Επιλογή Σελίδας

Επιμέλεια, Νίκη Μπάκουλη

Η γαλλική εφημερίδα Equipe (των 286.000 πωλήσεων το έτος 2017 και των 100.000.000 “επισκέψεων” στο site) του αφιέρωσε το πρωτοσέλιδο, ανήμερα της ανάδειξής του σε Παγκόσμιο πρωταθλητή judo, για 9η φορά. Παρεμπιπτόντως, έπαιζε η εθνική ποδοσφαίρου στα προκριματικά του 2018 FIFA World Cup και αυτή του μπάσκετ στο Eurobasket. Ο Teddy Riner ωστόσο, πέτυχε κάτι που δεν είχε προηγούμενο και δύσκολα θα ‘χει επόμενο. Για αυτό και κρίναμε πως ήλθε η ώρα να γνωριστούμε.

Ο παγκόσμιος αθλητισμός είναι γεμάτος με μεγάλα ονόματα. Ελάχιστοι όμως, έχουν καταγραφεί ως θρύλοι. Έχουν κυριαρχήσει στο χώρο τους, έχουν αγαπηθεί, έχουν γίνει αντικείμενο θαυμασμού και… αιτία φόβου -ισόποσα. Ακόμα πιο λίγοι έχουν αλλάξει το άθλημα τους, το ‘χουν περάσει στο επόμενο επίπεδο. Ένας είναι ο Muhammed Ali, στην πυγμαχία. Άλλος ο Usain Bolt, στους αγώνες της “μιας ανάσας” -ου μην του στίβου γενικότερα. Σε αυτό το κλειστό κλαμπ ανήκει και ο Michael Jordan. Ε, ο Teddy Riner είναι ο βασιλιάς του judo.

Σε αφιέρωμα που του έκανε μεγάλο αμερικανικό μέσο (edition.cnn.com) τον είχαν συστήσει  ως “Judo’s history-making man mountain”. Δηλαδή ο άνθρωπος-βουνό που γράφει ιστορία στο judo. Όπου “judo”, η παιδαγωγική μέθοδος που είχε ανακαλύψει ο Ιάπωνας Kanō Jigorō (αθλητής και παιδαγωγός) το 1882, για σωματική, πνευματική και ηθική εξέλιξη. Σε ό,τι αφορά το “βουνό” που τοποθετήθηκε δίπλα στο όνομα του Teddy Riner, στον τίτλο του αφιερώματος που σου είπα, το λες και… ρεαλιστικό χαρακτηρισμό, αν σκεφτείς πως ο Teddy Riner έχει ύψος 2.03 και είναι 140 κιλά. Στον πάγκο σηκώνει 230 κιλά και υπάρχουν και αποδείξεις.

Όταν πατά το πόδι του στο tatami γίνεται ο πιο επιθετικός αθλητής πολεμικών τεχνών που έχεις δει. Όταν τελειώνει το ματς γίνεται ο “Teddy Bear”, παρατσούκλι που του ‘χουν δώσει εδώ και χρόνια οι συμπατριώτες του. Η αφορμή για να ασχοληθούμε με “τον καλύτερο judoka στην ιστορία του αθλήματος” ήταν η κατάκτηση του 9ου παγκοσμίου τίτλου. Επίδοση που δεν έχει επιτύχει ποτέ άλλοτε μέλος της συγκεκριμένης -ή άλλης- πολεμικής τέχνης.

Δεν είχε αγωνιστεί για ένα χρόνο

Οι αιτίες για να γνωρίσεις αυτόν τον αθλητή (σε περίπτωση που δεν τον ξέρεις) είναι πολλές, αλλά ας ξεκινήσουμε από το τέλος και το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Βουδαπέστης, όπου εμφανίστηκε χωρίς να ‘χει πατήσει το πόδι του σε tatami για επίσημο αγώνα, από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο. Δηλαδή, πριν 386 ημέρες. Στο μεσοδιάστημα άλλαξαν πολλά, σε επίπεδο κανονισμών, αλλά εκείνος βρήκε πάλι τον τρόπο να κυριαρχήσει.

Κέρδισε τους τέσσερις προκριματικούς αγώνες με ippon (θα σου πω για αυτό) και στον ημιτελικό βρήκε μπροστά του τον Guram Tushishvilli, σε ματς που όσοι ασχολούνται με το judo, χαρακτήρισαν ως “πρόωρο τελικό”. Ήταν η πρώτη φορά που συναντήθηκαν δυο εκ των καλύτερων judokas στην κατηγορία +100 κιλών. Ο 22χρονος και πιο ελαφρύς Γεωργιανός είχε εκμεταλλευτεί την απουσία του Riner από το Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα και άρπαξε το χρυσό. Στο Παγκόσμιο ωστόσο, υπέστη ήττα με waza-ari, τον δεύτερο τρόπο κυριαρχίας που δίνει το μεγαλύτερο σκορ, μετά από το ippon.

