Επιλογή Σελίδας

Του Μάνου Ανδρουλάκη

Στη συνείδηση της πλειοψηφίας των ποδοσφαιρόφιλων, η κορυφαία εθνική ομάδα όλων των εποχών είναι η Βραζιλία, κι αυτό θα διαρκέσει εις τον αιώνα τον άπαντα.

Διαχρονικά η «σελεσάο» διέθετε εξαιρετικές φουρνιές, ωστόσο εκείνη που ξεχώρισε βάσει τίτλων ήταν της δωδεκαετίας (1958-1970) με την κατάκτηση των 3 Παγκοσμίων Κυπέλλων σε 4 διοργανώσεις.

Πελέ, Γκαρίντσα, Ζίτο, Ζαγκάλο, Μπελίνι, Ντιντί, Ζιλμάρ, Αμαρίλντο, Ζαϊρζίνιο, Τοστάο, Ριβελίνο, Κάρλος Αλμπέρτο, Μπρίτο, Ζέρσον, Κλοντοάλντο είναι μερικοί από τους άσους που ώθησαν χιλιάδες παιδάκια να στραφούν προς τη «στρογγυλή θεά».

Κατά τη διάρκεια της καριέρας του τον είχαν αποκαλέσει «λιοντάρι του Κυπέλλου» και «ατσάλινο στήθος», συνεπώς η ιστορία του δεν θα μπορούσε παρά να έχει τεράστιο ενδιαφέρον.

Από τη «χειρότερη ομάδα» στο Ελσίνκι

Ο Εντβάλντο Ιζίντιο Νέτο, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1934 στο Ρεσίφε της ανατολικής Βραζιλίας.

Η πρώτη φανέλα που φόρεσε ήταν της Αμέρικα, ενώ τον ίδιο χρόνο (1948) μεταπήδησε στην Ίμπις Σπορτ Κλουμπ, η οποία κατά τη δεκαετία του 1980 απέκτησε τον χαρακτηρισμό «χειρότερη ομάδα του κόσμου».

Ο λόγος ήταν ότι ο σύλλογος της Παουλίστα είχε συμπληρώσει 55 ματς χωρίς νίκη (7 ισοπαλίες – 48 ήττες) και είχε αντιπαρατάξει 25 γκολ στα 231 που είχε δεχθεί αυτό το διάστημα των 3 ετών και 11 μηνών.

Το 1949, πάντως, σε ηλικία 15 ετών, αποκτήθηκε από τη Σπορτ του Ρεσίφε, με τα χρώματα της οποίας κατέκτησε το πρωτάθλημα Pernambucano και έλαβε το παρατσούκλι «Vavá da Praia do Sport», επειδή έκανε προπονήσεις στην ομώνυμη παραλία.

Οι καλές εμφανίσεις του χάρισαν μια θέση στην αποστολή της ομάδας που ταξίδεψε στη Φινλανδία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952, όταν υπό το βλέμμα 9.685 θεατών διαμόρφωσε το τελικό 5-1 επί της Ολλανδίας στο 86ο λεπτό με μία περίεργη εκτέλεση που θύμιζε το παιδικό παιχνίδι ‘κουτσό’!

Γκολ τίτλου στο ντεμπούτο!

Η Βραζιλία δεν κατάφερε να κατακτήσει μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Φινλανδίας, όμως ο νεαρός Βαβά είχε αρχίσει να αποκτά θαυμαστές.

Δεν ήταν το «πρώτο μπόι» (1.74μ.) και πολλές φορές περνούσε απαρατήρητος, ωστόσο ήταν απρόβλεπτος και προικισμένος με μία σπάνια ικανότητα να βρίσκει δίχτυα χάρη στην ευφυΐα του.

