Επιλογή Σελίδας

Μπρους Ρίοχ (Αρσεναλ)
Το όνομα του Ριόχ συνήθως ακούγεται μόνο ως απάντηση σε κάποια ερώτηση-κουίζ (“ποιος ήταν ο προπονητής της Αρσεναλ πριν τον Αρσέν Βενγκέρ;”) και όσοι θυμούνται την παρουσία του στον πάγκο των Κανονιέρηδων θυμούνται λίγα πράγματα εκτός από τις διαφωνίες του με τον Ιαν Ράιτ. Παρ’ όλα αυτά, πίσω από την old school προσέγγιση του, υπήρχε ένας προσεκτικός προπονητής που άρχισε την γρήγορη εξέλιξη της Αρσεναλ στα 90’s, βοηθώντας ώστε οι οπαδοί των Λονδρέζων να βλέπουν ένα πιο σοφιστικέ, επιθετικό παιχνίδι από ό,τι είχαν συνηθίσει με τον Τζορτζ Γκρέιαμ. Ο Ρίοχ ήθελε η Αρσεναλ να κάνει περισσότερο παιχνίδι από πίσω, αντί για βαθιές μπαλιές, ενώ παράλληλα δεν ήθελε να είναι η ομάδα εξαρτημένη σε μεγάλο βαθμό από τον Ράιτ για γκολ, ζητώντας από τους επιθετικούς να παίζουν και εκτός περιοχής ενώ οι μέσοι έπρεπε να πατάνε περιοχή. Η μεταγραφή του Ντένις Μπέργκαμπ, επίσης, έγινε επί των ημερών του και αυτό αρκεί. «Ο Μπρους θα μπορούσε εύκολα να είναι εκεί που είναι ο Αρσέν Βενγκέρ σήμερα», είπε πριν λίγα χρόνια ο Τόνι Ανταμς.

Αλαν Μπολ (Σαουθάμπτον, Μάντσεστερ Σίτι)
Μνημονεύεται περισσότερο ως ποδοσφαιριστής παρά ως προπονητής. Η γενική αντίληψη είναι ότι ο Αλαν Μπολ ήταν ο εκπληκτικός παίκτης της Αγγλίας στο Μουντιάλ 1966 αλλά ως προπονητής δεν έκανε κάτι άλλο εκτός από το να υποβιβάσει την Μάντσεστερ Σίτι. Οι θρύλοι των προπονητών, όμως, είναι πάνω από τα αποτελέσματα και ο Μπολ θα πρέπει να μνημονεύεται ως ένας από τους πρώτους στα μέσα των 90’s που ήθελε τους απρόβλεπτους παίκτες. Στην εποχή του 4-4-2 και της βαθιάς μπαλιάς, ο Μπολ επένδυσε πολλά σε δύο παρεξηγημένα Νο10. Ο ένας ήταν ο Ματ Λε Τισιέ, ίσως ο πιο δημοφιλής παγκοσμίως ποδοσφαιριστής της Premier League εκείνης της εποχής. Στην πρώτη του μέρα στη Σαουθάμπτον, ο Μπολ έβαλε τον Λε Τισιέ στο κέντρο και ζήτησε από τους υπόλοιπους να του δίνουν την μπάλα όσο περισσότερες φορές γίνεται. Ο Ματ ανταποκρίθηκε με 45 γκολ σε 64 ματς, παίζοντας ουσιαστικά σαν χαφ, βοηθώντας την ομάδα να παραμείνει στην κατηγορία. Στη Μάντσεστερ Σίτι ο Μπολ υπέγραψε τον Γκιόργκι Κινκλάντζε, τον πιο τεχνικά καταρτισμένο παίκτη της Premier League εκείνη την στιγμή. Εχτισε την ομάδα γύρω του, όπως έκανε στη Σαουθάμπτον με τον Λε Τισιέ, με αποτέλεσμα οι οπαδοί της Σίτι να ερωτευτούν τις ντρίμπλες του. Στο τέλος, όμως, το πράγμα στράβωσε εντυπωσιακά και η Σίτι υποβιβάστηκε. Ο Μπολ, όμως, βοήθησε ώστε να έρθουν στην επιφάνεια οι τεχνικοί παίκτες που συχνά περνούσαν απαρατήρητοι στο αγγλικό ποδόσφαιρο, οπότε αξίζει credit για αυτό.

