Επιλογή Σελίδας

Της Βάσως Πρεβεζιάνου

Δοξάστηκε μέσα στο «Μαρακανά». Ήταν μόλις 22 χρόνων, ήταν αυτός που σκόραρε το νικητήριο γκολ, το ένα και μοναδικό τέρμα στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας, αυτό που χάρισε στη «νάσιοναλμανσαφτ» τον τίτλο κόντρα στην Αργεντινή.

Είχε μόλις ολοκληρώσει με μαγικό τρόπο μια φοβερή σεζόν, την πρώτη του με τη φανέλα της Μπάγερν. Ήταν ένας ήρωας, ήταν ένα ανερχόμενο ταλέντο (από το Νοέμβριο του 2010 έχει γίνει ο δεύτερος νεαρότερος παίκτης στην εθνική Γερμανίας, μετά τον Ούβε Ζέελερ) , είχε στα πόδια του όλο τον ποδοσφαιρικό πλανήτη. Και ας είχε αφήσει μερικούς μήνες νωρίτερα τη Ντόρτμουντ, κι ας είχε γίνει προδότης για τους Βεστφαλούς (οι οπαδοί των οποίων έκαιγαν τις φανέλες του, διέγραφαν το όνομά του, σήκωναν πανό στα οποία δίπλα στο επίθετο Γκέτσε υπήρχε το όνομα Ιούδας) πιστεύοντας ότι στη Μπάγερν θα μπορούσε να εξελιχθεί και να μεγαλουργήσει. 

Ο Γκέτσε ήθελε πολύ να δουλέψει με τον Γκουαρδιόλα, αλλά ο Ισπανός δεν… καιγόταν για τον Γερμανό. Είχε ζητήσει τότε από την διοίκηση της Μπάγερν την απόκτηση του Νεϊμάρ. Η διοίκηση αρνήθηκε να ασχοληθεί με τον Βραζιλιάνο και είπε στον προπονητή ότι θα έπρεπε να συμβιβαστεί με τον Γκέτσε. Και μπορεί τελικά στα τρία χρόνια που έμεινε στο Μόναχο ο ποδοσφαιριστής να έγραψε 114 συμμετοχές με τους Βαυαρούς, αλλά είχε πολύ λιγότερα λεπτά συμμετοχής σε σχέση με τα χρόνια του στη Ντόρτμουντ. Πέτυχε και 36 γκολ, αλλά δεν έγινε ποτέ πρωταγωνιστής. Ο ρόλος του ήταν πάντα συμπληρωματικός. Ο Γκουαρδιόλα δεν πίστεψε ποτέ ότι ο  Γκέτσε θα ήταν ο ηγέτης της δικής του Μπάγερν. 

Και η μοίρα τα έφερε έτσι ώστε ο Γκέτσε να φύγει μαζί με τον Ισπανό προπονητή, παρόλο που ο ίδιος ο ποδοσφαιριστής περίμενε ότι με τον διάδοχο του Γκουαρδιόλα ίσως τα πράγματα να ήταν καλύτερα. Ο Κάρλο Αντσελότι ήταν από την αρχή ξεκάθαρος. Δεν τον υπολόγιζε. Τα άσχημα μαντάτα μετέφερε ο πρόεδρος της Μπάγερν, Καρλ Χάινζ Ρουμενίγκε, όταν έλεγε δημόσια: «Δυστυχώς δεν πέτυχε στη Μπάγερν. Θέλει να παίζει και αυτό δεν πρόκειται να συμβεί εδώ».

Ο Γκέτσε ζητούσε μια δεύτερη ευκαιρία. Την αναζήτησε στη Ντόρτουντ, που τον δέχθηκε πίσω, αλλά χωρίς κανείς να περιμένει ότι τα άσχημα ήταν μπροστά. Ο πιο μεγάλος αντίπαλος δεν ήταν στα γήπεδα, αλλά στο ίδιο το κορμί του, το οποίο δεν αντέχει. Νιώθει πολύ συχνά (και ανεξήγητα) καταβεβλημένος, οι μυικοί τραυματισμοί διαδέχονται ο ένας τον άλλο. 

