Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σκουντή

Ως σοφός που ήταν, ο Mαχάτμα Γκάντι είχε πει μια (τι άλλο παρά) σοφή κουβέντα την οποία κάλλιστα μπορεί να χρησιμοποιεί πλέον ως στάση ζωής και ο Κώστας Μίσσας…

Βεβαίως ο Μίσσας δεν είναι κανένα παιδαρέλι (ίσα ίσα που εκτός από σαράντα χρόνια φούρναρης στο μπάσκετ , έχει και την ιδιότητα του προφεσόρου στα ΤΕΦΑΑ), αλλά όλοι μας σε αυτή τη ρουφιάνα τη ζωή, γηράσκουμε αεί διδασκόμενοι…

Κλείνω εδώ τη μικρή παρένθεση και επιστρέφω στην αποφθεγματική ρήση του μεγάλου Ινδού πολιτικού, επαναστάτη και στοχαστή που κολλάει γάντι στην περίσταση μας…

Πρώτα, λέει, σε αγνοούν. Έπειτα σε κοροϊδεύουν. Ύστερα σε πολεμούν. Και στο τέλος του νικάς!

Πλάκα πλάκα αυτή την ατάκα έπρεπε να γράψουν στον πίνακα των αποδυτηρίων οι παίκτες της Εθνικής, αλλά τέτοια ώρα τέτοια λόγια;

Μέσα στην ευφορία του θριάμβου επί της Λιθουανίας και της πρόκρισης στην οκτάδα, όχι την ψαγμένη κουβέντα του Γκάντι, δεν θα μπορούσε κανείς τους να θυμηθεί (εάν την είχε κιόλας ποτέ ακουστά), αλλά ούτε το ίδιο του το όνομα…

Το δικό του όνομα, εννοώ, όχι του Γκάντι!

Το απόφθεγμα του Γκάντι πάντως αποδίδει πλήρως το χρονικό της «Επίσημης αγαπημένης» και του προπονητή της σε αυτό το Εurobasket…

Τόσο συλλήβδην η ομάδα, όσο και ως άτομο ο Μίσσας αγνοήθηκαν, κοροϊδεύτηκαν, πολεμήθηκαν και στο τέλος νίκησαν. Η-για την ακρίβεια και για να δώσω άλλο ένα credit στην περιλάλητη ατάκα του Γκάλη-πέτυχαν τη μεγαλύτερη νίκη μέχρι την επόμενη.

Βεβαίως στην προκειμένη περίπτωση και πέρα από την αγνόηση, την κοροϊδία και τον πόλεμο που «έφαγε», η Εθνική υπέστη γενικώς των παθών της τον τάραχον: έγινε άνω κάτω με την υπόθεση του Αντετοκούνμπο, κάποιοι παίκτες της πλακώθηκαν μεταξύ τους, πήγε στο Ελσίνκι με κομμένα φτερά, γνώρισε τρεις απανωτές ήττες, έφτασε στο χείλος του γκρεμού και ξαφνικά άλλαξε το τσιπάκι (όπως έλεγε και ο Ομπράντοβιτς) και νίκησε!

Νίκησε και μπορεί ασφαλώς να πετάξει στα μούτρα μας τον χθεσινό θρίαμβο της και να μας ζητήσει να βγάλουμε τον σκασμό και να μην προτρέχει η γλώττα της διανοίας μας!

Βεβαίως οι κωλοτούμπες που εντάσσονται στη λογική του «με λένε Ρίζο και όπως θέλω τα γυρίζω» είναι σύμφυτες με την ελληνική νοοτροπία και διεκδικούν επαξίως τον τίτλο του εθνικού μας σπορ, οπότε δεν υπάρχει καμιά σωτηρία!

Είμαστε άλλωστε ένας λαός, που όπως μου είχε πει μεσούντος του εν Αθήναις Εurobasket του 1995 ο Μπόρισλαβ Στάνκοβιτς, «δεν αγαπάτε τα σπορ, αλλά αγαπάτε μόνο τις νίκες στα σπορ»!

Αυτοί είμαστε στ’ αλήθεια: ένας λαός που αγαπά τις νίκες και μετά από κάθε ήττα στήνει ικριώματα για να αποκεφαλίσει εκείνους τους οποίους το προηγούμενο βράδυ αποθέωνε και τούμπαλιν!

Παρεμπιπτόντως δεν είναι η πρώτη φορά και εύχομαι εκ βάθους καρδίας να μην είναι ούτε η τελευταία που ο πίνακας μέσα στα αποδυτήρια γίνεται αντικείμενο σεξιστικής εκμετάλλευσης από τα παιδιά της εθνικής ομάδας…

Για να μη μένουν κενά στη διήγηση, υπενθυμίζω ότι χθες το βράδυ, μετά τη λήξη του αγώνα δίπλα στις πέντε λέξεις στις οποίες ο «Στρατηγός» και οι συνεργάτες του είχαν συμπυκνώσει τις βασικές προτεραιότητες της Εθνικής κόντρα στη Λιθουανία (Αμυνα, Ριμπάουντ, Σκρην, Spacing, Ταχύτητα) κάποιος –διερμηνεύοντας τα αισθήματα όλων των συμπαικτών του- πρόσθεσε εκ των υστέρων μια ολόκληρη πρόταση…

Σας γαμ..με με τον Μίσσα!