Οι σχετικά συχνοί τραυματισμοί στην αρχή της καριέρας του δεν τον εμπόδισαν να βάζει το πόδι του στη φωτιά, ενώ σε συνδυασμό με το θάρρος, τον δυναμισμό και την τεχνική εύλογα έλαβε το παρατσούκλι «peito de aço» που σημαίνει «ατσάλινο στήθος».

Tην περίοδο της ενηλικίωσής του η Βάσκο ντα Γκάμα τον ενέταξε στο ρόστερ της και στο ντεμπούτο (17/1/1953) του στον αγώνα πρωταθλήματος Carioca κόντρα στην Μπανγκού, σημείωσε το γκολ τίτλου (2-1 το τελικό σκορ) στο 4ο λεπτό του β’ ημιχρόνου!

O Ζεντίλ Καρντόζο, όπως και οι προηγούμενοι προπονητές του, τον χρησιμοποιούσε κυρίως στη μεσαία γραμμή, ώσπου ο Φλάβιο Κόστα τον «βάφτισε» σέντερ φορ, όταν επέστρεψε από τη Φλαμένγκο στη Βάσκο.

Ο Βαβά έμεινε στο «Σαν Ζανουάριο» μέχρι το 1958, κατέκτησε άλλα 2 πρωταθλήματα Carioca (1956, 1958), το τουρνουά Rio–São Paulo του 1958 και σε 5,5 χρόνια σημείωσε συνολικά 191 γκολ!

Επιπλέον, σε μία από τις πιο ξεχωριστές χρονιές της ζωής του και ίσως την πιο ιδιαίτερη της καριέρας του, ο Βραζιλιάνος αναδείχθηκε «παίκτης της χρονιάς» στη Βάσκο ντα Γκάμα.

Ήρθε από τον πάγκο για να μείνει!

Μία ημέρα μετά τα 21α του γενέθλια, δηλαδή στις 13 Νοεμβρίου 1955, ο Βαβά δέχθηκε ένα αξέχαστο δώρο: πραγματοποίησε το ντεμπούτο του ως επαγγελματίας με την εθνική Βραζιλίας στη νίκη με 3-0 επί της Παραγουάης στο «Μαρακανά».

Αυτή ήταν η πρώτη από τις 23 συνολικά συμμετοχές του με τη «σελεσάο», η οποία τον ευγνωμονεί για τα περισσότερα από τα 14 γκολ που σημείωσε ως εκπρόσωπός της.

Ο ομοσπονδιακός τεχνικός Βισέντε Φεόλα τον συμπεριέλαβε στην αποστολή για την τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Σουηδίας το 1958, ωστόσο αρχικά δεν έδωσε φανέλα βασικού ούτε σ’ εκείνον ούτε στους Πελέ, Γκαρίντσα.

Ο Βαβά αγωνίστηκε για πρώτη φορά στο ματς της 2ης αγωνιστικής του 4ου ομίλου με την Αγγλία (0-0) και στο επόμενο έβαλε τα 2 νικητήρια γκολ επί της Σοβιετικής Ένωσης (2-0) στο 3ο και το 77ο λεπτό.

Στην αναμέτρηση με την Ουαλία για την προημιτελική φάση έμεινε στον πάγκο, αλλά στον ημιτελικό κόντρα στη Γαλλία (5-2 το τελικό σκορ) δεν χρειάστηκε παρά 90’’ για να ανοίξει τον χορό των γκολ.

Στις 29 Ιουνίου 1958, ο Βαβά απάντησε με 2 γκολ (στο 9’ και το 32’) σε εκείνο του Νιλς Λίντχολμ από το 4’ και έγειρε την πλάστιγγα του τελικού κόντρα στην οικοδέσποινα Σουηδία υπέρ της Βραζιλίας, η οποία εν τέλει κατέκτησε το 1ο της Παγκόσμιο Κύπελλο με το εντυπωσιακό 5-2.