Στον τελικό, ο Riner βρήκε απέναντι του τον Βραζιλιάνο David Moura, που έφτασε στη Βουδαπέστη ως Νο1 της παγκόσμιας κατάταξης. Ο άνθρωπος μας είχε “πέσει” στο Νο14, λόγω της… αγρανάπαυσης. Δεν ήταν εύκολο να φτάσει στη νίκη, αλλά βρήκε τον τρόπο, πριν δηλώσει “συνάντησα νέους αθλητές που χρησιμοποιούν όμορφο, πολύ γρήγορο judo και αυτό με έκανε ευτυχισμένο”. Γιατί αν μη τι άλλο, του αρέσουν οι προκλήσεις. Δες πώς ολοκληρώθηκε ο τελικός που τον έκανε και recordman, πριν μπούμε σε πιο προσωπικά στοιχεία.

Γεννήθηκε το 1989 (έχει γενέθλια στις 7/5), στην Abymes, την πιο πολυσύχναστη γαλλική περιοχή της Γουαδελούπης. Εκεί έκαναν διακοπές οι γονείς του, όταν εκείνος αποφάσισε πως είχε έλθει η ώρα να δει για πρώτη φορά το φως.

Μεγάλωσε στο Παρίσι και ως παιδί δοκίμασε διάφορα σπορ. “Έπαιξα ποδόσφαιρο, μπάσκετ, τένις, squash, μέχρι και γκολφ, ενώ πήγα και λίγο στο κολυμβητήριο”, είχε ενημερώσει, σε παλαιότερη συνέντευξη στο BBC. Σε όλα ήταν καλός. Αλλά δεν ένιωθε πως ανήκει κάπου, έως ότου στα 5 του πήγε μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του, Moïse Junior, στο μάθημα judo που είχε ο τελευταίος. Άστραψαν τα μάτια του. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος. Και θα σου εξηγήσει και τον κύριο λόγο που “κλείδωσε” σε αυτό το άθλημα.

“Στο ποδόσφαιρο, το αποτέλεσμα εξαρτάται από την ομαδική προσπάθεια. Αν η ομάδα είναι κακή, χάνει. Και εμένα δεν μου αρέσει να χάνω. Για αυτό προτίμησα το judo, επειδή όλα ήταν αποκλειστικά στο χέρι μου. Επιπροσθέτως, με μάγεψε το πνεύμα, η φιλοσοφία του judo. Μου αρέσει να παλεύω και να αναζητώ το ippon (κίνηση νίκης). Κάτι δύσκολο, που με εξιτάρει. Μου αρέσει να αναζητώ την όμορφη τεχνική που θα μου δώσει τη νίκη”.

Η τελευταία φορά που υποτίμησε αντίπαλο

Έκανε μεν, την επιλογή του όταν ήταν 5 χρόνων, αλλά άρχισε να πιστεύει πως μπορεί να γίνει πρωταθλητής μια μέρα, όταν ήταν 16. Στα χρόνια που ακολούθησαν, έως το 2010, μέτρησε μόλις 6 ήττες -σε κορυφαίο επίπεδο. Μία όμως, θυμάται: αυτή από τον αδελφό του, σε τελικό διασυλλογικού τουρνουά.

“Τι είχε συμβεί: κάναμε προπονήσεις κάθε μέρα με τον Moïse Junior και συνήθως νικούσα εγώ. Πριν από τον μεταξύ μας τελικό, λοιπόν, είχα σκεφτεί “εντάξει μωρέ, θα μπω και θα νικήσω άλλη μια φορά”. Ήμουν χαλαρός, χαιρετούσα την οικογένεια μου, ενώ ο αδελφός μου ήταν 100% συγκεντρωμένος. Χρειάστηκε 5” για να με νικήσει. Τον υποτίμησα και έχασα”. Ήταν η τελευταία φορά που υποτίμησε αντίπαλο.

