Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Και αυτό της Κυριακής, όπως και εκείνο για τον τελικό του Κυπέλλου, ήταν ένα ντέρμπι βγαλμένο από τα οράματα, τις προσδοκίες, και τις αυτονόητες σκέψεις που κάναμε όλοι όσοι επιμέναμε διαχρονικά, στη διάρκεια της τελευταίας περίπου 20ετίας ότι η μόνη λύση που εγγυάται στο ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο προοπτική επανεκκίνησης, εξυγίανσης και αναβάθμισης είναι αυτή που περνά μέσα από την παράδοση της διαιτησίας σε ξένα μυαλά και ξένα χέρια με τεχνογνωσία και εμπειρία. Η ιστορία του ντέρμπι της Τούμπας, για το οποίο τόσοι και τόσο ανησυχούσαν, γράφει και διδάσκει. Δείχνει σε όποιον θέλει να δει πώς πρέπει να διεξάγονται όλα τα ντέρμπι του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου μέχρι την ημέρα που θα έχει αλλάξει η νοοτροπία των Ελλήνων διαιτητών αλλά και που θα είναι το ελληνικό ποδόσφαιρο σε θέση να υποστηρίξει παντοιοτρόπως τους Ελληνες διαιτητές που θα έχουν αποκτήσει ευρωπαϊκή νοοτροπία και θα έχουν το θάρρος να λειτουργήσουν με αυτή στο ελληνικό ποδόσφαιρο.

Φυσικά είναι πιθανό σε ένα παιχνίδι με ξένο διαιτητή να γίνει λάθος, και μάλιστα σοβαρό όσο το ελληνικό ποδόσφαιρο παίζεται χωρίς VAR. Αν, για παράδειγμα, το Ρεάλ – Εσπανιόλ του περασμένου Σαββάτου ήταν αγώνας ελληνικού πρωταθλήματος δεν θα είχε λήξει 1-0, θα είχε τελειώσει στο 0-0, διότι ο επόπτης με τη φυσική ματιά υπέδειξε σε θέση οφσάιντ τον σκόρερ Ασένσιο προτού έρθει η ψηφιακή ματιά για να βοηθήσει τον διαιτητή να λάβει τη σωστή απόφαση. Ακόμη όμως και ένα σοβαρό λάθος δεν μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα: στο τερέν της Τούμπας βρέθηκαν δύο ομάδες που συγκυριακά έχουν φτάσει να εχθρεύονται η μία την άλλη. Στην έδρα της μια ομάδα που ένιωθε αδικημένη φιλοξένησε αυτήν που κατηγορεί για την αδικία. Και όχι απλώς δεν άνοιξε μύτη, αλλά οι ποδοσφαιριστές βγήκαν από το τερέν με επίδειξη fair play και αλληλοσεβασμού. Διότι το δηλητήριο έμεινε έξω από το τερέν, όπως πολλές φορές αποδείχθηκε στη στάση του συνόλου των ποδοσφαιριστών προς τον Φιλανδό διαιτητή για τις όποιες αποφάσεις του. Οι ποδοσφαιριστές έμοιαζαν με τους Ελληνες που πηγαίνουν στο εξωτερικό, ντρέπονται που δεν βλέπουν αποτσίγαρα πεταμένα στους δρόμους και ψάχνουν σταχτοδοχείο για να πετάξουν το τσιγάρο που καπνίζουν μόνο σε χώρους που επιτρέπεται. Αν εξαιρέσει κανείς κάποιους από τον πάγκο του ΠΑΟΚ, οι οποίοι είχαν την εντύπωση ότι η ελληνική συμπεριφορά είναι ανεκτή επειδή ήταν Ελληνας ο τέταρτος διαιτητής, με συνέπεια να αποβληθούν, η συμπεριφορά όλων των παραγόντων του παιχνιδιού ήταν ευρωπαϊκή.

