Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Στο γραφείο με περίμενε μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Τα παιδιά που έχουν ιδρύσει το Borussia Dortmund Hellenic Suporters Club είχαν την καλοσύνη να μου στείλουν το 5ο τεύχος του περιοδικού που εκδίδουν για τα μέλη τους και τους φίλους της Ντόρτμουντ στην Ελλάδα. Κι αυτό το περιοδικό ήταν ακόμη ένα καθαρό σημάδι που δείχνει πόσο πολύ, πόσοι πολλοί Ελληνες έχουν αρχίσει να βρίσκουν νόημα να δένονται περισσότερο με έναν ξένο σύλλογο από όσο δένονται με έναν ελληνικό. Αυτή είναι μια διαπίστωση που με ενοχλεί, με τρώει, με στεναχωρεί εδώ και περίπου μια δεκαετία, δηλαδή από τον καιρό που είχα αρχίσει να διαπιστώνω ότι ανάμεσά μας πλέον γίνονται όλο και περισσότεροι αυτοί που αγαπούν το ποδόσφαιρο αλλά δεν αντέχουν να αγαπούν το ελληνικό και προτιμούν το ξένο στον βαθμό που να το αγαπούν, για λόγους που έχω αναλύσει σε παλιότερα σημειώματά μου, περισσότερο από το ελληνικό. Από την άλλη όμως μου δίνει μεγάλη χαρά να διαπιστώνω ότι γίνονται όλο και περισσότεροι αυτοί που αγαπούν το κανονικό ποδόσφαιρο και φτάνουν να το ζουν καλά έστω και με το εμπόδιο της απόστασης. Το ποδόσφαιρο όπως θα ήθελα να είναι παίζεται συνήθως μακριά από την Ελλάδα. Πάντα στεναχωριόμουν γι’ αυτό. Από την άλλη όμως χαίρομαι που γίνονται όλο και περισσότεροι αυτοί που το ανακαλύπτουν και το προτιμούν. Κι αυτό το θεωρώ καλό και υγιές, διότι όλο και μεγαλώνει η βάση των Ελλήνων που προτιμούν το κανονικό ποδόσφαιρο, κι αυτό δημιουργεί την προοπτική να γίνουμε κάποτε οι περισσότεροι στην Ελλάδα εμείς που προτιμούμε το κανονικό ποδόσφαιρο και, τελικά, να το κάνουμε να συμβεί και στα δικά μας γήπεδα.

Γιατί να πρέπει να διανύσεις 2.172 χιλιόμετρα για να ζήσεις αυθεντικό ποδόσφαιρο ρε φίλε;

Στο ξεφύλλισμα του περιοδικού τράβηξε με την προσοχή μου ένα κείμενο με τίτλο “πρώτη φορά στο Westfalen”, πλαισιωμένο από φωτογραφίες που δείχνουν έναν πατέρα με τον γιο του σε στιγμές απόλυτης ευχαρίστησης πάνω που γεύονται την εμπειρία της παρουσίας στο γήπεδο της Ντόρτμουντ. Είναι ένα κείμενο γραμμένο από έναν πατέρα, ο οποίος ζει στη Θεσσαλονίκη, κέρδισε αυτό το ταξίδι σε μια κλήρωση του ελληνικού κλαμπ των οπαδών της Ντόρτμουντ και αποφάσισε να το κάνει με τον 13χρονο γιο του. Ο πατέρας γράφει για την χαρά ενός παιδιού που έμενε σχεδόν άυπνο από την ανυπομονησία του ταξιδιού επί περίπου δύο μήνες. Περιγράφει ένα ταξίδι με την ικανοποίηση κάποιου που πραγματοποίησε ένα “όνειρο ζωής”, όπως το χαρακτηρίζει. Τι είχε να διηγηθεί από την εμπειρία της παρουσίας στο γήπεδο; “Μαγική ατμόσφαιρα, πολιτισμένο περιβάλλον, οικογένειες με παιδιά”. Διαβάζεις ένα κείμενο πλημμυρισμένο από κοσμητικά επίθετα, από το οποίο αναβλύζει η ψυχική ευφορία του συντάκτη του για αυτό που έζησε σε αυτό το ταξίδι. Η εμπειρία ήταν καλύτερη από αυτή που μπορούσε να φανταστεί ένας μεσήλικας Ελληνας ποδοσφαιρόφιλος, ακριβώς επειδή είναι Ελληνας και μεσήλικας, δηλαδή κάποιος που δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι ένας σύλλογος του μεγέθους της Ντόρτμουντ θα άνοιγε τις πόρτες του για να καλωσορίσει δύο Ελληνες οπαδούς του, να τους φέρει σε επαφή με ποδοσφαιριστές και τον προπονητή και να τους ξεναγήσει στους χώρους του. Πώς να φανταζόταν ο Ελληνας ότι αυτό μπορεί να συμβεί με έναν μεγάλο ποδοσφαιρικό σύλλογο χωρίς να παρακαλέσει, να βάλει μέσο, να φιλήσει κατουρημένες ποδιές και να κυκλοφορήσει στο γήπεδο με τον φόβο ότι τον προγγίξει ένας άξεστος υπάλληλος επειδή τόλμησε να βρεθεί στα αποδυτήρια για να βγάλει τον γιο του μια φωτογραφία με τους ποδοσφαιριστές;

