Επιλογή Σελίδας

Το FourFourTwo παρουσιάζει τους 50 καλύτερους προπονητές στον κόσμο το 2017.

50. Νταβίντ Βάγκνερ (Χάντερσφιλντ)

David Wagner

Το μεγαλύτερο κομπλιμέντο για τον Βάγκνερ είναι ότι μετά την άνοδο της Χάντερσφιλντ στην Premier League είναι ότι οι αναφορές στο παρελθόν του και στην κοινή του παρουσία με τον Κλοπ στην Ντόρτμουντ έχουν σχεδόν εξαφανιστεί. Ο Γερμανός έχει καταφέρει να φτιάξει γρήγορα το δικό του όνομα. Βρέθηκε στην Αγγλία το 2015 με στόχο να κρατήσει την ομάδα του στην κατηγορία και λίγους μήνες μετά την έφερε στην ελίτ. Το κλειδί της επιτυχίας ήταν το ομαδικό πνεύμα. Η επόμενη σεζόν θα φέρει πολύ μεγαλύτερη πίεση και η ικανότητά του στο να βρει νέα «λαβράκια» θα τεσταριστεί στο όριο. Φαίνεται, όμως, ότι ασχέτως της πορείας της Χάντερσφιλντ στην Premier League, ο Βάγκνερ θα μείνει στο υψηλότερο επίπεδο για τα επόμενα χρόνια.

49. Γκεόργκι Χάτζι (Βιτορούλ)

Ο Μαραντόνα των Καρπαθίων είναι μοναδική περίπτωση στη λίστα, καθώς είναι ταυτόχρονα και πρόεδρος και προπονητής στην Βιτορούλ. Ανέλαβε το 2009 με προοπτική να αναδείξει νέα ταλέντα, όμως έφτασε μέχρι την κορυφή του πρωταθλήματος στην Ρουμανία πριν λίγες ημέρες. Το έκανε με ένα ρόστερ γεμάτο πιτσιρίκια και με μεταγραφές κυρίως ελεύθερων παικτών. Ξόδεψε περίπου 85.000 ευρώ για παίκτες στις πέντε του σεζόν στην ομάδα, τη στιγμή που έφερε στα ταμεία του συλλόγου 11 εκατ. ευρώ από πωλήσεις. Επόμενος σταθμός; Το Champions League.

48. Έμα Χέις (Τσέλσι)

Η Χέις ήταν το μυστικό πίσω από την επιτυχία της γυναικείας ομάδας της Τσέλσι και η δουλειά της από το 2012 είναι εξαιρετική. Έχει τη γνώση και την ικανότητα να πετύχει σε οποιοδήποτε επίπεδο και ήδη το όνομα της 40χρονης τεχνικού κερδίζει παντού πόντους.

47. Κρίστιαν Στράιχ (Φράιμπουργκ)

Η Φράιμπουργκ είναι γνωστή για τη σχέση αγάπης που έχει με τους προπονητές της. Ο Στράιχ είναι ο πιο… ντόπιος προπονητής που μπορείτε να φανταστείτε. Πέρασε αρχικά 16 χρόνια στις ακαδημίες του συλλόγου, πήρε προαγωγή και ακόμη όταν η ομάδα υποβιβάστηκε στο 2015, έμεινε για την την επαναφέρει στην Bundsliga και να την βγάλει για δεύτερη φορά στην Ευρώπη! Γνωστός για το γεγονός ότι δεν φοβάται να πει την άποψή του για όλα τα θέματα, δεν τον βαριέσει ποτέ ούτε εντός ούτε εκτός αγωνιστικών χώρων.

46. Μπαράκ Μπαχάρ (Χάποελ Μπερ Σεβά)

Για χρόνια ο σύλλογος δεν μπορούσε να κάνει τίποτα της προκοπής. Ούτε μία διάκριση. Ο τελευταίος τίτλος είχε έρθει το 1976 και οι οπαδοί είχαν χάσει κάθε ελπίδα. Μόλις 37 ετών κατάφερε να κάνει τη διαφορά. Ο καλύτερος προπονητής χωρίς αμφιβολία στο Ισραήλ, έχει ήδη δύο συνεχόμενους τίτλους στην τροπαιοθήκη του. Πέτυχε και κάποιες μεγάλες νίκες στην Ευρώπη και χάρη σε εκείνον η Χάποελ μπήκε για τα καλά στον χάρτη.

45. Γκιγιέρμο Αλμάδα (Μπαρτσελόνα – Εκουαδόρ)

Guillermo Almada

Η Marca τον αποκάλεσε «Ουρουγουανό Γκουαρδιόλα» και αυτό φέρνει έξτρα πίεση. Μπορούμε, όμως, να πούμε ότι ο Αλμάδα δεν έχει επηρεαστεί από αυτό, οδηγώντας την Μπαρτσελόνα του Εκουαδόρ σε μία από τις καλύτερες σεζόν στην ιστορία της. Κέρδισε τον τίτλο, έσπασε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο και διέλυσε τα πάντα στο διάβα της. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη είναι το φαβορί να διαδεχθεί τον Όσκαρ Ταμπάρες στον πάγκο της εθνικής Ουρουγουάης.

44. Μάσιμο Καρέρα (Σπαρτάκ Μόσχας)

Massimo Carrera

Για 16 χρόνια η Σπαρτάκ Μόσχας βρισκόταν στη σκιά άλλων πρωταθλητών. Πήγαινε από τη μία αποτυχία στην άλλη και τα πράγματα ξεκίνησαν πολύ στραβά φέτος με αποκλεισμό από την Ευρώπη από πολύ νωρίς. Ο Αλένιτσεβ πλήρωσε το μάρμαρο και απολύθηκε, όμως ο Καρέρα που λίγους μήνες νωρίτερα είχε προσληφθεί για να τον βοηθήσει να στρώσει την άμυνα αποδείχθηκε λίρα εκατό. Ανέλαβε την ομάδα, τα πρώτα αποτελέσματα ήταν θετικά, μονιμοποιήθηκε και οδήγησε τους Μοσχοβίτες στην κατάκτηση του τίτλου. Έγινε, μάλιστα, ο πρώτος προπονητής στην ιστορία του πρωταθλήματος που αναλαμβάνει αφού έχει ξεκινήσει η σεζόν και κατακτά τον τίτλο. Επιβραβεύθηκε με νέο διετές συμβόλαιο και η Σπαρτάκ θα δώσει για πρώτη φορά το παρών στο Champions League μετά το 2012.

43. Μαρκ Σάμπσον (Αγγλία – γυναίκες)

Mark Sampson

Υπό τις οδηγίες του η γυναικεία ομάδα της Αγγλίας βρέθηκε ξανά στην ελίτ. Από το 2013 μέχρι σήμερα έχει κάνει θαύματα, οδηγώντας την ομάδα μέχρι την τρίτη θέση στο Μουντιάλ του 2015. Η Αγγλία φέτος είναι από τα φαβορί για την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος και επίζει να σπάσει την κυριαρχία της Γερμανίας.

42. Μάρκο Σίλβα (Χαλ)

Marco Silva

Όταν ο Φίλαν άφησε την Χαλ, οι επιλογές ήταν ελάχιστες. Η διαμάχη ανάμεσα στους οπαδούς και στη διοίκηση είχε κάνει το κλίμα ένα από τα χειρότερα στην Premier League. Η επιλογή του Σίλβα, όμως, αποδείχθηκε μία από τις καλύτερες κινήσεις στη σεζόν στο Νησί. Ο Πορτογάλος ξεπέρασε κάθε προσδοκία και μπορεί να μην κατάφερε στο τέλος να σώσει την ομάδα, όμως ο ίδιος θα συνεχίσει να βρίσκεται σε πάγκο της Premier League, υπογράφοντας στη Γουότφορντ.

41. Φιλίπ Κοκού (Αϊντχόφεν)

Phillip Cocu

Ήταν Απρίλιος όταν ο Κοκού είχε πει ότι θα είναι πολύ δύσκολο για την Αϊντχόφεν να μπει ξανά στην κούρσα του τίτλου. Μπορεί τελικά να μην κατάφερε, όμως σε ολόκληρη τη σεζόν έχασε μόλις δύο φορές, αμφότερες από την Φέγενορντ. Ο Κοκού έδειξε εξαιρετικά στοιχεία στο τέλος της σεζόν, όταν και χρειάστηκε να πάρει δύσκολες αποφάσεις, που πάντως έφεραν αποτελέσματα. Έπειτα από δύο σερί τίτλους το 2015 και το 2016 ο Ολλανδός κέρδισε με το σπαθί του το δικαίωμα να προσπαθήσει να επιστρέψει στην κορυφή την επόμενη σεζόν.

40. Μάικλ Ο’ Νιλ

Michael O'Neill
Εδω και κάποια χρόνια, το αστέρι του Ο’ Νιλ δεν είχε πάει ψηλά. Αυτό το καλοκαίρι, το γκολ του Στούαρτ Ντάλας στις καθυστερήσεις στο Αζερμπαϊτζάν έδωσε στην Β. Ιρλανδία σημαντικές πιθανότητες για την 2η θέση στα προκριματικά του Mundial.  Εχουν 4 νίκες σε 6 αγώνες και βρίσκονται πίσω μόνο από την Γερμανία. Και αν αυτό δεν προκαλεί εντύπωση, φανταστείτε ότι όταν ανέλαβε ο Ο’ Νιλ το 2011, η ομάδα ήταν 2η από το τέλος στα προκριματικά για το Euro 2012 με 2 νίκες σε 10 αγώνες. Στο βιογραφικό του υπάρχει η παρουσία στο Europa League με την Σάμροκ Ρόβερς και πριν έναν χρόνο μπορεί να μην κατάφερε να στείλει την Β. Ιρλανδία στο πρώτο Euro της ιστορίας της αλλά την οδήγησε στα μπαράζ. Η μεταμόρφωση της ομάδας είναι δικό του έργο, όπως και του επιθετικού, Κάιλ Λάφερτι, ο οποίος έφτασε τον μέσο όρο του στα 2 γκολ ανα 3 παιχνίδια.

39. Ντιέγο Αλόνσο

Diego Alonso
«Οταν μεγαλώνεις ανάμεσα σε Βραζιλία και Αργεντινή, δύο από τις πιο δυνατές χώρες στο ποδόσφαιρο, γνωρίζεις ότι πρέπει να τα δίνεις όλα στο γήπεδο» είπε πρόσφατα σε συνέντευξη στην El Economista ο Ντιέγο Αλόνσο. «Ημουν ένας μέτριος παίκτης, όμως χάρη στον τρόπο που έπαιζα, κατάφερα να αγωνιστώ στα κορυφαία πρωταθλήματα. Ετσι είμαστε και στην Ουρουγουάη». Ο πρώην επιθετικός των Ατλέτικο και Βαλένθια, μπορεί να κρέμασε τα παπούτσια του αλλά τώρα θέλει να τα πάει εξαιρετικά και σαν προπονητής. Κατέκτησε το Clausura το 2016 και το Concachampions με την Πατσούκα και είχε πάει την ομάδα στο Παγκόμιο Πρωτάθλημα Συλλόγων, στο οποίο συμμετείχε η Ρεάλ.

38. Εντι Χάου

Eddie Howe
Ο Χάου έφτασε στην Premier League σαν ένας νεαρός Αγγλος τεχνικός και αυτό που κατάφερε το 2016-17 αποδεικνύει περισσότερα απ’ όσα είχε κάνει πριν. Η Μπόρνμουθ δεν τα πήγε καλά τον χειμώνα. Με αδυναμίες σε άμυνα και επίθεση, δεν έκανε ούτε μια νίκη στο διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου. Ο Χάου έπρεπε να βγάλει τους παίκτες από αυτή την κατάσταση και τα κατάφερε. Η νίκη σε βάρος της Γουέστ Χαμ και στο τελευταίο κομμάτι της σεζόν οι Cherries βρέθηκαν στο πρώτο μισό του πρωταθλήματος. Ισως παίρνει περισσότερο πάνω του τα φώτα επειδή είναι Αγγλος, όμως αξίζει την αποθέωση που γνωρίζει. Με σεβασμό στους παίκτες του, έχει καταφέρει να κάνει κάποιους μέτριους παίκτες να τα πάνε εξαιρετικά στο κορυφαίο επίπεδο στο Νησί έχοντας να ξοδέψει πολύ λιγότερα από κάποιους προπονητές που νίκησε.

37. Μπρένταν Ρότζερς

Brendan Rodgers
Χρειάστηκε να περάσει μόλις ένας χρόνος στον πρώην τεχνικό της Λίβερπουλ για να αποκαταστήσει τη φήμη του και να γράψει ιστορία στο σκωτσέζικο ποδόσφαιρο. Οι οπαδοί της Σέλτικ ονόμασαν την άφιξή του ‘Rodgers Revolution’ και μαζεύτηκαν 13.000 για να υποδεχθούν τον προπονητή από την Β. Ιρλανδία. Πρώτα επανέφερε την Σέλτικ στους ομίλους του Champions League και στα 50 χρόνια από την επέτειο των ‘Lisbon Lions’ χάρισε στο club το τρεμπλ σε μια πορεία που ήταν αήττητη. Μπορεί τα αποτελέσματα να τα λένε όλα αλλά ο Ρότζερς κατάφερε επίσης να βγάλει ξανά τον καλύτερο εαυτό παικτών που δεν τα πήγαιναν καλά τα τελευταία χρόνια. Αρμστρονγκ, Μπογιάτα, Μπράουν έγιναν αστέρια σε 12 με τον Ρότζερς στον πάγκο.

36. Κούρμπαν Μπερντίγιεβ

Kurban Berdyev
Η ικανότητα του Μπερντίγιεβ να μετατρέπει μέτριους παίκτες σε παικταράδες είναι εκπληκτική. Είναι δύσκολο να βρεις προπονητή με τόσες τακτικές γνώσεις και ο 64χρονος φαίνεται πως έχει το άγγιγμα του Μίδα. Εχτισε από την αρχή την Ρούμπιν Καζάν, από μια ομάδα που δεν την ήξερε κανένας, της έδωσε δύο σερί πρωταθλήματα και παρουσία στο Champions League, όπου νίκησε την Μπαρτσελόνα στο Camp Nou. Η δουλειά του στην Ροστόβ τα τελευταία χρόνια είναι ακόμα πιο εντυπωσιακή. Ανέλαβε τον Δεκέμβριο του 2014 σε μια σεζόν που το κλαμπ ήταν φαβορί για υποβιβασμό και μεταμόρφωσε τους απλήρωτους παίκτες σε διεκδικητές του τίτλου. Η Ροστόβ πέρυσι έκανε νίκες σε βάρος των Αντερλεχτ, Αγιαξ και Μπάγερν Μονάχου στο Champions League και ο Μπερντίγιεβ επέστρεψε στην Ρούμπιν, όπου θα κάνει και πάλι εκπληκτικά πράγματα…

35. Σενόλ Γκιουνές (Μπεσίκτας)

Senol Gunes

Παραμένει ο καλύτερος τερματοφύλακας στην ιστορία του τουρκικού ποδοσφαίρου και, πλέον, είναι και ένας από τους καλύτερους προπονητές. Δύο σερί πρωταθλήματα με την Μπεσίκτας δεν είναι μικρή υπόθεση. Και ειδικά με το επιθετικό ποδόσφαιρο που έπαιξε η ομάδα του. Τώρα, μένει να έρθει και το επόμενο βήμα στην Ευρώπη, όπου φέτος η Μπεσίκτας δεν κατάφερε την τελευταία αγωνιστική να προκριθεί για πρώτο φορά στην ιστορία της στα νοκ άουτ.

