Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

Ρωτήθηκε πρόσφατα ο Τζέισον Κιντ, «ποια είναι η πλέον υποτιμημένη πτυχή του παιχνιδιού του Γιάννη Αντετοκούνμπο». Ο προπονητής των Μπακς, ένας από τους πολλούς ανθρώπους που ξεκινούν την κούρσα των πλέι-οφ σκαρφαλωμένοι στην πλάτη του νεαρού Έλληνα, σκέφτηκε λίγο και απάντησε ως εξής: «Εκείνο που με τρομάζει είναι η ηλικία του. Είναι μόλις 22 ετών».

Αν τα ελληνικά ΜΜΕ δεν είχαν σοβαρότερες δουλειές αυτή την εποχή με το σουρβάηβορ, θα έβγαιναν στην αγορά για να εφεύρουν μεγαλύτερες γραμματοσειρές, άφθαρτα κοσμητικά επίθετα και υπερθετικότερους υπερθετικούς, αντάξιους των κατορθωμάτων του Γιάννη.

Όσα πετυχαίνει αυτό το παιδί στην απέναντι ακτή του Ατλαντικού, διαφημίζοντας αυτή την απίθανη χώρα πολύ περισσότερο απ’όσο της αξίζει, δεν έχουν προηγούμενο και κατά πάσα πιθανότητα δεν θα έχουν ούτε επόμενο.

Σαν να μην έφτανε η πρωτιά του σε 8 βασικές στατιστικές κατηγορίες των Μιλγουόκι Μπακς (πόντοι, εύστοχα σουτ, εύστοχες βολές, ριμπάουντ, ασίστ, κλεψίματα, τάπες, λεπτά), ήρθε και κάτι που δεν είχε πετύχει ούτε ένας παίκτης στην ιστορία του ΝΒΑ, από το 1973 όταν άρχισαν οι αριθμολάγνοι να μετράνε τα «ψιλά» της στατιστικής.

Ούτε ο Τζόρνταν, ούτε ο Καρίμ, ούτε ο Μάτζικ, ούτε ο Μπερντ, ούτε ο Ντόκτορ Τζέι, ούτε κανένας.

AdTech AdΟ Γιάννης Αντετοκούνμπο τερμάτισε στο Top-20 του ΝΒΑ σε όλες τις κύριες κατηγορίες: 14oς στο σκοράρισμα με 2845 πόντους, 15ος στα ριμπάουντ με 700 στρογγυλά, 18ος πασέρ με 434 ασίστ, 5οςμπλοκέρ με 151 τάπες και 19ος στα κλεψίματα με 131 τεμάχια.  

Ξέχασα να σας πω ότι ήταν επίσης  4ος σε λεπτά συμμετοχής με 2845 και 18ος σε ευστοχία εντός παιδιάς με 52,1% και  9ος σε εύστοχες βολές με 471 (και ποσοστό 77%, αυτός που ήταν λίγο ατζαμής από τη γραμμή).

Ο δείκτης της αποτελεσματικότητας (efficiency) τον αναδεικνύει στην 6η θέση των παικτών του φετινού ΝΒΑ, πίσω από τους Ράσελ Ουέστμπρουκ, Τζέιμς Χάρντεν, Καρλ-ΆντονιΤάουνς, Άντονι Ντέιβις και Λεμπρόν Τζέιμς.

Έκτος σε ολόκληρο τον πλανήτη. Να συνεχίσω ή ζαλιστήκατε; Διότι εγώ ζαλίστηκα και ψάχνω δραμαμίνες. Από τα πολύ ξενύχτια θα είναι, γιατρέ μου..

Η επιτυχημένη πορεία προς τα πλέι-οφ μίας ομάδας με ταλέντο επιπέδου Euroleague και ανύπαρκτη παρέμβαση στο κοουτσάρισμα είναι μάλλον το μεγαλύτερο παράσημο του Γιάννη.

Δεν ξέρω τι θα φέρει το μέλλον για τους Μπακς («we own the future», είναι το, κάπως υπερφίαλο, σύνθημα που έχουν υιοθετήσει), αλλά αυτό το ρόστερ με αυτό το προπονητικό επιτελείο δεν θα είχε καμία δουλειά στα πλέι-οφ, αν δεν τους ψήλωνε όλους μαζί δυό πήχες ο Γιάννης.

Θα μπορούσαν ίσως να εγείρουν αξιώσεις, οι Μπακς, εάν είχαν τον βασικό τους κορμό πλήρη και αλώβητο σε ορίζοντα 82 αγώνων.

Αλλά ο Κρις Μίντλτον έχασε σοβαρά τραυματισμένους το πρώτο μισό της περιόδου και ο Τζαμπάρι Πάρκερ το δεύτερο. Τη μέρα που επέστρεψε από την πολύμηνη απουσία του ο Μίντλτον, τσάκισε για δεύτερη φορά το γόνατό του ο Πάρκερ.

