Επιλογή Σελίδας

Του Αλέξη Σπυρόπουλου

Εκτός απ’ τη νούμερο-ένα. Νούμερο-ένα ήταν, να είναι ο Νεϊμάρ του 2018 ένας Ρονάλντο του 2002. Καμία σχέση. Ο απαράμιλλος Ρονάλντο, ήδη ταλαιπωρημένος από τραυματισμούς τότε, σήκωσε το βάρος. Ο Νεϊμάρ, ταλαιπωρημένος κι αυτός απ’ τον τραυματισμό, όχι.

Το αξιοπερίεργο είναι ότι ο Νεϊμάρ του 2018 έδειξε πως, όσο μεγαλώνει τόσο (εάν υπάρχει τέτοιο ρήμα…) ανωριμάζει. Αντί να συμβαίνει, όπως συμβαίνει σε κάθε νορμάλ άνθρωπο, το αντίθετο. Το 2014, το ίδιο όπως και το 2016 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Ζανέιρο, έμοιαζε πολύ πιο έτοιμος να το επωμιστεί.

Ώσπου τον σακάτεψε με το γόνατο, στον προημιτελικό του προηγούμενου Παγκόσμιου Κυπέλλου, ο Κολομβιανός Σούνιγα. Αλλ’ εκείνα τα χρόνια ο εγκέφαλος του Νεϊμάρ λειτουργούσε με τσιπ-Μπαρσελόνα. Πλέον, μακρυά απ’ τη Μπαρσελόνα, ξέφυγε. 

Ο Τίτε, ο προπονητής της Βραζιλίας, είναι η επιτομή της κανονικότητας και της κοινής λογικής. Βάζει την τουαλέτα στο μπάνιο, και τον φούρνο στην κουζίνα. Όχι συναρπαστικό, ακριβώς. Οπωσδήποτε χρήσιμο όμως, αν σκεφτούμε το ανάποδο. Ένα σπίτι δηλαδή, με την τουαλέτα στην κουζίνα και τον φούρνο στο μπάνιο. 

Ετσι το είχε πάει και ο Σκολάρι πάνω-κάτω, στην Απω Ανατολή. Όταν κατέκτησαν το πέμπτο και τελευταίο τρόπαιο. Όλα, οι στόπερ, τα εξάρια κ.λπ., στη σωστή θέση. Μετά, επαφίεται στον Ρονάλντο. Εδώ, αφού πάλι τοποθετήθηκαν λίγο ως πολύ όλα στις σωστές θέσεις, μετά ήταν θέμα Νεϊμάρ.

Με το να είναι θέμα Νεϊμάρ, η Βραζιλία αποκλείστηκε…στο by far καλύτερό της παιγνίδι. Ο εγωκεντρισμός του Νεϊμάρ έβλαψε τη Βραζιλία, ακόμη κι όταν τους δόθηκε μία ύστατη διαφυγή. Το εμφανές πέναλτι, που έκανε ο Κομπανί στον Γκαμπριέλ Ζεζούς. 

Αυτό το πέναλτι, μία σοβαρή πιθανότητα ισοφάρισης, η Βραζιλία δεν το πήρε ποτέ. Και υπάρχει μονάχα ένας λόγος, γιατί δεν το πήραν. Διότι λίγο πριν, ο Νεϊμάρ είχε βουτήξει. Με τη φτηνή ενέργειά του, προκάλεσε το να φέρει ολόκληρη την ομάδα διαιτησίας «απέναντι» στη Βραζιλία.

Το άλλο που δεν είχε η Βραζιλία, ήταν απλό. Ο Ντάνι Αλβες. Το πράγμα απόγινε, όταν τραυματίστηκε κι ο αντικαταστάτης του (Ντανίλο). Η Βραζιλία πάντοτε, όποτε μεγαλουργούσε, βασιζόταν στους sui generis ακραίους της. Όχι λιγότερο, απ’ όσο στα τραγουδισμένα δεκάρια της. 

Στα 50s/60s, ακραίοι μπακ ήταν ο Τζάλμα Σάντος και ο Νίλτον Σάντος. Το ’70 στο Μεξικό, ο Κάρλος Αλμπέρτο και ο Εβεράλντο. Αργότερα, το ’82 στην Ισπανία, ο Λεάντρο και ο Ζούνιορ. Στην Αμερική το ’94, ο Ζορζίνιο και ο Μπράνκο. Το 2002, ο Καφού και ο Ρομπέρτο Κάρλος. 

Αλλά Φάγκνερ να φορέσει φανέλα Σελεσάο σε Μουντιάλ, πιο εύκολος κι από κώνος για τον διαβολικό Αζάρ, δεν υπήρξε ποτέ. Πιθανότατα, πρόκειται για το μοναδικό αντικείμενο του σπιτιού που ο νοικοκύρης Τίτε δεν το έβαλε στη σωστή θέση. 

Ο καλύτερος διαθέσιμος Βραζιλιάνος δεξιός μπακ του τουρνουά, ήταν μακράν ο Μάριο Φερνάντες. Η ειρωνεία είναι πως έπαιξε για τη Ρωσία…

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This