Ο πρώτος που σκόραρε σε 2 τελικούς Mundial

Ο «Leão da Copa», δηλαδή «Λιοντάρι του Κυπέλλου», όπως χαρακτηρίστηκε για τη δυναμική παρουσία του στα γήπεδα της Σουηδίας, δεν θα μπορούσε να απουσιάσει από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962 στη Χιλή.

Το διάστημα μεταξύ των 2 διοργανώσεων ο Βαβά έβγαζε το ψωμί του στην Ατλέτικο Μαδρίτης (71 συμμετοχές στο πρωτάθλημα, 31 γκολ, 2 κατακτήσεις ισπανικού Κυπέλλου το 1960 και το 1961), προτού επαναπατριστεί για λογαριασμό της Παλμέιρας το 1961.

Ο Βραζιλιάνος έλεγε για τους Ισπανούς προπονητές: «Έχουν τις θεωρίες τους, αλλά δεν… παγιδεύουν με αυτές τους παίκτες τους. Αναγνωρίζουν ότι ένας παίκτης που έχει καθιερωθεί μπορεί να φέρει την επιτυχία, αγαπά το παιχνίδι και έχει την ικανότητα να επηρεάσει μια μάχη με τις πρωτοβουλίες του, όταν εκείνος το κρίνει απαραίτητο».

Επί χιλιανού εδάφους δεν σκόραρε στα πρώτα 3 ματς με Μεξικό, Τσεχοσλοβακία και Ισπανία, έκτοτε όμως το έπραξε κόντρα σε Αγγλία (1 γκολ), Χιλή (2 γκολ), Τσεχοσλοβακία (1 γκολ).

Η Βραζιλία κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο για 2η διαδοχική φορά, ενώ ο Βαβά έγινε ο 1ος ποδοσφαιριστής που βρήκε δίχτυα σε τελικούς 2 διοργανώσεων.

Μάλιστα, πιστώνεται την επιτυχία του 1ου σκόρερ στα γήπεδα της Χιλής με 4 γκολ, ασχέτως αν τον ίδιο αριθμό σημείωσαν άλλοι 5 παίκτες (Γκαρίντσα, Λιονέλ Σάντσες, Φλοριάν Άλμπερτ, Βαλεντίν Ιβάνοφ, Ντράζαν Τζέρκοβιτς).

Εκτός από το Golden Boot ή Golden Shoe, ο Βαβά συμπεριλήφθηκε στην κορυφαία ενδεκάδα της διοργάνωσης, μαζί με τους συμπατριώτες του Τζάλμα Σάντος, Μάριο Ζαγκάλο, Ζίτο και Γκαρίντσα.

Πρωταθλητής, ξενιτεμένος και προπονητής

Ο Βαβά είχε επαναπατριστεί από το 1961 για λογαριασμό της ολοένα και πιο ενισχυμένης Παλμέιρας, η οποία 2 χρόνια αργότερα κατέκτησε το 14ο πρωτάθλημα Paulista της ιστορίας της.

Έπειτα από 142 ματς (90 νίκες, 23 ισοπαλίες, 29 ήττες) και 71 γκολ, ο 2 φορές κάτοχος του Παγκοσμίου Κυπέλλου άφησε τη «verdão», προκειμένου να αγωνιστεί επί μια τριετία στην Αμέρικα του Μεξικού.

Το 1968 έζησε στις ΗΠΑ για λογαριασμό των Σαν Ντιέγκο Τόρος (28 εμφανίσεις/5 γκολ), μια ομάδα που ιδρύθηκε το 1966 ως Λος Άντζελες Τόρος και διαλύθηκε λίγους μήνες μετά την άφιξη Βαβά.

Με τον κύκλο του στην εθνική να έχει κλείσει από το 1964, ο τρανός αυτός γκολτζής ολοκλήρωσε την πολύ σπουδαία καριέρα του στην Πορτουγκέζα το 1969.