Πόσες μικρομεσαίες ομάδες θα μπορούσαν να φτάσουν ως τα πλέι-οφ με δύο ρούκι στην πεντάδα τους (Μπρόγκντον, Μέικερ), χτυπημένο τον δεύτερο καλύτερο παίκτη τους, κάμποσους γυρολόγους στο βασικό rotation (Ντελαβεντόβα, Σνελ, Μπίσλεϊ, Χένσον, Χος κ.α.), έναν 40άρη σε ρόλο κλειδί από τον πάγκο (Τέρι) και έναν προπονητή που παρατηρεί τους αγώνες αμέριμνος;

Μόνο μία μπορώ να σκεφτώ εγώ. Τους Μιλγουόκι Μπακς της εποχής Αντετοκούνμπο. Οι Γιάννης και οι άλλοι. Τα χέρια που κρύβουν τον ορίζοντα.

Και όμως, αυτό το παράξενο σύνολο κατάπιε το ΝΒΑ ζωντανό μετά το All-Star break, μονοπώλησε τα ατομικά έπαθλα του Μαρτίου (Αντετοκούνμπο, Κιντ), έφτασε καμαρωτό στα πλέι-οφ με 5-6 μέρες αβάντζο για να ξεκουράσει τα κουρασμένα της μέλη, έστειλε τον αστέρα της στη Νέα Ορλεάνη, διεκδικεί τους τίτλους του Πιο Βελτιωμένου Παίκτη (Γιάννης) και του Ρούκι της Χρονιάς (Μπρόγκντον, κατά τη γνώμη μου φαβορί), ολοκλήρωσε την πρώτη νικηφόρα σεζόν μετά από 7 χρόνια, κέρδισε με περίπατο την κούρσα της δημοφιλίας χάρη στο θεαματικό της παιχνίδι και απειλεί, από θέση αουτσάιντερ φυσικά, τους φιλόδοξους Τορόντο Ράπτορς.

Ποιος θέλει για αντίπαλό στα πλέι-οφ μία ομάδα 20άχρονων, που μπορεί να τρέχει και να πηδάει μέχρι να σβήσει ο ήλιος; Οι αγώνες στο ΝΒΑ διεξάγονται κάθε δύο μέρες. Δεν έχουν ενδιάμεσα πενθήμερα ανασυγκρότησης όπως στην Euroleague.

Το σημαντικότερο για το μέλλον των Μπακς είναι ότι ο Γιάννης τους έκανε ξανά ελκυστικούς στην αγορά των free agents – και τους προσέφερε και περιθώριο ελιγμών με το κάπως «φτωχό» για τις προδιαγραφές του συμβόλαιο που συμφώνησε να υπογράψει.

Ένας franchise player αυτού του βεληνεκούς θα μπορούσε να διεκδικήσει περισσότερα από 150 εκατομμύρια δολάρια, με βάση τις προδιαγραφές του salary cap. Ο Αντετοκούνμπο έκανε σκόντο με τα 100 που αποδέχθηκε και άφησε χώρο ώστε να συγκεντρωθεί γύρω του το απαραίτητο supporting cast για μελλοντική εκτόξευση.

Πριν από 3-4 χρόνια, ουδείς μεγαλόσχημος free agent θα δεχόταν να συζητήσει, έστω, με τους Μπακς ή να σκεφτεί την εγκατάσταση στο γκρίζο Μιλγουόκι. Οι Ιμπάκα και οι Μίλσαπ και οι Χέιγουορντ αυτού του κόσμου θα τους έκλειναν το τηλέφωνο στα μούτρα. 

Σήμερα, θα προκαλούσε μεγαλύτερη έκπληξη το «no» κάποιου περιζήτητου αστέρα, παρά το «yes». Όλοι θέλουν να παίξουν με τον Γιάννη, όλοι θέλουν ένα κομμάτι από την τούρτα των we-own-the-future.

Κάπως έτσι φτιάχνονται οι ομάδες στο ΝΒΑ, με «κλοπές» τύπου Γιάννη και Μπρόγκντον στο ντραφτ (νο.15 και νο.36 αντίστοιχα), με χρηστή διαχείριση, με αποκατάσταση της έξωθεν καλής μαρτυρίας (όπου βοηθάει πολύ και το υπερσύγχρονο καινούριο γήπεδο της ομάδας) και με καίρια χτυπήματα στην αγορά των free agents.

Και διαθέτει μπόλικα καλούδια το παζάρι τα επόμενα δύο καλοκαίρια…

Ωστόσο, ο Κιντ έχει δίκαιο. Η πιο τρομακτική πτυχή του project-Giannis (πέρα από την απίστευτη και αξιοθαύμαστη ταπεινοφροσύνη του παιδιού και όσων τον περιβάλλουν) είναι η ηλικία του και τα περιθώρια βελτίωσης που τη συνοδεύουν.

Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο γκρέμισε ό,τι βρήκε μπροστά του τους τελευταίους μήνες και έγραψε ιστορία με μύριους διαφορετικούς τρόπους, γελοιοποίησε ακόμα και την έννοια «παγκόσμιο φαινόμενο», αλλά απέχει ακόμα πολύ από την τελειότητα.

Δώστε μου μία παράγραφο και θα σας αραδιάσω μια ντουζίνα σημεία στα οποία το παιχνίδι του επιδέχεται αισθητής βελτίωσης.