Η Paris Saint-Germain ήταν η πρώτη ομάδα του. Εκεί άνηκαν τα μεγαλύτερα ονόματα της χώρας στο judo και για την ακρίβεια, οι ολυμπιονίκες David Douillet και Djamel Bouras και ο παγκόσμιος πρωταθλητής Frédéric Demontfaucon. “Κάθε μέρα έβλεπα πώς δούλευαν οι επαγγελματίες. Κάθε μέρα μάθαινα και κάτι, άκουγα ό,τι είχαν να μου πουν οι καλύτεροι”, έχει πει. Η ημέρα που κατέληξε στο ότι αυτό ήταν που ήθελε να κάνει στη ζωή του ήταν “όταν πήρα μέρος στο πρώτο επαγγελματικό τουρνουά. Όλα μου φαίνονταν υπέροχα, μεγάλα, μοναδικά. Είχα ενθουσιαστεί με την παρουσία πολλών μεγάλων αθλητών από όλον τον κόσμο, τη στιγμή που εγώ ήμουν ακόμα παιδί”.

Το 2007 ήταν μεταξύ αυτών που είχαν την ευκαιρία να διεκδικήσουν τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή, στην κατηγορία heavyweight (+100) στο Rio de Janeiro. Ήταν ο νεαρότερος σε ηλικία διαγωνιζόμενος και ο πρωταθλητής Εφήβων. Έφτασε στον τελικό και νίκησε τον Ρώσο Tamerlan Tmenov, ασημένιο Ολυμπιονίκη στην Αθήνα, δεύτερο στο Παγκόσμιο του 2005 και χρυσό στο Ευρωπαϊκό του ίδιου έτους.

Έχει να χάσει -μεγάλο τίτλο- από το 2010

Αυτό ήταν το πρώτο από τα 17 χρυσά μετάλλια που ακολούθησαν, έως και το Παγκόσμιο που ολοκληρώθηκε πριν από λίγα 24ωρα στη Βουδαπέστη. Στα τελευταία δέκα χρόνια “σπάει” το ένα ρεκόρ μετά από το άλλο, κερδίζει τον έναν αντίπαλο μετά από τον άλλον και είναι ό,τι πιο ξεχωριστό έχει υπάρξει ποτέ στο άθλημά του. Έχει κατακτήσει 5 ευρωπαϊκά χρυσά, 3 ολυμπιακά και 9 παγκόσμιους τίτλους, αριθμός που συνιστά ρεκόρ. Που δεν έχει “πιάσει” κάποιος άλλος, ποτέ.

Η τελευταία ήττα του ήταν στον τρίτο γύρο του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος που είχε διεξαχθεί τον Σεπτέμβριο του 2010, από τον Daiki Kamikawa, στην κατηγορία “open weight”. Στη δική του ανέβηκε στο κορυφαίο σκαλοπάτι του βάθρου.

Έως τον Αύγουστο του 2017, πριν από το Παγκόσμιο της Βουδαπέστης, είχε φτάσει τις 128 διαδοχικές νίκες. Τις έκανε 134, καθώς κέρδισε και τα έξι ματς που έδωσε στη διοργάνωση που τον έκανε “τον καλύτερο όλων των εποχών”. Σημείωση: δεν υπάρχει μεγαλύτερο σερί σε όποια πολεμική τέχνη κι αν ψάξετε. Πώς μετά η Equipe να μην του αφιερώσει το πρωτοσέλιδο της;

Πριν ταξιδέψει για την Ουγγαρία, είχε ξεκαθαρίσει (στο edition.cnn.com) ότι “το Judo είναι η ζωή μου. Κάθε judoka είναι διαφορετικός. Υπάρχουν καλοί τύποι και κακοί τύποι. Κάθε πρωτάθλημα χρειάζεται καλό πνεύμα, που είναι άκρως απαραίτητο για έναν καλό judoka”.

Τον ρώτησαν για το κίνητρο που έχει, δεδομένου πως έχει κατακτήσει τα πάντα. “Συνεχώς θέλω έναν νέο τίτλο. Ένα νέο μετάλλιο. Στο μυαλό μου είμαι νεαρότερος από 28. Έχω συμπληρώσει 20 χρόνια στο σπορ, αλλά το σώμα μου και το μυαλό μου είναι σε εξαιρετική κατάσταση”.

ΤΙ ΤΟΝ ΚΑΝΕΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ

Το judo έχει διάφορες τεχνικές και πλήθος λαβών. Ο Riner είναι μετρ του Kumi Kata που -όπως λέει- “ένας καλός judoka πρέπει να γνωρίζει καλά αυτή τη λαβή, διαφορετικά δεν θα επιβιώσει εύκολα”. Γενικά, οι τακτικές που ακολουθεί είναι απλές, ευθείες και αποτελεσματικές. Έχει εξηγήσει πως στα “πρέπει” του είναι οι πολύ γρήγορες επιθέσεις. Όλα όμως, αρχίζουν και τελειώνουν από το Kumi Kata, το οποίο θεωρείται η κατ’ εξοχήν κίνηση στο σύγχρονο judo και δη από τότε που απαγορεύτηκαν τα γραπώματα των ποδιών, ως πρώτη λαβή επαφής.