Την ίδια χρονιά όντας 35 ετών ο Βαβά αποφάσισε να ασχοληθεί με την προπονητική, αρχής γενομένης από την τελευταία ομάδα που αγωνίστηκε, ενώ στη συνέχεια εργάστηκε σε διάφορες χώρες του εξωτερικού όπως η Ισπανία και το Κατάρ.

Υπήρξε βοηθός του Τελέ Σαντάνα ντα Σίλβα στην εθνική Βραζιλίας κατά την περίοδο 1980-82 με αποκορύφωμα το ταξίδι στην Ισπανία για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982 και στο ενδιάμεσο (1981) οδήγησε την εθνική Νέων στο Παγκόσμιο Κύπελλο (σ.σ. αποκλεισμός στην προημιτελική φάση από το Κατάρ).

Κάθισε μόλις 4 φορές ως εκλέκτορας στον πάγκο (2 νίκες, 1 ισοπαλία, 1 ήττα), όμως συνέβαλε στην ανάδειξη παικτών όπως ο Ζοσιμάρ, ο Ζούλιο Σέζαρ και ο Μάουρο Γκαλβάο.

Το μεγάλο παράπονο και το τέλος

Τα τελευταία 20 χρόνια της ζωής του ο Βαβά είχε αποτραβηχθεί από τον χώρο του ποδοσφαίρου, ασχέτως αν κατά διαστήματα ενίσχυε οικονομικά τη Βάσκο ντα Γκάμα.

Ποιο ήταν το αντίκρισμα; Όταν ο σύλλογος έκλεισε 1 αιώνα ζωής και αποφάσισε να βραβεύσει παλιούς άσους του, δεν τον συμπεριέλαβε στον κατάλογο των τιμωμένων προσώπων.

To εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη τον Δεκέμβριο του 2000 και μια αρθρίτιδα στο γόνατο τον καθήλωσαν σε αναπηρικό κοριτσάκι, με το οποίο εθεάθη στην κηδεία του Ντιντί τον Μάιο του 2001.

Οκτώ μήνες αργότερα και συγκεκριμένα στις 14 Ιανουαρίου ο Βαβά επρόκειτο να υπογράψει τα έγγραφα της συνταξιοδότησής του.

Ωστόσο εκείνη την ημέρα ξύπνησε άρρωστος και παρά τις αρχικές αντιρρήσεις του μετέβη στο νοσοκομείο, κατόπιν παραινέσεων της Μίριαμ, συζύγου και μητέρας των 4 παιδιών τους.

Δεν βγήκε ποτέ ζωντανός από το νοσοκομείο, διότι στις 19 Ιανουαρίου 2002 υπέστη οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και εγκατέλειψε τα εγκόσμια σε ηλικία 67 ετών.

Η τελευταία κατοικία του θρυλικού Βαβά βρίσκεται στο νεκροταφείο του São Francisco de Paula στο Ρίο ντε Ζανέιρο.

«Ο θάνατος του Βαβά αφήνει ένα τεράστιο κενό στο βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο. Απαράμιλλος σκόρερ, ήταν ένα παράδειγμα παίκτη που αγωνιζόταν με πάθος και συναίσθημα», ήταν τα λόγια του προέδρου της χώρας Φερνάντο Ενρίκε Καρντόζο.

Tζεφ Χερστ, Πελέ, Ζινεντίν Ζιντάν και Βαβά: Οι παίκτες που έχουν σημειώσει 3 γκολ σε τελικό ή τελικούς Παγκοσμίου Κυπέλλου, ενώ ο ήρωας του σημερινού αφιερώματος εξακολουθεί να παραμένει ο μοναδικός που το έπραξε σε διαδοχικές διοργανώσεις (1958, 1962).

Η παραπάνω παράγραφος θα αρκούσε για αναδείξει τη σπουδαιότητα του σέντερ φορ της, κατά γενικής ομολογίας, κορυφαίας εθνικής ομάδας όλων των εποχών…

Πηγή: Sport Retro

Pin It on Pinterest

Shares
Share This