“Ο γιος μου δεν χόρταινε από τις καινούργιες εικόνες και βέβαια η εμπειρία να τις μοιραζόμαστε μαζί ήταν ό,τι πιο δυνατό μας πρόσφερε αυτό το ταξίδι. Ηταν κάτι που δεν ξέρω αν θα μπορούσα ποτέ να κάνω για εκείνον. Οταν ακούς από το παιδί σου τα λόγια “μπαμπά, αυτό είναι το καλύτερο ταξίδι που έχουμε κάνει ποτέ”, συνειδητοποιείς την αξία του δώρου. Ηταν κάτι που δεν θα το άλλαζα με τίποτα στον κόσμο”, γράφει συγκινημένος ο πατέρας. Αν δεν σε αγγίζουν τα λόγια του, δεν σε αφορά το κείμενο, συνεπώς μη μπεις στον κόπο να διαβάσεις το υπόλοιπο. Την ώρα που το διάβαζα έπιασα τον εαυτό μου να ταράζεται πολύ. Κυρίως επειδή έφερνα στο μυαλό μου την εικόνα του ανιψιού μου, που είναι σήμερα 13 ετών. Μικρότερος μου ζητούσε να τον πάρω μαζί στο γήπεδο, ή να πάμε παρέα στην αγαπημένη του ελληνική ομάδα. Ποτέ δεν το έκανα όμως. Εγώ, που λόγω της δουλειάς μου θα μπορούσα να του εξασφαλίσω μια ελληνική εμπειρία παροχών παρόμοια με αυτή που περιγράφει ο ταξιδιώτης του Ντόρτμουντ. Σήμερα πια το παιδί έχει πάψει να μου το ζητά, ίσως επειδή έχει πια συνειδητοποιήσει, κι ας μη το έχει φιλοσοφήσει, ότι δεν το εγκρίνω το ελληνικό ποδοσφαιρικό περιβάλλον ως χώρο που θα του δώσει καλές παραστάσεις. Στην πραγματικότητα ο κύριος λόγος που λειτουργεί αποτρεπτικά στο μυαλό μου είναι η συνείδηση ότι δεν θα το ευχαριστηθώ διότι δεν θα τον δω ποτέ να ενθουσιάζεται με τις ελληνικές εικόνες. Θα τον δω να τρομάζει, ή να βγάζει άγρια εφηβικά ένστικτα, ή να βλέπει σκληρές εικόνες. Οχι, δεν είναι αυτά που θέλω να μοιράζομαι με ένα παιδί που αγαπώ. Κι αν θέλω να προσμένω από αυτό το παιδί και τη γενιά του να αλλάξουν τον κόσμο, επιλέγω το σήμερα να του το δείχνω από την τηλεοπτική απόσταση και να του εξηγώ τι δεν πάει καλά, κι όχι να τον βάζω να το ζήσει από κοντά και να δηλητηριαστεί.

