Επιλογή Σελίδας



Του Βασίλη Σκουντή

Διάβαζα προχθές τη συνέντευξη του τζένεραλ μάνατζερ της Μούρθια, Αλεχάνδρο Γκόμεθ, και μου λύθηκε η απορία σχετικά με τον αρχικό ρόλο για τον οποίο προορίζει η ισπανική ομάδα τον Αλεξ Αντετοκούνμπο…

Για έναν 19χρονο παίκτη, που έρχεται από έναν άλλο κόσμο, δεν είναι ούτε κακό, ούτε μειωτικό να παίζει στη Β’ ομάδα…

Διάβολε δεν τον βάζουν στα τσικό!

Δεν είναι κακό, ούτε μειωτικό όταν υπάρχει ένα σχέδιο για την εξέλιξη του, το οποίο προφανώς βρίσκει σύμφωνο όλο το Αντετοκουνμπέικο: και τον άμεσα ενδιαφερόμενο Αλεξ και τον Γιάννη στον οποίο αναλύθηκε διεξοδικά το «Trust the process» και τη μαμά Βερόνικα…

Ο Αλεξ είναι μικρός και χρειάζεται χρόνο για να αποδείξει στο μέλλον ότι «από μικρός φαινόταν ότι θα μεγαλώσει». Χρειάζεται επίσης χρόνο για να δικαιώσει τις αισιόδοξες προβλέψεις του Γιάννη…

Βασικά χρειάζεται χρόνο για να γίνει παίκτης!

Αυτή τη στιγμή ο Αλεξ είναι κατά τι μεγαλύτερος (σε ηλικία) απ’ όσο ο Γιάννης όταν επιλεγόταν στο ντραφτ του ΝΒΑ. Επέλεξε, προφανώς σε συνεννόηση, ου μην και κατ’ εντολήν της οικογένειας του, να βγάλει φλας και αντί για το NCAA να παίξει στην Ευρώπη και να εκπαιδευθεί σε ένα διαφορετικό (σε σχέση με το αμερικάνικο μπάσκετ) περιβάλλον.

Ο Αλεξ είναι επίσης άλλος παίκτης σε σχέση με τα υπόλοιπα τρία αδέρφια του: άλλος σε θέση, καθόσον συστήνεται ως σούτιγκ γκαρντ κι αυτή είναι όντως η ειρωνεία της τύχης για το σόι του…

Εχει για κύρια δουλειά του στο γήπεδο αυτό που δεν (λες ότι) αποτελεί το φόρτε των υπολοίπων!

Το τι γονίδια περίσσεψαν από τους πρεσβύτερους αδελφούς του για να τα πάρει και να αξιοποιήσει είναι κάτι το οποίο θα φανεί εν καιρώ τω δέοντι, τόσο στη Β’ ομάδα της Μούρθια, όσο και στις ευκαιρίες που μπορεί να του δώσει ο Σίτο Αλόνσο στην κεντρική σκηνή της ισπανικής λίγκας…

Ο Αλεξ δεν είναι βεβαίως ο πρώτος (ανεξαρτήτως εθνικότητος) παίκτης ο οποίος παρέκκλινε από τη συνηθισμένη ρότα και από το λύκειο αποφάσισε να παίξει στην Ευρώπη. Είχα γράψει ένα κείμενο πριν από δυο μήνες με διάφορες τέτοιες περιπτώσεις στις οποίες έρχεται να κολλήσει τώρα και ο λεγάμενος…

Ο Βενιαμίν του σογιού γεννήθηκε στις 16 Αυγούστου του 2001, πάει να πει ότι σε έναν μήνα από τώρα θα σβήσει 19 κεράκια στην τούρτα των γενεθλίων του.

Είναι ακόμα teenager, όπως ήταν ένας νεαρούλης, που τον είδα για πρώτη φορά από κοντά εκείνο το αξέχαστο βράδυ της 12ης Δεκεμβρίου 1990 στη Νέα Σμύρνη, στον αγώνα Πανιώνιος-Ζαντάρ και έπαθα… λαλά!

Ακόμη και τώρα δεν έχω ξεπεράσει το σοκ του πώς αυτό το παλικαράκι που τότε ήταν άγνωστο στο ευρύ κοινό, προσγειώθηκε ξαφνικά σαν… UFO στο γήπεδο και με δέκα απανωτούς πόντους κατέβασε μονομιάς τη διαφορά από τους 20 μονομιάς στους 10 του τελικού σκορ (91-81).

Για τον επαναληπτικό αγώνα στη φημισμένη «Dvorana Jazine» δεν το συζητώ: η Ζαντάρ έκανε σκόνη και θρύψαλα τον Πανιώνιο (127-99) βάζοντας 15 στα 20 τρίποντα!

