες που πετάνε στην προπόνηση αλλά μετά ψάχνεις να τους βρεις επειδή καταποντίζονται στον αγώνα, εδώ δεν χάνονται. Μακρυά από τον θόρυβο, επιπλέουν. Λειτουργούν.

Στη Γερμανία, τέλη Απριλίου το 49% του πληθυσμού ήταν “κατά” στο να παιχτεί πάλι ποδόσφαιρο στη χώρα. Η περιρρέουσα καταστροφολογία, το αναμενόμενο (περιβόητο) “δεύτερο κύμα”, όλα. Αλλά τη μέρα που ξανάπαιξαν, μέσα Μαίου, το 60% (και πλέον) των ανθρώπων 14-49 ετών στρώθηκε στην TV για να το δει. Η θέαση, μάλλον ανέτρεψε τη σφυγμομέτρηση. 

Και εκεί που ξαναπαίζουν ωστόσο, και εκεί που αποφάσισαν πως δεν ξαναπαίζουν, παντού θα χωρούν οι επικρίσεις. Των πολιτικών, των φιλάθλων, των δημοσιογράφων. Γιατί να ξαναπαίξουμε. Γιατί να μη ξαναπαίξουμε. Στο τέλος της ημέρας όλα τα πρότζεκτ, είτε πρόκειται για restart είτε για pause, θα κριθούν “εκ του αποτελέσματος”. Ως τότε, δεν είναι απαραίτητο, κάθε άλλο, να χωριζόμαστε σε εικονομάχους και εικονολάτρες.

Μπορούμε θαυμάσια να συμβιώνουμε, με τις ενδεχομένως αντικρουόμενες απόψεις μας. Στη Μπούντεσλιγκα, πολλοί σύνδεσμοι οπαδών ευθέως τάχθηκαν εναντίον του ποδοσφαίρου κεκλεισμένων των θυρών. Τι έκαναν, απέναντι σ’ αυτό, οι ομάδες; Δεν τοποθετήθηκαν κόντρα, στη διαμαρτυρία. Την απορρόφησαν. Πολύ πιο έξυπνο. Κάλεσαν τους συνδέσμους να φέρουν τα πανό τους, στα άδεια γήπεδα. Τα κρέμασαν, στα κάγκελα. Τους έδωσαν την προβολή. Ακόμη και στα επικριτικά.

Σ’ εκείνα που κατηγορούσαν τους αξιωματούχους του ποδοσφαίρου, για απληστία. Κι εδώ που τα λέμε, η γερμανική είναι η τελευταία μεγάλη λίγκα στην Ευρώπη που θ’ άξιζε να επικριθεί για απληστία. Την Παρασκευή, ακριβώς δύο εβδομάδες μετά τους άνδρες, επανεκκίνησε στη Γερμανία και (ένας αχρείαστος μπελάς οπουδήποτε αλλού αυτή την εποχή) το πρωτάθλημα γυναικών. Ενα πεδίο που δεν έχει, να πεις, την οικονομική πίεση μη τυχόν ακυρωθούν τα φοβερά και τρομερά τηλεοπτικά συμβόλαια.

Κι όμως, οι Γερμανοί το έβαλαν και αυτό εμπρός. Γιατί, μας αρέσει ή όχι, στη Γερμανία κυριαρχεί όσο πουθενά αλλού η νοοτροπία ότι δεν υπάρχει ποδόσφαιρο πρώτης κατηγορίας, ποδόσφαιρο δεύτερης κατηγορίας, ποδόσφαιρο ανδρών, ποδόσφαιρο γυναικών. Υπάρχει μόνον ένα πράγμα. Το ποδόσφαιρο. Ενα ποδόσφαιρο αλληλεγγύης, για να στηρίζονται πρωτίστως αυτοί που δεν έχουν. Ωστε εν τέλει, να έχουν όλοι. Και να γίνεται έτσι, καλό παιγνίδι.

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This