To background της υπόθεσης βρίσκεται δέκα χρόνια πίσω: την 1η Σεπτεμβρίου του 2006, όταν μετά τον θρίαμβο επί των Αμερικανών στον ημιτελικό του Mundobasket, ο Δήμος Ντικούδης έγραψε πάλι στον πίνακα των αποδυτηρίων (του γηπέδου της Σαϊτάμα) μια κουβέντα με μπόλικα υπονοούμενα…

Greek have basket… balls!

Και από δαύτα έχουμε, λοιπόν και σας αυτώνουμε με τον Μίσσα και δεν συμμαζεύεται…

Για «συνταξιούχος» και για «προπονητής από το γυναικείο μπάσκετ» μια χαρά τα κατάφερε ο Μίσσας σε αυτόν τον «do or die» αγώνα που επιφύλαξε στην Εθνική μόλις τη δεύτερη νίκη της σε οκτώ τέτοιες περιπτώσεις, από το 2010 και εντεύθεν.

Ευτυχώς δεν ανήκω στους όψιμους φίλους του Μίσσα, ούτε σε εκείνους που βιάστηκαν να τον στήσουν στο εδώλιο και να τον στείλουν με συνοπτικές διαδικασίες στο εκτελεστικό απόσπασμα.

Όποιες επιφυλάξεις και εάν είχα , δεν αφορούσαν το ποιόν του ανθρώπου και το προπονητικό υπόβαθρο του, αλλά τη διαδικασία ευτελισμού στην οποία σύρθηκε ερήμην του και χωρίς να το θέλει από την ΕΟΚ. Είχα γράψει μάλιστα ένα κείμενο εδώ στις 29 του περασμένου Ιουνίου και μετά από δυόμισι μήνες ομολογώ πως θαυμάζω την ψυχραιμία του στη διαχείριση των ζόρικων καταστάσεων και στο άγριο ξεφωνητό που έφαγε.

Εάν ήμουν στη θέση του ή θα τα είχα βροντήξει ή θα έπαιρνα ένα πολυβόλο και θα γινόμουν μακελάρης!

Όντως του προπονητή της Εθνικής του έριξαν τόνους από πίσσα και πούπουλα ή μάλλον τον έκαναν… «Μίσσα και πούπουλα» όπως πολύ εύστοχα είχε γράψει o Mιχάλης Λεάνης .

Υπενθυμίζω ότι η διαδικασία με την πίσσα και τα πούπουλα υπήρξε μια συνηθισμένη μέθοδος τιμωρίας και διαπόμπευσης στην Αγγλία και στη Βόρεια Αμερική κατά τον 18ο και τον 19ο αιώνα: έχυναν καυτή πίσσα πάνω στο ακινητοποιημένο γυμνό κορμί του ενόχου για κάποια παραβατική πράξη, ύστερα τον έριχναν πάνω σε έναν σωρό από πούπουλα που κόλλαγαν πάνω του και τον περιέφεραν σε δημόσιο χώρο, ώστε να τον ταπεινώσουν.

Σαν την εφαρμογή του Νόμου 4000 ένα πράγμα!

Ο Μίσσας υπέστη τα πάνδεινα από τη στιγμή που χρίσθηκε προπονητής της Εθνικής ομάδας και δεν ξέρω εάν του έφτανε η χθεσινή νίκη για να πετάξει από πάνω του την πίσσα και τα πούπουλα.

Ποιος ξέρει, μπορεί να του τα ξαναρίξουμε και να τον σύρουμε σε νέα διαπόμπευση την Τετάρτη το βράδυ, εφόσον η Εθνική μείνει έξω από την τετράδα και στοχοποιηθεί και πάλι ως το εύκολο εξιλαστήριο θύμα, όπως συνέβη με κάμποσους ομολόγους του στο παρελθόν…

Με τον Κώστα Πετρόπουλο το 2001, με τον Ηλία Ζούρο το 2012, με τον Αντρέα Τρινκιέρι το 2013…

Σε κάθε περίπτωση ο Μίσσας θα περάσει τέσσερα ήσυχα βράδια: ή μάλλον τέσσερα βράδια (από το χθεσινό μέχρι το απόγευμα της Τετάρτης) στα οποία δεν θα χρειάζεται να κρύβει την προβοσκίδα του και να προσπαθεί να αποδείξει και μάλιστα στα εξήντα τέσσερα χρόνια του πως δεν είναι ελέφαντας!

