Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σκουντή

Μου συμβαίνει πολλές φορές να αναλογίζομαι πως είναι καλύτερα να μασάω παρά να μιλάω και τούτο το συνειδητοποίησα με δραματικό (που μάλιστα τείνει να γίνει φρικτός) τρόπο χθες το απόγευμα…

Ήταν η στιγμή που είδα στο κινητό τηλέφωνο μου το μήνυμα με το οποίο ο Θοδωρής Πρισκομάτης μου ανήγγειλε τον θάνατο του Θανάση Χριστοφόρου, τον οποίο (όντας ανήξερος για την αρρώστια του και και ανυποψίαστος για την προθεσμία που του είχαν δώσει οι γιατροί στη Βοστώνη) είχα πιάσει δυο φορές στο στόμα μου μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες!

Ανάθεμα την ώρα και τη στιγμή που τον μελέτησα τον δόλιο…Η πρώτη συνέβη το Σάββατο το βράδυ που καλεσμένος ενός φίλου που γιόρταζε (Θοδωρής) πήγα για φαγητό στην ταβέρνα “Καραγκιόζης”, όπου θυμάμαι πως σύχναζε ο συχωρεμένος μαζί με τους παράγοντες και τους παίκτες του Περιστερίου τα χρόνια που έπλαθε και συνάμα έδινε σάρκα και οστά στο όραμα της δυτικής όχθης…

Και πώς; Αυτός ένας καπιταλιστής Αμερικανός στο άντρο των κομμουνιστών, όπως του έλεγαν για πλάκα τότε οι αγαπημένοι του Περιστεριώτες!

Το επόμενο απόγευμα (Κυριακή) είχα πάλι την κουβέντα του στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, παρέα με τον Γιώργο Κετσελίδη: μου έκανε παρέα στη μετάδοση του αγώνα Ολυμπιακός-Λαύριο και με το που κλείσαμε τα μικρόφωνα έφυγε τρέχοντας. “Γιατί τέτοια πρεμούρα ρε φίλε;” τον ρώτησα. “Πηγαίνω να δω ένα ντέρμπι του εφηβικού πρωταθλήματος, ανάμεσα στο Deree και στους Αγίους Αναργύρους” μου έλυσε την περιέργεια και μοιραία η κουβέντα πήγε στον Θανάση…

“Εκεί αφιέρωσε όλη του τη ζωή ο Χριστοφόρου. Ήταν καμιά σαρανταριά χρόνια αθλητικός διευθυντής και άφησε πίσω του μια ανεκτίμητη κληρονομιά” είπα στον Κετσελίδη και τον καληνύχτισα…

Την ίδια στιγμή που εγώ καληνύχτιζα τον Γιώργο, ο Θανάσης θα πρέπει να άκουγε και να έλεγε ο ίδιος την τελευταία καλημέρα της ζωής του…

Είναι μακάβριο αυτό που θα γράψω και δεν το αναφέρω επειδή ο νεκρός δεδικαίωται, αλλά στο λόγο της τιμής μου ποτέ άλλοτε δεν θυμάμαι να χτυπάει σαν δαιμονισμένο το κινητό μου, όσο χθες το απόγευμα, που άρχισε να κυκλοφορεί η θλιβερή είδηση του θανάτου του Arthur Peter Christopher όπως ήταν το αμερικανικό ονοματεπώνυμο του Θανάση Χριστοφόρου: ένα ονοματεπώνυμο που κοσμεί εδώ και έντεκα μήνες το παρκέ του κλειστού γηπέδου του Αμερικανικού κολεγίου της Αγίας Παρασκευής: του Deree το οποίο ο εκλιπών υπηρέτησε ως αθλητικός διευθυντής (παράλληλα με την καριέρα του παίκτη και του προπονητή σε συλλογικό επίπεδο) επί σαράντα συναπτά έτη.