Και κάπως έτσι, χάρη στην παρουσία της ξένης τριάδας των διαιτητών συνέβη το απρόσμενο: είδαμε ποδόσφαιρο και έχουμε από το βράδυ της Κυριακής το μεγάλο προνόμιο να κουβεντιάζουμε πρωτίστως για ποδόσφαιρο. Κουβεντιάζουμε για την αποτελεσματικότητα του ΠΑΟΚ και τον killer Πρίγιοβιτς, ο οποίος έκανε τη διαφορά και αποφάσισε τον νικητή ανάμεσα σε δύο ομάδες που έφτιαξαν τον ίδιο αριθμό τελικών προσπαθειών. Αναλύουμε τη διακύμανση στην απόδοση του ΠΑΟΚ, ο οποίος δεν βρήκε διάρκεια και σταθερότητα, ούτε τρόπους να εμποδίσει το passing game της ΑΕΚ με συνέπεια να δείχνει ευάλωτος σε μεγάλα διαστήματα του παιχνιδιού. Στεκόμαστε στη συμπεριφορά του κεντρικού αμυντικού διδύμου της ΑΕΚ, που δεν ήταν του επιπέδου των Τσιγκρίνσκι – Βράνιες και είχε ως συνέπεια μια ήττα για τους Κιτρινόμαυρους σε ένα ντέρμπι του οποίου η μεγαλύτερη διάρκεια τους έβρισκε στην επίθεση για να δημιουργούν πολύ περισσότερες ευκαιρίες συγκριτικά με τις προηγούμενες επισκέψεις τους στην Τούμπα και να τις χάνουν είτε με επιπόλαια τελειώματα είτε από έλλειψη τύχης.

Γέννησε πολλές ποδοσφαιρικές συζητήσεις το ντέρμπι ΠΑΟΚ – ΑΕΚ. Ναι, είναι νωρίς στη σεζόν, και τούτο το ματς δεν αποφάσιζε από μόνο του κανέναν τίτλο. Ηταν όμως ένα παιχνίδι που ήρθε να προστεθεί στα προηγούμενα και να καθαρίσει την εικόνα που σχηματίζουμε για το αγωνιστικό πρόσωπο του ΠΑΟΚ και της ΑΕΚ. Στα επόμενα σημειώματά μου θα γίνω πιο αναλυτικός. Για την ώρα μένω στο σημαντικότερο και συνάμα το καλύτερο νέο από το ντέρμπι της Κυριακής: οι ξένοι διαιτητές αλλάζουν την πραγματικότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου, αυτό μας δείχνουν τα δύο “πειράματα” με τον Ισπανό Μπορμπαλάν και τον Φιλανδό Γκεστράνιους. Αυτό μας δείχνουν οι επιλογές του αρχιδιαιτητή Βίτορ Περέιρα. Ξέρω καλά ότι δεν βολεύει πολλούς, που θα χάσουν δουλειές και μεροκάματα αν τυχόν λήξει αυτή η μάχη και ακυρωθεί το “παρασκήνιο”, και γι’ αυτό καταλαβαίνω ότι δεν θα αναδειχθεί όσο της πρέπει αυτή η κοσμογονική αλλαγή συνθηκών διεξαγωγής αγώνων. Το βλέπεις γύρω σου, τους βλέπεις που τρέχουν να κλείσουν τα παράθυρα για να μην μπει ο καθαρός αέρας, για να μη τους πάρει και τους σηκώσει από το ελληνικό ποδόσφαιρο. Εσείς κι εγώ όμως έχουμε δει, έχουμε καταλάβει, έχουμε αντιληφθεί, έχουμε συνεννοηθεί. Ναι, με ξένους διαιτητές, με ξένους αρχιδιαιτητές και με χρήση του VAR με το πρωτόκολλο του Μουντιάλ 2018, γίνεται. Γίνεται να δούμε το πιο καθαρό ποδοσφαιρικό παιχνίδι που είδαμε στην σύγχρονη ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This