Αυτό που κάνει είναι να πιάνει το ένα μανίκι του αντιπάλου και να περνά το άλλο χέρι (δεξί) πάνω από το κεφάλι όποιου έχει απέναντι, ώστε να κυριαρχήσει. “Κάθε φορά που τα καταφέρνω νιώθω σαν να είναι το χέρι του Θεού που μου δίνει τις νίκες”, έχει εξηγήσει. Ναι, έχει καταλήξει στο ότι ο Θεός αποφασίζει για ό,τι του συμβαίνει. Θα μου πεις “δεν το περιμένουν οι αντίπαλοι;”. Θα σου μεταφέρω τι έγραψε το Effective Judo: “Όσοι συναντούν τον Riner, προσέχουν κυρίως το δεξί χέρι, ώστε να αποφύγουν τη λαβή της κυριαρχίας και δεν καταλαβαίνουν τη σημασία και τον κίνδυνο του γραπώματος που κάνει στο μανίκι”. Βοηθά το γεγονός ότι είναι πολύ γρήγορος και έχει την κατάλληλη στάση σώματος. Για την ιστορία, ο τελευταίος που τον νίκησε (Kamikawa) δεν έδωσε την παραμικρή σημασία στο δεξί χέρι. Για την ακρίβεια, το άφησε να συμβεί πριν επιτεθεί με κίνηση που στόχευε στο πίσω μέρος του ποδιού.

Τι είναι το Kumi Kata

Η μετάφραση του Kumi Kata σημαίνει “να συνδεθούμε ως ζευγάρι” και εν προκειμένω “κράτημα/πιάσιμο μάχης”. Στην ουσία πρόκειται για την ικανότητα των αθλητών να κάνουν ένα πιάσιμο που θα τους δώσει πλεονέκτημα, έναντι του αντιπάλου τους και την ίδια ώρα αποτρέπει τον απέναντι από το να κάνει κίνηση-απάντηση. Χωρίς αυτό το πιάσιμο/ κράτημα, δεν μπορεί να επιτευχθεί η πτώση του αντιπάλου. Πολλώ δε το ippon, που είναι το knockout στο judo και δίνει το υψηλότερο σκορ που μπορεί να “πιάσει” ένας αθλητής.  Καμία επιθετική κίνηση δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική, χωρίς πιάσιμο, όπως διαβάσαμε στο Research Gate, σε ειδικό κεφάλαιο για το Kumi Kata.

Τα καλύτερα ippon του Riner

Πίσω στον πρωταγωνιστή της ιστορίας μας… Εξήγησε πως το mentalité του είναι πολύ απλό: “Πάντα βάζω έναν στόχο, τον παρακολουθώ και δουλεύω σκληρά. Λέω στον εαυτό μου, αν θες αυτό το μετάλλιο, δούλεψε σκληρά. Σε όλη τη ζωή μου αυτό έκανα κάθε φορά, πριν τον όποιον αγώνα”.

Ο προπονητής του, Frank Chambilly, είπε πως “ξέρω τον Teddy από όταν ήταν 14 και έχουμε ζήσει τόσα πολλά μαζί, στις προπονήσεις. Μιλάμε και όταν είναι στις διακοπές. Είναι σαν γιος μου. Νιώθω υπερήφανος, όταν τον βλέπω στο πόντιουμ. Αισθάνομαι πως έφερε εις πέρας την αποστολή του, όπως την προσδιορίσαμε μέσω της προετοιμασίας. Πολλές φορές λέει “νικήσαμε” και νιώθω υπερήφανος που δουλεύω μαζί του. Ελπίζω να συνεχίσουμε μαζί έως το Τokyo”.

Το poster boy του Judo, ήταν ο σημαιοφόρος της Γαλλίας στο Ρίο και φυσικά είναι εθνικός ήρωας στη χώρα του. Τα αισθήματα είναι αμοιβαία. “Κάθε φορά που ακούω τους συμπατριώτες μου να μου λένε “έλα Teddy, μπορείς να τα καταφέρεις” αισθάνομαι ότι ζω μια πολύ όμορφη ημέρα. Είμαι τυχερός. Σε κάθε διοργάνωση αγωνίζομαι για την οικογένεια μου, τη χώρα μου, για ένα όνειρο, για κάτι που θέλουν πολλοί: τη θέση μου”.