Μάλιστα στις 13 του περασμένου Απριλίου ο Χριστοφόρου παραβρέθηκε στην επίσημη τελετή ονοματοδοσίας του παρκέ και έγινε δεκτός μετά βαίων και κλάδων, ενώ μετά από τρεις ημέρες έδωσε παρών και μάλιστα τιμήθηκε δια χειρός Φίλιππου Κότση στον αγώνα της Α2 ανάμεσα στο Περιστέρι και στον Φάρο Κερατσινίου…

Αυτή, δυστυχώς υπήρξε η τελευταία επίσκεψη του στην Ελλάδα, από την οποία αποχώρησε το 2012 για να παλιννοστήσει στη γενέτειρα του στη Μασαχουσέτη, όπου τον επισκέφθηκε και τον συνάντησε για τελευταία φορά ο γιος του συχωρεμένου του Φαίδωνα Ματθαίου, ο Αρης…

Νιώθω άσχημα τώρα ο συνειρμός Ματθαίου με Χριστοφόρου μου φέρνει στη μνήμη μια ιστορία που από μόνη της έχει πλάκα και γι’ αυτό την δημοσιεύω και μάλιστα την προέκρινα ως τίτλο σε αυτό το κείμενο, με το οποίο θέλω να αποχαιρετήσω και συνάμα να ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου (διερμηνεύοντας τα συναισθήματα ολόκληρης της ελληνικής μπασκετικής πιάτσας για τα όσα μας δίδαξε) τον εκλιπόντα…

Το ρολόι γυρίζει τριάντα εννέα χρόνια πίσω και έχει να κάνει με τους δυο αείμνηστους πλέον μπασκετάνθρωπους, που ο καθένας από την πλευρά του υπήρξε πιονιέρος…

Όταν λοιπόν το 1978 ο “Πατριάρχης” αποχώρησε από την τεχνική ηγεσία του Περιστερίου (όπου ξαναγύρισε το 1985), ο τότε παίκτης της ομάδας Παύλος Αραποστάθης πρότεινε στη διοίκηση ως αντικαταστάτη του τον Χριστοφόρου, ο οποίος τότε αγωνιζόταν στην ΑΕΚ, μάλιστα ανέλαβε ο ίδιος να του μεταφέρει την πρόταση.

Ο Ματθαίου, ο οποίος στο μεταξύ είχε αναλάβει την ΑΕΚ, ήθελε ως παίκτη τον Χριστοφόρου ο οποίος ούτως ή άλλως είχε γράψει ιστορία με την κιτρινόμαυρη φανέλα από από το 1969 έως το 1976. Πήγε λοιπόν να τον συναντήσει στο γραφείο που είχε ως αθλητικός διευθυντής του Deree στην Αγία Παρασκευή, αλλά μόλις πάρκαρε την περίφημη Αlfa Romeo και άνοιξε την πόρτα “μαρμάρωσε”. Την ώρα που ο συχωρεμένος ο Φαίδων ανέβαινε τα σκαλιά της κεντρικής εισόδου είδε τον Αραποστάθη να βγαίνει με το χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπο του, διότι είχε ήδη αποσπάσει τη θετική απάντηση του Χριστοφόρου…

Κοντοστάθηκε λοιπόν στην πόρτα και βλέποντας τον Ματθαίου να ανεβαίνει στο πλατύσκαλο, του φώναξε: “Άργησες Φαίδωνα, άργησες”!

Ε, μετά από τριάνταεννέα χρόνια τολμώ κι εγώ να σηκώσω το βλέμμα του προς τον ουρανό και να πω: “Βιάστηκες, Θανάση, βιάστηκες”…

Έγραφα λοιπόν προηγουμένως ότι το τηλέφωνο μου βάραγε σαν δαιμονισμένο από χθες το απόγευμα, που μαθεύτηκε η δυσάρεστη είδηση και όλοι θυμήθηκαν έναν παίκτη, έναν προπονητή, έναν δάσκαλο και έναν άνθρωπο που -μολονότι εκ φύσεως και ταπεινής ιδιοσυγκρασίας ουδέποτε το επιδίωξε- άφησε πίσω του μια ανεκτίμητη κληρονομιά.