Στην παρούσα φάση ο Αλεξ δεν θα γίνει σαν τον Ντέκι…

Τι εννοώ; Απλούστατα ο Σίτο Αλόνσο που παρεμπιπτόντως είναι μανούλα στην ανάδειξη νέων παικτών (βλέπε Μπανταλόνα) δεν έχει αυτή τη στιγμή, όπως προκύπτει από τη συνέντευξη, τα… άντερα του Μπόγκνταν Τάνιεβιτς!

Επίσης προφανώς η διοίκηση της Μούρθια δεν είναι έτοιμη να πάρει το ρίσκο που χωρίς δεύτερη κουβέντα ανέλαβε τότε στην Τεργέστη ο Μπέπι Στεφανέλ…

Ο γεννημένος στις 2 Μαρτίου του 1973 στο Ζρένιανιν, Μποντίρογκα έγινε προτού καν σκάσει από το αυγό του το αντικείμενο του πόθου στην Ευρώπη. Το ίδιο είχε συμβεί νωρίτερα με τον Τόνι Κούκοτς, τον Ντίνο Ράτζα, τον Βλάντε Ντίβατς και τον Σάσα Τζόρτζερβιτς, αλλά ο Ντέκι είχε ένα ανεπιθύμητο πλεονέκτημα έναντι αυτών…

Η Γιουγκοσλαβία σπαρασσόταν από τον εμφύλιο πόλεμο, ο ίδιος ήταν Σέρβος που αγωνιζόταν στην καρδιά της Κροατίας και με το που άρχισε το κακό έφυγε αμέσως από το Ζαντάρ…

Τότε εμφανίσθηκαν στο δρόμο του η ΑΕΚ και ο Ολυμπιακός!

Στον πάγκο της «Βασίλισσας» καθόταν ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς ο οποίος ήξερε από πρώτο χέρι τι ταλέντο ήταν ο παίκτης που αργότερα επονομάσθηκε «The White Magic». O Kρέζο κινήθηκε αστραπιαία, τον έφερε στην Αθήνα και μάλιστα του είχε και θέση με το όνομα του στις εξέδρες του «Γεώργιος Μόσχος»!

Την ίδια εποχή, το καλοκαίρι του ’91, είχε συμβεί η μεγάλη κάθοδος του «Ξανθού Ρόμελ» (όπως τον χαρακτήρισε στο πρωτοσέλιδο του «Φωτός των Σπορ» ο Θόδωρος Νικολαϊδης) από τη Θεσσαλονίκη στον Πειραιά…

Εχει σημασία το γεγονός διότι ο Γιάννης Ιωαννίδης αναζητούσε παίκτες να στελεχώσουν το ρόστερ και τότε ο πρώην συνεργάτης του στον Αρη, Ντέγιαν Σίρζιτς του είπε τα καθέκαστα για τον Μποντίρογκα, τον Τάρλατς και τον Τόμιτς, χώρια ο Νάκιτς του οποίου ο πατέρας (Μίλε) είχε πολύχρονες σχέσεις με την Ελλάδα, ως προπονητής του γουότερ πόλο…

Ένα βράδυ ο αντιπρόεδρος του νεοσύστατου ΤΑΚ, Γιώργος Σαλονίκης κάλεσε στο σπίτι του για φαγητό τον Μποντίρογκα. Τότε στο ελληνικό πρωτάθλημα επιτρεπόταν η συμμετοχή ενός ξένου παίκτη και ο Oλυμπιακός είχε αποκτήσει τον Ζάρκο Πάσπαλι, άρα οποιαδήποτε επί πλέον προσθήκη νεαρού από τη Γιουγκοσλαβία έπρεπε να περάσει με τη δόκιμη και συνηθισμένη εκείνη την εποχή φόρμουλα της ελληνοποίησης…

Ο Νάκιτς ούτως ή άλλως είχε αυτό το δικαίωμα λόγω του πατέρα του, ο Τόμιτς ήταν ορφανός από πατέρα και άδραξε την ευκαιρία, όπως και ο Τάρλατς, αλλά ο Μποντίρογκα στύλωσε τα ποδάρια και είπε «όχι»!

Όχι τίποτε άλλο, αλλά πήγαν στράφι το φαγητό και οι περιποιήσεις της γυναίκας του Σαλονίκη!

Ο Μποντίρογκα δεν έπαιξε μπάσκετ τη σεζόν 1991-92, αλλά τον πήρε υπό την προστασία του στη Τεργέστη ο μέντορας του, ο Τάνιεβιτς που δεν διανοήθηκε ότι θα έχανε τέτοιο κελεπούρι…

Ο «Μπόσια» βρισκόταν στον πάγκο της Στεφανέλ από το 1986 και αφού πέρασε εκείνη η λειψή σεζόν, παρουσιάσθηκε στον Στεφανέλ και του είπε κάτι που προκάλεσε πάταγο…

«Οι ξένοι μας στη νέα σεζόν θα είναι ο Μποντίρογκα και ο Ινγκλις»!

