Επιλογή Σελίδας

Τα Λιοντάρια επιστρέφουν στους “4” ενός Μουντιάλ για πρώτη φορά μετά το 1990 και ο Alex Hess γράφει στο FourFourTwo για όσα άλλαξε ο προπονητής τους.

Απέβαλε τους εγωισμούς

Παρατηρώντας την κατάσταση απ’ έξω, το κεντρικό μέρος της ανανέωσης του Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ στην εθνική Αγγλίας τον τελευταίο χρόνο είναι η αλλαγή νοοτροπίας. Η σημερινή, αποκαλούμενη πλέον, “χρυσή γενιά” μπορεί να μην ήταν και τόσο άψογη στη συμπεριφορά της, αλλά σίγουρα έφερε μαζί της αυτόν τον αέρα του «είμαστε εδώ για να νικήσουμε». Ισως αυτό είναι φυσιολογικό για επιτυχημένους σούπερσταρ όπως ο Φρανκ Λάμπαρντ, ο Ρίο Φέρντιναντ και οι άλλοι, αλλά ενώ αυτό δούλεψε καλά για τους συλλόγους τους, στην εθνική ομάδα αποδείχθηκε η συνατή της καταστροφής.

Η τωρινή γενιά, σε πλήρη αντίθεση, ενώ έχει πετύχει ουσιαστικά λίγα σε συλλογικό επίπεδο, κατά ένα περίεργο και αναμφισβήτητο παράδοξο, φαίνεται να είναι σε πολύ καλύτερη θέση για να πετύχει μεγάλα πράγματα με την Αγγλία. Ο ρόλος του Σάουθγκεϊτ σε αυτό είναι εν μέρει περιστασιακός. Ηταν αρκετά τυχερός ώστε να αναλάβει ακριβώς όταν ο τελευταίος εκείνης της γενιάς ετοιμαζόταν για την αποχώρηση του, αλλά δεν ήταν και όλα θέμα τύχης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ομάδα που είχε επιλέξει ο Σαμ Αλαρντάις, ο οποίος είχε επιλεγεί τρεις μήνες πριν την πρόσληψη του Σάουθγκεϊτ, είχε τον Τζο Χαρτ, τον Γουέιν Ρούνεϊ, τον Θίο Γουόλκοτ και τον Φιλ Γαγκέλκα. Και οι τέσσερις έμειναν εκτός επί Σάουθγκεϊτ, παρά το γεγονός ότι μόνο ένας -ο Ρούνεϊ- έχει ανακοινώσει την αποχώρηση από την εθνική ομάδα.

Με λίγα λόγια, ο Σάουθγκεϊτ έχει -πολύ ήσυχα, φροντίζοντας να μην προκαλέσει κανενός είδους σκηνή- ξεμπερδέψει με τους τελευταίους αστέρες του παρελθόντος. Τους αντικατέστησε με ποδοσφαιριστές που είναι νέοι και όλοι μαζί πολύ πιο πρόθυμοι να βάλουν το ταλέντο τους κάτω από την ομαδική επιτυχία.

Εμπιστοσύνη στα νιάτα

Το στοιχείο της ηλικίας δεν πρέπει να υπερεκτιμηθεί. Συχνά λέγεται ότι οι πιο βαθιά σκεπτόμενοι προπονητές προτιμούν να δουλεύουν με νέους παίκτες γιατί σε αυτή την ηλικία είναι πιο εύκολο να διαμορφωθούν με βάση τα “θέλω” του προπονητή. Είναι αλήθεια, μεταξύ άλλων, για τους Πεπ Γκουαρντιόλα και Μαουρίσιο Ποκετίνο, αλλά και ο τρόπος διαχείρησης του Σάουθγκεϊτ φαίνεται να ταιριάζει επίσης. Η εμπειρία δεν έχει απορριφθεί, έχει διατηρηθεί η ισορροπία ως ένα βαθμό, αλλά κάθε φορά που μια θέση παίζεται ανάμεσα σε δύο παίκτες, αυτός που “ευνοείται” είναι ο νεότερος.