Επειδή μου αρέσουν οι αντιδιαστολές θα έλεγα ότι από χθες πενθούμε την εκδημία και τη μεγάλη απώλεια του δικού μας Κρέζιμιρ Τσόσιτς, με τον οποίο έμοιαζε κιόλας σε πολλά πράγματα: τα πολλά καντάρια μπάσκετ που ήξερε και δίδασκε, τις πρωτοποριακές ιδέες, τον συνήθως πράο και μειλίχιο χαρακτήρα, τις εκρήξεις του όταν δεν του άρεσαν οι επιλογές των παικτών του, την ηθική ακεραιότητα, την τιμιότητα, τη μοναχικότητα, τη θρησκευτικότητα και την ταπεινοφροσύνη του…

Σε μια εποχή που αποτελούσαν πρότυπα για τους … αμαρτωλούς βίους τους ο μακαρίτης Γιώργος Κολοκυθάς, ο Βασίλης Γκούμας και ο Αρης Ραφτόπουλος που ήταν συμπαίκτες του στην Εθνική ομάδα, ο Θανάσης δεν έπινε, δεν κάπνιζε, δεν γκομένιζε, δεν αλήτευε και (όπως μου έλεγε ο συγκάτοικος του στις αποστολές της ΑΕΚ και συμπαίκτης του και στο Περιστέρι Νίκος Τσοσκούνογλου) “κάθε βράδυ προτού κοιμηθούμε, έπαιρνε την Αγία Γραφή που την είχε μόνιμα στο κομοδίνο και τη διάβαζε με τις ώρες”.

Ο Χριστοφόρου εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην πατρίδα των γονιών του (που τους γνώρισαν οι διεθνείς το 1972 στο ταξίδι στη Βοστώνη “και μάλιστα μας έκαναν το τραπέζι και φάγαμε τον άμπακο στο σπίτι τους” θυμάται ο Μάκης Κατσαφάδος) το καλοκαίρι του 1969…

Προερχόταν από το πανεπιστήμιο του Νορθίστερν, όπου είχε θητεύσει με μέντορα τον μετέπειτα προπονητή του Παναθηναϊκού και της Εθνικής Ρίτσαρντ Ντουκσάιρ και συμμετείχε σε μια ομάδα που έμοιαζε με περιπλανώμενο ανά τον κόσμο θίασο: τους επιλέκτους της TWA (με χορηγό την ομώνυμη αμερικανική αεροπορική εταιρεία) τους οποίους ο δαιμόνιος προπονητής και ιμπρεσάριος Τζιμ Μακ Γκρέγκορ έκανε βόλτα σε διάφορες χώρες και τους πλάσαρε σε ομάδες…

Σε ένα ματς που έπαιξαν στα Πατήσια με την ΑΕΚ, ο Χριστοφόρου έκανε όργια και ενώ ήδη τον “πιλάτευε” ο Παναθηναϊκός, ο πρώην παίκτης της “Ένωσης” Νίκος Μπαμπανικολός κατέβηκε στα αποδυτήρια και ζήτησε από τον αείμνηστο έφορο και γενικό αρχηγό της ομάδας Δημοσθένη Πασχαλίδη, να τον κλείσεις εδώ και τώρα”, όπερ και εγένετο, με συνοπτικές διαδικασίες.

Και αυτή η υπόθεση έχει την πλάκα της, διότι ο πανούργος Πασχαλίδης που ήξερε ότι τον Χριστοφόρου τον είχε ήδη πλευρίσει ο Παναθηναϊκός μηχανεύθηκε μια διπλή απάτη για να τον αρπάξει: πρώτα του ζήτησε να βγάλουν μια αναμνηστική φωτογραφία σε μια ταβέρνα και ύστερα έστειλε ένα ανίψι του να του πάρει αυτόγραφο. Είχε λοιπόν και τη φωτογραφία και την υπογραφή του, οπότε το επόμενο πρωί πήγε στα γραφεία της ΕΟΑΠ (Ελληνική Ομοσπονδία Αθλοπαιδιών) και του έβγαλε δελτίο!

Τι σόι παίκτης ήταν ο Χριστοφόρου; Ένα πολύ μοντέρνο για τα δεδομένα εκείνης της εποχής τριάρι που -σε πείσμα του ελληνικού εθιμικού δικαίου-έπαιζε τρομερή άμυνα και ταυτόχρονα ήταν δεινός σουτέρ, ο οποίος δεν επηρεαζόταν καθόλου από το γεγονός ότι τα περισσότερα ματς του πρωταθλήματος διεξάγονταν σε ανοικτά γήπεδα.