Ο μετέπειτα παίκτης του Παναθηναϊκού (1998-2002) και τρις πρωταθλητής της Euroleague είχε συμπληρώσει τα 19 του στις 2 Μαρτίου και έγινε ο νεότερος ξένος παίκτης στην ιστορία του ιταλικού και του ευρωπαϊκού μπάσκετ…

Δέκα εννέα χρονών, τι δεν καταλαβαίνεις!

Αυτό το 19χρονο πιτσιρίκι όμως δεν κώλωσε. Ούτε κιότεψε. Εισέβαλε στο ιταλικό πρωτάθλημα και στο Κύπελλο Κυπελλούχων σαν ταύρος εν υαλοπωλείω!

Στην παρθενική σεζόν του στη λίγκα (1992-93) ο «Βodi Bond» έβγαλε μέσο όρο 21.2 πόντους (σουτάροντας με 59.7% στα δίποντα, 36.1% στα τρίποντα, 85.1% στις βολές), 5.3 ριμπάουντ, 1.4 ασίστ και 2.1 κλεψίματα σε 33 λεπτά ανά αγώνα.

Ήταν και τότε αργός, αλλά – όπως μου απαντούσε, κάθε φορά που τον πείραζα – «σκέπτομαι πιο γρήγορα απ’ όσο ο παγκόσμιος ρέκορντμαν των 100 μέτρων»!

Έκανε από τότε τη ντρίμπλα – μαστίγιο, είχε από τότε το ηγετιλίκι στο αίμα του, ήταν από τότε «σαν έτοιμος από καιρό, σαν θαρραλέος» (που λέει κι ο Καβάφης να ακολουθήσει το κάρμα του).

Φαινόταν όντως από τόσο μικρός πόσο πολύ θα μεγάλωνε!

Το εκ Ζρένιανιν ορμώμενο μειράκιον που εξελίχθηκε σε παιδί – θαύμα αντικατέστησε τον πρώην παίκτη του Ολυμπιακού, Λάρι Μίντλετον και οδήγησε τη Στεφανέλ στην κατάληψη της τέταρτης θέσης στο πρωτάθλημα.

Στα play offs αποκλείσθηκαν στους προημιτελικούς από την Κλίαρ Καντού, ενώ στο Κύπελλο Κυπελλούχων ξεπέρασαν το εμπόδιο της Σλάβια Πράγας, αλλά στην επόμενη φάση τους εκτροχίασε η Χάποελ Γκαλίλ Ελιόν, με τον Μποντίρογκα να έχει σε τέσσερα ματς μέσο όρο 14.8 πόντους, 4.5 ριμπάουντ και 2.1 ασίστ.

Εκείνη τη σεζόν δίπλα στον Μποντίρογκα βρίσκονταν και άλλοι νεοσσοί που έμελλε να διαπρέψουν στο ευρωπαϊκό στερέωμα, ενώ την επόμενη σεζόν ηττήθηκαν από τον ΠΑΟΚ στους τελικούς του Κυπέλλου Κόρατς και το 1996 στέφθηκαν πρωταθλητές Ιταλίας με τη Στεφανέλ η οποία μετακόμισε στο Μιλάνο και εγκολπώθηκε από την Ολίμπια, τη νυν Αρμάνι.

Μικροί και τριανταφυλλένιοι (αλλά μεγαλύτεροι από τον Μποντίρογκα) ήταν ο Γκρεγκόρ Φούτσκα, ο Αλεσάντρο Ντε Πολ, ο Νταβίντε Κανταρέλο και ο Κλαούντιο Πιλούτι στο πλευρό των οποίων βρέθηκε το καλοκαίρι του ’93, μετακομίζοντας από την Καζέρτα και ο Νάντο Τζεντίλε.

Α, για να μην το ξεχάσω: εκείνη τη σεζόν (1992-93) όλοι αυτοί είχαν μαζί τους και ένα παλικαράκι, σωστό λυκόπουλο…

Κάποιον ονόματι Ντίνο Μενεγκίν, στο άνθος της ηλικίας του… Ετών 43!

Έγραψα προηγουμένως ότι παρτενέρ του Μποντίρογκα ως ξένος στη Στεφανέλ Τριέστε της σεζόν 1992-93 ήταν ο Ει Τζέι Ινγκλις, ο οποίος, προϊόντος του χρόνου, ανέπτυξε μια διπλή σχέση με το ελληνικό μπάσκετ…

Ο ίδιος ο γεννημένος το 1967 Αμερικανός γκαρντ, ο οποίος είχε περάσει για δυο σεζόν από το ΝΒΑ (Μπούλετς), έκλεισε την καριέρα του τη σεζόν 1999-2000 φορώντας τη φανέλα του Αρη…

Δέκα οκτώ χρόνια αργότερα, την περίοδο 2018-19 έσκασε μύτη στα μέρη μας ο γιος του, Ει Τζέι Ινγκλις τζούνιορ, ο οποίος αγωνίσθηκε στο Λαύριο.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This