Επιλογή Σελίδας

Του Αλέξανδρου Σόμογλου

Είναι περίεργο το μεταγραφικό καλοκαίρι που διανύουμε. Θα το χαρακτήριζα καλοκαίρι… σκληρής προσομοίωσης στη φτωχή και μίζερη πραγματικότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Για να αξιολογήσουμε, λοιπόν, μία μεταγραφή ή μια συνεργασία ελληνικής ομάδας με έναν προπονητή, θα πρέπει να αξιολογήσουμε ορισμένα δεδομένα που υπάρχουν.

  1. Η Ελλάδα ΔΕΝ αποτελεί ελκυστικό προορισμό για τους περισσότερους ξένους επαγγελματίες και ιδιαίτερα για όσους βλέπουν την προσωπική τους μετοχή, στο χρηματιστήριο αξιών του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, να βρίσκεται σε άνοδο.
  2. Το ελληνικό πρωτάθλημα είναι το πλέον υποβαθμισμένο από αυτά που θεωρητικά περιλαμβάνονται στον… δυτικό ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό πολιτισμό. Τα κρούσματα βίας είναι συχνότερα από οπουδήποτε αλλού, τα περισσότερα γήπεδα είναι τριτοκοσμικά, οι περισσότεροι αγωνιστικοί χώροι εγκυμονούν κινδύνους ακόμη και για τη σωματική ακεραιότητα των παικτών, το καλεντάρι μεταβάλλεται σαν… πλαστελίνη!  
  3. Καμιά ελληνική ομάδα δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει πλέον ως διαπραγματευτικό ατού τη βέβαιη παρουσία της σε όμιλο του Champions League. Μια φορά κι έναν καιρό, ο Ολυμπιακός (κυρίως) μπορούσε να ρίξει στο τραπέζι το συγκεκριμένο χαρτί για να πείσει ποδοσφαιριστές με βαρύ βιογραφικό για να τον επιλέξουν έναντι μικρομεσαίων ομάδων προηγμένων πρωταθλημάτων.
  4. Οι προπονητές που έρχονται να εργαστούν στην Ελλάδα γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι έχουν περισσότερες πιθανότητες να απολυθούν, παρά να δικαιωθούν. Σκεφτείτε απλά ότι οι τέσσερις κορυφαίες ομάδες της χώρας έχουν προχωρήσει τους τελευταίους 12 μήνες συνολικά σε 12 (!) επιλογές διαφορετικών προπονητών για τους πάγκους τους!
  5. Για να δελεάσει μια ελληνική ομάδα έναν παίκτη από καλό ευρωπαϊκό πρωτάθλημα, θα πρέπει να του καταβάλλει διπλάσιες και τριπλάσιες, καμιά φορά, προσφορές από άλλους συλλόγους που τον διεκδικούν. Όταν, όμως, η φορολογία στη χώρα μας αγγίζει το 50%, αντιλαμβάνεστε ότι αν μια ομάδα θέλει να προσφέρει συμβόλαιο 1,5 εκατομμυρίων ευρώ σε έναν παίκτη θα πρέπει να καταβάλλει… τρία!
  6. Και, βέβαια, επειδή μιλάμε για ξένους επαγγελματίες, η Ελλάδα φαντάζει εξ ορισμού προβληματικός προορισμός, λόγω της οικονομικής κρίσης που υφίσταται εδώ και χρόνια και λόγω της αβεβαιότητας που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη κοινωνική, οικονομική και πολιτική πραγματικότητά της.

Τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω; Τα… αυτονόητα, που όμως ως γνήσιοι Έλληνες αρνούμαστε πολλές φορές να παραδεχτούμε. Είναι πολύ πιο δύσκολο να πείσεις πλέον έναν Βαλβέρδε (τον Βαλβέρδε του 2008 για να μην παρεξηγούμαστε), έναν Μίτσελ, έναν Σάντος, έναν οποιονδήποτε Δυτικοευρωπαίο προπονητή με ανερχόμενη πορεία, να έρθει στη σημερινή Ελλάδα για δουλειά. Κι ας έχει ωφελήσει πολλούς τεχνικούς η παρουσία τους στη χώρα μας…

Είναι ακόμη πιο δύσκολο να πείσεις έναν ποδοσφαιριστή που βρίσκεται στα… ντουζένια του να επιλέξει τη δική μας Μπανανία ως επόμενο σταθμό της καριέρας του.

Μοιραία, λοιπόν, οι ελληνικές ομάδες καλούνται να στραφούν τρεις δεξαμενές άντλησης ξένων παικτών και προπονητών: Α) Να στραφούν ξανά στην αγορά της Ανατολικής Ευρώπης, όπως συνέβαινε τη δεκαετία του ’80. Β) Να αναπτύξουν τμήματα σκάουτινγκ, έτσι ώστε να ανακαλύπτουν ταλέντα σε νεαρή ηλικία και να τα βοηθήσουν να ωριμάσουν ποδοσφαιρικά σε ένα πρωτάθλημα πιο βατό από τα προηγμένα της Δυτικής Ευρώπης. Γ) Να στραφούν σε επιλογές παικτών και προπονητών που βρίσκονται σε πτωτική πορεία και βλέπουν την Ελλάδα ως εφαλτήριο για μια επαγγελματική τους ανάταση.

Μπορεί, λοιπόν, για παράδειγμα οι επιλογές Χάσι και Στανόγεβιτς να… ξενέρωσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των φίλων Ολυμπιακού και ΠΑΟΚ, φαντάζουν όμως πολύ πιο συμβατές επιλογές στη φτωχή πραγματικότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Και αναδεικνύουν τη δυσκολία που έχουν πλέον οι ελληνικές ομάδες στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν καταφατική απάντηση από ξένους προπονητές και παίκτες που βρίσκονται στην κορυφή των επιλογών τους. 

Και – για να έρθουμε και στο πρόσωπο του τελευταίου 24ωρου – εννοείται ότι επιλογές όπως αυτή του Μποκανί (αν είναι γερό βέβαια το παλικάρι) αποτελούν πολυτέλεια για το ποδόσφαιρό μας.

Κανείς δεν μπορεί φυσικά να προδικάσει αν ο εξαιρετικός επιθετικός με το βαρύ βιογραφικό θα εξελιχθεί σε Μπεργκ ή έστω Ιντέγε, ή αν θα έχει την παρουσία του Αλμέιδα ή του Καρντόσο.

Σίγουρα, όμως, η επικείμενη μεταγραφή του στον Ολυμπιακό αποτελεί την πρώτη ευχάριστη έκπληξη του φετινού καλοκαιριού. Μακάρι να ακολουθήσουν κι άλλες, τόσο από τους «ερυθρόλευκους», όσο και από τους εγχώριους αντιπάλους τους.

Αν και εδώ που τα λέμε η καλύτερη μεταγραφή που θα μπορούσαν να κάνουν οι τέσσερις μεγάλοι θα ήταν μια μεταγραφή… νοοτροπίας και φιλοσοφίας! Γιατί αν δεν αλλάξουν μυαλά και αν δεν καταλάβουν ότι πρέπει να εκπονήσουν ένα οργανωμένο σχέδιο αναβάθμισης του προϊόντος που λέγεται «ελληνικό ποδόσφαιρο», κάθε καλοκαίρι θα είναι πιο δύσκολο από το προηγούμενο. Κυρίως για τους ίδιους…

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This