Η Ντόρτμουντ αποφασίζει να τον υποβάλει σε εξονυχιστικές εξετάσεις. Και τότε έμαθε για τη μυοπάθεια. Τον Φεβρουάριο του 2017 ανακοινώνεται ότι θα μείνει εκτός αγωνιστικής δράσης για άγνωστο χρονικό διάστημα. Πολλοί σπεύδουν να προεξοφλήσουν το τέλος της καριέρας του. Στα 25 του… 

Η εφημερίδα «Suddeutsche Zeitung» αποκάλυψε την μυοπάθεια, μία μυϊκή πάθηση, που σχετίζεται με αναστάτωση στον μεταβολισμό ενός ατόμου.Για έναν μέσο άνθρωπο, η μυοπάθεια μπορεί να σημαίνει μικροενοχλήσεις και απουσία επιθυμίας για γυμναστική.

Για έναν κορυφαίο αθλητή, οι μύες του οποίου εκτίθενται σε μεγαλύτερες πιέσεις, αυτό μπορεί να σημαίνει το τέλος της καριέρας του, αφού η συγκεκριμένη πάθηση προκαλεί αδυναμία, γρήγορη μυική κόπωση και επέκταση της περιόδου που χρειάζεται για αποθεραπεία μετά από έναν αγώνα ή μια δυνατή προπόνηση.

Ο Γκέτσε μπήκε σε κλινική και εξαφανίστηκε… Δεν έκανε αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν κυκλοφορούσε δημόσια υπό τον «φόβο» ότι θα γίνει αντιληπτός. Ήθελε να περάσει απομονωμένος αυτή την περιπέτεια, ελπίζοντας πάντα ότι η επιστροφή του δεν θα αργήσει. Και, φυσικά, με τον πόθο ότι όχι μόνο θα γυρίσει στα γήπεδα, αλλά θα καταφέρει να δείξει κάτι από αυτό που ήταν πριν αρχίσει ο Γολγοθάς.

Κάποια στιγμή σταμάτησε να κρύβεται. Μετά από παραμονή για μεγάλο χρονικό διάστημα σε ειδικό κέντρο στις ΗΠΑ, κλεισμένος στον εαυτό του, άρχισε και πάλι να δίνει το στίγμα του είτε με αναρτήσεις στα social media είτε με συνεντεύξεις. 

 «Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολο να συνειδητοποιήσω ότι δεν θα μπορούσα να παίξω ποδόσφαιρο. Δεν είχα κάποιον τραυματισμό, δεν μου συνέβη κάτι σύνηθες. Το βασικό ήταν να βάλω στο μυαλό μου ότι κάποια στιγμή θα μπορούσα να επιστρέψω. 

Είμαι καλά. Μπορώ πια να τρέχω χωρίς πρόβλημα και πιστεύω ότι σύντομα θα αρχίσω και προπονήσεις. Φυσικά πρέπει να συνεχίσω τη θεραπεία μου. Θα πρέπει να συμβιβαστώ με το γεγονός ότι τα φάρμακα θα είναι πια για πάντα μέρος της ζωής μου» είπε τον περασμένο Αύγουστο στο «Kicker». 

Ούτε που θα μπορούσαν να περάσουν από το μυαλό του, εκείνο το βράδυ στο «Μαρακανά» όσα θα του συνέβαιναν τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Δεν θα μπορούσε να σκεφτεί ότι τέσσερα χρόνια μετά θα ήταν ένας απλός τηλεθεατής του Μουντιάλ. Φέτος η σεζόν είχε πολλά σκαμπανεβάσματα για τον Γκέτσε, ήταν βασικός μόλις σε 19 παιχνίδια στη Μπούντεσλιγκα, πέτυχε μόνο δύο γκολ και ταλαιπωρήθηκε από τραυματισμό. 

Ο αποκλεισμός του από την αποστολή της Γερμανίας για το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας ήταν μάλλον αναμενόμενος. Η τελευταία φορά που φόρεσε τη φανέλα της εθνικής ομάδας της πατρίδας του ήταν τον περασμένο Νοέμβριο. «Είναι ένα παιδί θαύμα» αναφωνούσε ο Γιόακιμ Λεβ, δευτερόλεπτα μετά τη λήξη του τελικό του 2014.  

Είναι ο ίδιος προπονητής που τον άφησε εκτός αποστολής από το Μουντιάλ της Ρωσίας. Και ο Γκέτσε ίσως να σκέφτηκε, στο άκουσμα της είδησης ότι έμεινε εκτός. ότι ήρθε τόσο γρήγορα η στιγμή του που δεν υπάρχει πια τίποτα για να περιμένει… 

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This