Συν τοις άλλοις ο συχωρεμένος διέθετε και μια καταπληκτική και πρωτοφανή ικανότητα στην προσποίηση και στην αλλαγή κατεύθυνσης, με αποτέλεσμα να προκαλεί ζαλάδες στους αντιπάλους του, αλλά όπως παραδέχονται όλοι, “συνηθίσαμε να παίζουμε απέναντι του και χάρη σε αυτόν μάθαμε με τον καιρό να μην πιανόμαστε κορόιδα και να πατάμε γερά στο γήπεδο”.

Ο Θανάσης φόρεσε τη φανέλα της ΑΕΚ από το 1969 έως το 1976, κατέκτησε το πρωτάθλημα του 1970 (που έμεινε στοιχειωμένο έως το 2002) και την ίδια χρονιά έπαιξε και στους ημιτελικούς του Κυπέλλου Κυπελλούχων, κόντρα στη γαλλική Βισί.

Ταυτόχρονα κλήθηκε αμέσως στην Εθνική ομάδα με την οποία αγωνίσθηκε 43 φορές και σημείωσε 430 πόντους (μέσος όρος 10), κατακτώντας το ασημένιο μετάλλιο στους Βαλκανικούς αγώνες του 1969 στη Θεσσαλονίκη και του 1972 στο Σαράγεβο, ενώ έλαβε επίσης μέρος στο Ευρωμπάσκετ του 1969 στην Καζέρτα και στη Νάπολι και στους Μεσογειακούς Αγώνες του 1971 στη Σμύρνη.

Με το “καλημέρα” στην Εθνική σκόραρε 26 πόντους κόντρα στη Ρουμανία και 20 με την πανίσχυρη Γιουγκοσλαβία, αποτελώντας ένα όπλο νέας τεχνολογίας, με προπονητή τον Ματθαίου και με συμπαίκτες τους Κολοκυθά (που αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του Ευρωμπάσκετ) Τρόντζο, Γκούμα, Μπαρλά, Ζούπα, Πέππα, Κατσαφάδο, Σπανό, Σισμανίδη, Διαμαντόπουλο και Χαϊκάλη.

Α, για να μην το ξεχάσω: και ο Νίκος Σισμανιδης είχε μια τραυματική εμπειρία από τον Θανάση, όταν “σε ένα ματς ΑΕΚ-Παγκράτι στο γήπεδο του Σπόρτιγκ πάνω στη λυσσασμένη άμυνα του μου έριξε αθέλητα μια αγκωνιά στο μάτι και με έστειλε στο νοσοκομείο”!

Κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής θητείας του στην ΑΕΚ διετέλεσε δυο φορές υπηρεσιακός προπονητής (1973 και 1974), ενώ μετά την αποχώρηση του διετέλεσε παίκτης του Μίλωνα (1976-77) και στη συνέχεια ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Αμαρουσίου το οποίο οδήγησε στην κατάληψη της πέμπτης θέσης και στην παρθενική συμμετοχή του στο Κύπελλο Κόρατς, με παίκτες τους Δημήτρη Φωσσέ, Νίκο Δαρίβα, Βασίκλη Νυδριώτη, Σταύρο Κόντο, Γιώργο Σπανουδάκη, Μαραθιανάκη, Πολυχρονόπουλο, Κοτζιά, Κουκή κα.

Το 1978 ο Θανάσης μετακόμισε στο Περιστέρι που αποτέλεσε το έργο ζωής του: το θεμελίωσε (με τη συνδρομή του Πλούταρχου Βιλιώτη, του Κώστα Κατσίκη και του ευπατρίδη και ανιδιοτελούς παράγοντος Δημήτρη Παπαχατζή) και αξιώθηκε να το δει να σηκώνεται ψηλά, να ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Α’ Εθνική το 1983, να παραμένει και τη δεύτερη σεζόν, να αναδεικνύει σπουδαίους παίκτες και να επιβάλει ένα πρωτοποριακό και αξιοζήλευτο “modus operandi”.