34. Τόμας Τούχελ (Ντόρτμουντ)

Thomas Tuchel

Μπορεί να φαίνεται παράξενο να βρίσκεται στη λίστα ένας προπονητής που απολύθηκε, αλλά πολύ απλά το αξίζει. Οδήγησε την Ντόρτμουντ στην καλύτερη σεζόν στην ιστορία της στην Bundesliga πέρυσι, την οδήγησε στην κατάκτηση του Κυπέλλου φέτος και δεν ήταν οι αγωνιστικές επιδόσεις εκείνες που οδήγησαν στο διαζύγιο με τους Βεστφαλούς. Η ομάδα του στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν ήταν απλά απολαυστική.

33. Ράφα Μπενίτεθ (Νιούκαστλ)

Rafa Benitez

Για κάποιον που θεωρείται «ψυχρός» και «τεχνοκράτης», έχει εντυπωσιάσει με τη σχέση που έχει αναπτύξει με τον κόσμο της Νιούκαστλ. Κατάφερε να ανεβάσει την ομάδα του με την πρώτη προσπάθεια στην Premier League και ετοιμάζεται να πάρει το αίμα του πίσω για τον τρόπο που τον αντιμετώπισαν όλοι τα τελευταία χρόνια.

32. Εντουάρντο Μπερίσο (Θέλτα)

Eduardo Berizzo

Κατάφερε να τα πάει ακόμη καλύτερα από τον Λουίς Ενρίκε στη Θέλτα, την οποία είχε υπηρετήσει ως παίκτης στα καλύτερά της χρόνια. Τώρα, την οδήγησε πιο μακριά από ποτέ στην Ευρώπη, φτάνοντας μέχρι τα ημιτελικά του Europa League για να την αφήσει τελικά και να κάνει το επόμενο βήμα, αναλαμβάνοντας τη Σεβίλλη.

31. Αρσέν Βενγκέρ (Άρσεναλ)

Arsene Wenger

Συνεχίζει να διχάζει τον κόσμο και δεν νιώθει ότι έφτασε η ώρα να αφήσει το δημιούργημά του. Δεν έμεινα χωρίς τίτλο φέτος, κατακτώντας το Κύπελλο, όμως για πρώτη φορά επί των ημερών του οι κανονιέρηδες έμειναν εκτός Champions League. Ίσως να ανανέωσε το συμβόλαιό του από πείσμα, προκειμένου να τα πάει καλύτερα την επόμενη σεζόν. Ίσως το ανανέωσε για να αποχωρήσει σε καλύτερες μέρες. Όπως και έχει, η σταθερά της Άρσεναλ παραμένει στη θέση της.

30. Ερνέστο Βαλβέρδε (Μπιλμπάο)

Ernesto Valverde

Ο Βαλβέρδε βρίσκεται μπροστά στη μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του. Καλείται να αποδείξει στην Μπαρτσελόνα ότι είναι φτιαγμένος και για τους τίτλους. Μία δεκαετία νωρίτερα είχε οδηγήσει την Εσπανιόλ στον τελικό του Κυπέλλου UEFA, ενώ κατέκτησε και τρία πρωταθλήματα με τον Ολυμπιακό. Ο Γιόχαν Κρόιφ έλεγε ότι είναι ένας από τους καλύτερους προπονητές της Ισπανίας. Και τώρα θα έχει την ευκαιρία να το αποδείξει στο υψηλότερο επίπεδο.

29. Τζιοβάνι Φαν Μπρόνκχορστ (Φέγενορντ)

Giovanni van Bronckhorst

Στο τέλος της σεζόν 2014-15 η Φέγενορντ έπρεπε να πάρει μία πολύ σημαντική απόφαση: είχε να επιλέξει ανάμεσα σε δύο προπονητές, τον Φαν Μπρόνκχορστ και τον Ζαν Πολ Φαν Γκάστελ. Ο τεχνικός διευθυντής Μάρτιν Φαν Γκέελ επέλεξε τελικά τον πρώτο λόγω της καριέρας του και του δεσίματος που είχε με τον κόσμο. Και δικαιώθηκε. Ο πρώην αρχηγός της Ολλανδίας δεν μιλάει ανοιχτά για το προπονητικό του στυλ συγκριτικά με τους συμπατριώτες του. Ο πρώτος τίτλος για την Φέγενορντ ύστερα από 18 χρόνια, πάντως, λέει πολλά από μόνος του.

28. Ζόρζε Ζεσούς (Σπόρτινγκ)

Jorge Jesus

Ακόμα θεωρείται ένας από τους καλύτερους προπονητές στην Πορτογαλία, ακόμη και αν δεν τα κατάφερε με την Σπόρτινγκ. Μπορεί να τερμάτισε τέταρτος φέτος, όμως έχει την εμπειρία να ανακάμψει.

27. Ουνάι Έμερι (Παρί)

Unai Emery

Ο Έμερι τα βρήκε σκούρα στην πρώτη του χρονιά στην Παρί. Έχασε τον τίτλο από την Μονακό και γνώρισε και την ανατροπή από την Μπαρτσελόνα στο Champions League. Θα πρέπει, όμως, η δεύτερη σεζόν του στον πάγκο να είναι καλύτερη και το πρωτάθλημα θα πρέπει να θεωρείται ως προαπαιτούμενο για να συνεχίσει.  

26. Ρούι Βιτόρια (Μπενφίκα)

Rui Vitoria

Το όνομά του σημαίνει «νίκη» στα πορτογαλικά και ο Βιτόρια έκανε εκπληκτική δουλειά, προκειμένου να το επιβεβαιώσει. Όταν η Μπενφίκα τον προσέλαβε, ο κόσμος το αντιμετώπισε με σκεπτικισμό. Ο 47χρονος δεν θεωρούταν τόσο έμπειρος, ώστε να μπορέσει να αντικαταστήσει τον Ζεσούς στον πάγκο. Απέδειξε το αντίθετο, κερδίζοντας δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα, με την Μπενφίκα να του προσφέρει νέο συμβόλαιο μέχρι το 2020. Και λογικά.

25. Ραλφ Χάσενχιτλ


Πριν από κάθε ματς, ο Χάσενχιτλ ζητά από τους παίκτες του να κάνουν έναν κύκλο, να κλείσουν τα μάτια τους και να τον ακούσουν. Είναι κάτι που λειτουργεί. Ο 49χρονος Αυστριακός έχει κάνει θαύματα και τελευταία η δουλειά του είναι εντυπωσιακή. Εχοντας πάρει τα ηνία της νεοφώτιστης, Λειψίας, ο Χάσενχιτλ, την οδήγησε στη 2η θέση της Bundesliga και την απευθείας παρουσία στους ομίλους του Champions League μετατρέποντας τους Εμίλ Φόρσμπεργκ, Ναμπί Κεϊτά και Τίμο Βέρνερ σε superstars. H επιθετική ποιότητα δείχνει την εξέλιξή του ύστερα από τη θητεία στην Ινγκολσταντ, όπου έχτισε την επιτυχία του στην αμυντική οργάνωση και τις αντεπιθέσεις. Ο Αυστριακός φάνηκε να είναι μονοδιάστατος παρότι την έσωσε από τον υποβιβασμό στην τρίτη κατηγορία, όμως στη συνέχεια την ανέβασε στην Bundesliga το 2015 και την κράτησε εκεί. Στην Λειψία, σε συνεργασία με τον τεχνικό διευθυντή, Ραλφ Ράγκνικ, ο Χάσενχιλτ παρουσίασε μια πιο ελκυστική ομάδα. Ολοκλήρωσε την καριέρα του σαν ποδοσφαριστής στις ρεζέρβες της Μπάγερν Μονάχου το 2002 και δεν αποκλείεται στο άμεσο μέλλον να γίνει ο επόμενος προπονητής της.

24. Λουτσιάνο Σπαλέτι

Υστερα από 1.5 χρόνο στον οποίο δημιούργησε μια σούπερ επιθετική Ρόμα, η οποία όμως δεν κατάφερε να αφήσει πίσω την Γιουβέντους, ο Σπαλέτι είπε ‘ναι’ στην πρόκληση και ανέλαβε την Ιντερ. Το γεγονός ότι θα είναι ο 5ος προπονητής σε διάστημα ενός έτους στους Nerazzurri κάνει ακόμα πιο δύσκολο το έργο του, όμως ο πρώην τεχνικός της Ζενίτ θα έχει τη στήριξη των Κινέζων ιδιοκτητών του club. Ο 58χρονος κατέκτησε δύο Coppa Italia στην πρώτη του θητεία στους Giallorossi και δύο πρωταθλήματα στην Ρωσία με την Ζενίτ. Πριν αποχωρήσει, ο Σπαλέτι άφησε στο Olimpico ρεκόρ γκολ και βαθμών. «Μου έσωσε τον κ*λο πέρυσι και φέτος» είπε ο πρόεδρος, Τζέιμς Παλότα.

23. Εουζέμπιο Ντι Φραντσέσκο

Εδω και καιρό θεωρούνταν το next big thing των Ιταλών προπονητών και αυτό το καλοκαίρι έγινε ο αντικαταστάτης του Λουτσιάνο Σπαλέτι στην Ρόμα. Ο 47χρονος κατέκτησε το Scudetto με τους Giallorossi σαν παίκτης και έφτασε να πάρει τη δουλειά σαν προπονητής έχοντας ξεκινήσει από την Βίρτους Λαντσιάνο πριν 9 χρόνια. Η Σασουόλο ήταν όμως η ομάδα που απογείωσε την καριέρα του. Το 2013-14 την έφτασε στην Serie A για πρώτη φορά στην ιστορία της και πέρασε στα βιβλία του club καθώς πέρυσι την οδήγησε στην 6η θέση και την έξοδο στο Europa League, όπου έπαιξε στους ομίλους. Ο Ντι Φραντσέσκο τα κατάφερε όλα αυτά παίζοντας 4-3-3 και παίρνοντας τον καλύτερο εαυτό από τους Ντομένικο Μπεράρντι, Νίκολα Σανσόνε και Λορέντζο Πελεγκρίνι, που εξελίχθηκαν σε κορυφαία ταλέντα του calcio.

22. Λουίς Ενρίκε

Το να παίρνεις 9 τίτλους από τους 13 διαθέσιμους, δεν είναι κάτι που γίνεται κάθε μέρα. Ο Λουίς Ενρίκε είχε στη διάθεσή του μία από τις πιο τρομακτικές επιθετικές γραμμές όλων των εποχών με τους Νεϊμάρ, Λιονέλ Μέσι, Σουάρες, αλλά ο φρέσκος αέρας που προσέφερε στην ομάδα τελείωσε την περασμένη σεζόν. Εχοντας στο βιογραφικό του ένα αποτυχημένο πέρασμα από την Ρόμα, επέστρεψε στην Ισπανία και τερμάτισε στην 9η θέση της La Liga με την Θέλτα πριν αναλάβει την Μπαρτσελόνα το 2014. Στην πρώτη του χρονιά στο Camp Nou κατέκτησε το treble με το κάθετο στιλ του να βοηθά το MSN να γράψει ιστορία.

21. Χόρχε Σαμπάολι

Χωρίς αμφιβολία, ο Σαμπάολι είναι ένας από τους πιο συναρπαστικούς προπονητές στο ποδόσφαιρο. Ξεκίνησε να εντυπωσιάζει από τον πάγκο της Ουνιβερσιδάδ Ντε Τσίλε με επιθετικό ποδόσφαιρο που έφερε τίτλους και συνέχισε στην Εθνική Χιλής με την οποία το 2015 πήρε το Copa America, που ήταν η πρώτη κούπα στην ιστορία της χώρας. Το 2016 δέχθηκε την πρόκληση και ανέλαβε την Σεβίλλη. Αν και υπήρχαν αμφιβολίες για το αν θα τα καταφέρει στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και οι απάντησή του ήρθε στο πρώτο μισό της σεζόν 2016-17 όταν και ήταν κολλητά με Ρεάλ Μαδρίτης και Μπαρτσελόνα στη μάχη για την κατάκτηση της La Liga. Η μέθοδός του μπορεί να είναι εξαντλητική, αφού στο δεύτερο μισό της σεζόν η Σεβίλλη κάηκε, κάτι που είχε ως συνέπεια εκτός από την υποχώρηση στον βαθμολογικό πίνακα, τον αποκλεισμό από την Λέστερ στους «16» του Champions League. Παρά το γεγονός αυτό, η 4η θέση μόνο κακή επίδοση δεν είναι στο βιογραφικό του Αργεντινού…

20. Μαρσελίνο
Επειτα από τρία πολύ εξαιρετικά επιτυχημένα χρόνια στη Βιγιαρεάλ, η σχέση του Μαρσελίνιο Γκαρσία Τοράλ με το κλαμπ έφτασε σε πικρό τέλος τον Αύγουστο του 2016. Διαφορές ανάμεσα στον προπονητή και την διοίκηση, συν αρκετούς από τους παίκτες του, έριξαν την αυλαία σε μια υπέροχη εποχή. Τα επιτεύγματα του Μαρσελίνιο με το κλαμπ συνοψίστηκαν ίσως καλύτερα τον Μάιο του 2016, καθώς η Βιγιαρεάλ εξασφάλισε την επιστροφή της στο Champions League μέσω της 4ης θέσης στη La Liga. Αυτή η επιτυχία ήρθε μόλις τρία χρόνια μετά την άφιξη του Μαρσελίνο στο κλαμπ, το οποίο ήταν στην 7η θέση της 2ης κατηγορίας. Το ποδόσφαιρο του Μαρσελίνιο δεν είναι ποτέ βαρετό: Υψηλός ρυθμός, αντεπιθέσεις κερδίζοντας γρήγορα την μπάλα, ένα 4-4-2 με το οποίο η Βιγιαρεάλ ξεχώρισε όπως και στις μέρες του Μανουέλ Πελεγκρίνι. Μετά το εκρηκτικό διαζύγιο του με την Βιγιαρεάλ, πάντως, και την απώλεια των ελπίδων του για να αναλάβει την εθνική Ισπανίας, ο Μαρσελίνο θα επιστρέψει για το 2017-18 και δεν θα είναι μακριά από την πρώην ομάδα του. Ο 51χρονος τεχνικός ανέλαβε μία από τις πιο δύσκολες δουλειές στο ποδόσφαιρο: Προπονητής της Βαλένθια. Το Mestalla περιμένει μια επιστροφή στις glory days και υπάρχει βάσιμη ελπίδα ότι ο Μαρσελίνο μπορεί να δώσει αυτή την οργάνωση και το παιχνίδι αντεπιθέσεων που η δική του Βιγιαρεάλ είχε σε αφθονία.

