Επιλογή Σελίδας

Του Θοδωρή Τσούτσου

Η Εθνική παίρνει μικρότερη προβολή από όση πρέπει. Όχι απλά και μόνο ΤΗΣ πρέπει. Αλλά, ΜΑΣ πρέπει. Διότι το πρώτο δεν συμβαίνει και είναι εξηγήσιμο, περίπου αυτονόητο για την ελληνική ποδοσφαιρική εποχή του άκρατου οπαδισμού. Το δεύτερο, όμως, αν υπήρχε θα ήταν πιο σημαντικό. Διότι αν η Εθνική έπαιρνε την προβολή που αξίζει σε όλους τους υπόλοιπους που δεν θέλουν να συμπεριφέρονται και να ενεργούν απλώς και μόνο ως οπαδοί των συλλόγων, των αφεντικών των συλλόγων, έστω των παικτών των συλλόγων, αλλά ως εν δυνάμει άνθρωποι του ποδοσφαίρου, ακόμη και του ελληνικού, τότε αυτό θα είχε μεγαλύτερη τύχη κάποτε να συγκεντρώσει λίγη περισσότερη υγεία στους διαδρόμους και τελικά στις εξέδρες του. 

Το κακό είναι ότι στην Εθνική για να πεις κάτι χρειάζεσαι προλόγους. Διότι δεν ξέρεις τι έχει μάθει ή τι έχει ακούσει ή πόσο έχει ασχοληθεί ο καθένας μαζί της. Αυτά τα παραπάνω, λοιπόν, δεν είναι απλώς και μόνο θεωρίες. Είναι μία πραγματικότητα που το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα, ειδικά στα χρόνια των όχι μεγάλων επιτυχιών (με ό,τι σημαίνει αυτό ακόμη και σε οικονομικό επίπεδο) αντιμετωπίζει και τελικά διαχειρίζεται συνεχώς. Οποτε συγκεντρώνεται, διότι όλες τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου δεν υπάρχει καν.

Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ο προπονητής του Ολυμπιακού, του Παναθηναϊκού, της ΑΕΚ, του ΠΑΟΚ, ο ίδιος ο προπονητής, να καλούσε κάποιους παίκτες του τραυματίες ή τιμωρημένους να βρίσκονται στις εξέδρες ενός εκτός έδρας αγώνα. Να τους έλεγε ένα… “σας θέλω κι εσάς μαζί μου”. Σε πόσα πρωτοσέλιδα εφημερίδων και sites θα το συναντούσαμε; Πόσες ραδιοφωνικές εκπομπές θα “κλείναμε”. Πόσο “ψυχή” θα βάζαμε – ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας – όλοι μας, ο καθένας στη δική του πλευρά;

Ο Μίκαελ Σκίμπε, λοιπόν, το έκανε. Είναι αμφίβολο το πόσοι το έμαθαν ή αν το έμαθαν ασχολήθηκαν με τον Γερμανό. Αλλά το έκανε. Οχι σε παίκτες με συμβόλαια, που άρα έχουν και συμβατικές υποχρεώσεις με τους συλλόγους τους και θέλουν να “δείξουν” με μια έννοια και υπακοή. Το έκανε σε παίκτες διεθνείς. Της Εθνικής. Με λίγα λόγια της ομάδας!

Κάλεσε τον Καρνέζη, τον Κυριάκο Παπαδόπουλο και τον Καρέλη, που δεν μπορούν να αγωνιστούν στο Βέλγιο, να βρίσκονται εκεί. Εφόσον, βέβαια, τους το επιτρέψει ο σύλλογός τους. Στα επίσημα. Κοντά στους υπόλοιπους που θα δίνουν τη μάχη. Ας μην γελιόμαστε, δεν πρόκειται ο Παπασταθόπουλος να παίξει καλύτερα, επειδή θα δει στο ξενοδοχείο ή στα επίσημα τον Καρνέζη. Η κίνηση του Γερμανού τεχνικού, όμως, έχει το συμβολισμό της. Και εξηγεί πολλά για τη φιλοσοφία του, αλλά και τον τρόπο λειτουργίας του το διάστημα που θα είναι εκείνος ο ομοσπονδιακός τεχνικός της Εθνικής μας.