Αποχώρησε από το Περιστέρι το 1983 και ανέλαβε τον Πανελλήνιο, ο οποίος ωστόσο υποβιβάσθηκε το 1986 λόγω της αναδιάρθρωσης των κατηγοριών και επέστρεψε στο Μαρούσι το οποίο κοούτσαρε επί τρεις σεζόν στη Β’ Εθνική και στην Α2 με παίκτες, μεταξύ άλλων, τον Κώστα Κολοβέρο και τον Γιώργο Μπαρτζώκα, ο οποίος παρεμπιπτόντως χθες ήταν από τους πρώτους που επικοινώνησε συντετριμμένος με τον (παίκτης του Χριστοφόρου στο Περιστέρι και διάδοχο του στην αθλητική διεύθυνση του Deree) Πρισκομάτη για να πληροφορηθεί τα καθέκαστα…

Ο Θανάσης ξαναγύρισε στο Μαρούσι το 1991, ενώ στις 15 Νοεμβρίου του 1993 επανεμφανίσθηκε στα δρώμενα της Α’ Εθνικής με τη Δάφνη από την οποία αποχώρησε (μετά την ήττα από τη Λάρισαστις 27 Νοεμβρίου του 1994. Στις 31 Νοεμβρίου του 1996 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Ιωνικού Νέας Φιλαδελφείας που αγωνιζόταν στο πρωτάθλημα της Α2: αυτό υπήρξε το κύκνειο άσμα της προπονητής καριέρας του, μάλιστα αποχώρησε ανήμερα των Χριστουγέννων του 1997!

Ο Χριστοφόρου υπήρξε ένας προφήτης του μπάσκετ! Το λέω και το εννοώ, διότι ανέδειξε τόσο ως παίκτης, όσο και ως προπονητής αγαθά και αξίες που εκείνη την εποχή αποτελούσαν καινά δαιμόνια!

Σε μια συνέντευξη μαζί του (η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Τα Νέα”, στις 16 Νοεμβρίου του 1993 ανήμερα της ανάληψης της τεχνικής ηγεσίας της Δάφνης (στη θέση του Σάκη Λάιου) του είχα ζητήσει και μάλιστα με μεγάλη φορτικότητα, ελέω της σεμνότητος και της ταπεινότητος του (με αποκορύφωμα το γεγονός ότι επί χρόνια κυκλοφορούσε με έναν “Σκαραβαίο”) , να μου αποκωδικοποιήσει τη φιλοσοφία του και ιδού πώς την ανέλυσε:

  • Η άμυνα που έπαιξε το Περιστέρι στις αρχές των 80s συνιστούσε όντως ένα case study, που επιβεβαιώνεται σήμερα με το δόγμα του Μάλκοβιτς και το delay basketball. Χαίρομαι που βλέπω ομάδες όπως ο Πανιώνιος, ο Ολυμπιακός και ο Ηρακλής να παίζουν με αυτό το στιλ. Το μπάσκετ ζει από την άμυνα που μπορεί να μην αρέσει στους παίκτες και στον κόσμο, αλλά είναι το ασφαλέστερο μέσον της επιτυχίας. Όταν πρέπει να αντιμετωπίσεις μια καλύτερη ομάδα, οφείλεις να επιστρατεύσεις τη σκληρή άμυνα και το “τσούκου τσούκου”, αλλιώς ρισκάρεις, τρέχεις και προσφέρεις θέαμα.
  • Το κοντρόλ μπάσκετ δεν είναι δόγμα, δεν μπορεί να είναι δόγμα, αλλά προκύπτει εξ ανάγκης για να μασκαρέψεις τις αδυναμίες σου. Εάν έχεις μια ομάδα που μπορεί να υποστηρίξει το “run and gun”, τότε με γεια σου και χαρά σου!
  • Η άμυνα είναι το αλάτι του παιχνιδιού. Δεν ξέρω καμιά ομάδα στον κόσμο που να έγινε μεγάλη και να κατέκτησε τίτλους χωρίς να παίζει άμυνα και όσο κι αν ακούγεται υπερβολικό, πιστεύω ότι πέντε καλοί αμυντικοί πάντοτε μπορούν έναν τρόπο για να νικήσουν πέντε καλούς επιθετικούς.
  • Εγώ ήμουν από την αρχή υπέρμαχος του man to man και ενάντιος της ζώνης, που τη θεωρώ παθητική άμυνα. Στην Eλλάδα όμως έχουμε ξεχάσει το pressing και μου κάνει εντύπωση όταν βλέπω ομάδες να βρίσκονται πίσω με 8-10 πόντους στα τελευταία δυο λεπτά και δεν πρεσάρουν σε όλο το γήπεδο.
  • Εάν ξαναφέρνω το pressing και το zone press στο ελληνικό πρωτάθλημα; Ναι, τότε με το Περιστέρι παίξαμε πολύ καλά αυτές τις άμυνες (:: με τον Αγιασωτέλη να απλώνει τις χερούκλες του) και πιστεύω ότι εμείς στη Δάφνη, ο Μίλωνας και ο Παπάγου δεν μπορούν να στηριχθούν στο man to man και πρέπει να πρεσάρουν. Εμένα μου αρέσουν πολύ οι πολλαπλές άμυνες που αλλάζουν (ΣΣ: η “scramble defence” του Ντιν Σμιθ), για να φέρνουμε τους αντιπάλους προ εκπλήξεων και να τους αναγκάζουμε διαρκώς να σκέπτονται και να πρέπει να προσαρμόζονται σε νέες συνθήκες.
  • Το pressing είναι δίκοπο μαχαίρι, διότι μπορεί να σε σώσει, αλλά μπορεί να σε καταστρέψει κιόλας μέσα σε ένα λεπτό, εάν οι αντίπαλοι το “σπάσουν” και σε ρημάξουν στα λέι απ.
  • Μεσούσης της σεζόν δεν μπορώ να κάνω μεγάλες αλλαγές στην επίθεση, αλλά μπορώ, θέλω και πρέπει να κάνω μια επανάσταση στην άμυνα.

