Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Ηταν ένα πολύ εύκολο, στην ανάγνωσή του, ματς το ΑΕΚ – ΠΑΟΚ σχετικά με τον ΠΑΟΚ και την ανάλυση των αιτιών που τον οδήγησαν σε μια ήττα μολονότι έπαιζε από το 8’ο λεπτό με αριθμητικό πλεονέκτημα απέναντι σε μια κουρασμένη και αποδεκατισμένη ομάδα. Ηταν πολύ εύκολο να καταλάβει ένας παρατηρητής, ακόμη και ο λιγότερο μυημένος στην προπονητική, ότι ο ΠΑΟΚ βγήκε από το ματς όταν η κατάσταση του παιχνιδιού, δηλαδή η αποβολή του Αραούχο, τον έβγαλε από την ρουτίνα του και από το αρχικό σχέδιό του λόγω της αλλαγής της τακτικής που αναγκάστηκε να κάνει η ΑΕΚ. Ο ΠΑΟΚ είχε κατέβει στην Αθήνα για να κάνει ένα τυπικό παιχνίδι Λουτσέσκου, δηλαδή να είναι συμπαγής και να επιδιώξει ένα ματς μοιρασμένης κατοχής της μπάλας, με επιδίωξη να βγάλει στο τερέν μια βασική αρετή του προπονητή του, δηλαδή να κλέψει τη μπάλα όσο το δυνατόν πιο κοντά στην αντίπαλη εστία και να επιτεθεί απέναντι σε μια ανοργάνωτη άμυνα. Αυτό το είδος επίθεσης, διότι μέθοδος δημιουργίας επιθέσεων είναι το forechecking, ο Λουτσέσκου μας έχει αποδείξει, στους Ελληνες ποδοσφαιρόφιλους, ότι ξέρει να το εφαρμόζει πολύ συντονισμένα, συγχρονισμένα και αποτελεσματικά, όπως καλά θυμόμαστε από τις ημέρες του στην Ξάνθη. Της πήρε της ΑΕΚ μερικά λεπτά μέχρι να ηρεμήσει ο προπονητής της, που θα έπρεπε να έχει αποβληθεί (μαζί με τον Σαμπράνο) κατά την αποβολή του Αραούχο. Οταν ηρέμησε, ο Μανόλο Χιμένεθ έφερε κοντά τις γραμμές του, έβαλε την ΑΕΚ να κάνει πίεση στο μεσαίο τρίτο όταν δεν είχε τη μπάλα, και να τη μεταφέρει άμεσα την μπάλα από την άμυνα στους μεσοεπιθετικούς στην φάση της κατοχής προκειμένου να μην έρθει η ΑΕΚ στη δύσκολη θέση που θα την έβαζε το επιθετικό πρέσινγκ του ΠΑΟΚ. Και κάπου εκεί, δηλαδή πριν το 25′, προτού σκοράρει ο Λιβάια, φαινόταν ότι οι φιλοξενούμενοι δεν ήταν έτοιμοι να διαχειριστούν αυτή την κατάσταση παιχνιδιού με συνέπεια να αγχωθούν πολύ και να εκνευριστούν υπό την πίεση της απαίτησης να εκμεταλλευτούν το αριθμητικό πλεονέκτημα και να επικρατήσουν επί μιας αποδεκατισμένης ΑΕΚ. Οταν ο Λιβάια ευστόχησε στο πλασέ, το ματς κλείδωσε, και τούτο δεν συνέβη μόνο επειδή ο ΠΑΟΚ δεν είχε εναλλακτικό πλάνο στο χτίσιμο των επιθέσεών του ώστε να περάσει τις αμυντικές γραμμές της ΑΕΚ και να γίνει απειλητικός αλλά και επειδή ο προπονητής της ΑΕΚ διαχειρίστηκε άψογα την διαμορφωθείσα, από το προβάδισμα στο σκορ, κατάσταση και “σκότωσε” το ματς.

Στα λόγια του Ρασβάν Λουτσέσκου μετά τη λήξη του ντέρμπι διαβάζεις έναν προπονητή με πολύ καλή αντίληψη της κατάστασης στην οποία βρέθηκε η ομάδα του στο ΟΑΚΑ. Είχε όλες τις εξηγήσεις και προσπάθησε να τις επικοινωνήσει μέσα από τις σαφείς και – στον βαθμό του δυνατού – ακριβείς απαντήσεις που έδωσε στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων προκειμένου να γίνει κατανοητός. Για να τον κατανοήσεις όμως πρέπει αφενός να έχεις παρακολουθήσει τον ΠΑΟΚ μέχρι τη στιγμή που τον παρέλαβε, τον περασμένο Αύγουστο, και αφετέρου να γνωρίζεις τις ιδέες του Ρουμάνου προπονητή για το ποδόσφαιρο. Κατά την άφιξή του στον ΠΑΟΚ ο Λουτσέσκου κουβαλούσε τα εφόδιά του, με τα οποία έχει οπλιστεί κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 13 ετών που εκπαιδεύει ομάδες. Στην πλειονότητα των ομάδων στις οποίες έχει εργαστεί, η ιδέα του ήταν περίπου ίδια: έχτιζε πάνω στην καλή ανασταλτική λειτουργία της ομάδας του, δηλαδή δεχόταν δύσκολα γκολ, και έψαχνε το γκολ κυρίως με δύο τρόπους: την επιθετική άμυνα με υψηλή ένταση προκειμένου να κλέψει τη μπάλα κοντά στην αντίπαλη εστία και να αιφνιδιάσει με την αντεπίθεση, και την ταχύτητα στο passing game για να ανοίγει κλειστές άμυνες στην φάση της κατοχής της μπάλας. Αν είναι αυτές οι ιδέες αρκετές και επαρκείς για πρωταθλητισμό; Αν έχεις μελετήσει, για παράδειγμα, την Ατλέτικο του Ντιέγκο Σιμεόνε, την έχεις την απάντηση και μάλιστα με απόλυτη τεκμηρίωση, δεν χρειάζεται μεγαλύτερη ανάλυση αυτή η κουβέντα.