19. Τζιαν Πιέρο Γκασπερίνι
Το Τζιαν Πιέρο Γκασπερίνι μπορεί να είναι ένα όνομα γνωστό για λάθος λόγους, έχοντας απολυθεί από την Ιντερ έπειτα από μόλις πέντε ματς το 2011, μετά από μια επιτυχημένη σεζόν το 2008-09 με την Τζένοα, την οποία οδήγησε στην Ευρώπη. Οσο δύσκολο κι αν είναι να το πιστέψεις τώρα, ο 59χρονος θα μπορούσε να πάθει το ίδιο πράγμα πέρυσι αν δεν υπήρχε η υπομονή της ιεραρχίας της Αταλάντα. Το κλαμπ του Μπέργκαμο έχασε τέσσερα από τα πρώτα πέντε παιχνίδια αυξάνοντας την πίεση στον νεοπροσληφθέντα προπονητή, αλλά μια νίκη επί της Κροτόνε έδωσε το έναυσμα για μια αξιοζήλευτη αναγέννηση καθώς η La Dea έκανε ένα σερί εννιά νικών σε δέκα ματς, παίρνοντας τα σκαλπ των Νάπολι, Ιντερ και Ρόμα. Το 3-4-3 του Γκασπερίνι προκάλεσε προβλήματα σε πολλές από τις μεγάλες ομάδες της Ιταλίας και η Αταλάντα έχασε μόνο άλλα τέσσερα ματς στη σεζόν, εξασφαλίζοντας μια αξιοσημείωτη 4η θέση που σήμανε την επιστροφή στην Ευρώπη έπειτα από 26 χρόνια. Η ακαδημία της Αταλαντα είναι μία από τις κορυφαίες της Ιταλίας διαχρονικά και οι νέοι παίκτες έπαιξαν τεράστιο ρόλο στην επιτυχία του Γκασπερίνι, με τους Ματία Καλντάρα, Αντρέα Κόντι και Φρανκ Κεσί να λάμπουν στη σεζόν. Η σπουδαιότερη πρόκληση είναι τώρα για τον προπονητή, ο οποίος έχασε τον Ρομπέρτο Γκαλιαρντίνι τον Ιανουάριο, τον Κεσί τώρα και είναι στο έλεος της Γιουβέντους, η οποία έχει στην ιδιοκτησία της το δίδυμο-κλειδί των Σπινατσόλα και Καλντάρα. Ηδη, πάντως, ο Γκασπερίνι έχει κερδίσει ένα στάτους… θρύλου στα μάτια των οπαδών της Αταλάντα για τα επιτεύγματα του στην πρώτη του σεζόν.

18. Μαρσέλο Γκαγιάρδο
Αν μπορούσατε να δείτε το status στο WhatsApp του Μαρσέλο Γκαγιάρδο πρόσφατα, θα διαβάζατε: “Que la noticia no tape la historia”, δηλαδή “μην αφήνεις τα νέα να σκεπάσουν την ιστορία”. Ο πιο επιτυχημένος προπονητής της Ρίβερ Πλέιτ όλων των εποχών είχε αυτή τη φράση ενόψει των τελικών του Copa Argentina εναντίον της Ροζάριο Σεντράλ, μετά την ήττα από την Μπόκα Τζούνιορς στο εντός έδρας Superclasico τον Δεκέμβριο του 2016. Οι γίγαντες της Αργεντινής έπρεπε να νικήσουν την Ροζάριο για να εξασφαλίσουν μια θέση στο Copa Libertadores της επόμενης σεζόν, σε διαφορετική περίπτωση τα αποδυτήρια τους θα κινδύνευαν σοβαρά. Και το έκαναν, καθώς ο Λούκας Αλάριο πέτυχε χατ-τρικ στη νίκη με 4-3 και σφράγισε τον 6ο τίτλο της Ρίβερ Πλέιτ στις τρεις σεζόν του Γκαγιάρδο. Δεν είναι έκπληξη το γεγονός ότι οι οπαδοί τον αποκαλούν “Napoleon Gallardo» πλέον. Ο 41χρονος ξεκίνησε με το Copa Sudamericana του 2014, βάζοντας τέλος σε μια αναμονή 17 χρόνων από τον τελευταίο διεθνή τίτλο τους, για να ακολουθήσουν το Recopa, το Libertadores και το Suruga Cup το 2015, όπως και το Recopa-Copa Argentina το 2016. Ακόμη ένας ήρωας του Μαρσέλο Μπιέλσα, ο Γκαγιάρδο οφείλει μεγάλο μέρος της προπονητικής φιλοσοφίας του στον άνθρωπο που επηρέασε τόσους πολλούς στο παιχνίδι και τώρα επέστρεψε στην προπονητική αναλαμβάνοντας την Λιλ. Ο Γκαγιάρδο εξέλιξε την Ρίβερ Πλέιτ και ήταν ο πρώτος προπονητής που προσέλβε γυναίκα βοηθό ως μέλος του προπονητικού του τιμ. Επίσης, λιγοι κατάλαβαν την απόφαση του να προσλάβει νευροεπιστήμονα τον Ιούνιο του 2014 αλλά τώρα αρκετοί είναι διατεθειμένοι να κάνουν το ίδιο στις ομάδες τους. «Δίνει κάτι σε πνεματικό επίπεδο. Οι παίκτες που σκέφτονται καλύτερα, πιο γρήγορα, είναι αυτοί που κάνουν τη διαφορά. Μου αρέσει να λέω ότι μπαίνουμε στο γήπεδο για να υπερασπιστούμε έναν σκοπό», λέει ο ίδιος.

17. Γιούλιαν Νάγκελσμαν
Η ανέλιξη του Γιούλιαν Νάγκελσμαν είναι απλά εκπληκτική. Η Χόφενχαϊμ, υπό τις δηγίες του προπονητή της που μέχρι τις 23 Ιουλίου παραμένει κάτω των 30 ετών, εξελίχθηκε από μια ομάδα που έδινε μάχη στις τελευταίες θέσεις, σε μια από τις ελίτ ομάδες του γερμανικού ποδοσφαίρου μέρα σε 20 μήνες. Οταν ο Νάγκελσμαν ανέλαβε ως πρώτος προπονητής τον Οκτώβριο του 2015, η Χόφενχαϊμ ήταν στη 17η θέση. Στο τέλος της σεζόν 2016-17 η ομάδα τερμάτισε στην 4η θέση σε μια άκρως ανταγωνιστική Bundesliga, κάνοντας και αήττητο σερί 17 αγώνων. Παρά την πολύ νεαρή ηλικία του και όντας το… παιδί του πόστερ για τη νέα γενιά των Γερμανών προπονητών, ο Νάγκελσμαν μπορεί ακόμη να χαρακτηριστεί ένας παλαιάς κοπής προπονητής. Ξέρει ότι στο coaching υπάρχουν πολλά περισσότερα από τα Χ και τα Ο στον πίνακα τακτικής. «Αν θες μια βραχυπρόθεσμη επιτυχία, τότε η τακτική γνώση είναι ΟΚ», έχει πει. «Αλλά για μακροπρόθεσμη επιτυχία πρέπει να έχεις μια ιδέα για το πώς θα χειρίζεσαι ανθρώπους, πώς θα τους κάνεις να δουλέψουνμαζί, πώς θα χειριστείς τα προσωπικά ζητήματα των παικτών, να καθαρίσεις το μυαλό τους, το να είσαι ευαισθητοποιημένος είναι πολύ σημαντικό». Η πιο διάσημη ατάκα του Νάγκελσμαν ως τώρα, ότι «το 30% της προπονητικής είναι η τακτική, το 70% κοινωνική αρμοδιότητα», αποκαλύπτει πολύ από την συγκέντρωση του στο man-management, αλλά επίσης… κρύβει και το πόσο ταλαντούχος tactician είναι. Αξιοποίησε στο μάξιμουμ το ταλέντο του γκρουπ νεαρών παικτών στη διάθεση του, η Χόφενχαϊμ παίζει κυρίως με 5-3-2, με έμφαση στην κάθετη κίνηση στην επίθεση και με ένα ασφυκτικό πρέσινγκ όταν δεν έχει την μπάλα στην κατοχή της. Οι επιθετικοί Αντρέι Κράμαριτς και Σάντρο Βάγκνερ, οι Playmakers Ναντιέμ Αμίρι και Κέρεμ Ντεμιρμπάι, απόλαυσαν την καλύτερη σεζόν της καριέρας τους φέτος. Φαίνεται ότι είναι οι πρώτοι από πολλούς παίκτες που θα σαρώσουν υπό την καθοδήγηση του Νάγκελσμαν. Τι θα γίνει από εδώ και πέρα;

16. Ρόναλντ Κούμαν
Ως ένας cult ήρωας της Μπαρτσελόνα για την οποία έπαιξε και έχοντας προπονήσει Αγιαξ, PSV και Φέγενορντ, ο Ρόναλντ Κούμαν είναι μεγάλο όνομα στο ποδόσφαιρο. Το θρυλικό στάτους του ως παίκτης, του πρόσφερε κάποια… ατιμωρησία ως προπονητής, αν και η εμπειρία του αντικειμενικά δεν έχει ακόμη μεταφραστεί σε πραγματικά απίστευτο ποδόσφαιρο αποτελεσμάτων. Ο Κούμαν έφερε την Εβερτον στην υψηλότερη θέση που ρεαλιστικά θα μπορούσε να καταλάβει την τελευταία σεζόν, ακριβώς πίσω από τους πρώτους έξι, βελτιώνοντας την 11η θέση και την ανησυχητική πτώση υπό τον Ρομπέρτο Μαρτίνες το 2015-16. Κι όμως, το να είναι απλά ο «best of the rest» όταν έχουν υπάρξει λογικές επενδύσεις στην ομάδα, δεν είναι κάτι που θα τον ικανοποιεί πλήρως, ειδικά από την στιγμή που το ποδόσφαιρο του δεν ήταν πάντα εκθαμβωτικό. Η δική του Σαουθάμπτον είχε μια εντυπωσιακή ισορροπία, μια σοβαρή άμυνα, με ένα καλά ισορροπημένο δίδυμο στο κέντρο και την ικανότητα να προκαλεί ενθουσιασμό στην επίθεση. Εκεί ξεπέρασε τις προσδοκίες, οδηγώντας την ομάδα στην 7η και 6η θέση στην Premier League. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Εβερτον έχει τις δυνατότητες να κάνει κάτι καλό επιθετικά, ταυτόχρονα με την ξεκάθαρη επιθυμία του Κούμαν να βάλει στην ομάδα και να βοηθήσει να αναπτυχθούν οι νεαροί ταλαντούχοι. Εχοντας ανεβάσει τους Μέισον Χόλγκεϊτ, Τομ Ντέιβις και Ντομινίκ Κάλβερτ-Λιούιν στην πρώτη ομάδα την τελευταία σεζόν, ο Κούμαν ενθάρρυνε περαιτέρω επενδύσεις με τους Τζόρνταν Πίκφορντ και Ντάβι Κλάασεν, με τον πρώην στράικερ της Μπαρτσελόνα Σάντρο Ραμίρεζ να ακολουθεί. Ακόμη και χωρίς τον Ρομελού Λουκάκου, ο οποίος αναμένεται να πάει στην Τσέλσι, η Εβερτον μπορεί να παίξει πιο ανοιχτό, γρήγορο ποδόσφαιρο τη νέα σεζόν. Ο Κούμαν είναι ικανός να κάνει έξυπνες τακτικές αλλαγές, όπως έδειξε με Φέγενορντ και Σαουθάμπτον, και είναι ένας προπονητής με τρεις ολλανδικούς τίτλους στην κατοχή του. Ισως για να βρει την επιτυχία που ψάχνει με την Εβερτον, ο Κούμαν πρέπει να ισορροπήσει ανάμεσα στις επιθετικές μέρες του Ρομπέρτο Μαρτίνες και την πιο προσεκτική εποχή του Ντέιβιντ Μόγιες. Τα σημάδια της τελευταίας σεζόν δείχνουν ότι είναι στο σωστό δρόμο για να κάνει ακριβώς αυτό.

15. Τίτε
Οταν ο Τίτε ανέλαβε την Βραζιλία τον Ιούνιο του 2016 έκανε κάποιες αλλαγές στην ομάδα. Μία από αυτές, ήταν η αντικατάσταση του Φιλίπε Λουίς με τον Μαρτσέλο στη θέση του αριστερού μπακ. Ο πρώην προπονητής της Κορίνθιανς ήταν πάντα γνωστός για την φιλοσοφία του που είναι πολύ μακριά από τον στρατιωτικό τρόπο καθοδήγησης του γκρουπ, του προκατόχου του, Ντούνγκα. Σχεδόν κανείς, επομένως, δεν ένιωσε έκπληξη όταν παρουσιάστηκε στον Φιλίπε Λουίς με ένα βιβλίο (το Maktub του Πάουλο Κοέλιο) και μίλησε στον παίκτη μετά την απόφαση του, ώστε να τον κρατήσει ζεστό. Λοιπόν, ένα χρόνο μετά την ανακοίνωση της πρόσληψης του, είναι ασφαλές να πούμε ότι ο Τίτε έχει καταφέρει να δώσει κίνητρο στην ομάδα του. Οι πέντε φορές παγκόσμιοι πρωταθλητές πάνε στη Ρωσία με τέσσερις αγωνιστικές να απομένουν, μετά την εντός έδρας νίκη με 3-0 επί της Παραγουάης τον Μάριο. Νίκησαν και στα οκτώ παιχνίδια τους στα προκριματικά της Ν. Αμερικής υπό τις οδηγίες του Τίτε και αν οποιοσδήποτε αναρωτιέται τι συνέβη στον Φιλίπε Λουίς, άρχισε σε τρία από αυτά και θα είναι στην ομάδα για το Μουντιάλ. Η συντριβή με 7-1 από την Γερμανία είναι στο παρελθόν…

