Επιλογή Σελίδας



Του Αλέξη Σπυρόπουλου

Τα τρόπαια στο ποδόσφαιρο είναι όπως τα χρήματα στην κοινωνία. Οσο διαχέονται και αλλάζουν χέρια, τόσο πολλαπλασιάζονται οι χαρούμενοι άνθρωποι. Στην ολιγαρχία, χαίρονται λίγοι. Στη μοναρχία, ακόμη χειρότερα, χαίρεται ένας. Εάν υπάρχει ερώτηση προσωπικής προτίμησης, ποια από τις τέσσερις ομάδες των ημιτελικών θα ήθελα να κατακτούσε εφέτος το Κύπελλο Ελλάδος, η απάντηση μου έρχεται πολύ εύκολη. Ο Αρης. Κι ένα παραπάνω, για τον σπουδαίο Αγγελο Χαριστέα. Ο Αγγελος είναι καθοριστικός ότι ο Αρης, με τον προπονητή που εκείνος διάλεξε το φθινόπωρο, έχει αρχίσει να παίζει ένα ποδόσφαιρο “με ταυτότητα” υπεράνω των προσώπων.

Δεν θα συμβεί. Και μολονότι συμπάσχει αβίαστα κανείς με το τράνταγμα των συναισθημάτων τους, να το θέλουν τόσο πολύ, να είναι στον τελικό ως το 90’+5′ και εν τέλει να φεύγουν από το πεδίο νοκ-άουτ, η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι η δραματική εξέλιξη δεν τους αδικεί. Η ΑΕΚ έφτασε στον τελικό, “από μνήμης” όπως το σημειώναμε τις προάλλες εδώ, διότι η προσωπικότητά της κυριάρχησε. Πήγε στη Θεσσαλονίκη και προστάτευσε το 2-1 του Μαρτίου, με κατοχή+επίθεση. Οχι με άμυνα+αντεπίθεση. Επέβαλε ένα μοτίβο, στο παιγνίδι. Το μοτίβο σήμανε την αυτόματη απενεργοποίηση του Φετφατζίδη και του Μπρούνο Γκάμα.

Ο Φετφατζίδης και ο Μπρούνο Γκάμα, εάν δεν έχουν τη μπάλα στα πόδια, δεν έχουν τίποτα. Εάν δεν έχουν τη μπάλα στα πόδια ο Φετφατζίδης και ο Μπρούνο Γκάμα, ο Αρης δεν έχει τίποτα. Η ΑΕΚ, όπως στο πρόσφατο ταξίδι της στην Κρήτη για τα πλέι-οφ, επιβλήθηκε. Η μοναδική διαφορά ήταν ότι τώρα δεν βρήκε, εκεί που φαινόταν να έρχεται, το πρώτο γκολ του ματς. Κι όσο έμενε το μηδέν, ο Αρης κρατούσε εν ζωή την πιθανότητά του. Μία φάση-γκολ αργά ή γρήγορα, πάντοτε στο ποδόσφαιρο είναι “στο πρόγραμμα” να έλθει. Ο Αρης πλησίασε να κερδίσει ολόκληρη την παρτίδα, με αυτή τη μία φάση που φυσικά ήλθε στον δρόμο του.

Στον Μανσίνι, έψαξαν ένα game-changer. Στα δέκα λεπτά (στο ξεκίνημα του β’ ημιχρόνου) που η ΑΕΚ χαλάρωσε τον έλεγχό της και άφησε τη μπάλα, ο Φετφατζίδης ρούφηξε όλο το οξυγόνο που τόσο του έλειψε πριν αλλά και μετά. Κι ο Μανσίνι αποδείχθηκε, όχι ένας game-changer, κάτι περισσότερο, ένας πεινασμένος game-changer. Υστερα, και που ανέκτησε η ΑΕΚ τη μπάλα, οι Αρειανοί σε κάθε φάση την κυνηγούσαν σαν τα σκυλιά τ’ ατάιστα. Δεν υπήρχε αύριο, γι’ αυτούς.

Η ΑΕΚ όμως, τους πίεσε όσο δεν έπαιρνε. Τους έβαλε, με τον Μάνταλο επικεφαλής, στο τελευταίο τρίτο του τερέν. Τα βρήκε όλα, εναντίον της. Το δοκάρι-κι-έξω στην κεφαλιά του Αντρέ Σιμόες για το 1-1, τη σπόντα-και-μέσα στο σουτ του Ντιγκινί για το 2-0. Κι όμως, τα προσπέρασε όλα. Επειδή έχει ένα δικό της, στην ημέρα του ανεκτίμητο και άπαιχτο, game-changer.

