Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

Η εικόνα της Εθνικής Νέων στο πρώτο τριήμερο του μικρού Ευρωμπάσκετ, στα Χανιά, ήταν μία ευχάριστη έκπληξη. Δεν αναφέρομαι στις νίκες ούτε στην ισοπεδωτική διαφορά από τους –ούτως ή άλλως αδύναμους- αντιπάλους του Σαββατοκύριακου.

Περισσότερο με ενδιαφέρει η πρόοδος των παικτών σε αυτό το κρίσιμο ηλικιακό (από τα 18 στα 20), αλλά και η αγωνιστική φυσιογνωμία μίας ομάδας που πιθανότατα θα κληθεί να φορέσει τα παπούτσια της Εθνικής Ανδρών, όταν οριστικοποιηθεί το σχίσμα.

Τον Νοέμβριο θα στελεχώσουν την «επίσημη αγαπημένη» όχι ο Πρίντεζης, ο Καλάθης και ο Σλούκας, αλλά ο Χαραλαμπόπουλος, ο Κόνιαρης και ο Χρηστίδης. Τα παράπονά σας στον Μπερτομέου και στον Μπάουμαν.

Τους περισσότερους από τους νεαρούς διεθνείς είχα να τους δω από το καλοκαίρι του 2016, αν όχι του 2015. Φοβόμουν δείγματα στασιμότητας, αν όχι οπισθοχώρησης.

Ωστόσο, παρατήρησα το ακριβώς αντίθετο. Ακόμα και παίκτες εξόριστοι στην άκρη του πάγκου ομάδων της Α1 (αν όχι στην κερκίδα) φαίνεται να ωριμάζουν με γρήγορο ρυθμό, σωματικά και πνευματικά.

Η γκρίνια και η απαξίωση είναι ένα εύκολο κλισέ, αλλά δεν είναι πια πολλοί αυτοί που σπαταλούν τον χειμώνα ανενεργοί. Ιδίως όταν απομακρυνθεί κάποιος από το δίπολο Παναθηναϊκού-Ολυμπιακού.

Ο παίκτης που με εντυπωσίασε περισσότερο στο ξεκίνημα του Ευρωμπάσκετ U20 (με την προφανή εξαίρεση του Χαραλαμπόπουλου) είναι ο Αντώνης Κόνιαρης. Εάν έπρεπε να πάρω κάποιον από τη Νέων και να τον μεταγγίσω άμεσα στην Ανδρών, θα διάλεγα αυτόν.

Οι πληροφορίες που διέρρεαν πριν από 1-2 χρόνια από τα ενδότερα του Παναθηναϊκού επέμεναν ότι ο μικρός «έμεινε πολύ πίσω» μετά τον σοβαρό τραυματισμό του, αγωνιστικά και ψυχολογικά.

Η αποδέσμευσή του, το 2016, έμοιαζε να δικαιώνει εκείνες τις φήμες. Ωστόσο, ο Κόνιαρης πήγε στον ΠΑΟΚ, παρέλαβε αμέσως φανέλα βασικού και διέψευσε στην πράξη τις δυσοίωνες προβλέψεις, σε 16 λεπτά μέσης συμμετοχής.

Μετά από έναν χρόνο δουλειάς στα χέρια του Σούλη Μαρκόπουλου, αναδείχθηκε κορυφαίος νέος παίκτης της Α1 (με ισχνό, πάντως, ανταγωνισμό) και επέστρεψε στις Εθνικές ομάδες …σαν καινούριος.

Το κορμί του είναι ασυνήθιστα δυνατό και τον κάνει να δείχνει ψηλότερος από τα 1μ91 του. Η άμυνά του απέναντι σε συνομηλίκους μαρτυρά αμέσως παίκτη που έχει συνηθίσει να μαρκάρει Αμερικανούς και 30άρηδες στο ελληνικό πρωτάθλημα και στην Ευρώπη.

Επειδή εδώ είναι Ελλάδα και όχι Ιταλία, εμένα με ξετρελαίνουν οι ρωμαλέοι γκαρντ που μπορούν να συσσωρεύσουν σε ένα διήμερο 10 κλεψίματα, 11 ασίστ και 9 ριμπάουντ. Το σκοράρισμα δεν είναι το καλύτερό του, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να φορτώσει το καλάθι των Γερμανών με 17 πόντους (και 100% ευστοχία) απόψε.

Η προσήλωση στην άμυνα και στην ομαδική δουλειά είναι η ζωντανή κληρονομιά του Δημήτρη Διαμαντίδη, δίπλα στον οποία προπονήθηκε ο Κόνιαρης επί μία διετία. Κάτι μου λέει ότι ο Παναθηναϊκός θα μετανιώσει για την αποδέσμευση του μικρού.

Ο Βασίλης Μουράτος πήγε στον Ολυμπιακό το ίδιο καλοκαίρι της μεταγραφής του Κόνιαρη στον απέναντι «αιώνιο». Με πενταετές συμβόλαιο και αυτός.

Οι προπονήσεις του δίπλα στον Σπανούλη τον βοήθησαν να ραφινάρει το επιθετικό του ρεπερτόριο και να αποκτήσει αυτοπεποίθηση, χωρίς να κρύβεται στην άμυνα. Η πρόοδός του, σε σύγκριση με το 2015, είναι οφθαλμοφανής.