14. Μαουρίτσιο Σάρι
Η πορεία του Μαουρίτσιο Σάρι προς την κορυφή δεν ήταν από ένα πολυταξιδεμένο μονοπάτι. Απέτυχε να κάνει κάτι ως ποδοσφαιριστής και ξεκίνησε να δουλεύει σε τράπεζα, ενώ παράλληλα προπονούσε ερασιτέχνες στη Φλωρεντία. Το αγροτικό του στις μικρότερες κατηγορίες ολοκληρώθηκε ανεβάζοντας την Εμπολι στη Serie A το 2014-15. Οδήγησε στη συνέχεια τους Τοσκανούς σε μια άνετη 15η θέση χρησιμοποιώντας ένα 4-3-1-2 που κέρδιζε την προσοχή, με τους Ντανιέλε Ρουγκάνι, Ελσίντ Χισάι και Ρικάρντο Σαπονάρα να εντυπωσιάζουν. Αμφιβολίες υπήρξαν όταν προσλήφθηκε στο San Paolo πριν δύο χρόνια, από τον σπουδαιότερο της Νάπολι, τον Ντιέγκο Μαραντόνα, αλλά η βελτίωση του κλαμπ υπό τις οδηγίες του είναι αξιοσημείωτη. Ο Σάρι βελτίωσε κατά 19 βαθμούς τους Παρτενοπέι καθώς τερμάτισαν στη 2η θέση στην πρώτη του σεζόν, πριν η Νάπολι πέσει στην 3η θέση, πίσω από την Ρόμα, στο 2016-17. Αυτό, όμως, οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα, αφού η ομάδα του πήρε τέσσερις περισσότερους βαθμούς σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν, δέχθηκα επτά λιγότερα γκολ και τερμάτισε το πρωτάθλημα με καλύτερη διαφορά τερμάτων στη δεύτερη σεζόν του προπονητή. Αυτό γίνεται ακόμη πιο εντυπωσιακό αν σκεφτείς ότι ο Σάρι έπρεπε να βρει λύση για την απώλεια του Γκονσάλο Ιγουαΐν που πήγε στη Γιουβέντους το περσινό καλοκαίρι, πριν ο άνθρωπος που κλήθηκε να τον αντικαταστήσει, ο Πολωνός διεθνής Αρκάντιους Μίλικ, τραυματίστηκε στους χιαστούς τον Οκτώβριο. Ο Σάρι, όμως, είδε στον Μέρτενς αυτά που ήθελε και η σεζόν ολοκληρώθηκε με τον Βέλγο να σκοράρει 28 φορές στη Serie A. Το 4-3-3 του Σάρι, με ψηλά την αμυντική γραμμή, επιθετικό πρέσινγκ και κάθετο ποδόσφαιρο μπροστά, παρήγαγε μια ομάδα γεμάτη γκολ – οι τρεις μπροστά, Μέρτενς, Ινσίνιε και Καγιεχόν πέτυχαν 71 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις. Η Νάπολι θέλει να τον δέσει με νέο συμβόλαιο, ο Αρίγκο Σάκι τον χαρακτήρισε “ιδιοφυία” και ο Φάμπιο Καπέλο τον περιέγραψε σαν κάποιο “που μπορεί να φτιάξει ποδόσφαιρο ξανά”.

13. Λουσιέν Φαβρ
Ο 59χρονος Ελβετός είναι world-class specialist στο να μετατρέπει συνηθισμένες ομάδες σε τοπ ομάδες, όπως είδαμε και την τελευταία σεζόν με το πιο πρόσφατο παράδειγμα της δουλειάς του, την Νις. Η ομάδα θεωρητικά είχε πιάσει ταβάνι την προηγούμενη σεζόν τερματίζοντας στην 4η θέση με 63 βαθμούς αλλά ο Φαβρ -αναλαμβάνοντας μετά τον Κλοντ Πιελ το περασμένο καλοκαίρι- κατάφερε να ξεπεράσει την απώλεια του σταρ Χατέμ Μπεν Αρφά και τους οδήγησε στη διεκδίκηση του τίτλου. Παίρνοντας το καλύτερο από τον Μάριο Μπαλοτέλι, ο προπονητής έκανε επίσης τους Ζαν Μισέλ Σερί, Μαλάνγκ Σαρ, Βαλεντίν Εϊσερίκ, Αλασάν Πλέα και Γουίλαν Σιπριέν να παίξουν το καλύτερο ποδόσφαιρο τους. Η Νις, τελικά, προκρίθηκε για το Champions League τερματίζοντας στην 3η θέση με 78 βαθμούς. Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί η Ντόρτμουντ προσπάθησε να τον πείσει να αντικαταστήσει τον Τόμας Τούχελ. Ο Φαβρ έφτιαξε το όνομα του στη Bundesliga, ξεκινώντας από την σεζόν 20908-09, όταν οδήγησε την Χέρτα στην 4η θέση με πολύ οργανωμένες εμφανίσεις. Μετά ανέλαβε την Μπορούσια Γκλάντμπαχ τον Φεβρουάριο του 2011, με την ομάδα να είναι σε μια κατάσταση σχεδόν βέβαιου υποβιβασμού. Ο Φαβρ τους οδήγησε στην παραμονή κόντρα σε κάθε πρόβλεψη και τους μετέτρεψε σε μια πολύ επιτυχημένη ομάδα που τερμάτισε 4η το 2012 και 3η το 2015. Οι ποδοσφαιριστές αγαπούν να παίζουν για τον Φαβρ και μερικοί τον ακολουθούν όπου πάει. Ο Ραφαέλ, ο Βραζιλιάνος μέσος που έγινε γνωστός από την Ζυρίχη το 2005, πήγε στη Χέρτα και μετά τον ακολούθησε και εντυπωσίασε μαζί του στο Μένχεγκλαντμπαχ. Ο Ντάντε, ο Βραζιλιάνος στόπερ που ήταν πολύ υποτιμημένος αρχικά, έδειξε τις δυνατότητες του στη Γκλάντμπαχ υπό τις οδηγίες του Φαβρ και πήγε στην Μπάγερν Μονάχου. Τώρα εντυπωσιάζει στη Νις, όπου βρήκε ξανά τον μέντορα του. Η λίστα των σταρ περιλαμβάνει τον Μαρκ-Αντρέ Τερ Στέγκεν της Μπαρτσελόνα και τον Γκρανίτ Τσάκα της Αρσεναλ. Και έχεις την αίσθηση ότι θα υπάρξει και συνέχεια…

12. Γιοακίμ Λεβ
Η Γερμανία αγαπάει τους προπονητές που μένουν πολλά χρόνια και ο Γιόγκι Λεβ μπορεί να περάσει στην ιστορία ως ένας από τους καλύτερους ομοσπονδιακούς προπονητές όλων των εποχών. Δεν είναι μόνο υπερβολικά επιτυχημένος, έχοντας κατακτήσει το Μουντιάλ του 2014, αλλά είναι και ο άνθρωπος που ευθύνεται για την επανάσταση του γερμανικού ποδοσφαίρου. Για πολλές δεκαετίες, η Die Mannschaft θεωρείτο μια μηχανή, κέρδισαν πολλά τρόπαια αλλά δεν ήταν δημοφιλείς στους ουδέτερους. Εν όψει του εντός έδρας παγκοσμίου κυπέλλου του 2006, η ομάδα ήταν σε κρίση. Η παρουσία της στο Euro 2004 ήταν καταστροφική και το στυλ τόσο αρνητικό, ώστε οι προσδοκίες των οπαδών να μην μπορούν να είναι χαμηλότερες. Ο Γιούργκεν Κλίνσμαν, ο οποίος ανέλαβε για το τόσο σημαντικό τουρνουά, το άλλαξε αυτό μέσα σε μήνες και η χαρισματική ηγεσία του επέτρεπε στους οπαδούς να ερωτευτούν την εθνική ομάδα ξανά. Ο πραγματικός αρχιτέκτονας αυτής της γερμανικής αλλαγής, όμως, ήταν ο Λεβ. Ο Γιόγκι ήταν υποτιμημένος στην αρχή της προπονητικής καριέρας του αλλά όσοι κατάφεραν να δουν την φουλ επιθετική Στουτγκάρδη που είχε χτίσει για τη σεζόν 1996-97, δεν μπορούν να την ξεχάσουν. Ακριβώς αυτό έκανε με την Γερμανία. Υπεύθυνος για την τακτική προετοιμασία, ο Λεβ έδωσε έμφαση στο ανοιχτό και θετικό ποδόσφαιρο. Μπορεί οι διοργανωτές να έχασαν σε έναν δραματικό ημιτελικό αλλά ήταν και πάλι μια αξιοσημείωτη επιτυχία, οπότε ήταν απολύτως λογικό το γεγονός ότι η ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Γερμανίας προώθησε τον Λεβ στη θέση του προπονητή. Είναι ακόμη εκεί, τεχνικά στο τιμόνι της Γερμανίας για 13 χρόνια πλέον, και μπορεί το στυλ του και οι προτιμήσεις του να δέχθηκαν κριτική κάποιες φορές αλλά είναι αδύνατο να αγνοήσεις τον εντυπωσιακό αντίκτυπο που προκάλεσε. Η Γερμανία είναι πάντα ψυχαγωγική υπό τον Λεβ και ο θρίαμβος στη Βραζιλία πριν τρία χρόνια ήταν κάτι που άξιζε σε απόλυτο βαθμό. Τώρα, με μια νέα γενιά ταλέντων, ελπίζει να γίνει ο πρώτος ομοσπονδιακός προπονητής που θα υπερασπιστεί τον παγκόσμιο τίτλο, μετά τον Βιτόριο Πότσο το 1938. Θα στοιχηματίζατε αλήθεια εναντίον του;

11. Μαουρίσιο Ποκετίνο
Θα μπορούσε να το κάνει ξανά; Ναι, το έκανε ξανά. Η διεκδίκηση του τίτλου το 2015-16 από την Τότεναμ, έγινε ουσιαστικά δεκτή σαν μια ήπια ανωμαλία και αποτελούσε την εξήγηση για τις αποτυχίες άλλων ομάδων. Ενα χρόνο μετά, ο Ποκετίνο και οι Spurs αναμενόταν ότι θα υποκύψουν στο οικονομικό μειονέκτημα και ότι θα βγουν από την 4άδα. Ο Αργεντίνος, όμως, κράτησε την ομάδα του μπροστά από τους διώκτες. Ενώ άλλες ομάδες ξόδεψαν πάρα πολλά το περασμένο καλοκαίρι για να καλύψουν το χαμένο έδαφος, η εσωτερική εξέλιξη της Τότεναμ έθεσε ένα ρυθμό που ακόμη και στρατοί με εννιαψήφιες υπογραφές δυσκολεύονται να ακολουθήσουν. Το κλειδί σε αυτό είναι η ικανότητα του να μετατρέπει τις καριέρες των παικτών. Είναι μια μαγευτική προσωπικότητα και δεν χρειάζεται παρά μόνο λίγα λεπτά παρουσίας του, για να καταλάβεις γιατί είναι ικανός να πάρει τόσα πολλά από παίκτες που προηγουμένως θεωρήθηκαν περιορισμένων δυνατοτήτων. Οι Χάρι Κέιν, Ντέλε Αλι και Κρίστιαν Ερικσεν είναι οι προφανείς επιτυχίες του, αλλά σε κάθε μέρος της ομάδας του υπάρχει κάποιος που έχει σημειώσει σημαντική βελτίωση υπό τις οδηγίες του. Μούσα Ντεμπελέ, Ντάνι Ρόυζ και Κάιλ Γουόκερ είναι κάποιοι από αυτούς. Πέρα από απλά τακτική, έξυπνες μεταγραφές ή άκαμπτη πειθαρχία, είναι ο προσωπικός μαγνητισμός του Ποκετίνο που επέτρεψε να γίνει όλο αυτό. Εχει χτίσει κάτι καλό στην Τότεναμ, το οποίο μπορεί να αποδειχθεί λαμπρό.

10. Πέτερ Μπόσζ
Οταν ο 53χρονος πρώην προπονητής της Φίτεσε Πέτερ Μποσζ προσλήφθηκε στον Αγιαξ, αντιμετωπίστηκε με κυνισμό, σκεπτικισμό, ακόμη και με αντιδράσεις. Πολλά από τα πιο φανατικά γκρουπ στο Αμστερνταμ, ακόμη και ένα από τα επίσημα αναγνωρισμένα γκρουπ οπαδών, εξέφρασαν δημοσίως την δυσαρέσκεια τους για το γεγονός ότι είχαν στο τιμόνι της ομάδας έναν άνθρωπο που είχε συνδεθεί με την εχθρό Φέγενορντ. Ενα χρόνο μετά, είναι αστείο το πώς ο πρώην άνθρωπος της Φέγενορντ κατάφερε να φέρει ένα στυλ παιχνιδιού που είναι πολύ πιο κοντά στις μέρες δόξας του Αγιαξ, σε σχέση με ό,τι κατάφερε ο προκάτοχο τους, ένας άνθρωπος 100% του Αγιαξ, ο Φρανκ Ντε Μπουρ, σε 4,5 χρόνια. Εκανε τους οπαδούς να γοητευτούν, να ενθουσιαστούν και να ταυτιστούν ξανά με το θρυλικό τους κλαμπ.

Ο Μποσζ πάντα ήταν μια… μη τυπική προσωπικότητα. Ως ένας σκληρός αμυντικός μέσος στα χρόνια του ως ποδοσφαιριστής, στην προ-Μποσμάν εποχή, αναλάμβανε να διαπραγματευτεί μόνος του τα συμβόλαια του ώστε κανένα κλαμπ να μην μπορεί να τον δέσει χωρίς την θέληση του. Οταν η Φίτεσε το αρνήθηκε αυτό, επέλεξε να πάει σε ένα ερασιτεχνικό σωματείο, το AGOVV, δουλεύοντας για να φτάσει στην κορυφή. Κάτι που πέτυχε όντως, παίζοντας έξι σεζόν με την Φέγενορντ και όντας μέλος της εθνικής Ολλανδίας για το Euro 1992.

Μία κακή θητεία ως τεχνικός διευθυντής της Φέγενορντ έκοψε στη μέση δύο επιτυχημένες θητείας ως προπονητής της Χέρακλες, κατά τη διάρκεια των οποίων κέρδισε πρώτα την άνοδο και μετά ακόμη και την έξοδο στην Ευρώπη. Το 2013, ο Μποσζ ανέλαβε την Φίτεσε και πέρασε 2,5 χρόνια στο Αρνεμ, πριν τον 18μηνο… ανεμοστρόβιλο που τον έστειλε από την Φίτεσε στη Μακάμπι, στον Αγιαξ και τώρα στην Μπορούσια Ντόρτμουντ.

Ο Μποσζ, παρά το παρελθόν του στη Φέγενορντ, υπήρξε φανατικός θαυμαστής του Γιόχαν Κρόιφ από πιτσιρικάς και ως ποδοσφαιριστής της Φίτεσε είχε και εισιτήριο διαρκείας του Αγιαξ. Οταν ήταν μέλος της εθνικής Ολλανδίας για το Euro 1992, όπου προπονητής ήταν ο θρυλικός Ρίνους Μίχελς, λέγεται ότι έτρεχε στο δωμάτιο του μετά τις “συσκέψεις” της ομάδας ώστε να γεμίσει το σημειωματάριο του με όσα είχε αναλύσει ο προπονητής του στην προετοιμασία για τον αγώνα. Από νεαρή ηλικία ο Μποσζ ήξερε ότι ήθελε να γίνει προπονητής. «Ποτέ δεν κράτησα κρυφό ότι θέλω να προπονήσω ένα top club. Επαιζα, άλλωστε, σε μια τοπ ομάδα, όπως η Φέγενορντ. Κλήθηκα και στην εθνική Ολλανδίας», έχει πει. «Ποτέ δεν είδα τον εαυτό μου όμως ως έναν πραγματικά τοπ ποδοσφαιριστή, απλά δεν ήμουν αρκετά καλός για αυτό. Ως προπονητής όμως, ελπίζω να φτάσω στην κορυφή».