Μπρένταν Ρότζερς (Σουόνσι, Λίβερπουλ)
Ο Ρότζερς συχνά απορρίπτεται από πολλούς, παρά το γεγονός ότι έκανε άριστη δουλειά σε τρεις ομάδες κατά σειρά: Οδήγησε στην άνοδο την Σουόνσι, έφτασε μια ανάσα από την κατάκτηση του πρωταθλήματος με την Λίβερπουλ, έζησε μια ιστορική αήττητη σεζόν με την Σέλτικ. Αν τον κρίνετε με βάση τα αποτελέσματα και όχι τις δηλώσεις του μετά τα ματς, θα δείτε καθαρά ότι είναι ένας πολύ ταλαντούχος προπονητής. Η Σουόνσι του Ρότζερς βασιζόταν πολύ στην κατοχή μπάλας και μόνο οι Μάντσεστερ Σίτι και Αρσεναλ είχαν μεγαλύτερο ποσοστό, αν και τις νίκησε και τις δύο στο Liberty Stadium. Για μια νεοφώτιστη ομάδα που δεν είχε καν προπονητικό κέντρο, ήταν μια τεράστια επιτυχία. Η θητεία του στη Λίβερπουλ έχει μείνει στη μνήμη όλων σαν αποτυχημένη λόγω της απώλειας του τίτλου το 2013-14, αλλά αυτό που ξεχνάνε όσοι τον κρίνουν, είναι ότι η Λίβερπουλ άρχισε την σεζόν σαν 5ο φαβορί για τον τίτλο. Το γεγονός ότι έφτασε κοντά στη δόξα, σημαίνει ότι ο Ρότζερς ξεπέρασε τις προσδοκίες. Αφήνοντας στην άκρη την έμφαση που έδινε στο ποδόσφαιρο κατοχής, προκειμένου να υιοθετήσει ένα στυλ γρήγορων αντεπιθέσεων, ο Ρότζερς αξιοποίησε τέλεια τους Στάριντζ και Σουάρες, χρησιμοποιώντας τους έξυπνα σε διαφορετικές θέσεις. Πήρε, επίσης, το καλύτερο από τον Χέντερσον, αντιλήφθηκε το ταλέντο του Στέρλινγκ και γενικά υπάρχουν λίγοι προπονητές που κατάφεραν να δημιουργήσουν δύο ομάδες με τόσο καλή τακτική. Ο Ρότζερς το έκανε. Και το γεγονός ότι γλίστρησε ο Τζέραρντ δεν θα πρέπει να επηρεάζει τις κρίσεις για τη δουλειά του…

Μάικ Γουόκερ (Νόριτς, Εβερτον)
Η πρώτη σεζόν της Premier League δεν ήταν ακριβώς ό,τι έπρεπε για επιθετικό και τεχνικό παιχνίδι. Κυριαρχούσε ακόμη το ποδόσφαιρο με τις βαθιές μπαλιές, με τους αμυντικούς να στέλνουν συνήθως την μπάλα στις εξέδρες, πριν αρχίσουν να γίνονται αξιοπρεπείς στις πάσες. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ που κατέκτησε τον τίτλο ήταν λίγο διαφορετική λόγω του Ερικ Καντονά αλλά την σεζόν 1992-93 η αγαπημένη ομάδα των ουδέτερων ήταν η Νόριτς του Μάικ Γουόκερ, η ομάδα που θεωρείτο φαβορί για υποβιβασμό στην έναρξη του πρωταθλήματος. Ο Γουόκερ δεν ντράπηκε να υποστηρίζει το ποδόσφαιρο κατοχής, αν και στην Κόλτσεστερ είχε απολυθεί λόγω των ιδεών του, παρά το γεγονός ότι η ομάδα ήταν στη 2η θέση. Επέμεινε στην ίδια φιλοσοφία και στη Νόριτς, η οποία εξέπληξε τους πάντες τελικά. Οταν έφτασε ο Δεκέμβριος, η ομάδα των Μπόουεν, Κούλβερχαουζ, Κρουκ, Φίλιπς, Φοξ και Ρόμπινς ήταν στην κορυφή και μάλιστα με +8, αλλά μετά… κατάφερε, με κάποιο τρόπο, να μην σκοράρει για πέντε σερί αγώνες. Τελικά η Νόριτς δεν είχε την απαραίτητη πίστη και ήταν αφελής αμυντικά, με αποτέλεσμα να χάσει με 3-1 από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σε ένα κρίσιμο ματς, το οποίο ουσιαστικά εξαφάνισε τις ελπίδες της για τον τίτλο. Και η 3η θέση όμως, πίσω από Γιουνάιτεντ και Αστον Βίλα, ήταν ένα αδιανότητο επίτευγμα με βάση τις προβλέψεις στην έναρξη του πρωταθλήματος, για να αποδειχθεί έτσι ότι το ποδόσφαιρο κατοχής μπορεί να φέρει αποτελέσματα.