Ο ΠΑΟΚ που δημιουργεί στη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου δεν έχει ακόμη πλησιάσει πολύ στις βασικές ιδέες του Ρουμάνου προπονητή, για λόγους που έχουν επανειλημμένως καταγραφεί και αναλυθεί: ο ΠΑΟΚ δεν του έδωσε την ευκαιρία της θερινής προετοιμασίας για να βάλει τη βάση, το ρόστερ σχηματίστηκε πολύ αργά, και ο συντελεστής δυσκολίας για τον Λουτσέσκου ανέβηκε πολύ λόγω και των αυξημένων προσδοκιών αλλά και της εντύπωσης που δημιουργούν οι καθυστερημένες μεταγραφές. Ο Λουτσέσκου κλήθηκε να κάνει για πρώτη φορά πρωταθλητισμό στην Ελλάδα και μάλιστα on the go, δηλαδή χωρίς να έχει την πολυτέλεια να κάνει προηγουμένως restart στον υπολογιστή του ΠΑΟΚ και να του εγκαταστήσει το δικό του λογισμικό. Κι ήρθε και το μεγαλύτερό του λάθος, ο χειρισμός της ρεβάνς με την Εστερσουντ που οδήγησε στον αποκλεισμό από το Europa League, να του κάνει αδιανόητα δυσκολότερη την αποστολή. Οχι μόνο επειδή έχασε μέρος της κερκίδας, αλλά κυρίως επειδή αναγκάστηκε να ζει σε αποδυτήρια με εκνευρισμό λόγω έλλειψης rotation.

Κάνει λάθη ο Λουτσέσκου. Και φυσικά έχει μερίδιο ευθύνης, το οποίο συχνά αποδέχεται μέσα από τις τοποθετήσεις του, για την τόσο φτωχή συγκομιδή στα πέντε εκτός έδρας παιχνίδια, στα οποία η ομάδα του έχει πετύχει μόνο ένα γκολ. Κάθε παιχνίδι όμως είναι διαφορετικής φύσης, και γι’ αυτό είναι και διαφορετικά τα λάθη του προπονητή που κοστίζουν. Στο ΟΑΚΑ ο ΠΑΟΚ δεν κλήθηκε να κάνει ένα τυπικό εκτός έδρας παιχνίδι απέναντι σε ομάδα με ίδιους στόχους. Κλήθηκε να εκμεταλλευτεί μια 60%-40% κατοχή, δηλαδή κράτησε τη μπάλα πολύ περισσότερο από όσο περίμενε και σχεδίαζε, και τούτο του συνέβη απέναντι σε μια ομάδα που έχει πολύ καλή ανασταλτική λειτουργία. Την Κυριακή ο ΠΑΟΚ δεν έπαιξε γρήγορα, δεν έπαιξε με ένταση, και το πλήρωσε, μαζί με το λάθος του προπονητή να μην τραβήξει εγκαίρως από το ματς τον εκτός ελέγχου Σαμπράνο. Σε προηγούμενα παιχνίδια το πρόβλημά του ήταν ότι δεν έβρισκε σχήμα με μεγαλύτερη ευελιξία από αυτή που έχει το σχήμα με τον Πρίγιοβιτς προκειμένου να γίνει αποτελεσματικός στις αντεπιθέσεις. Δεν είναι υπερβολικός ο ισχυρισμός ότι σε κάθε εκτός έδρας παιχνίδι ο Λουτσέσκου βρίσκεται αντιμέτωπος με μια συνθήκη που δεν έχει αντιμετωπίσει ξανά ως προπονητής μιας ομάδας που κάνει πρωταθλητισμό.

Αυτή την εποχή στον ΠΑΟΚ, αγωνιστικά, δεν συμβαίνει κάτι αφύσικο, ούτε κάτι που δεν μπορούσε να υποθέσει, να εκτιμήσει, και συνεπώς να αναμένει αυτός που επέλεξε τον Λουτσέσκου στις 11 Αυγούστου. Αν ήξερε ποιον και τι προπονητή προσέλαβε, ο ΠΑΟΚ ξέρει και αν πρέπει ή όχι να του δώσει χρόνο και στήριξη. Αν δεν ήξερε ποιον προσέλαβε, ή αν δεν ήξερε γιατί τον προσέλαβε, ο ΠΑΟΚ θα ξαναλλάξει προπονητή. Μέχρι τον επόμενο. Και τον μεθεπόμενο.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This