Το αποτέλεσμα ήταν να κάνουν ντεμπούτο 13 παίκτες σε λιγότερο από δύο χρόνια και μια ομάδα που έχει τον 2ο πιο μικρό μέσο όρο ηλικίας, μαζί με τη Γαλλία, σε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο. Εχει τον Τζόρνταν Πίκφορντ, τον Χάρι Μαγκουάιρ, τον Ρούμπεν Λόφτους-Τσικ και τον Τρεντ Αλεξάντερ-Αρνολντ, αλλά όχι τους Χαρτ, Κρις Σμόλινγκ, Τζακ Γουίλσιρ ή Γουόλκοτ. Αυτό δε γίνεται για το καλό τους. Για όλα αυτά τα “δεν μπορείς να αγοράσεις εμπειρία”, υπάρχουν πολλά ζωτικά χαρακτηριστικά που λειτουργούν καλύτερα στους νέους: Αγνοια φόβου, θάρρος, ταχύτητα και επιθυμία να εντυπωσιάσουν. Ολα έχουν φανεί σε αφθονία όταν η ομάδα είναι στα καλύτερα της.

Νίκησε στον πόλεμο των PR

Υπάρχει ένα ακόμη εξίσου σημαντικό θέμα με τους νέους: Χάρη στην απλή ανθρώπινη φύση, είναι πιο ελκυστικοί στο κοινό. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ότι όλο αυτό το κλίμα που περιέβαλε τις κινήσεις του Σάουθγκεϊτ τις τελευταίες εβδομάδες ήταν “συμπαθητικό”. Σε επίπεδο συλλόγων αυτό είναι λιγότερο σημαντικό -αν είσαι αρκετά επιτυχημένος, η πλειοψηφία των οπαδών θα σε μισεί ούτως ή άλλως- αλλά με την Αγγλία, εκεί όπου η δημόσια απογοήτευση και η αποτυχία ήταν καιρό κλειδωμένες μαζί σε ένα φαύλο κύκλο, είναι ζωτικής σημασίας.

Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι απλά τα νιάτα τους αυτά που έχουν αναζωπυρώσει τη ζεστασιά γύρω από την εθνική ομάδα – υπήρξε και μια αξιοσημείκωτη αλλαγή στον τρόπο που οι παίκτες εκτελούν ορισμένα καθήκοντα τους. Ενώ οι προηγούμενες ομάδες θα κλειδώνονταν σε 5άστερα προπονητικά κέντρα για να αποφεύγει τον Τύπο, αυτή η ομάδα έχει σαφώς ενθαρρυνθεί να δώσει νόημα στις εμφανίσεις της στα ΜΜΕ. Αυτό είναι εμφανές στο Μουντιάλ. Μετά τη νίκη επί της Κολομβίας, αμέτρητες selfies βγήκαν με οπαδούς έξω από το γήπεδο. Μία εβδομάδα νωρίτερα, πέρασαν ώρες παίζοντας βελάκια και μπιλιάρδο με δημοσιογράφους. Λιγότερο προκλητικό; Ισως, αλλά σαν συμβολική ενέργεια, δούλεψε μια χαρά.

Πάνω από αυτό, είναι το γεγονός ότι οι παίκτες που ο Σάουθγκεϊτ έβαλε στο κέντρο του πλάνου του -Τζέσε Λίνγκαρντ, Μάρκους Ράσφορντ, Χάρι Κέιν, Ντέλε Αλι- δίνουν την εντύπωση ότι είναι σοβαροί, προσγειωμένοι άνθρωποι. Αυτό, δηλαδή, που δεν έδειχναν οι προκάτοχοι τους. Και το αν όντως ήταν ή όχι, ή το αν οι τωρινοί όντως είναι ή όχι, δεν έχει και απόλυτη σημασία. Οταν η μόνη σου επαφή με τον κόσμο είναι μέσω των Media, οι εντυπώσεις μετράνε πραγματικά πάρα πολύ.

Το σύστημα φτιάχνει τον σταρ

Δεν είναι μόνο όλα αυτά που προαναφέραμε, αυτά που άλλαξε ο Σάουθγκεϊτ. Είναι, με πιο κυριολεκτικούς όρους, η ίδια η ομάδα. Οι προηγούμενοι προπονητές της Αγγλίας προσπαθούσαν να ρίξουν όσο το δυνατόν περισσότερους σταρ παίκτες στις αγαπημένες τους θέσεις – και για απόδειξη ότι αυτό δε γινόταν μόνο στην εποχή του διδύμου Τζέραρντ-Λάμπαρντ, δείτε το 4-1-4-1 του Ρόι Χόντσον στο Euro 2016. Για τον Σάουθγκεϊτ ισχύει το αντίθετο. Υπάρχει ένα σαφές και προφανές σχέδιο και αν προκύψει μια παραφωνία, είναι οι παίκτες που θα πρέπει να προσαρμοστούν.