Το τρίποντο, πρώτο και …χειρότερο. Το σουτ «από τον αγκώνα», από μέση απόσταση. Η προσωπική άμυνα στο ένας εναντίον ενός. Το διάβασμα του παιχνιδιού στα τελευταία 10 δευτερόλεπτα μίας κατοχής. Η χρησιμοποίηση του κορμιού στη διεκδίκηση του ριμπάουντ. Οι μάχες «κορ α κορ». Οι ελεύθερες βολές. Το στήσιμο του pick and roll. Οι αμυντικές βοήθειες. Το ποστάρισμα και συνολικά το παιχνίδι πέντε-εναντίον-πέντε. Οι επιθετικοί αυτοματισμοί. Η αυτοσυγκέντρωση όταν ένα παιχνίδι στραβώνει.

Για να μη παρεξηγηθώ, διευκρινίζω ότι ο Γιάννης είναι αρκετά καλός σε όλους τους παραπάνω τομείς. Μπορεί, όμως, να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο και να προσθέσει περισσότερα όπλα στην, ήδη πυρηνική, φαρέτρα του.

Δεν είναι τυχαίο γεγονός, η δυσκολία που αντιμετωπίζει όταν έχει να μαρκάρει έμπειρους και πονηρούς Ευρωπαίους όπως ο Μίροτιτς ή ο Σάριτς. Το ένστικτο του Γιάννη πρέπει να περάσει ακόμη από αρκετά φίλτρα για να ραφιναριστεί και να τον φέρει κοντά στο «πλήρες πακέτο».

Η φράση που άκουσα περισσότερες φορές από κάθε άλλη στις τηλεοπτικές μεταδόσεις των Μπακς είναι η παρακάτω: «Εάν ο Γιάννης αποκτήσει αξιόπιστο σουτ, θα γίνει unguardable».

Ελληνιστί, ανγκάρνταμπλ. Ο μόνος τρόπος για να τον μαρκάρει κάποιος θα είναι η προσευχή.

Αρκεί να ανεβάσει ο Γιάννης τα τρίποντα ποσοστά του, από το φετινό 27% στο 35%. Να βάζει ένα στα τρία, αντί για ένα στα τέσσερα. Δεν λέω περισσότερα, για να μη τρομάξω τα μικρά παιδιά.

Οι συμπαίκτες του, στο μεταξύ, βρίσκουν το πεδίο ελεύθερο για να βομβαρδίζουν. Ο Σνελ έχει ποσοστο 43% στα τρίποντα μετά από πάσες του Γιάννη. Ο Μίντλτον και ο Τέρι, 42 τοις εκατό. Ο Μπρόγκντον, 44%. Το επόμενο βήμα είναι να του χαρίσουν ένα μέρος από το μεροκάματό τους.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις (και με τις δικές του διαβεβαιώσεις), το σουτ του Γιάννη …έρχεται. «It’s coming», απάντησε ο ίδιος όταν τον ρώτησαν.

Όχι μόνο επειδή δουλεύει σαν σκυλί, αλλά και επειδή ο παλμός του είναι σωστός και οι κινήσεις του αρμονικές. Χρειάζεται τελειοποίηση, αλλά όχι ριζική αναδόμηση.

Ξέρετε τι ποσοστό είχε ο Τζόρνταν στα τρίποντα στα 22 του χρόνια; Κρατήστε την αναπνοή σας: 16 τοις εκατό. Ο Μάτζικ Τζόνσον χρειάστηκε να φτάσει στα 29 του για να ξεπεράσει το 30% από τα 7μ25. Ο Κόμπι Μπράιαντ τελείωσε με 25% την περίοδο 2001-2, όταν ήταν 23 ετών.

Εάν παρακολουθήσετε παλαιά βίντεο από την εποχή του Φιλαθλητικού, θα δείτε ότι ο Γιάννης ήταν τότε ικανός σουτέρ τριπόντων. Το είχε, μικρός, το σουτάκι. Δεν σούταρε τούβλα.

Το στοιχείο που «χάλασε» τα ποσοστά του ήταν το μπόι που πήρε μέσα σε 2-3 χρόνια, για να φτάσει απότομα από τα 1μ90 στα 2μ11. Δεν είναι εύκολο να προσαρμοστεί το κορμί σε τέτοιες αλλαγές. Άλλος στη θέση του θα έχανε κάθε ίχνος πλαστικότητας και αρμονίας.

Ο Γιάννης, όμως, είναι ένα πραγματικό θαύμα της φύσης. Το επιτελείο των Μπακς έκανε εκπληκτική δουλειά στον τομέα της σωματικής και πνευματικής του ανάπτυξης, στα 4 χρόνια από τότε που η φαμίλια Αντετοκούνμπο μετακόμισε στην Αμερική.

Ανατριχιάζω στη σκέψη ότι θα έμενε στην Ελλάδα και θα γινόταν -ως μπασκετμπολίστας- «ένας από εμάς». Αν και δύσκολα θα τον χωρούσε ο τόπος, εδώ, μετά από έναν χρόνο στα ευρωπαϊκά γήπεδα…

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This