Επιλογή Σελίδας

Του Θοδωρή Τσούτσου

Το θέμα για το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν είναι πια η 4η Ιουλίου 2004. Αλλά πόσες 4 Ιουλίου έχουν περάσει από τότε.

Για την ακρίβεια, με τη σημερινή, είναι πια 13. Το “με τη σημερινή” το σημειώνουμε και λίγο καταχρηστικά. Εκτός αν πιστεύει κανείς ότι σήμερα θα αλλάξει κάτι για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Εδώ δεν άλλαξε τότε. Πότε; Οταν αυτό λόγω ενός μάγκα Γερμανού και μιας γενιάς ποδοσφαιριστών που θα πρέπει να μνημονεύονται για πάντα βρέθηκε ξαφνικά στην κορυφή της Ευρώπης.

Είναι πολύ κλισέ να λέμε ότι “από τότε δεν έγινε τίποτα”. Είναι κλισέ, αλλά είναι και λάθος. Διότι έγινε. Για την ακρίβεια έγιναν. Ολα πολύ χειρότερα. Η πραγματικότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι αυτή. Αν κάποιος έπιανε τα καλοκαίρια από τότε μέχρι και τώρα, όλα όσα ακολούθησαν την επιτυχία του 2004, θα τον έπιανε το στομάχι του.

Πιθανότατα αυτό θα “έπαθαν” και κάποιοι χιλιάδες, από εκείνους που στην πορεία, από το 2004 μέχρι και σήμερα, χάθηκαν από το ελληνικό ποδόσφαιρο. Από εκείνο, που από τότε, σε τι έκανε έστω και ένα βήμα μπροστά. Εστω να έμενε στάσιμο, εκεί γύρω στο 2004. Καλύτερο ήταν.

Γήπεδα και πάλι δεν είχε βέβαια, αλλά υπήρχε πια το νέο Καραϊσκάκη, το νέο Καυτανζόγλειο, είχαν χτιστεί το Πανθεσσαλικό, το Παμπελοποννησιακό, το Παγκρήτιο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Σε ποια κατάσταση βρίσκονται πια αυτά τα γήπεδα το διαπιστώσαμε όταν “ψαχτήκαμε” για να δούμε πού θα διεξαχθεί ο φετινός τελικός Κυπέλλου. Οχι μόνο δεν φτιάξαμε άλλα γήπεδα, λοιπόν, αλλά και “χαλάσαμε” αυτά που είχαμε…

Τότε, η Super League δεν είχε μείνει χωρίς κεντρικό χορηγό για τόσο μεγάλο διάστημα. Και το συνδρομητικό κανάλι που έχει την κεντρική διαχείριση των τηλεοπτικών δεν έκανε μειώσεις, αλλά έκανε αυξήσεις. Πιθανότατα διότι τότε, μία αγωνιστική του κορυφαίου πρωταθλήματος της χώρας, όσοι δηλαδή πήγαιναν σε αυτούς τους οχτώ αγώνες μπορούσαν να γεμίσουν ένα ΟΑΚΑ. Στο φετινό πρωτάθλημα δεν το έκαναν ούτε μία φορά!

Θέλετε να μιλήσουμε για το δικαστικό ρεπορτάζ της εποχής και για αυτό των ημερών μας; Πόσο μεγάλη “ανάπτυξη” αυτό έχει; Να μιλήσουμε για τη βία στα γήπεδα; Διότι αν το κάνουμε θα πρέπει να “χαθούμε” στο μέτρημα για το πόσες αγωνιστικές κεκλεισμένων των θυρών έχουν συνολικά οι τέσσερις “μεγάλοι” για τη νέα σεζόν. Και αυτό δεν είναι αποτέλεσμα μόνο των ποινών που έχουν γίνει πιο σκληρές, αν αναλογιστεί κανείς τα παραπτώματα με τα οποία τιμωρήθηκαν…

Ή μήπως να μιλήσουμε για μεταγραφικές επενδύσεις; Διότι εκείνο το καλοκαίρι, του 2004, ερχόταν στην Ελλάδα ο Ριβάλντο. Ξανά… Ο Ριβάλντο. Τέσσερα χρόνια αργότερα, χρόνια “προόδου” λόγω Euro 2004, έφευγε έχοντας στην καμπούρα του το πρωτάθλημα του Βάλνερ. Πέρασαν, λοιπόν, από εκείνο το καλοκαίρι άλλα 13, μαζί με το φετινό που είναι στα φόρτε του (με τέτοιο καύσωνα). Το στο καλό τα κάναμε;

Θα πει κανείς, δεν είναι ημέρα για γκρίνια. Για το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν είναι απλά η κατάλληλη ημέρα για γκρίνια, αλλά και για οργή. Για τσαντίλα. Προς όλους εκείνους που το “αφέντεψαν” μέχρι και σήμερα και δεν κατάφεραν όχι να αξιοποιήσουν εκείνη την επιτυχία, αλλά να “χαντακώσουν” (βαριά λέξη αλλά όχι άτοπη) το ίδιο το προϊόν τους. Ας αναλογιστούμε μόνο τι έχει “κατεβάσει” το ξερό μας το κεφάλι για αυτούς τους 23, για όσους τελοσπάντων από εκείνους, προσπάθησαν να ανακατευτούν με το ποδόσφαιρο.

Για την Εθνική μας είναι που πρέπει να ξεχωρίζουμε την κουβέντα μας σε σχέση με το ελληνικό ποδόσφαιρο ως σύνολο. Διότι, αν πράγματι θέλουμε να μιλήσουμε για τα καλοκαίρια από το 2004 μέχρι και σήμερα, μπορούμε να θυμηθούμε κάποια. Τα δύο που το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα ήταν στα Μουντιάλ (2010, 2014). Τα άλλα δύο που ήταν σε Euro (2008, 2012). Τότε που έφτανε μέχρι τους “8” της Ευρώπης ή τους “16” του κόσμου. Για την Εθνική μας, λοιπόν, ναι. Δεν είναι κατάλληλη μέρα για να γκρινιάζουμε. Ειδικά από τη στιγμή που έχουμε άλλες 364 για να το κάνουμε…

Πηγή: Σπορ FM

Pin It on Pinterest

Shares
Share This