Η Μπαρτσελόνα του Γκουαρντιόλα που κατέκτησε τα πάντα το διάστημα 2009-11 παραμένει μία από τις ιδανικές ομάδες του Μποσζ, όπως η εθνική Ολλανδίας του Μουντιάλ 1974, ειδικά με την εκπληκτική ενέργεια τους και το ασφυκτικό πρέσινγκ. Μεταφέροντας το αυτό στη δική του φιλοσοφία, ο Μποσζ επιμένει ότι η μπάλα πρέπει να κινείται παντού και οι παίκτες πρέπει να κάνουν μόνο κοντινά σπριντ. Επέβαλε, επίσης, τον “νόμο των πέντε δευτερολέπτων” στο πρέσινγκ (μην τρώτε φαγητό που ήταν στο πάτωμα). Από την στιγμή που αυτός είναι ο χρόνος που απαιτείται βασικά για να μεταφερθεί μια ομάδα από την επιθετική φάση στην αμυντική από την στιγμή που χάνει την μπάλα, το ιδανικό είναι να τους χτυπήσεις σε αυτό το διάστημα μετάβασης, όταν είναι πιο ευάλωτη και αποσυνδεδεμένη. Ετσι, οι παίκτες του πρέπει να πιέσουν ψηλά και δυνατά από την στιγμή που χάνουν την μπάλα, στοχεύοντας στο να την κερδίσουν ξανά μέσα σε πέντε δευτερόλεπτα.

Ο Μποσζ σχεδιάζει πάνω στο παλιές αλλά καθοριστικές αρχές του Total Football και εξηγεί την σημασία του χώρου στους παίκτες του. Οταν έχεις την μπάλα, μεγαλώνεις το γήπεδο όσο το δυνατόν περισσότερο και ανοίγεις τον αντίπαλο. Οταν χάνεις την μπάλα, δεν υποχωρείς αλλά συρρικνώνεσαι για να σχηματίσεις ένα συμπαγές σύνολο που θα αποτρέψει τον αντίπαλο να προχωρήσει. Είναι ο υψηλός ρυθμός, το πρέσινγκ ψηλά, αυτό το ποδόσφαιρο που έφερε ξανά την αύρα του Αγιαξ που λείπει για πολλά χρόνια. Χρειάστηκε όντως χρόνος για να δέσουν τα γρανάζια και να αρχίσουν να γυρίσουν, αλλά από την στιγμή που το έκαναν, ο Αγιαξ ήταν υπερβατικός. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλοί οπαδοί, ακόμη και αυτοί που ήταν αντίθετοι στην πρόσληψη του, διαμαρτυρήθηκαν για το γεγονός ότι το «Bosz project» στον Αγιαξ έπρεπε να έρθει σε ένα πρόωρο τέλος.

Βλέποντας το από απόσταση, φαίνεται πολύ λογικό για έναν προπονητή του Αγιαξ το να θέλει να πάει σε ένα κλαμπ με περισσότερες δυνατότητες και σε ένα πιο δύσκολο πρωτάθλημα, όπως η Μπορούσια Ντόρτμουντ. Παρ’ όλα αυτά, η εσωτερική ρήξη με τους βοηθούς του που φάνηκε να προκαλεί την φυγή του, έκανε την αποχώρηση του ελαφρώς πιο δραματική. Ο Μποσζ έχει επικριθεί για το γεγονός ότι είναι πεισματικά ιδεαλιστής με το ποδόσφαιρο του, κάτι που έχει συμβεί και με τους Γκουαρντιόλα και Κρόιφ επίσης. Κι όμως, η αλήθεια βλέποντας κανείς το βιογραφικό του, είναι ότι παρά το καταπληκτικό θέαμα που μπορούν να προσφέρουν οι ομάδες του, ακόμη δεν έχει κατακτήσει κάποιο μεγάλο τρόπαιο ως προπονητής.

Με την Ντόρτμουντ, ο Μποσζ έχει τώρα μια ομάδα με τα ίδια συστατικά που ο δικός του Αγιαξ χρειάστηκε για να παίξει όπως μπορούσε: Νεαρό ταλέντο, θέληση να παίξουν με και χωρίς την μπάλα, ικανότητα να σκεφτούν γρήγορα. Το αν θα καταφέρει να κοντράρει σοβαρά την Μπάγερν Μονάχου στη νέα σεζόν και το αν θα προχωρήσει μέχρι τις τελευταίες φάσεις στην Ευρώπη, θα είναι ένα αναπόσπαστο νήμα αυτής της αφήγησης – της ιστορίας ενός προπονητή που βλέπει την καριέρα του να απογειώνεται.

9. Γιούργκεν Κλοπ

Ο άνθρωπος που κατέκτησε δύο φορές την Bundesliga, δεν έχει καταφέρει ακόμα να κατακτήσει κάτι με την Λίβερπουλ, όμως έχει μπορέσει να παρουσιάσει πράγματα καλύτερα από αυτά που θα περίμενε κανείς με βάση τα όπλα του. Αν και η περσινή 4η θέση δεν ήταν αυτό ακριβώς που θα περίμεναν οι πιο αισιόδοξοι οπαδοί της Λίβερπουλ, έχει καταφέρει να επαναφέρει τους Reds σε θέση  top-club. Εξι μήνες αφού πήρε τη δουλειά στο Anfield, οδήγησε την ομάδα σε έναν ευρωπαϊκό τελικό και έναν χρόνο αργότερα την επανέφερε στο Champions League.

Σε μια κατηγορία στην οποία οι 6 πρώτες θέσεις δεν ήταν ποτέ πιο δύσκολο να καταληφθούν (η Αρσεναλ τερμάτισε 5η με τους ίδιους βαθμούς με τους οποίους η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πήρε το πρωτάθλημα πριν 20 χρόνια), το κακό με την Λίβερπουλ ήταν ότι μια μάχη που φάνηκε ότι είναι για την κατάκτηση του πρωταθλήματος, κατέληξε να είναι για την είσοδο στην 4άδα. Αν και είχε στα χέρια του μικρό ρόστερ που αντιμετώπισε προβλήματα τραυματισμών και ήταν γεμάτο παίκτες που δεν έχουν την εμπειρία του πρωταθλητρισμού, ο Κλοπ έδειξε ότι είναι σπουδαίος προπονητής.

Αντί να αποκτά μεγάλο αριθμό ποδοσφαιριστών κάθε χρόνο, ο Κλοπ βελτιώνει την ήδη υπάρχουσα ομάδα αφού κάθε παίκτης ανεβαίνει με τη δική του παρουσία. Ανταμ Λαλάνα, Τζόρνταν Χέντερσον και Ρομπέρτο Φιρμίνο έχουν εκτοξεύσει τις μετοχές τους από τη μέρα που ανέλαβε την Λίβερπουλ, όπως επίσης συνέβη και με τους Σαντιό Μανέ, Τζορτζίνιο Βαϊνάλντουμ και Ζοέλ Μάτιπ.

Στην πρώτη μεταγραφική περίοδο του Κλοπ, πριν έναν χρόνο, η Λίβερπουλ ξόδεψε τα μισά απ’ ότι η Μάντσεστερ Σίτι, 50 εκατ. λίρες λιγότερα από την Τσέλσι και μόλις 2 περισσότερα από την Λέστερ. Ηταν ένα από τα τρία club της Premier League που είχαν κέρδος και οι πέντε μεταγραφές της είχαν μέσο όρο ηλικίας τα 24 χρόνια. Η προσεκτική προσέγγιση μοιάζει με το project του στην Ντόρτμουντ, όπου έφερε με λίγα χρήματα παίκτες οι οποίοι στο μέλλον έγιναν παγκόσμιας κλάσης. Πέρισιτς, Γκουντογκάν, Καγκάβα, Χούμελς, Λεβαντόβσκι, αποκτήθηκαν για λιγότερα από 5 εκατ. λίρες.

Η ικανότητά του να παραμένει ανταγωνιστικός κόντρα σε μια ομάδα που κάθε καλοκαίρι έπαιρνε τον star-player της δικής του, ήταν εκπληκτική. Οι οπαδοί της Λίβερπουλ ελπίζουν να βγάλει ταλέντα από τις ακαδημίες, όπως είχε κάνει με τον Μάριο Γκέτσε στην BvB. Ο Κλοπ έγινε επίσης συνώνυμο της γνήσιας προσωπικότητας και του ενθουσιασμού στον πάγκο, που πολλές φορές κάνει κάποιον να ξεχνά πόσο εξαιρετικός προπονητής είναι.

Οι τακτικές ικανότητές του και το κίνητρο που δίνει στους παίκτες έτσι ώστε να παίρνει ό,τι καλύτερο από εκείνους, του έχουν χαρίσει πολλούς οπαδούς. Ο καθένας μπορεί να το πει όπως θέλει, όμως ο Κλοπ απλά το ‘χει. Σε ένα επάγγελμα στο οποίο δεν χωρούν δικαιολογίες, η αισιοδοξία που βγάζει ο Γερμανός είναι κάτι που δίνει φρεσκάδα στην Λίβερπουλ. 

Παρόλα αυτά, δεν είναι τέλειος. Υπάρχουν αμφιβολίες για το κατά πόσο οι αλλαγές του βοηθούν, για το ότι κάποιες φορές δεν κάνει καν και για το αν το πολύ έντονο gengenpressing μπορεί να ‘πιάσει’ στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Οι τραυματισμοί έπληξαν στο δεύτερο μισό της σεζόν την ομάδα του, η οποία φάνηκε να μένει από βενζίνη στο ίδιο διάστημα, κάτι που σημαίνει ότι υπάρχουν πράγματα να διορθώσει. 

Καταλήγοντας, αν τον δούμε καθαρά σαν προπονητή, είναι δύσκολο να διαφωνήσουμε για το ότι ο Κλοπ είναι κοντά στο να έχει το πλήρες πακέτο. Πέρα από τις τακτικές και τις ομιλίες, δείχνει να καταλαβαίνει το ποδόσφαιρο και αυτό τον κάνει έναν περισσότερο ολοκληρωμένο προπονητή από τους περισσότερους…

8. Πεπ Γκουαρντιόλα

Ηταν μία περίεργη σεζόν 2016-17 αλλά η Μάντσεστερ Σίτι επενδύει για να βοηθήσει τον Πεπ να δημιουργήσει ξανά το μαγικό ποδόσφαιρο που πρόσφερε στην Μπαρτσελόνα και την Μπάγερν Μονάχου. Ο Γκουαρντιόλα ήρθε στο βρετανικό ποδόσφαιρο κατά τη διάρκεια μιας από τις πιο ενδοσκοπικές στιγμές του. Ακόμη ενθουσιασμένο από την αυτονομία του αλλά παράλληλα όλο περισσότερο ανασφαλές για τη θέση του, η άφιξη του πιο ιδεολόγου προπονητή της ηπείρου ήταν περιέργεια και απειλή, κάποιος για να τον γιορτάσεις αλλά και για να τον χτυπήσεις. 

Αξιοπρόσεκτα, η ατμόσφαιρα γύρω από την πρώτη του σεζόν στη Μάντσεστερ Σίτι ήταν μία θυελλώδης αντίθεση απόψεων. Στους πρώτους δύο μήνες του στο Etihad, η ομάδα του Γκουαρντιόλα γλίστραγε στη χώρα με εφευρέσεις και ζωής. Εδώ ήταν, κάνοντας αυτό που κάνει. Μετά ήρθε το White Hart Lane και σε ένα ταπεινό μάθημα στον φθινοπωρινό ήλιο. Η Σίτι έχασε με 2-0 από την Τότεναμ στις αρχές Οκτωβρίου και τίποτα δεν ήταν ξανά το ίδιο. Ο Γκουαρντιόλα θα τερμάτιζε με απόσταση στην 3η θέση της Premier League ενώ θα υπέφερα παράλληλα τον αποκλεισμό στο Champions League στα χέρια της Μονακό. 

Παρ’ όλα αυτά, κατάφερε να διαχωρίσει τη θέση του από τα προβλήματα της ομάδας του. Η ανάμνηση του τι πέτυχε ο Γκουαρντιόλα σε Μπαρτσελόνα και Μπάγερν παραμένει τόσο έντονη ώστε η αδυναμία της Σίτι να εναρμονιστεί με το ίδιο μοτίβο επιτυχίας, να θεωρείται δικό τους θέμα και όχι δικό του. 

Ο τρόπος με τον οποίο χτίζει το παιχνίδι δεν έγινε πραγματτικότητα, ούτε η περίπλοκη επιθετική κίνηση του, της οποίας εικονικά είχε τα πνευματικά δικαιώματα την προηγούμενη δεκαετία. Μπάρτσα και Μπάγερν έγιναν αμφότερες συνώνυμα ενός συγκεκριμένου τρόπου επιθετικού ποδοσφαίρου, αλλά μέρος της επιτυχίας τους εξαρτούνταν από την ικανότητα ελέγχου του ρυθμού του αγώνα. Ηλεγχαν την μπάλα και τον ρυθμό. Αυτό δεν εμφανίστηκε στην Αγγλία ακόμη και -ξανά- δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να κατηγορηθεί ολοκληρωτικά ο κόουτς. 

Αν η είσοδος του Γκουαρντιόλα προκάλεσε το ουδέτερο ενδιαφέρον, έδειξε και φως πάνω στην ομάδα που κληρονόμησε. Η Σίτι υπήρξε top-heavy για πολύ καιρό αλλά ίσως η έκταση αυτού να έγινε φανερή μόλις την τελευταία σεζόν. Ο αντίκτυπος παικτών όπως ο Αγουέρο, ο Νταβίντ Σίλβα, ο Ντε Μπρόινε και ο Τουρέ ήταν τόσο έντονος, ώστε να συγκεντρωθείς στην αδυναμία της ομάδας έδειχνε αντίθεση. Η αδράνεια στις συνεργασίες στο κέντρο και τα γηρασμένα πλάγια μπακ ήταν για να αγνοηθεί η προφανής, συντριπτική δύναμη πυρός.

Οχι τώρα, όμως, Γιατί το στυλ του Γκουαρντιόλα έχει γίνει τόσο οικείο, ο κόσμος του ποδοσφαίρου ξέρει πώς πρέπει να φαίνονται και τι να κάνουν οι ομάδες του, οπότε το γεγονός ότι δεν ανταποκρίθηκαν σε αυτό που ήθελε, βοήθησε ώστε να φανεί η ακριβής κατάσταση. Αν δεν μπορεί αυτός να τους κάνει να παίξουν, πρέπει να υπάρχει όντως πρόβλημα. 