Κάπως έτσι, ο Αρης έχασε το να παρατείνει την ζωογόνο προσμονή (του τελικού) για άλλον ένα μήνα. Εν τέλει, αν το σκεφτεί κανείς με όλη την ψυχρότητα, “δεν πειράζει”. Διότι, κατά την εκτίμησή μου, ο Αρης θα είχε ισότιμη τύχη σ’ ένα τελικό κυπέλλου με τον ΠΑΟΚ. Σε τελικό με τον Ολυμπιακό, όχι. Θα ήταν πολύ ακραίο άουτσαϊντερ. Ο ΠΑΟΚ, μετά το πρωτάθλημα, παραδίδει και τον δεύτερο τίτλο του. Υστερα από μια βραδυά στον Πειραιά που ανέδειξε όλη την περί τον Αμπέλ αντιφατικότητα.

Ο Αμπέλ διάβασε, όλα τα προηγούμενα μαθήματά του. Οι ήττες από τον Ολυμπιακό στο πρωτάθλημα, τον ωφέλησαν να βρει “με το ίδιο νόμισμα” το σχήμα-απάντηση των τριών κεντρικών χαφ απέναντι στους τρεις κεντρικούς χαφ του Ολυμπιακού. Επίσης, βρήκε τους καταλληλότερους τρεις επιθετικούς του με το ορθό κριτήριο της υψηλότερης εφικτής έντασης. Αν ένας που την παρέχει είναι ο Τζόλης, ναι, γιατί όχι, ο Τζόλης. Η αντιποδοσφαιρική δοξασία ότι με μικρούς δεν υποστηρίζονται στόχοι, καταρρέει στην κάθε δημόσια εμφάνιση του Τζόλη.

Ο Τζόλης έφερε, επανειλημμένως, σε πολύ δύσκολη θέση τον Τσιμίκα. Ο οποίος Τσιμίκας είχε φέρει επανειλημμένως σε πολύ δύσκολη θέση, τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, όλον τον ΠΑΟΚ. Οι δε τρεις χαφ πάτσισαν το τρίγωνο του Ολυμπιακού. Εκαναν, να ξηλώσει “από ημίχρονο” ο Πέντρο Μαρτίνς τους τρεις δικούς του προκειμένου ο Ολυμπιακός ν’ αρχίσει, με τον Φορτούνη, να παίζει μπάλα. Ηταν η τυχερή βραδυά του Πέντρο Μαρτίνς. Πήρε το γκολ του Μασούρα…μόνο και μόνο επειδή δεν πρόλαβε να τον βγάλει. Από άλλον παίκτη, αυτό το γκολ είναι εντελώς απίθανο να το έπαιρνε.

Το καθοριστικό 1-0 ήλθε, σαν μεταφυσική τιμωρία, μόλις ένα λεπτό αφότου ο Αμπέλ με μία ακατανόητη κίνηση άλλαξε, μαζεμένη, όλη τη φρόντλαϊν του ΠΑΟΚ. Κανείς από τους τρεις δεν “έδινε δικαίωμα” να πάει νωρίς στα ντους. Λιγότερο απ’ τους τρεις, ο Τζόλης. Εάν ο Τσιμίκας ή ο Πέντρο Μαρτίνς μπορούσαν να κάνουν κάτι, αυτή την αλλαγή θα έκαναν. Θα έβγαζαν τον Τζόλη. Τους την έκανε, ο Αμπέλ. Η μοναδική εικασία είναι ότι στο τελευταίο ημίωρο, περισσότερο ήθελε ν’ αμυνθεί με τους επιθετικούς που έφερε από τον πάγκο παρά να επιτεθεί στ’ αλήθεια με αυτούς.

Εάν επρόκειτο για μπάσκετ, βόλεϊ, χάντμπολ, πόλο, σε τρία λεπτά θα τους είχε επαναφέρει και τους τρεις. Ο Αμπέλ είναι από τους προπονητές, το σημειώνω επειδή προϋπάρχει δείγμα γραφής, τους λιγότερο προσαρμοσμένους στην καινούργια πραγματικότητα των πέντε αλλαγών. Αυτό που για άλλους είναι ένα ευλογημένο περιθώριο μεγαλύτερης ευελιξίας κινήσεων, για τον Αμπέλ μοιάζει να είναι κατάρα. Η παλαιά πραγματικότητα των τριών αλλαγών, είναι σίγουρο ότι στο Καραϊσκάκη θα τον γλίτωνε. Το πολύ-πολύ να έβγαζε σ’ εκείνο το σημείο, μόνο τον Λημνιό. Και πάλι βέβαια, εκεί η λύση του δεν ήταν ο Λάμπρου. Η λύση του εκεί και τότε, έπρεπε να είναι ο Στοχ.

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This