Ο Σκίμπε δημιουργεί μια ομάδα. Δεν διαχειρίζεται μια σχολή ποδοσφαίρου (άλλωστε ως ποδόσφαιρο δεν αφήσαμε τον Φερνάντο Σάντος να προσπαθήσει για να δημιουργήσει κάτι τέτοιο), ώστε να μπορεί να έχει η Εθνική μας κάποιες βασικές αγωνιστικές αρχές στη λειτουργία της. Αρα, στο λίγο χρόνο που ο προπονητής έχει στη διάθεσή του, πρέπει να σκαρφιστεί διάφορες τακτικές για να δημιουργήσει το σύνολό του. Το κάνει, λοιπόν, είναι ξεκάθαρο αυτό και από τις επιλογές του και με όποιες ενστάσεις μπορεί να έχει ο καθένας, με μια βασική αρχή. Οτι ενώ βρίσκεται σε Εθνική ομάδα και όχι σε σύλλογο, πρέπει να δημιουργήσει έναν κορμό.

Με αυτόν τον κορμό, με τη δική του ομάδα δηλαδή, ποντάροντας σε αυτούς που έχει ξεχωρίσει και επιλέξει για τη δική του στρατηγική και όχι στους καλύτερους ή πιο φορμαρισμένους κάθε φορά που η Εθνική θα έχει επίσημο αγώνα, ο Σκίμπε είτε θα ζήσει είτε θα πεθάνει. Ο Σκίμπε γνωρίζει ότι δεν θα παίξει σε All Star Game. Θα πρέπει κάθε φορά οι επιλογές του να φέρουν αποτέλεσμα, όχι να αρέσουν. Με αυτή την αρχή, λοιπόν, είτε θα πετύχει είτε θα αποτύχει και αυτό δεν θα κριθεί (κανονικά) ούτε στο Βέλγιο ούτε στη Βοσνία. Ο Οτο Ρεχάγκελ, που ήταν ακόμη πιο “δογματικός” σε αυτό, μια ακόμη πιο “κλειστή” Εθνική, πέτυχε. Ο Σκίμπε “πατάει” σε αυτό, αλλά έχει και στοιχεία Φερνάντο Σάντος, ανοίγοντας με μεγαλύτερη ευκολία το μυαλό του για να βάλει στις κλήσεις του πιο νεαρούς παίκτες για να αρχίσουν να μυρίζουν τα αποδυτήρια της Εθνικής. Και να κάνουν τι, περιπτώσεις όπως του Μανθάτη και του Ανδρούτσου; Να αποτελέσουν τη βάση για τον επόμενο κορμό. Για εκείνον ή για τον επόμενο. Αλλά πάντως για την Εθνική Ελλάδας.

Ο Σκίμπε μοιάζει να είναι ένα μείγμα των δύο… προπροηγούμενων, Ρεχάγκελ και Σάντος και σίγουρα σε μεγάλη απόσταση των δύο ακριβώς προηγούμενων Ρανιέρι και Μαρκαριάν, που είχαν την πόρτα της Εθνικής (κυρίως ο πρώτος) τόσο ανοιχτή, που τελικά έμπαζε. Ας μετρήσουμε ποιοι έφεραν τις επιτυχίες, για να αντιληφθούμε και τι χρειάζεται η Εθνική μας. Με μια επιπλέον επισήμανση: Οτι όπως πρέπει να συμβαίνει με όλους τους προπονητές όλου του κόσμου, εμείς θα λέμε (προσωπικά έγραψα για τον Κουρμπέλη που αργά ή γρήγορα θα είναι κι αυτός εκεί, δεν υπάρχουν τέτοια κολλήματα από τον Γερμανό) και ο Σκίμπε φυσιολογικά θα κάνει το δικό του. Και το σωστό θα είναι εμείς να ευχόμαστε τελικά να δικαιώνεται εκείνος. Αρκεί να είμαστε εκεί, για την Εθνική ώστε να το προβάλλουμε και τελικά να το αντιληφθεί η ποδοσφαιρική Ελλάδα.

Πηγή: Σπορ FM

Pin It on Pinterest

Shares
Share This