Ζω όνειρα που δεν ζουν πολλοί

Οι τρεις πιο σημαντικές στιγμές της ζωής του, όπως τις έχει ξεχωρίσει ο ίδιος, είναι “κατ’ αρχάς, η γέννηση του πρώτου παιδιού μου, μετά το πρώτο ολυμπιακό μετάλλιο στο Λονδίνο και τρίτο είναι το Παγκόσμιο στο Παρίσι, γιατί κέρδισα το χρυσό στο σπίτι μου και αυτό ήταν κάτι μοναδικό για την οικογένειά μου, τη χώρα μου, για όλους. Είμαι τυχερός, γιατί είναι πολλοί οι αθλητές που δεν έχουν καταφέρει να διακριθούν μπροστά στα μάτια των συμπατριωτών τους. Ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Ένα όνειρο που πολλοί έχουν, αλλά μόνο οι ιδιαίτεροι άνθρωποι ζουν”. 

Δεν ήταν εύκολα τα πράγματα στη Βουδαπέστη, γιατί για να φτάσει στην κορυφή, έπρεπε να νικήσει νεότερους αντιπάλους που ήταν γεμάτοι ενέργεια, θα έλεγε κανείς. Ο Riner, μια φορά, δήλωσε “πέρασα πολύ ωραία. Η αλήθεια είναι πως προετοιμάστηκα πολύ καλά, μολονότι είχα διάφορους τραυματισμούς μέσα στη χρονιά. Αυτό που με έκανε να συνεχίζω ήταν η χαρά που νιώθω, όταν αγωνίζομαι. Η δυνατότητα που μου παρέχεται να εκφραστώ. Ομολογώ πως νιώθω κουρασμένος -για την ακρίβεια, νιώθω εξουθενωμένος- και “άδειος”. Αλλά στο tatami πέρασα υπέροχα, γιατί αντιμετώπισα διαφορετικών τύπων αθλητές και αυτό για εμένα ήταν πρόκληση”.

Ως παιδί είχα ως ίνδαλμα τον Ronaldinho

Από παιδί ήταν μέλος της Paris Saint-Germain. Θα ήταν αδύνατο να μην είναι φαν του συλλόγου, σε όλα τα τμήματα. Ο Ronaldinho ήταν το είδωλο που είχε στα παιδικά χρόνια. Όχι μόνο για όσα έκανε εντός αγωνιστικού χώρου “αλλά και για το χαμόγελό του. Έμαθα και εγώ να χαμογελώ κάθε μέρα”. Από άλλα αθλήματα, του αρέσει να παρακολουθεί τένις “και αυτό έχει να κάνει με τις παιδικές αναμνήσεις που έχω από όταν η Γαλλία κέρδισε το Davis Cup, με τον Yannick Noah να πανηγυρίζει σαν τρελός. Ο πατέρας μου είχε συγκινηθεί και τραγουδούσε το “Saga Africa” του Noah. Είναι μια στιγμή που δεν θα ξεχάσω ποτέ”. Αγαπημένος παίκτης τη σήμερον ημέρα είναι “ο Rafael Nadal. Τον λατρεύω αυτόν τον τύπο, έχει τον τέλειο συνδυασμό σωματικών και πνευματικών ικανοτήτων. Δεν τα παρατά ποτέ”. 

Το judo του έμαθε να έχει θάρρος “που χρειάζεται και στη ζωή” και να δουλεύει σκληρά, για ό,τι επιθυμεί. Ξέρει πως το judo είναι πολεμική τέχνη που έχει έναν κάποιον δείκτη επιθετικότητας “αλλά είναι σημαντικό να θυμούνται όλοι πως αν ασχολείσαι με πολεμικές τέχνες, δεν σημαίνει απαραίτητα πως είσαι επιθετικός ως άνθρωπος. Κάθε φορά που πατώ στο tatami, έχω να δώσω μια μάχη. Χρειάζεται να είμαι επιθετικός. Όταν τελειώνει ο αγώνας, επιστρέφω στη ζωή μου κι εκεί είμαι κύριος. Είναι δυο διαφορετικά πράγματα”.

Τον ρώτησαν αν προετοιμάζεται για το Τόκιο. Εξήγησε ότι “έως τότε, έχουμε πολύ χρόνο μπροστά μας. Τώρα θέλω να ξεκουραστώ. Σε 10 μέρες θα επιστρέψω στις προπονήσεις και βλέπουμε”. Αν σκεφτείς πως έχει ξεκαθαρίσει ότι “θα σταματήσω όταν θα γίνω αόρατος”, τότε μπορείς να τον υπολογίζεις και για τους ερχόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Πηγή: Sport 24

Pin It on Pinterest

Shares
Share This