Υπάρχει, όμως, μία υποσημείωση. Ο Μουράτος έπαιξε πέρυσι δανεικός στην Α2, με τη φανέλα του Ψυχικού: 12,9 πόντοι σε 26 λεπτά συμμετοχής.

Θα πρέπει άραγε να θεωρήσουμε σημαντικότερη τη διετή θητεία των δύο νεαρών άσων σε Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό, με τις δυνατές προπονήσεις και τους ασυναγώνιστους συμπαίκτες (και προπονητές), ή τη μία σεζόν του απογαλακτισμού;

Νομίζω ότι η αλήθεια κρύβεται κάπου στη μέση. Ο Πρίντεζης και ο Σλούκας πάτησαν το γκάζι όταν δόθηκαν δανεικοί σε Ολύμπια και Άρη, αλλά η προίκα που απέκτησαν από τις προπονήσεις του Ολυμπιακού αποτέλεσε ανεκτίμητο υπόβαθρο.

Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος γίνεται ολοένα καλύτερος, χωρίς να παίζει πολύ στον Παναθηναϊκό. Θα εκπλαγώ πολύ αν δεν φτάσει σε διψήφιο μέσο όρο πόντων τη νέα περίοδο, με τη φανέλα τρίτης ομάδας.

Ο Μιχάλης Λούντζης δεν βρίσκει χρόνο συμμετοχής στους «πράσινους», αλλά η σιγουριά που απέκτησε κυνηγώντας τον Καλάθη στις προπονήσεις βγάζει μάτι, όπως και η μυική του ανάπτυξη.

Στο ίδιο μήκος κύματος κυμαίνονται οι απαντήσεις του Γιώργου Παπαγιάννη, όποτε καλείται να τοποθετηθεί για το φαινομενικά άγονο (αλλά οικονομικά προσοδοφόρο) πέρασμά του από τον Παναθηναϊκό.

Από την άλλη, ο Ντίνος Μήτογλου και ο Τάιλερ Ντόρσεϊ έφτασαν σε τρυφερή ηλικία ως την Εθνική Ανδρών (και στο κατώφλι του ΝΒΑ), ακριβώς επειδή παίζουν βασικοί σε αμερικανικά κολέγια. Τι παραπάνω θα είχαν να περιμένουν από κάποια ελληνική ομάδα, μεγάλη ή λιγότερο μεγάλη;

Ο Βασίλης Χρηστίδης και ο Δημήτρης Φλιώνης τρύπωσαν στο «rotation» της ανδρικής ομάδας του Άρη και παίζουν ήδη με την καθαρή ματιά του συγκριτικά έμπειρου, όπως και ο Σκουλίδας, εκλεκτό μέλος του κιτρινόμαυρου παιδομαζώματος της ΑΕΚ (μαζί με Λαρεντζάκη, Τσαλμπούρη, Μωραϊτη κ.α.).

Δανεικοί από τον Άρη στους Μαχητές Δόξας Πεύκων, οι Δίπλαρος-Τάταρης έφτιαξαν το δικό τους δίδυμο στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης. Οι  Μιλεντίγιεβιτς, Αγραβάνης, Καρράς προπονούνται (και πότε πότε παίζουν) δίπλα σε «δασκάλους» επιπέδου Παπαμακάριου, Κυρίτση, Καυκή στον Δούκα.

Το παρκέ της Α2 μπορεί να φιλοξενεί δεκάδες «δεινόσαυρους», αλλά μια στο τόσο αφήνει χώρο και για τους φερέλπιδες πιτσιρικάδες. Μακάρι να υπήρχε τρόπος να αγωνιζόταν σύσσωμη σε αυτή την κατηγορία η Εθνική Νέων, στο πρότυπο του παινεμένου γαλλικού INSEP…

Η Εθνική ομάδα U20 που αγωνίζεται στην Κρήτη παίζει και ωραίο, σύγχρονο μπάσκετ, με ασφυκτική πίεση στους αντίπαλους γκαρντ, αλληλοβοήθειες, διάβασμα, ποσταρίσματα, pick’n’roll, ομοιογένεια, πλουραλισμό και χειμάρρους φαιάς ουσίας.  

Αδιαφορώ αν το κοντέρ γράφει 90 πόντους στην επίθεση, αλλά πανηγυρίζω με τα 44άρια και τα 48άρια των αντιπάλων απέναντι στη δική μας άμυνα. Οι Γερμανοί έμειναν σχεδόν 10 λεπτά χωρίς καλάθι από τη στιγμή που προηγήθηκαν με 11 πόντους. 

Δεν με καίει να βλέπω βροχή τριπόντων, αλλά 12,3 κλεψίματα και 19,6 ασίστ. Κορμιά δεν υπάρχουν, ιδίως στο “4”, αλλά η ομαδική δουλειά μετριάζει το πρόβλημα των ριμπάουντ.

Αυτή, μαζί με το πατροπαράδοτο «refuse to lose», είναι η πεμπτουσία της «ελληνικής σχολής», η μοναδική συνταγή που μπορεί να κρατήσει τις ομάδες μας στον αφρό, τώρα που έρχεται χαμηλό βαρομετρικό στην Ευρώπη.

Εκτός αν περιμένει κάποιος από την Εθνική Ανδρών να παίξει run and gun στο Ευρωμπάσκετ, οπότε καλύτερα να παρατήσουμε τις μπάλες και τα μολύβια και να αφιερώσουμε τον Σεπτέμβρη σε διακοπές…

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This