Στο τέλος του κειμένου του, ο πατέρας ευχαρίστησε το κλαμπ για το ταξίδι και όλα αυτά που του είχαν κανονίσει να δει και να ζήσει. “Πάνω απ’ όλα επειδή μου δόθηκε η ευκαιρία να μεταφέρω αυτό το κλίμα και αυτές τις εικόνες και στο παιδί μου. Κάτι που μου θύμισε αντίστοιχες εκδρομές με τον πατέρα μου όταν ήμουν κι εγώ στην ηλικία του γιου μου, και αποτελούν μνήμες που υπάρχουν μέσα μου ακόμη και τώρα”, έκλεισε το κείμενό του ο πατέρας. Και με διέλυσε. Διότι μου συμβαίνει το ίδιο, να χαίρομαι τόσο πολύ για όσα έζησα με τον πατέρα μου στα ελληνικά γήπεδα, στα οποία ευτυχώς πρόλαβα να περιπλανηθώ μαζί του επειδή είχα την τύχη να μεγαλώνω στη δεκαετία του ’80, σε έναν καιρό που δεν φοβόσουν όσο σήμερα να πάρεις το παιδί σου στο γήπεδο. Μου συμβαίνει να υπάρχουν αυτές οι εικόνες στο άλμπουμ των αναμνήσεων που πολύ συχνά ανοίγω, τώρα που στερούμαι την φυσική παρουσία του πατέρα μου, και μου συμβαίνει να με πικραίνει πάρα πολύ που δεν έχω καταφέρει να δημιουργήσω τέτοιες αναμνήσεις στα ανίψια μου και μάλλον δεν θα καταφέρω να δημιουργήσω πολλές τέτοιες στην κόρη μου. Μου συμβαίνει να εξοργίζομαι και να θλίβομαι με διαπιστώσεις σαν αυτή, ότι ένας πατέρας χρειάστηκε να ταξιδέψει 2.172 χιλιόμετρα μακριά και να κάνει έξοδα που πιθανόν να μην άντεχε, αν δεν είχε κερδίσει αυτό το ταξίδι, για να μπορέσει να ζήσει μια καλή ποδοσφαιρική εμπειρία με τον γιο του.

Στα 45 μου έχω αφήσει πολύ πίσω μου τον καιρό που λειτουργούσα με την ψευδαίσθηση ότι θα αλλάξω τον κόσμο. Εδώ και χρόνια το κύριο όραμά μου είναι να μην επιτρέπω στον κόσμο να με αλλάξει. Βρίσκω όμως ακόμη νόημα να γράφω κείμενα σαν αυτό, κυρίως για να μοιραστώ τη χαρά μου που διαπιστώνω ότι σήμερα είναι πιο εφικτό από ποτέ να βρίσκει ένας κανονικός άνθρωπος που είναι ποδοσφαιρόφιλος την διέξοδο για να δημιουργήσει υγιείς ποδοσφαιρικές αναμνήσεις στο παιδί του. Ξέρω καλά ότι αυτά τα κείμενα διαβάζονται από τους πολίτες μιας χώρας της οποίας ο υφυπουργός Αθλητισμού έχει κόψει στον εαυτό του και στον γιο του τη χαρά της επίσκεψης στο γήπεδο της αγαπημένης τους ομάδας. Εμείς, οι σημερινοί, δεν προλαβαίνουμε να αλλάξουμε, επειδή δεν είμαστε πλειοψηφία. Εσείς που έρχεστε όμως, οι επόμενοι, το νου σας! Μην επιτρέπετε σε κανέναν από εμάς, τους μεγαλύτερους, να σας πείσουμε ότι αυτό που ζείτε ή βλέπετε να συμβαίνει στα ελληνικά γήπεδα είναι το φυσιολογικό. Δεν είναι. Δεν είστε παράξενοι που προτιμάτε να αγαπάτε μια ξένη ομάδα και να δένεστε μαζί της περισσότερο από όσο με μια ελληνική. Εμείς είμαστε οι παράξενοι, που το ανεχόμαστε εδώ και δεκαετίες αυτό που συμβαίνει εδώ· όχι μόνο στο ποδόσφαιρο. Μπορείτε να τον αλλάξετε τον ελληνικό ποδοσφαιρικό κόσμο, αρκεί να γίνετε οι πολλοί.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This