Επιλογή Σελίδας

Ο Βασίλης Σαμπράκος αναλύει την εικόνα της ΑΕΚ στο Αγρίνιο, σε συνέχεια αυτής που έδειξε στον τελικό κυπέλλου, και γράφει για την ανάγκη της να εμφανίσει ομαδικές τακτικές ενέργειες σε μια στιγμή που δεν έδειξε να  έχει ωριμάσει η νέα έκδοση, λόγω της συμμετοχής αρκετών νέων παικτών στην ενδεκάδα.

Δεν μπορείς να την εξηγήσεις εύκολα την αγωνιστική συμπεριφορά της ΑΕΚ στο πρώτο της παιχνίδι στην Superleague, το περασμένο Σάββατο στο Αγρίνιο. Κυρίως δεν μπορείς εύκολα να βρεις μια εξήγηση για την επιλογή του σχηματισμού και των προσώπων που επέλεξε για να αρχίσει το παιχνίδι ο Μάσιμο Καρέρα.

Αν ξεχάσεις τις φανέλες και την δυναμική των δύο αντιπάλων, ερχόμενος στην θέση του προπονητή μπορείς να ερμηνεύσεις με την λογική την επιλογή του: απέναντι σε μια ομάδα που παίζει με δύο κεντρικούς επιθετικούς ένας προπονητής φυσιολογικά επιλέγει να παίξει με τρεις κεντρικούς αμυντικούς, με όραμα την υπεραριθμία που είναι βασικό ζητούμενο για μια ομάδα στην φάση της άμυνας. Κάπως έτσι λοιπόν παίρνουμε μια εύκολη εξήγηση για την επιλογή του Ιταλού προπονητή να παίξει με τους Χνιντ – Τσιγκρίνσκι – Σβάρνα και να επιλέξει να προωθεί τον Ουκρανό στην φάση κατοχής της μπάλας κατά το δεύτερο στάδιο ανάπτυξης των επιθέσεων, δηλαδή όταν η ΑΕΚ περνούσε τη σέντρα. Η ιδέα στρατηγικής του Καρέρα ήταν να μειώσει τον κίνδυνο να δεχθεί γκολ και να επιδιώξει να δημιουργήσει ευκαιρίες μέσα από τις συνεργασίες μέσων και επιθετικών σε αυτό το 3-5-2 (3-4-1-2) του α’ ημιχρόνου, το οποίο έμοιαζε περισσότερο με 3-4-3.

Δεν χρειάζεται μεγάλη τεκμηρίωση η διαπίστωση ότι η στρατηγική απέδωσε μόνο στο κομμάτι της άμυνας και αποδείχθηκε αναποτελεσματική στην επίθεση. Η ΑΕΚ έκανε όλη κι όλη μία τελική ενέργεια, στο 7’ με τον Ολιβέιρα. Και έκανε 9, σύμφωνα με το Wyscout, στην διάρκεια του δευτέρου ημιχρόνου, χάρη στην αλλαγή του σχηματισμού και την είσοδο του Πέτρου Μάνταλου.

Και δεν είναι ότι ο Μάνταλος έκανε πολύ  περισσότερα πράγματα από το «συνηθισμένο» του. Στα 51’ αγωνιστικά λεπτά που έπαιξε, είχε 47% επιτυχημένες ενέργειες (18 στις 38) – ποσοστό χαμηλότερο του μέσου όρου του (61%). Απέδωσε καλύτερα από το συνηθισμένο στις ντρίμπλες (67%, με μέσο όρο το 54.8%) και στις μονομαχίες (8 κερδισμένες σε 13 μονομαχίες, 62% με μέσο όρο το 45.9%), και φυσικά είχε την καλή εκτέλεση κόρνερ και την καλή εκτέλεση στο γκολ του, δύο χτυπήματα που φώτισαν την απόδοσή του. Ερμηνεύοντας στατιστικά δεδομένα μέσα από την παρατήρηση της απόδοσης του Μάνταλου στο τερέν φτάνεις στο συμπέρασμα ότι η θέση του στο τερέν και η αγωνιστική κατάσταση στην οποία βρισκόταν ήταν αρκετά στοιχεία για να αλλάξουν την δυναμική του παιχνιδιού και να δώσουν την νίκη στην ΑΕΚ. Ή, διαφορετικά, ότι ήταν τόσο αναποτελεσματικός ο τρόπος της ΑΕΚ στο α’, που ένας «συνηθισμένος» Μάνταλος έφτασε να μοιάζει «υπερηχητικός» στα μάτια αυτών που έβλεπαν το παιχνίδι και να “αναγκάσει” τον προπονητή του να πει η είσοδός του άλλαξε την εικόνα της ομάδας.