Μόλις μία εβδομάδα μετά την ολοκλήρωση της σεζόν, τα στελέχη της Σίτι έβγαλαν τα βαριά όπλα: Ο Μπερνάρντο Σίλβα αποκτήθηκε από τη Μονακό για 40 εκατ. λίρες και ακολούθησε ο τερματοφύλακας της Μπενφίκα Εντερσον για κάτι λιγότερα. Από τότε που έφτασαν στο Μάντσεστερ οι Τσίκι Μπεγκιριστάιν και Φεράν Σοριάνο, το κλαμπ προετοιμάστηκε για αυτή την στιγμή. Ο Μανουέλ Πελεγκρίνι μπορεί να είναι ένας καλός προπονητής, αλλά δεν ήταν ποτέ ικανός να βάλει την υπογραφή του και το κλαμπ δεν ήταν ποτέ 100% πεπεισμένο στην υποστήριξη του προς αυτόν. 

Τώρα όμως, με την σωστή δομή και το πρώτο προπονητικό όνομα της ηπείρου στο τιμόνι, μια νέα επίθεση αρχίζει να γίνεται εμφανής. Αυτά είναι άσχημα νέα για τους υπόλοιπους της χώρας. Αν αυτό το πρόωρο σχέδιο συνεχιστεί και η Σίτι συνεχίσει να… λούζει την Ευρώπη με επιταγές, ο 46χρονος Γκουαρντιόλα θα έχει τελικά ένα ρόστερ που θα έχει σχηματιστεί από τον ίδιο. Τακτικά επιδέξιο και τεχνικά χωρίς αντίπαλο, θα χρησιμεύσει για να δείξει τις εξαιρετικές δυνατότητες του. 

Καθώς τα χρήματα έχουν πλημμυρίσει το παιχνίδι, συγκεκριμένοι προπονητές έχουν κατηγορηθεί ότι βασίζονται πάρα πολύ στα καρνέ των επιταγών. Ενώ η καριέρα του Γκουαρντιόλα επωφελήθηκε από πλούσιους πόρους, τόσο οικονομικά όσο και ανθρώπινα, το μέγεθος της επιτυχίας του βασίστηκε σε ένα ξεχωριστό σύνολο χαρακτηριστικών: Την προσοχή του στη λεπτομέρεια και την εκπληκτική ικανότητα του να υποδεικνύει παρά να ακολουθεί τις τάσεις του παιχνιδιού. 

Με δεδομένο ότι αυτές οι δύο δυνάμεις αναπόφευκτα θα συγκρουστούν στη Σίτι, αυτό το σημείο της καριέρας του μπορεί να αποδειχθεί το σημείο στο οποίο ενίσχυσε για τα καλά τη θέση του στην κορυφή του παιχνιδιού.

Carlo Ancelotti

7. Κάρλο Αντσελότι

Το να κατακτά την Bundesliga δεν είναι κάποια είδηση για την Μπάγερν Μονάχου. Οι Βαυαροί πήραν τον τίτλο για το 2016-17  και έφτασαν τους 5 σερί και τους 27 συνολικά. Στο πάρτι τον προηγούμενο μήνα στο Allianz Arena δεν ήταν δυνατόν να μην παρατηρήσει τον έντονο τρόπο με τον οποίο πανηγύρισε ο Ιταλός., ο οποίος έγινε ο πρώτος που παίρνει πρωτάθλημα στις 4 από τις 5 κορυφαίες λίγκες της Ευρώπης. Και πάντα το κάνει με στιλ. Η Μπάγερν κάλεσε στην Anastasia, όμως ο Αντσελότι άρπαξε το μικρόφωνο και τραγούδησε το ‘I Belong To You’ του Eros Ramazzotti και στη συνέχεια χόρεψε μαζί της στη σκηνή.

Ο Αντσελότι έβαλε τέλος στην υπέροχη καριέρα του έχοντας κατακτήσει το πρωτάθλημα και τέσσερα κύπελλα με την Ρόμα, πριν γίνει μέλος της εκπληκτικής Μίλαν στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Προσέθεσε στο παλμαρέ του δύο ακόμα Scudetti και back-to-back κατακτήσεις του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Πέρασε έναν χρόνο στην Ρετζιάνα και την ανέβασε στην Serie A για να τον κάνει τότε δικό της η Πάρμα, που συμμετείχε στο Champions League. Τότε απέδειξε ότι ανήκει στο υψηλότερο επίπεδο. Η Γιουβέντους τον επέλεξε για αντικαταστάτη του Μαρτσέλο Λίπι, όμως έμεινε μόνο για δύο χρόνια στο Τορίνο, αφού δεν μπόρεσε να βοηθήσει την ομάδα στο μεταβατικό της στάδιο. Οι δύο 2ες θέσεις δεν κρίθηκαν ικανοποιητικές για τους Bianconeri και ο Αντσελότι απολύθηκε στο ημίχρονο ενός εντός έδρας αγώνα με την Αταλάντα.

Μερικούς μήνες μετά τον προσέλαβε η Μίλαν. Το οικείο περιβάλλον στο San Siro και τα παθήματα στην Γιουβέντους δημιούργησαν μια δυνατή αποφασιστικότητα στον Carletto, ο οποίος μόλις στη δεύτερη σεζόν του στο club χάρισε τον τίτλο του Champions League κόντρα στους Bianconeri στον τελικό (2003). Την επόμενη, πανηγύρισε το Scudetto παίρνοντας ό,τι καλύτερο από τους playmakers, Αντρέα Πίρλο, Ρουί Κόστα και Κλάρενς Ζέεντορφ και έχοντας στην επίθεση τους Πίπο Ιντζάγκι και Αντρέι Σεβτσένκο.

Ακολούθησαν δύο ακόμα παρουσίες στον τελικό του CL, στους οποίους η Μίλαν έχασε και πήρε έναν από την Λίβερπουλ (2005, 2007). Από εκεί, μετακόμισε στην Τσέλσι και στη συνέχεια στην Παρί Σεν Ζερμέν κατακτώντας πρωταθλήματα και με τις δύο και δείχνοντας την ικανότητά του κόντρα σε κάποιες από τις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης. 

Αυτό φυσικά του έκανε καλό όσον αφορά τον επόμενο προορισμό του. Αυτός ήταν η Ρεάλ, η οποία που έδωσε έναν μεγάλο στόχο. Να κατακτήσει την περιβόητη decima στο Champions League που είχε γίνει εμμονή στην Ισπανική πρωτεύουσα. Ο Αντσελότι την έφερε στην πρώτη του χρονιά στο Santiago Bernabeu προκαλώντας πανικό στις τάξεις των οπαδών και ‘αναγκάζοντας’ τον Κριστιάνο Ρονάλντο να πει ότι είναι «ένας εξαιρετικός προπονητής και εκπληκτικός άνθρωπος». Εναν χρόνο αργότερα απολύθηκε από τον Φλορεντίνο Πέρεθ, όμως όλοι ήξερα πόσο φανταστική δουλειά έκανε.

Είτε ήταν σε Αγγλία, Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία η Γερμανία, πάντα οι ομάδες του ήταν από εκείνες που ήθελες να παρακολουθείς. Οι κινήσεις των παικτών στο γήπεδο, η κατοχή και η κυκλοφορία, οι πάσες, το επιθετικό παιχνίδι, οι συνδυασμοί, το ταλέντο, η αποτελεσματικότητα, όλα. Ποτέ δεν παραπονέθηκε, ακόμα και όταν σημαντικοί παίκτες πωλήθηκαν παρά τη θέλησή του, το χαρακτηριστικό σήκωμα του φρυδιού πολλές φορές έλεγε περισσότερα από τις λέξεις. Εδειξε μοναδική ικανότητα να ενώνει με τον σωστό τρόπο τα αστέρια των ομάδων του. Μια ικανότητα που έκανε τον Πάολο Μαλντίνι να πει ότι «δεν υπάρχει ομάδα την οποία να μην μπορεί να προπονήσει ο Κάρλο». Ποιος μπορεί να διαφωνήσει…

6. Λεονάρντο Ζαρντίμ

Ηταν αρκετά αποτελεσματικός για διάφορες σεζόν αλλά το 2016-17 ήταν το καλύτερο για έναν προπονητή, του οποίου η Μονακό ξεπέρασε την δυνατή Παρί Σεν Ζερμέν παίζοντας εκπληκτικό ποδόσφαιρο στην πορεία προς τον ημιτελικό του Champions League. Υπήρξε κανείς πιο low-profile προπονητής επιτυχημένης ομάδας τα τελευταία χρόνια, από τον Λεονάρντο Ζαρντίμ στη Μονακό; Ο Πορτογάλος μαέστρος προκάλεσε την μεταμόρφωση της ομάδας σε μια από τις πιο θεαματικές της Ευρώπης τους τελευταίους 12 μήνες αλλά κατάφερε να μείνει στη σκιά.

Σε αντίθεση με κάποιους από τους συναδέλφους του, δεν υπάρχει gegenpressing ή εμμονή με την κατοχή, για να το καρφιτσώσεις σαν ετικέτα στον Ζαρντίμ. Εχει συγκεντρώσει τα εύσημα κάποιων όπως οι Τόμας Τούχελ και Πεπ Γκουαρντιόλα, για παράδειγμα. Εχοντας αποκλείσει και τους δύο στην πορεία προς τον ημιτελικό του Champions League, όμως, ο γεννηθείς στη Βενεζουέλα κόουτς δεν ανησυχεί και ιδιαίτερα γι’ αυτό… Το να οδηγήσει τη Μονακό στο πρώτο πρωτάθλημα έπειτα από 17 χρόνια -και για να το κάνει αυτό έπρεπε να νικήσει μια Παρί Σεν Ζερμέν που έδειχνε ανίκητη εντός των συνόρων- ήταν αρκετά εντυπωσιακό. Αλλά και το να φτάσει στους “4” του Champions League παίζοντας εντυπωσιακό, υψηλού ρίσκου ποδόσφαιρο που ενθουσίασε τους οπαδούς σε όλη την ήπειρο, ανάγκασε τους επικριτές του να σιωπήσουν και να προσέξουν την δουλειά που κάνει.

Αποφασίζοντας να ασχοληθεί με την προπονητική στα 27 του, ο Ζαρντίμ έχει πολλή εμπειρία, αλλά και πάλι είναι πιο μικρός από ό,τι πιστεύετε. Παρά το ύφος του και τα χαρακτηριστικά του, είναι μόνο 42 ετών, ένα χρόνο μικρότερος από τον Τούχελ, τρία από τον Μαουρίτσιο Ποκετίνο και τέσσερα από τον Γκουαρντιόλα. Οταν πήρε την θέση στη Μονακό το 2014, ήταν μια επιλογή-έκπληξη και πολλοί αμφέβαλαν για τις ικανότητες του. Ενα επαρκές αλλά όχι αξιοπρόσεκτο βιογραφικό, με Μπράγκα, Σπόρτινγκ και Ολυμπιακό ανάμεσα στις πρώην ομάδες του, έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι επιλέχθηκε με την λογική του… σίγουρου χεριού που θα οδηγήσει τη Μονακό προς την σωστή κατεύθυνση, ενώ παράλληλα δεν θα ήταν τόσο σημαντικός ώστε να σταματήσει την δυνατή επιρροή του μάνατζερ Ζόρζε Μέντες σε αυτούς που παίρνουν τις αποφάσεις στο Stade Louis II.

Ενώ μπορεί να υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτή τη θεωρία -και οι πορτογαλικές επαφές του Ζαρντίμ μάλλον δεν του έκαναν κακό- είναι πολύ μακριά από το να χαρακτηριστεί «yes man». Υποτιμημένος αλλά ικανός επικοινωνιακά, επέλεξε το μονοπάτι του μέσα από τους διαδρόμους ενός κλαμπ, στο οποίο διάφορες πλευρές μάχονται για την ηγεσία τα τελευταία χρόνια. Οι σχέσεις του με τον ιδιοκτήτη Ντιμίτρι Ριμπολόβλεβ είναι εγκάρδιες, αλλά δούλεψε επιτυχώς με το καθημερινό αφεντικό του, τον αντιπρόεδρο Βαντίμ Βασίλιεφ. Εδειξε επίσης μια άλλη πλευρά του, όταν αυτός έμεινε και ο Κλοντ Μακελελέ έφυγε έπειτα από την… άρρωστη εξάμηνη θητεία του ως τεχνικός διευθυντής πέρυσι.

Παρά τα όσα εκπληκτικά έκανε η Μονακό σε ό,τι αφορά το σκοράρισμα, ο Ζαρντίμ δύσκολα μπορεί να περιγραφεί σαν ένας… ξεδιάντροπος επιθετικογενής. Η ομάδα μπορεί να πέτυχε 107 γκολ στη Ligue 1 πέρυσι αλλά είχαν βάλει και μόλις 57 και 51 στις πρώτες του δύο χρονιές στο τιμόνι. Βασικά, είναι ένας πραγματιστής που αρνείται να δεσμευτεί με την μία ή την άλλη φιλοσοφία. Η ικανότητα του είναι να… κοσκινίζει ανάμεσα στους παίκτες που του παρέχει το κλαμπ και να τους οργανώνει με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο.

Την περσινή σεζόν ο Ζαρντίμ ουσιαστικά πήρε την σωστή απόφαση σε όλα τα μεγάλα ζητήματα. Το να μετακομίσει μόνιμα τον Βραζιλιάνο Φαμπίνιο από το δεξί άκρο της άμυνας στα χαφ, ήταν ένα αριστούργημα. Η επιλογή του να χρησιμοποιήσει σαν εξτρέμ τους Μπερνάρντο Σίλβα και Τόμας Λεμάρ ενώ αμφότεροι προτιμούν να παίζουν κεντρικά, απέδωσε πάρα πολύ. Και βρήκε ένα τρόπο για να καλωσορίσει τον Ραδαμέλ Φαλκάο ξανά στο προσκήνιο έπειτα από δύο καταστροφικές σεζόν στην Αγγλία, ανανεώνοντας την καριέρα του Κολομβιανού στράικερ.

Ο Ζαρντίμ ήταν και γενναίος, επίσης. Ενθάρρυνε τους πλάγιους μπακ Τζιμπρίλ Σιντιμπέ και Μπέντζαμιν Μεντί να επιτίθενται, ακόμη και ταυτόχρονα, τόσο πολύ, κάτι που δεν θα έκαναν όλοι οι προπονητές. Ο Ζαρντίμ το έκανε και δικαιώθηκε με πολύ όμορφο τρόπό. Η απόφαση να δώσει στον Μπακαγιόκο θέση βασικού αντί του Ζοάο Μουτίνιο, μπορεί να μοιάζει προφανής τώρα αλλά δεν ήταν όταν ο Ζαρντίμ την πήρε πέρυσι.

