Επιλογή Σελίδας

Του Κώστα Κεφαλογιάννη

Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο αγαπάει την Ελλάδα.  Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία. Το έχει δείξει πολλές φορές και με πολλούς τρόπους, θα συνεχίσει να το δείχνει (ευελπιστώ) και στο μέλλον, παρά τον άκομψο χειρισμό της υπόθεσής του τόσο από τον ίδιο όσο και από την ΕΟΚ.

Και η Ελλάδα, όμως, από τη στιγμή που  έστω και καθυστερημένα, αγάπησε τον Γιάννη, το έκανε με τον γνωστό, παράφορο τρόπο της, δίχως μέτρο και δίχως φρένο.  Ειδικά την περασμένη σεζόν, με αφορμή τις εξαιρετικές εμφανίσεις του, την ψηφοφορία για το All – Star Game και την εκτόξευση της μετοχής του στο παγκόσμιο μπασκετικό star – system, στην χώρα μας επικράτησε σχεδόν υστερία: Όλοι αποθέωναν τον Γιάννη!  

Η υπερβολή αυτή είχε εξήγηση βεβαίως. Ο Αντετοκούνμπο λειτούργησε ερήμην του σαν πιστοποιητικό δημοκρατικών (προοδευτικών) φρονημάτων.  Αντί να βρίζεις την Χρυσή Αυγή, έγραφες ύμνους για τον Γιάννη στα social media και έτσι άπαντες μπορούσαν να διαπιστώσουν πόσο ανοιχτόμυαλος και αντιφασίστας είσαι.

Δεν το κατακρίνω, άλλωστε σε κάποιο βαθμό το έχω κάνει κι εγώ. Θεωρούσα και θεωρώ ότι ο Αντετοκούνμπο είναι το θετικότερο δημόσιο πρόσωπο που ανέδειξε η Ελλάδα στα χρόνια της κρίσης.   Ένα ιδανικό πρότυπο για τα παιδιά από κάθε άποψη.  Και ταυτόχρονα το απαραίτητο ανάχωμα στην επέλαση της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού. 

Με τον δημόσιο λόγο να έχει παραδοθεί πια ολοσχερώς στην κυνική όσο και αφοπλιστική βιαιότητα της απροκάλυπτης ασχήμιας, το νεοναζιστικό μόρφωμα του Μιχαλολιάκου να αποτελεί σταθερά την τρίτη πολιτική δύναμη της χώρας, με την καλπάζουσα  ανεργία να δημιουργεί καθημερινά καινούργια αποθέματα απελπισίας και  μίσους και με πολιτικούς έτοιμους να σπεκουλάρουν σε όλα τα παραπάνω, να επενδύσουν σε διχαστικές ρητορικές και να επαναφέρουν ακόμα και εμφυλιακά διλλήματα στο τραπέζι προκειμένου να πετύχουν τους σκοπούς τους (να παραμείνουν ή να κατακτήσουν την καρέκλα), ο Αντετοκούνμπο υπήρξε το πιο ηχηρό επιχείρημα απέναντι στην χυδαιότητα της εποχής μας.

Ένα χαμογελαστό παιδί της παγκοσμιοποίησης που κατάφερε χάρις στην αγάπη και την στήριξη της οικογένειάς του, λίγων καλών φίλων, τη δική του, σκληρή δουλειά, το ταλέντο και την τύχη να ξεχωρίσει και να γίνει αστέρι παγκοσμίου βεληνεκούς.

Ένας χαμογελαστός Έλληνας, διαφορετικής απόχρωσης, που έλεγε πάντα τα σωστά πράγματα και έστελνε με την στάση του, το πιο αποτελεσματικό μήνυμα  υπέρ της διαφορετικότητας, της συνύπαρξης, υπέρ της αγάπης! Μόνο αυτός τα τελευταία χρόνια κατάφερε να ακουστεί τόσο δυνατά,  να φτάσει ως τον πυρήνα της διαβρωμένης και τσακισμένης ελληνικής κοινωνίας. 

Ήταν μεγάλο το βάρος που του φορτώσαμε; Πιθανόν.  Ήταν περισσότερο ενδεικτικό της δικής μας απελπισίας, παρά της δικής του επιθυμίας; Σαφώς. Το άντεχε; Έτσι έδειχνε.  Του άρεσε; Τελευταία, νομίζω πως ναι! Δεν μίλησε ποτέ πολιτικά ο Γιάννης, όμως κάθε δημόσια παρουσία του είχε πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις και το ήξερε καλά. Στην αρχή της καριέρας του ήταν διστακτικός. Φέτος όμως έδειχνε να έχει αντιληφθεί και σε κάποιο βαθμό να απολαμβάνει αυτόν τον ρόλο. Τον ρόλο του συμβόλου. Όλες του οι δηλώσεις, η ομιλία του στο Ίδρυμα Ωνάση, ακόμα και οι διαφημίσεις στις οποίες πρωταγωνίστησε, φανέρωναν έναν άνθρωπο ώριμο, συνειδητοποιημένο και έτοιμο να γίνει ο καλύτερος πρεσβευτής της Ελλάδας στο εξωτερικό  – και στο εσωτερικό. 

Η απόφασή του (ή η απόφαση της ομάδας, την οποία αποδέχτηκε) να μην αγωνιστεί στο Ευρωμπάσκετ είναι μια απόφαση απολύτως σεβαστή.  Δεν μπαίνω επίτηδες στην συζήτηση για την σοβαρότητα του τραυματισμού του Αντετοκούνμπο. Με βάση τα ρεπορτάζ είναι σίγουρα υπαρκτός και κατά πάσα πιθανότητα όχι απαγορευτικός για την παρουσία του στο Ευρωμπάσκετ. Το μέγεθος του ενδεχόμενου ρίσκου αποτελεί το μόνο ουσιαστικό ερωτηματικό σε ετούτη την ιστορία. Μικρό ή μεγάλο πάντως, οι Bucks δεν ήθελαν να το πάρουν.  Και ο Γιάννης πρόθυμα ή απρόθυμα υπάκουσε.

Η συντριπτική πλειονότητα των επαγγελματιών αθλητών θα έκανε στην θέση του του ακριβώς το ίδιο. Ουδείς ψόγος, λοιπόν,  για τον αθλητή Αντετοκούνμπο.  Και ασφαλώς θα συνεχίσουμε να τον αγαπάμε και να χαιρόμαστε με τα κατορθώματα του στο ΝΒΑ. Όπως και για οποιονδήποτε άλλον Έλληνα μπασκετμπολίστα. 

Αλλά ο Γιάννης δεν ήταν ο οποιοσδήποτε Έλληνας μπασκετμπολίστας. Δεν ήταν καν ο καλύτερος Έλληνας μπασκεμπολίστας.  Ήταν κάτι παραπάνω από αυτό.  Θέλαμε να είναι κάτι παραπάνω από αυτό.  Χρειαζόμασταν να είναι κάτι παραπάνω από αυτό.  Χρειαζόμασταν ένα σύμβολο. Και νομίζαμε ότι το είχαμε βρει. Μέχρι να έρθει η σύγκρουση με την πραγματικότητα των παχυλών συμβολαίων, των χορηγών και  του στυγνού επαγγελματισμού για να μας προσγειώσει…

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This