Το γυμνό μάτι επιβεβαίωνε στη λήξη του παιχνιδιού ότι στο β’, που άλλαξε τον σχηματισμό σε 4-4-2, η ΑΕΚ λειτούργησε πολύ καλύτερα/ παραγωγικά στην επίθεση, δίχως να επιτρέψει πολύ περισσότερες ευκαιρίες στον αντίπαλό της (ο Παναιτωλικός έκανε 2 τελικές στο α’ και 3 στο β’, η μία εκ των οποίων ήταν το πέναλτι). Γιατί άφησε ένα ημίχρονο ο Καρέρα στον σχηματισμό και τα συστήματα που δεν έβγαιναν; Γιατί επέλεξε να κρατήσει στον πάγκο τον Μάνταλο και να παίξει με δύο κεντρικούς μέσους και μάλιστα με το συγκεκριμένο δίδυμο, το Σιμόες – Βασιλαντωνόπουλος τη στιγμή που ο Βασιλαντωνόπουλος όχι απλώς δεν είχε προηγούμενη παράσταση αλλά δεν πρέπει να είχε παραπάνω από 15 προπονήσεις με την ΑΕΚ, στην οποία επέστρεψε στις αρχές του Σεπτεμβρίου; Παρεμπιπτόντως ο 28χρονος μέσος έβαλε ποιοτικά στοιχεία στο παιχνίδι της ΑΕΚ και δημιούργησε την εντύπωση ότι με εμπιστοσύνη μπορεί να προσθέσει ποιότητα στην κυκλοφορία της μπάλας και την ανάπτυξη των επιθέσεων.

Είναι φυσιολογικό μια ομάδα που έχει προσθέσει σχετικά πρόσφατα στο ρόστερ της ποδοσφαιριστές που χρησιμοποιούνται στο βασικό σχήμα να χάνει σε ομοιογένεια, να ελαττώνει την ταχύτητα στην ανάπτυξη των επιθέσεών της και να δυσκολεύεται να ανεβάσει τον ρυθμό του παιχνιδιού προκειμένου να ευνοηθεί από αυτό και να εκμεταλλευτεί την ατομική ποιότητα. Κυρίως αυτός είναι ο λόγος που οδηγεί προπονητές στην επιλογή να ξεκινούν την σεζόν με «περσινούς» παίκτες. Ο Καρέρα δεν την έκανε αυτή την επιλογή στο πρώτο ματς του πρωταθλήματος. Επελεξε να διαφοροποιήσει τον σχηματισμό και να βάλει στο αρχικό σχήμα τέσσερις παίκτες που δεν έπαιζαν στην ΑΕΚ στην προηγούμενη σεζόν (Χνιντ, Ινσούα, Βασιλαντωνόπουλος, Ανσαριφάρντ). Και φλέρταρε με το ενδεχόμενο να την πληρώσει ακριβά αυτή την επιλογή.

Ένα ματς δεν είναι αρκετό για ασφαλείς και κατηγορηματικές κρίσεις, αλλά στο Αγρίνιο, σε συνέχεια του τελικού κυπέλλου, η ΑΕΚ δυσκολεύτηκε πολύ να παρουσιάσει ομαδικές τακτικές ενέργειες, δηλαδή να αναπτυχθεί με συγχρονισμένες και συντονισμένες κινήσεις. Ηταν σαν να είχε επιλέξει να επενδύσει τα πάντα στο φυσικό ποδόσφαιρο και να περιμένει μόνο από τις ατομικές ενέργειες να δημιουργήσουν καταστάσεις που ευνοούν την επίτευξη του γκολ. Και επειδή αυτά τα σημάδια τα δείχνει σε μια πολύ καθοριστική στιγμή, δηλαδή παραμονές του αγώνα της τρίτης προκριματικής φάσης του Europa League στο Σεντ Γκάλεν, η πρόκληση που έχει μπροστά του ο Καρέρα είναι μεγάλη και δύσκολη. Την ερχόμενη Πέμπτη η ΑΕΚ πρέπει να νικήσει. Και για να αυξήσει τις πιθανότητές της πρέπει να δείξει στο Σεντ Γκάλεν μια συνέχεια του β’ ημιχρόνου του Αγρινίου με περισσότερα στοιχεία ομαδικών τακτικών ενεργειών. Με άλλα λόγια, η στιγμή απαιτεί από την ΑΕΚ να βγάλει στο τερέν συνεργασίες που δεν βγήκαν στον Βόλο και στο Αγρίνιο. Και η ευθύνη για να συμβεί αυτό αναλογεί στον προπονητή της.  

πηγή: gazzetta.gr

Pin It on Pinterest

Shares
Share This