Εχοντας καθιερώσει τον εαυτό του ως έναν από τους πιο απαιτητικούς προπονητές της Ευρώπης, το ερώτημα είναι: Και τώρα τι; Θα μείνει ο Ζαρντίμ στη Μονακό και θα χτίσει πάνω σε αυτούς τους 12 αξιοθαύμαστους μήνες ή θα αναζητήσει μια νέα πρόκληση στο εξωτερικό; Ετοιμάζεται ήδη για να διαδεχθεί τον Αρσέν Βενγκέρ μια μέρα, όπως λένε τα ρεπορτάζ;

Ο Ζαρντίμ πρόσφατα ανανέωσε το συμβόλαιο του με την Μονακό ως το 2020, αλλά παίζει ρόλο αυτό; Ολοι στο ποδόσφαιρο ξέρουν ότι τα συμβόλαια βασικά είναι απλά διαπραγματευτικά εργαλεία. Η μεταγραφική στρατηγική της Μονακό τα τελευταία χρόνια είναι να αγοράζει φθηνά και να τους πουλάει όταν είναι η σωστή στιγμή για ένα μεγάλο κέρδος. Δεν θα ήταν καθόλου έκπληξη να δούμε αυτή την στρατηγική να αφορά και τους προπονητές της στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον…

Mourinho

5. Ζοσέ Μουρίνιο

Τα τελευταία τρία χρόνια κατέκτησε την Premier League, το League Cup, το Europa League. Ο Special One πάντα βρίσκει τρόπους να δείξει ποιος είναι όταν τον έχουν ξεγραμμένο. Στην πρώτη του χρονιά στο Old Trafford, έκλεισε τη σεζόν δείχνοντας τρία δάχτυλα λίγο αφού είχε οδηγήσει την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σε θρίαμβο επί του Αγιαξ. Ο Μουρίνιο καταλαμβάνει μια περίεργη θέση στην προπονητική ιεραρχία. Αυτά που έχει κατακτήσει – 8 πρωταθλήματα σε 4 διαφορετικές χώρες – τον βάζουν ήδη ανάμεσα στους καλύτερους όλων των εποχών. Ομως η φήμη του χρειάζόταν μια… διόρθωση ύστερα από αυτό που συνέβη στη δεύτερη θητεία του στην Τσέλσι. Ο Πορτογάλος ξέρει πάντα πως θα εξελιχθεί το κάθετι στα media. Ακόμα και το περίφημο ξέσπασμα το 2004 στο Old Trafford σαν προπονητής της Πόρτο, σχεδιάστηκε για να στείλει ένα μήνυμα. Κάποιοι μπορεί να τον κριτικάρουν για το ότι τραβά τόσο πολύ τα βλέμματα και δεν αφήνει την ομάδα του να μιλήσει μέσα στο γήπεδο, όμως εκείνος παραμένει master στο είδος του.

Χάρισε στην Πόρτο τεράστιες ευρωπαϊκές επιτυχίες βασιζόμενος στην αμυντική σταθερότητα και περιμένοντας το λάθος του αντιπάλου. Αυτό ήταν κάτι που κράτησε σε όλη του την καριέρα μέχρι σήμερα αν και τα χρήματα που μπορούσε να διαθέσει για μεταγραφές αλλά και οι προσδοκίες, αυξήθηκαν. Αυτή τη σεζόν στη Γιουνάιτεντ δεν κατάφερε να κάμψει την αντίσταση μικρότερων ομάδων και παραχώρησε πολλές ισοπαλίες. Οταν όμως πρόκειται για τα μεγάλα ματς, ο Μουρίνιο επιστρέφει στο γνωστό του σύστημα.

Ο Μουρίνιο απαιτεί πίστη από τους παίκτες του και συνήθως τους την ανταποδίδει. «Είναι ο Special One επειδή νικά» είπε ο Πολ Πογκμπά στο τέλος της σεζόν. «Είναι ένας προπονητής που βρίσκεται πραγματικά πολύ κοντά στους παίκτες του. Προσωπικά, με καλωσόρισε, μιλήσαμε και είχα από την αρχή πολύ καλό feeling. Με εμπιστεύτηκε και με υπερασπίστηκε. Είναι όλα όσα ένας παίκτης χρειάζεται». Πολλοί προπονητές είναι σκληροί, όμως λίγοι όσο μπορεί να γίνει ο Μουρίνιο, κάτι που έδειξε στον Λουκ Σο.

«Πρέπει να προσαρμοστώ σε έναν νέο κόσμο και σε αυτό που οι νέοι παίκτες είναι σήμερα» είπε ο Πορτογάλος σε πρόσφατη συνέντευξη στο France Football. «Επρεπε να καταλάβω τη διαφορά από το να δουλεύω με ένα παιδί όπως ο Φρανκ Λάμπαρντ, που στα 23 ήταν ήδη άντρας, και με τα νέα παιδιά του σήμερα, που στα 23 είναι ακόμα παιδιά. Σήμερα τα αποκαλώ ‘αγόρια’ και όχι ‘άντρες’. Επρέπε να προσαρμοστώ. Πριν δέκα χρόνια, κανένας δεν είχε κινητό στα αποδυτήρια, αλλά πρέπει να το δεχθείς, δεν πρέπει να αφήνεις τον εαυτό σου σε άλλη εποχή».

Ενα πράγμα που έχει αλλάξει στον Μουρίνιο την τελευταία δεκαετία, είναι η συμπεριφορά του. Οταν πρωτοεμφανίστηκε, ήταν ο Special One και ένας νεαρός προπονητής. Τώρα, στα 54 του, φαίνεται απλά γκρινιάρης και κάποιες φορές αγενής, όμως έχει κάνει μια εκπληκτική καριέρα. Μετά την Πόρτο και την Τσέλσι κατέκτησε το Champions League με την Ιντερ αν και δεν κατάφερε να κάνει το ίδιο και με την Ρεάλ Μαδρίτης. Οι νεαροί παίκτες που ξεπετάγονται αλλάζουν ουσιαστικά το παιχνίδι και όπως φαίνεται ο Μουρίνιο έχει τον τρόπο να προσαρμοστεί και να συνεχίζει να κυριαρχεί…

4. Ντιέγκο Σιμεόνε

Ανέβασε τις προσδοκίες σε τέτοιο σημείο ώστε οτιδήποτε λιγότερο από τον απόλυτο θρίαμβο να μοιάζει με αποτυχία. Να ξέρετε όμως: Ο λαμπρός Σιμεόνε διατηρεί ακόμη την Ατλέτικο σε επίπεδο ώστε να παίζει ξύλο με την παραπάνω κατηγορίων κιλών. Ο κίνδυνος όταν κρίνεις τον Σιμεόνε είναι το γεγονός ότι -επειδή ανέβασε τόσο τον πήχη- οι λιγότερο πετυχημένες περίοδοι μπορούν λανθασμένα να θεωρηθούν περίοδοι αναποτελεσματικότητας ή ακόμη και αποτυχίας. Σίγουρα, τέτοιες λέξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να περιγράψουν την τελευταία σεζόν της Ατλέτικο Μαδρίτης. Τερμάτισαν αρκετά πίσω από Ρεάλ Μαδρίτης και Μπαρτσελόνα στο πρωτάθλημα, συγκεντρώνοντας 10 βαθμούς λιγότερους σε σχέση με πέρυσι. Διαλύθηκαν με 3-0 από την Ρεάλ στο Champions League. Δέχθηκαν περισσότερα γκολ. Δεν κατέκτησαν τίποτα.

Κι όμως, αυτή είναι μια απογοήτευση στο πλαίσιο της χρυσής εποχής που έχει δημιουργήσει ο Σιμόνε, μια ονειρεμένη χώρα στην οποία οι νόμοι που συνδέουν τα λεφτά με τα αποτελέσματα έχουν “ακυρωθεί”. Το εκπληκτικό, για πολύ καιρό έγινε συνηθισμένο. Στην πραγματικότητα, η υποχώρηση της Ατλέτικο ήταν ουσιαστικά αναπόφευκτη από την σεζόν που πάλεψαν για τον τίτλο και έχασαν στον τελικό του Champions League στα πέναλτι. Για σχεδόν όλους τους άλλους προπονητές, αυτή η σεζόν θα ήταν ακόμη επιτυχημένη. Το ερώτημα για τον Σιμόνε είναι τι ακολουθεί. Σε 6,5 χρόνια ο El Cholo κατέκτησε πρωτάθλημα, κύπελλο και Europa League, οδηγώντας την Ατλέτικο πέντε σερί φορές στο top-3 της La Liga. Το 2014 έγιναν πρωταθλητές μαζεύοντας 90 βαθμούς και ήταν και στον τελικό του Champions League. Υποχώρησαν το 2015, τερματίζοντας στην 3η θέση με 78 βαθμούς, πριν ανέβουν στους 88 βαθμούς και ξαναπαίξουν στον τελικό. Φέτος επέστρεψαν στους 78 βαθμούς.

Ο βασικός τους στόχος, πάντως, επιτεύχθηκε. Εχουν γίνει οι «best of the rest» πίσω από Ρεάλ και Μπαρτσελόνα και κόντραραν τους Καταλανούς στον ημιτελικό του κυπέλλου. Στην Ευρώπη, αποχαιρέτησαν επίσης στον ημιτελικό. Καθόλου άσχημα, υπολογίζοντας ότι η μισθοδοσία τους για το 2015-16 ήταν χαμηλότερη από Σουόνσι, Στόουκ και Σάντερλαντ. Την ίδια ώρα όμως, τα οικονομικά αποτρέπουν την Ατλέτικο από το να παλέψει για τους μεγάλους τίτλους τη νέα σεζόν. Ακόμη και ο 47χρονος Σιμεόνε δεν μπορεί να κάνει θαύματα συνεχώς και κάποια θέματα δείχνουν ότι η ομάδα φέτος θα δυσκολευτεί περισσότερο.

Το περσινό καλοκαίρι ήταν το πρώτο έπειτα από τέσσερα, στο οποίο δεν έχασαν κανέναν παίκτη-κλειδί, έχοντας προηγουμένως χρειαστεί να αντικαταστήσουν Φαλκάο (2013), Ντιέγκο Κόστα (2014) και Αρντά Τουράν (2015). Απέκτησαν, επίσης, τους Γκαμέιρο, Γκαϊτάν και Βρσάλικο. Τα αποτελέσματα όμως έπεσαν και ιδιαιτέρως ανησυχητικά ήταν οι δύο ήττες με 3-0 από την Ρεάλ, μία εντός για το πρωτάθλημα και μία εκτός για το Champions League, στις οποίες παραδόθηκαν με απρόσμενη ευκολία. Τακτικά, ο Σιμεόνε προσπάθησε να κάνει πιο επιθετική την ομάδα με τους επιθετικούς να παίζουν περιστασιακά στα άκρα. Η Ατλέτικο σκόραρε επτά περισσότερα γκολ σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν, αν και υπάρχουν ενδείξεις ότι θα έπρεπε να παραμείνει σε αυτό που κάνει καλύτερα, δυνατή άμυνα και αποτελεσματικές αντεπιθέσεις.

Επανήλθαν σε κάποιες από τις βασικότερες αξίες αυτού, μετά την ήττα με 3-0 από την Βιγιαρεάλ στα μέσα Δεκεμβρίου, χάνοντας μόλις δύο φορές και δεχόμενοι μόνο 13 γκολ στα επόμενα 23 ματς πρωταθλήματος. Αυτό είναι που θα προσπαθήσει να έχει τη νέα σεζόν ο Σιμεόνε. Αν τα καταφέρει ή όχι, θα πρέπει να περιμένουμε για να το δούμε. Θα υπάρξουν σημαντικές αλλαγές, όπως αυτή του γηπέδου. Υπάρχει, επίσης, απαγόρευση μεταγραφών μέχρι τον Ιανουάριο. Διάφοροι πιστοί στρατιώτες μεγαλώνουν ηλικιακά. Αμυντικοί όπως οι Χουανφράν, Ντιέγκο Γοδίν και Φιλίπε Λουίς είναι αρκετά πάνω από τα 30, ο αρχηγός Γκάμπι 34. Ολοι τους, συμβόλιζαν την αίσθηση της θυσίας και του κουράγιου που χαρακτήρισε το κλαμπ υπό τον Σιμόνε, ο οποίος έχει πει ότι ο μόνος τρόπος για να βρει άξιους αντικαταστάτες είναι να τους κλωνοποιήσει.

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν σημάδια αισιοδοξίας. Ο Αντουάν Γκριεζμάν φαίνεται ότι θα μείνει και, πάνω από όλα, ο Σιμεόνε δεσμεύθηκε ξανά ακυρώνοντας τις φήμες για αποχώρηση. «Αυτό το κλαμπ έχει μέλλον και το μέλλον είμαστε όλοι εμείς μαζί», είπε ο προπονητής στην τελευταία του συνέντευξη Τύπου, ανανεώνοντας έτσι την ελπίδα στους οπαδούς που ξέρουν ότι όσο αυτός είναι εκεί, όλα θα παραμένουν πιθανά.

3. Μασιμιλιάνο Αλέγκρι

Παρά τις σημαντικές αποχωρήσεις στα τρία χρόνια του στη Γιουβέντους, ο Μαξ Αλέγκρι οδήγησε εμπρός το κλαμπ και δύο φορές το έφερε μια ανάσα από το treble. Ηταν δύσκολο να φανταστείς πώς ο Αλέγκρι θα κατάφερνε να κάνει κάτι καλύτερο από την πρώτη του σεζόν στη Γιουβέντους. Εχοντας γίνει δεκτός στο προπονητικό κέντρο με αποδοκιμασίες και κάποια αυγά τον Ιούλιο του 2014, ο Λιβορνέζος κατάλαβε αμέσως ότι πρέπει να αποδείξει στους αμφισβητίες του ότι κάνουν λάθος. Η δυσαρέσκεια των τιφόζι των Μπιανκονέρι, πάντως, είχε περισσότερο να κάνει με την απώλεια του Αντόνιο Κόντε και λιγότερο με την πρόσληψη του διαδόχου του, ο οποίος αμέσως συνειδητοποίησε ότι η επιτυχία ήταν ο μόνος τρόπος για να κερδίσει τους οπαδούς.

Το 2014-15 οδήγησε την ομάδα όχι μόνο στο πρώτο της νταμπλ έπειτα από 20 χρόνια αλλά και στον τελικό του Champions League. Το πέτυχε όλο αυτό με μικρές προσθέσεις σε ένα ρόστερ που ο Κόντε δεν πίστευε ότι θα μπορούσε να είναι ανταγωνιστικό στο υψηλότερο επίπεδο της Ευρώπης. Ο Αλέγκρι μπορεί να είδε την ομάδα του να χάνει από την Μπαρτσελόνα στον τελικό, αλλά καθώς η σεζόν 2014-15 τελείωνε, μάλλον η μόνη του ανησυχία ήταν πώς θα ξανάχτιζε την ομάδα. Αντρέα Πίρλο, Αρτούρο Βιδάλ και Κάρλος Τέβες αποχώρησαν, για να τους ακολουθήσουν έπειτα από 12 μήνες οι Αλβαρο Μοράτα και Πολ Πογκμπά. Αντί για την κατάρρευση της Γιούβε όμως, ο προπονητής αντικειμενικά δημιούργησε ένα ακόμη πιο ισχυρό σύνολο, ένα τακτικά ευέλικτο γκρουπ που του επιτρέπει να επιλέγει σχήμα ανάλογα με τον αντίπαλο, ένα γκρουπ παράλληλα που συνεχίζει να κατακτάει τίτλους με εντυπωσιακή σταθερότητα.