Λυπόμουν μαζί του για τις ήττες, συνέπασχα μαζί του για τον εξευτελισμό που υπέστη, χάρηκα μαζί του χθες που επιτέλους γεύθηκε έναν καρπό του μόχθου του…

Χάρηκα επίσης γιατί δάγκωσαν τη γλώσσα τους εκείνος ο Πατσέσας και ο άλλος ο Ουρμπόνας που εμφανίστηκαν από το πουθενά για να τον κράξουν επειδή τάχα προέρχεται από τον χώρο του μπάσκετ γυναικών και κλήθηκε εξ εφέδρων να αναλάβει την Εθνική ανδρών.

Σε τέτοιες περιπτώσεις πιστεύω ότι δεν έχει σημασία τι λέει κάποιος, αλλά ποιος είναι αυτός που το λέει και είναι ηλίου φαεινότερον ότι αμφότεροι οι Λιθουανοί δεν πίνουν κιόλας καφέ με τον Φιλ Τζάκσον!

Σε κάθε περίπτωση και οι δυο τους καταπάτησαν τη δεοντολογία και την ηθική του επαγγέλματος τους και πολύ το χάρηκα που ο Μίσσας τους αποστόμωσε. Και πώς; Όχι με μπάσκετ φουστανέλας, με ηρωισμούς και με τη μαγκιά (αυθεντική ή γιαλαντζί) για την οποία επαιρόμεθα, αλλά με ορθολογιστική τακτική και συντεταγμένο μπάσκετ.

Με ένα μπάσκετ, για να το θέσω σε άλλη βάση, που εδράζεται σε μια στάνταρ φιλοσοφία, είτε φορά ανδρικό σώβρακο, είτε γυναικείο στρινγκ, είτε unisex μποξεράκι!

Εδώ θα ήθελα να προσθέσω και κάτι ακόμη. Προς επίρρωσιν, όπως συνηθίζω να λέω και να γράφω…

Ο Μίσσας ήταν ο πρώτος από το στόμα του οποίου άκουσα εδώ και κάμποσα χρόνια την ατάκα ότι «οι άνδρες παίζουν μπάσκετ για να νιώθουν καλά, αλλά οι γυναίκες πρέπει να νιώθουν καλά για να παίξουν μπάσκετ».

Για ποιο λόγο το αναφέρω αυτό; Απλούστατα επειδή η σεξιστική έως ρατσιστική δήλωση του Πατσέσας (που μάλιστα υπήρξε ασημένιος Ολυμπιονίκης το 1996 στην Ατλάντα) πέραν του ότι έδωσε ένα απροσδόκητο και, όπως αποδείχθηκε, θεόσταλτο κίνητρο στον Μίσσα και σε ολόκληρη την Εθνική ομάδα, είναι και εξ ορισμού άστοχη!

Για έναν προπονητή το να γυμνάσει, να κοουτσάρει και γενικώς να κουλαντρίσει μια ομάδα γυναικών είναι πολύ πιο δύσκολο από το να διαχειριστεί μια αρσενικού φύλου και ιδού η απόδειξη και η μαρτυρία..

Πριν από καμιά τριανταριά χρόνια στο Βελιγράδι ο Γιάννης Ιωαννίδης συναντήθηκε και έπιασε μια κουβέντα με έναν εκ των εμβληματικών πιονιέρων και μεγάλων μαγίστρων του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ, τον Νεμπόισα Πόποβιτς, που υπήρξε σπουδαίος παίκτης, προπονητής, διαιτητής και διοικητικός παράγων.

Κάποια στιγμή λοιπόν ο «Ξανθός» τον ρώτησε πόσα πρωταθλήματα έχει κατακτήσει ως προπονητής και ο Πόποβιτς του έδωσε μια σοκαριστική απάντηση…

«Πενήντα εννέα»!

«Μα πώς γίνεται αυτό;» απόρησε δικαιολογημένα ο Ιωαννίδης.

«Να, πήρα δέκα σερί πρωταθλήματα με την ομάδα των ανδρών του Ερυθρού Αστέρα και άλλα επτά απανωτά πρωταθλήματα με την ομάδα των γυναικών. Ξέρεις, τα πρωταθλήματα των γυναικών υπολογίζονται όπως η αντιστοιχία στα χρόνια ηλικίας των ανθρώπων και των σκυλιών: ένα προς επτά. Άρα επτά πρωταθλήματα γυναικών ισοδυναμούν με σαράντα εννέα πρωταθλήματα ανδρών»!!!

ΥΓ: Προπονητής από το γυναικείο μπάσκετ, λοιπόν, ο Μίσσας. Ιδιότης αποκτηθείσα εν τω στρατεύματι, όπως έλεγαν παλιά, εξ ου και ο βαθμός του Στρατηγού τον οποίο φέρει!

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This