Σε μια άλλη κουβέντα που είχαμε κάνει ο Χριστοφόρου μου ξεχώρισε τους παίκτες που θα ήθελε να έχει για να παίξει μια άμυνα, από την οποία δεν θα περνούσε ούτε κουνούπι: “Τον Γιαννάκη, τον Πεδουλάκη, τον Σιγάλα, τον Λυπηρίδη κι έναν πέμπτο στην τύχη!

Μιας και το ‘φερε η κουβέντα στον “Δράκο” η πρώτη συνάντηση τους υπήρξε επεισοδιακή! Το 1975 σε έναν αγώνα Ιωνικός Νικαίας-ΑΕΚ, ο τότε 16άχρονος και φαντεζί Γιαννάκης ντρίμπλαρε και πέρασε την μπάλα κάτω από τα πόδια του Χριστοφόρου, που τσατίστηκε, θεωρώντας εαυτόν προσβεβλημένο. Στην αμέσως επόμενη φάση που βρέθηκαν ενώπιος ενωπίω, τον αγριοκοίταξε, του έδωσε μια σπρωξιά και του είπε με πολύ αυστηρό ύφος: “Μικρέ, μη ν τολμήσεις να το ξανακάνεις αυτό σε κανέναν αντίπαλο σου”!

Ο Χριστοφόρου ήταν μεν πράος και μειλίχιος ως άνθρωπος, αλλά ως προπονητής διακρινόταν για τη σκληρότητα, την αυστηρότητα, την ασυμβίβαστη νοοτροπία και την προσήλωση του στις αρχές του παιχνιδιού και την εμμονή του στην άμυνα…

Μολονότι οι αντίπαλοι του Περιστερίου υποστήριζαν ότι ο Χριστοφόρου “σκοτώνει το παιχνίδι” το Περιστέρι παρέδιδε μαθήματα σε αυτόν τον τομέα: Τη σεζόν 1983-84 στην πρώτη εμφάνιση τους στην Α’ Εθνικής, οι “πρίγκιπες της δυτικής όχθης” τερμάτισαν στη δέκατη θέση (7-19), αλλά είχαν να επιδείξουν τη χειρότερη επίθεση του πρωταθλήματος (63.3), αλλά τη δεύτερη καλύτερη άμυνα με μέσο όρο 69.3 πόντους, έναντι 66.1 του ΠΑΟΚ. Οι περισσότεροι που “έφαγαν” ήταν οι 79 από τον Αρη (που σκόραρε κατά μέσο όρο 95.4), ενώ καθήλωσαν τον Παναθηναϊκό στους 66 και την ΑΕΚ στους 59!

Τη σεζόν 1984-85 το Περιστέρι είχε την τρίτη καλύτερη άμυνα με παθητικό 71.2 πόντους (Αρης 69.8, ΠΑΟΚ 69.8), αλλά στην επίθεση ήταν για… κλάματα, καθώς κόλλησε σε πέντε αγώνες, κάτω από τους 50 πόντους και είχε μέσο όρο μόλις 58.3!