Δύο ακόμη σεζόν στο τιμόνι, είχαν ως αποτέλεσμα ακόμη δύο νταμπλ ενώ φέτος η Κυρία ήταν ξανά στον τελικό του Champions League. Ηττήθηκε από την Ρεάλ Μαδρίτης αυτή τη φορά αλλά το 3-0 επί της Μπαρτσελόνα στον προημιτελικό έδειξε τι ακριβώς μπορεί να κάνει αυτή η ενσάρκωση της Γιουβέντους. Ηταν, απλά, η ανταμοιβή για τον άνθρωπο στον πάγκο. Ηδη ο μακροβιότερος προπονητής μετά την πρώτη θητεία του Μαρτσέλο Λίπι (1994-99), ο Αλέγκρι υπέγραψε νέο τριετές συμβόλαιο, το οποίο τον έκανε τον πιο ακριβοπληρωμένο προπονητή της Serie A. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να σταματήσουν τα σενάρια για Αρσεναλ και Παρί Σεν Ζερμέν, ενώ παράλληλα δίνει στους Mπιανκονέρι αυτή την σταθερότητα που τους έλειψε τα τελευταία επτά χρόνια, καθώς μόλις επτά παίκτες του ρόστερ ήταν στο κλαμπ πριν την πρόσληψη του Αλέγκρι.

Λίγοι μπορούν να τον κατηγορήσουν για το γεγονός ότι θέλει να μείνει χρόνια, με νέα ταλέντα όπως οι Αλεξ Σάντρο και Πάουλο Ντιμπάλα να αναδεικνύονται υπό τις οδηγίες του. Ολοι μιλούν με τα καλύτερα λόγια για τον άνθρωπο που τους έχει δώσει τόσα πολλά. «Ο Αλέγκρι αρχικά ήταν πολύ προσεκτικός μαζί μου, ήξερε ακριβώς τι έκανε», είπε πρόσφατα στη Mediaset Premium ο Ντιμπάλα: «Μου έδωσε αρκετό χρόνο ώστε να καταλάβω και να γνωρίσω καλύτερα το κλαμπ». Ακόμη και πιο μεγάλοι σε ηλικία και… σοφοί παίκτες εξεπλάγησαν με την επίδραση του Αλέγκρι όμως, με τον Πατρίς Εβρά -ο οποίος έχει δουλέψει με τον Αλεξ Φέργκιουσον- να δίνει… πληροφορίες από inside. «Ο Αλέγκρι είναι ένας άνθρωπος που μπορείς εύκολα να τον καταλάβεις αφού δεν του αρέσει να δουλεύει με ηλίθιους», είπε στη Gazzetta dello Sport ο Γάλλος: «Σου δείχνει τον δρόμο και το κατάλαβα πριν την ρεβάνς με την Μπορούσια στο Ντόρτμουντ, όταν μας έδειξε μία μέρα πριν ακριβώς όσα έγιναν μετά στον αγώνα. Ηταν απίστευτο, δεν το είχα ζήσει με κανέναν άλλο προπονητή».

Ο Αλέγκρι έχει ακολουθήσει τον δρόμο του Φέργκιουσον, στο πώς να ξαναφτιάχνεις μια ομάδα συνεχίζοντας να νικάς. Αυτό δεν είναι εύκολο, αντιθέτως, ίσως αξίζει ακόμη μεγαλύτερη αναγνώριση. Οπως το ίδιο ισχύει και για την ένταση και το πάθος που δείχνει, κάτι που πολλοί προσπερνούν αφού ο Αλέγκρι συχνά περιγράφεται ως ένας ευγενικός επαγγελματίας που συχνά δίνει διπλωματικές απαντήσεις σε δύσκολες ερωτήσεις. Παρ’ όλα αυτά, το να τον βλέπεις να ωρύεται στον πάγκο ακόμη και κατά των καλύτερων παικτών του για ένα μικρό λάθος, δείχνει ξεκάθαρα την φλογερή επίθυμία του για τελειότητα, η οποία κρύβεται κάτω από την φαινομενική ηρεμία του.

Οποιος έχει κάτσει κοντά στον πάγκο των γηπεδούχων στο Juventus Stadium μπορεί να καταθέσει ότι επί 90 λεπτά ακούει διάφορα… γαλλικά, με την προφορά της Τοσκάνης. Ακόμη και από τους τηλεοπτικούς δέκτες, μπορείς να ακούσεις το «Dai! Dai! Dai!» (πάμε, πάμε, πάμε) πάνω και από τον θόρυβο του πλήθους. Αυτό, όπως και η κατάκτηση τίτλων, είναι χαρακτηριστικό του Αλέγκρι. Και οι οπαδοί της Γιουβέντους εύχονται να συνεχιστούν και τα δύο για τουλάχιστον κάποια χρόνια ακόμη…

Zinedine Zidane

2. Ζινεντίν Ζιντάν

Είναι προπονητής για λιγότερο από δύο χρόνια και έχει κατακτήσει όσα Champions League έχουν οι Μουρίνιο, Φέργκιουσον και Γκουαρδιόλα. Ο Ζινεντίν Ζιντάν είναι ένα αίνιγμα. Και ένας winner. Υπάρχει μία αίσθηση στην Ρεάλ Μαδρίτης ότι δεν κατάκτησε χάρη σε αυτόν τους δύο τίτλους στο CL και το πρώτάθλημα Ισπανίας. Δεν έχει φέρει στο ποδόσφαιρο κάτι καινούριο, όπως έκανε ο Γκουαρδιόλα. Δεν επιβάλλεται όπως ο Φέργκιουσον, ούτε είναι τόσο σκληρός όπως ο Μουρίνιο. Κάποιοι λένε ότι είναι τυχερός και ότι έχει την ευλογία να έχει στα χέρια του top-class παίκτες. Σίγουρα, ο οποίοσδήποτε μπορεί να κάνει double με την Ρεάλ Μαδρίτης. Πριν τον Ζιντάν, οι Merengues δεν είχαν κάνει κάτι ανάλογο από το 1958. Εχοντας 18 μήνες στη δουλειά, έγινε ο πρώτος, μετά τον Αρίγκο Σάκι, που κατακτά δύο σερί φορές το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Κανένας δεν το είχε καταφέρει αυτό εδώ και 27 χρόνια. Οπότε ο Ζιντάν κάτι έκανε σωστά.

Ενα κομμάτι αυτή της αβεβαιότητας, έχει να κάνει με τις απαιτήσεις που υπάρχουν στην Ρεάλ. Ενα άλλο είναι ο ίδιος ο Ζιντάν. Ηρεμος και ταπεινός, είναι ο κύριος που θέλουν στην Ρεάλ, ενώ την ίδια στιγμή δεν θέλει να πάρει τα εύσημα ή να εξηγήσει την τακτική του. Οταν πήρε τη δουλειά τον Ιανουάριο του 2016 δεν είχε τίποτα να δείξει σαν προπονητής αλλά μόνο σαν σύμβουλος, διευθυντής και βοηθός προπονητή στον Κάρλο Αντσελότι. Το cv του είχε επίσης μια καταστροφική σεζόν με την Castilla. Τώρα ο Ζιντάν έχει στα χέρια του καλύτερους παίκτες. Αυτό που χρειάζονται δεν είναι ένας στρατηγός αλλά κάποιος που θα κρατήσει τα πράγματα στη σωστή ισορροπία. Ενας ψυχολόγος και διπλωμάτης που καταλαβαίνει τι γίνεται στα αποδυτήρια και τη δύναμική που υπάρχει εκεί μέσα.

Οι ενδείξεις ήρθαν αμέσως. Ο Ζιντάν έλαμψε μπροστά στις κάμερες, διατήρησες την παράδοση του συλλόγου να παίζει επιθετικό ποδόσφαιρο και να κατακτά μεγάλους τίτλους. Σαν πολιτικός, είπε τα πράγματα που ο κόσμος ήθελε να ακούσει. Αντίθετα με έναν πολιτικό, κράτησε τις υποσχέσεις του. Το ταλέντο του, φάνηκε τη δεύτερη σεζόν. Στους πρώτους του έξι μήνες, το club απλά πήρε ώθηση μετά την αποχώρηση του Ράφα Μπενίτεθ. Η αλλαγή έπαιξε τον ρόλο της, όπως και η τύχη. Ομως ο Ζιζού κατάφερε να φέρει ισορροπία στο club παίρνοντας αποτελέσματα. Οταν η Ρεάλ βρισκόταν πίσω, η never-say-die νοοτροπία κράτησε την ομάδα ενωμένη και ήρεμη. Η πνευματική δύναμη ήταν το πιο σημαντικό μυστικό του Γάλλου, ο οποίος κράτησε από τον Κάρλο Αντσελότι το ότι η σχέση με τους παίκτες είναι το πιο σημαντικό πράγμα σε μία ομάδα. Και στην Ρεάλ, όσο πιο καλά πηγαίνει αυτό, τόσο πιο μακριά θα σε πάει μια ομάδα γεμάτη ταλέντο.

Ο Ζιντάν έδειξε επίσης ότι μπορεί να έφαρμόσει μεγάλο rotation. Κανοντας ακόμα και εννιά αλλαγές, άφησε τη δεύτερη ομάδα για να παίζει τους αγώνες εντός των συνόρων και νίκησε αντιπάλους όπως Ατλέτικο, Μπάγερν, Γιουβέντους στο Champions League. Το πιο σημαντικό πράγματα στον σχεδιασμό του ήταν η απόφαση να ξεκουράσει τον Κριστιάνο Ρονάλντο στο φινάλε της σεζόν 2016-17, κάτι που έφερε 16 γκολ στα τελευταία 10 παιχνίδια από τον Πορτογάλο. Στην πορεία έγινε σαφές ότι ο Ζιζού έχει προσαρμόσει το στιλ του στον Αντσελότι.

Ισως επίσης μοιάζει στον Βιθέντε Ντελ Μπόσκε, ο οποίος επίσης κατέκτησε με τους Blancos δύο Champions League. Οπως ο Ζιντάν, ο Ντελ Μπόσκε ήταν πρώην μέσος της Ρεάλ και πρώην προπονητής της Castilla. Οπως ο Ζιντάν, είχε στα χέρια του μια ομάδα με Galacticos και έκανε τα πράγματα να μοιάζουν εύκολα. Οταν ο Ντελ Μπόσκε αποχώρησε το 2003, η Ρεάλ δεν κατέκτησε τίποτα τα επόμενα τρία χρόνια και μόνο τότε εκτίμησαν όλοι τη δουλειά που έκανε. Κάτι ανάλογο δεν χρειάζεται να γίνει με τον Ζιντάν για να πάρει αυτά που του αξίζουν…

1. Αντόνιο Κόντε

Απέδειξε ότι μπορεί να προπονήσει σε διαφορετικές χώρες, σε διάφορα επίπεδα, να κερδίσει ανόδους, να κατακτήσει τίτλους και να πετύχει μεγάλες νίκες σε διεθνές επίπεδο. Ο Αντόνιο Κόντε είναι στα καλύτερα του. Ο Ιταλός έδειχνε μια μπερδεμένη φιγούρα σε κάποιες από τις συνεντεύξεις Τύπου προς το τέλος της σεζόν. Κάθε εβδομάδα, ο Κόντε έμπαινε στην αίθουσα Τύπου του προπονητικού κένρου Cobham από μια πλαϊνή πόρτα και για 20 λεπτά ή κάτι παραπάνω δεχόταν ένα βομβαρδισμό ερωτήσεων από τους Αγγλους δημοσιογράφουφους, οι οποίοι έκαναν διάφορες περίεργες ερωτήσεις σε μια προσπάθεια να βγάλουν ειδήσεις. 

Δεν μπορείς να κατηγορήσεις τους δημοσιογράφους για το γεγονός ότι ρωτούσαν τα πάντα. Οσο πλησίαζε στο τέλος της η σεζόν 2016-17, άλλωστε, ο Κόντε είχε απαντήσει τέλεια όλες τις ποδοσφαιρικές ερωτήσεις. Ο 47χρονος ήταν εκληκτικά επιτυχημένος με τη Γιουβέντους φυσικά και έκανε εντυπωσιακή δουλειά με μια σχετικά ατάλαντη Ιταλία για το Euro 2016. Αλλά όταν ένα μεγάλο όνομα από το εξωτερικό έρχεται στην Αγγλία, υπάρχει πάντα το θέμα του αν θα τα καταφέρει με τη μοναδική ατμόσφαιρα της Premier League.

Απέδειξε ότι μπορεί να προπονήσει σε διαφορετικές χώρες, σε διάφορα επίπεδα, να κερδίσει ανόδους, να κατακτήσει τίτλους και να πετύχει μεγάλες νίκες σε διεθνές επίπεδο. Ο Αντόνιο Κόντε είναι στα καλύτερα του. Ο Ιταλός έδειχνε μια μπερδεμένη φιγούρα σε κάποιες από τις συνεντεύξεις Τύπου προς το τέλος της σεζόν. Κάθε εβδομάδα, ο Κόντε έμπαινε στην αίθουσα Τύπου του προπονητικού κένρου Cobham από μια πλαϊνή πόρτα και για 20 λεπτά ή κάτι παραπάνω δεχόταν ένα βομβαρδισμό ερωτήσεων από τους Αγγλους δημοσιογράφουφους, οι οποίοι έκαναν διάφορες περίεργες ερωτήσεις σε μια προσπάθεια να βγάλουν ειδήσεις. 

Δεν μπορείς να κατηγορήσεις τους δημοσιογράφους για το γεγονός ότι ρωτούσαν τα πάντα. Οσο πλησίαζε στο τέλος της η σεζόν 2016-17, άλλωστε, ο Κόντε είχε απαντήσει τέλεια όλες τις ποδοσφαιρικές ερωτήσεις. Ο 47χρονος ήταν εκληκτικά επιτυχημένος με τη Γιουβέντους φυσικά και έκανε εντυπωσιακή δουλειά με μια σχετικά ατάλαντη Ιταλία για το Euro 2016. Αλλά όταν ένα μεγάλο όνομα από το εξωτερικό έρχεται στην Αγγλία, υπάρχει πάντα το θέμα του αν θα τα καταφέρει με τη μοναδική ατμόσφαιρα της Premier League.

Πηγή: Gazzetta – Four Four Two

Pin It on Pinterest

Shares
Share This