Κέβιν Κίγκαν (Νιούκασλ, Μάντσεστερ Σίτι)
Είναι αδύνατο να μην σκεφτείς τον Κίγκαν σαν χαρακτήρα κωμωδίας – το περίφημο καμαρίνι, η τακτική αφέλεια, η παραίτηση από την εθνική Αγγλίας στις τουαλέτες, το διάλλειμα από το ποδόσφαιρο για να χρηματοδοτήσει ένα ποδοσφαιρικό τσίρκο. Η δική του Νιούκασλ μνημονεύεται για την απώλεια του τίτλου το 1996 αλλά η δουλειά του Κίγκαν στο κλαμπ ήταν εκπληκτική. Πρέπει να θυμόμαστε, όταν τον κρίνουμε, ότι την στιγμή που ανέλαβε την Νιούκασλ, η ομάδα κινδύνευε να υποβιβαστεί στην 3η κατηγορία και κατάφερε -προφανώς και με τα λεφτά που επενδύθηκαν- να αλλάξει εντελώς την κατάσταση, ανεβάζοντας την στην Premier League και μετά, άμεσα, μπαίνοντας στη μάχη του τίτλου. Αντεξε την πώληση του Αντι Κόουλ στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και έχτισε μια δεμένη, επιθετική ομάδα που κέρδισε την εκτίμηση των ουδέτερων με το ποδόσφαιρο της. Ο Λες Φέρντιναντ σκόραρε, ο Νταβίντ Ζινολά εξέθετε τους δεξιούς μπακ, ο Φαουστίνο Ασπρίγια δεν καταλάβαινε λέξη στα αγγλικά αλλά διέλυε μόνος του τους αντιπάλους του. Ο Κίγκαν άλλαξε τα πάντα στην άμυνα, βάζοντας τους Χάουι-Ελιοτ-Γουότσον, ο Λι Κλαρκ από 10άρι έγινε ξανά αμυντικό χαφ και ο Μπίρντσλεϊ από επιθετικός έγινε δεξί εξτρέμ. Ο Κίγκαν ήθελε να βάζει στο γήπεδο μια ομάδα με επιθετικούς και μπορεί η Νιούκασλ να κατηγορήθηκε για τα αμυντικά λάθη αλλά οι αμυντικές επιδόσεις της δεν ήταν χειρότερες από αυτές αρκετών ομάδων που κατέκτησαν την Premier League εκείνα τα χρόνια. Η Νιούκασλ δεν τα κατάφερε αλλά ο Κίγκαν την οδήγησε στην υψηλότερη θέση των προηγούμενων 70 χρόνων, έφερε τον Αλαν Σίρερ στην ομάδα και τους οδήγησε σε εκείνο το 5-0 επί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, στην ενδεχομένως καλύτερη εμφάνιση ομάδας σε ένα ματς στην ιστορία της Premier League. Από την 2η κατηγορία και παραλίγο την 3η ως την 2η θέση της Premier League και παραλίγο τον τίτλο, κανείς άλλος προπονητής δεν έζησε μια τόσο γρήγορη μεταμόρφωση.

Pin It on Pinterest

Shares
Share This