Με το 3-5-2 με το οποίο οι περισσότεροι παίκτες νιώθουν άνετα λόγω των συλλόγων τους, ο Σάουθγκεϊτ αποφάσισε να επιλέξει ένα ρόστερ που είναι κατάλληλο για την τακτική του. Δεν είναι μόνο ο σχηματισμός, αλλά το ένστικτο και η προσέγγιση επίσης. Ο Σάουθγκεϊτ προτιμάει ένα υπομονετικό παιχνίδι κατοχής, οπότε το κέντρο είναι γεμάτο ενέργεια, ο Πίκφορντ παίρνει τη θέση του τερματοφύλακα λόγω του πώς μοιράζει την μπάλα και μια άμυνα τριών που θεωρητικά μοιάζει περίεργη (Μαγκουάιρ, Τζον Στόουνς και ο Κάιλ Γουόκερ που παίζει εκτός θέσης), βγάζουν νόημα.

Οι Γκάρι Κέιχιλ, Φιλ Τζόουνς και Κρις Σμόλινγκ, όλοι αμυντικοί που προηγουμένως θεωρούνταν ανώτεροι στις θέσεις τους αλλά κατώτεροι στον χειρισμό της μπάλας, παρακολουθούν από τον πάγκο ή τον καναπέ.

Εσπασε το κόμπλεξ των πέναλτι

Ο,τι κι αν συμβεί από εδώ και πέρα, θα έχουμε πάντα τη Μόσχα. Μια δύσκολη νίκη στη φάση των “16” επί ενός αντιπάλου μεσαίου επιπέδου που είχε και απουσίες, μπορεί να μην είναι αρκετή για να γίνει χαμός σε κάθε φυσιολογική παρουσία της Αγγλίας σε ένα μεγάλο τουρνουά. Για την ακρίβεια, θα ήταν τέλειο για να γίνει ό,τι πάντα, κάτι σαν προαναγγελία αποκλεισμού. Ωστόσο μια νίκη σε διαδικασία πέναλτι για πρώτη φορά σε 22 χρόνια, με πέντε ήττες σε αυτή τη διαδικασία ενδιάμεσα, δεν είναι μια φυσιολογική κατάσταση.

Πρώτα και πάνω από όλα, ο Σάουθγκεϊτ απέρριψε την άποψη ότι τα πέναλτι είναι θέμα τύχης. Οπως είπε ο ίδιος πριν μία εβδομάδα: «Δεν είναι θέμα τύχης. Είναι θέμα ευκαιρίας. Είναι θέμα εκτέλεσης υπό πίεση». Αυτή η ικανότητα είχε χαθεί από την Αγγλία για δύο δεκαετίες και τώρα έρχεται να καταλάβει μια περίεργη και εξέχουσα θέση στην εθνική ψύχωση. Οταν η προοπτική των πέναλτι έγινε αντικείμενο ενός τοξικού συνδυασμού εμμονής και μοιρολατρισμού, αυτό φαινόταν στο γήπεδο. Η Αγγλία ήταν τρομοκρατημένη για τα πέναλτι γιατί ήταν τόσο κακή σε αυτό, και ήταν τόσο κακή σε αυτό επειδή ήταν τόσο τρομοκρατημένη.

Ο Σάουθγκεϊτ, ο οποίος έχει μια εμπειρία πάνω σε αυτό το θέμα, αποφάσισε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με ένα βαθιά λογικό τρόπο. Πρόκειται για την κατάρτιση ενός πλήρη πίνακα με εκτελεστές (σε αντίθεση με το “να σηκώσει το χέρι όποιος το έχει” που έζησε αυτός κάποτε), εξέταση του αντιπάλου, εκτελέσεις στις προπονήσεις όσες περισσότερες φορές γίνεται. Τα όσα είπε για το πώς η Αγγλία θα πρέπει να “έχει τον ψυχολογικό έλεγχο της όλης διαδικασίας” έχουν αποτελέσματα.  

Δεν είναι απλά ότι η Αγγλία απέκλεισε την Κολομβία, είναι ότι για να το κάνει αυτό χρειάστηκε να ξεπεράσει το γεγονός ότι το ματς στράβωσε, όπως χρειάστηκε να ξεπεράσει και το γεγονός ότι το πρώτο άστοχο πέναλτι στη σχετική διαδικασία ήταν δικό της. Κι όμως, έδειξε τον χαρακτήρα για να το ανατρέψει. Ισως επειδή είχε τον έλεγχο της όλης διαδικασίας.

Πηγή: Gazzetta – Four Four Two

Pin It on Pinterest

Shares
Share This