Σε τι συνίστατο αυτό το… “μπετόν αρμέ” στα μετόπισθεν; “Σε αρχές για τις οποίες δεν είχαμε ξανακούσει, αλλά έπρεπε να τις εφαρμόσουμε” μου είπε ο Θοδωρής Πρισκομάτης. “Στη σκληρότητα, στην εξοντωτική πίεση, στα run and jump και στις αλλεπάλληλες παγίδες και στη λογική ότι έπρεπε κάθε βράδυ να πιάνουμε τον αντίπαλο από τον λαιμό και να τον στραγγαλίζουμε”.

Εκτός από την περιλάλητη άμυνα του ο Χριστοφόρου (που θύμιζε σε αρκετά σημεία εκείνη της ΧΑΝΘ επί ημερών Θόδωρου Ροδόπουλου) εισήγαγε και άλλα καινά δαιμόνια, ακόμη και στην επίθεση! Το play book του ήταν γεμάτο από συστήματα, ενώ το scouting και η εμπεριστατωμένη ανάλυση των αντιπάλων κινούνταν σε επιστημονικό επίπεδο.

Από τα χέρια του πέρασαν πολλοί παίκτες που εξελίχθηκαν και αναδείχθηκαν σε σταρ του ελληνικού μπάσκετ, αφήνοντας έντονο το στίγμα του: Πεδουλάκης, Γρυλιωνάκης, Κασουρίδης, Δημήτρης Τζιάλας, Θανάσης Τζιάλας, Τσαγκόπουλος, Πρισκομάτης, Καττής, Κορωνιός Φάσουρας, Λυμπέρης, Μπάτσιος, Γραικός, χώρια τα λαβράκια των Ελληνοαμερικανών, όπως ο κοντοπίθαρος σκόρερ ολκής Κουτσουφλάκης, ο Ζαννής και ο Νιάκαρος.

“Τα κατορθώματα του Θανάση ήταν πολλά, μεγάλα και σπουδαία, αλλά δεν προβλήθηκαν εκείνη την εποχή από τα Media” μου έλεγε πριν από λίγη ώρα ο Αργύρης Πεδουλάκης. “Ηρθε στο Περιστέρι με την αμερικανική νοοτροπία και με την αυστηρή και συντηρητική νοοτροπία της Βοστώνης και από την πρώτη ημέρα, έχοντας εν λευκώ την ευθύνη, μας προσηλύτισε σε ένα διαφορετικό στιλ και μας μύησε στις δικές του αρχές. Εγώ τον συνάντησα για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1978 στο ανοικτό γήπεδο της Πρόνοιας, επί της λεωφόρου Θηβών και αμέσως μας έβαλε να κάνουμε μια άσκηση pressing! Το ασκησιολόγιο στην προπόνηση ήταν ανεξάντλητο, μάλιστα αφιέρωνε πολύ χρόνο για τη σωστή στάση των αμυντικών, ώστε να εκμαιεύσουμε επιθετικό φάουλ και όταν εγώ, σε ηλικία 15 χρονών κλήθηκα στην Εθνική ομάδα παίδων, οι υπόλοιποι παίκτες με κοίταζαν σαν εξωγήινο”!

Και συνεχίζει ο Πεδουλάκης: “ Η προσέγγιση του στο παιχνίδι είχε ως άξονες τις αρχές και τις σωστές βάσεις, όχι τα προσόντα των παικτών. Εμείς τότε παίζαμε με τεσσάρι τον Κανακάκη που ήταν 1μ.90, αλλά βάζαμε σωστά τα κορμιά μας και ξέραμε τι να επιδιώξουμε. Ο άλλος τομέας στον οποίο διέπρεψε και άφησε ζωντανό για δεκαετίες το αποτύπωμα του ήταν η σημασία που έδωσε στις υποδομές και στην ανάδειξη παικτών από τα σπλάχνα της ομάδας, καθότι δεν υπήρχαν λεφτά για ηχηρές μεταγραφές. Δούλευε από το πρωί ως το βράδυ όχι μόνο με την πρώτη ομάδα, αλλά και με τα φυτώρια και επέβαλε τις ίδιες σταθερές αρχές σε όλη την πυραμίδα”. 

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This