Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

Δώδεκα μέρες πριν το τζάμπολ της ευρωπαϊκής σεζόν, ο Ολυμπιακός δίνει την εντύπωση ότι χρειάζεται ακόμη δώδεκα εβδομάδες, αν όχι μήνες, για να εφαρμόσει στην πράξη τους νεωτερισμούς που οραματίζεται ο νέος προπονητής του.

Το ξεκίνημα της Euroleague, στις 12 Οκτωβρίου, τον στέλνει στα περίχωρα της ίδιας Μόσχας όπου η πρόβα τζενεράλε εξελίχθηκε σε φιάσκο. Η δεύτερη αγωνιστική, στην ίδια Βιτόρια όπου θα διεξαχθεί το επόμενο final four.

Ακολουθούν δύο βατοί αγώνες στο ΣΕΦ, με επικίνδυνους ωστόσο αντιπάλους (Αρμάνι και Μακάμπι), αλλά αμέσως μετά την παρέλαση έρχονται δύο απανωτές τιτανομαχίες εκτός έδρας, με ΤΣΣΚΑ και Παναθηναϊκό.

Και καπάκι, η Φενέρμπαχτσε στο Φάληρο. Και ανήμερα του Πολυτεχνείου, ο Παναθηναϊκός για το πρωτάθλημα, ξανά στο ΟΑΚΑ.

Τι λέτε, πόσες ήττες αντέχει να κάνει ο νέος Ολυμπιακός πριν ξεχειλίσει από το καπάκι η γκρίνια που ήδη εξαπλώνεται στα social media;

Προφανώς, όχι πολλές. Όχι περισσότερες από 3-4, σε αυτά τα οκτώ καυτά παιχνίδια, με τα οποία θα εγκαινιάσει τη σεζόν.

Το πρόγραμμα θα ήταν βαρύ ακόμα και για τον κραταιό Ολυμπιακό της διετίας των ευρωπαϊκών τίτλων. Πόσο μάλλον, για μία ομάδα που επέλεξε την οδό της ριζικής αναδόμησης, ωσάν να βυθιζόταν σε κάποιο αόρατο ναδίρ.

Πριν γράψω ο,τιδήποτε για τον νέο Ολυμπιακό ή για τον νέο Παναθηναϊκό, ζήτησα –όπως πάντοτε- τη γνώμη κάποιων περπατημένων προπονητών, που δεν έχουν έννομο συμφέρον να μιλήσουν με μαλλιά στη γλώσσα.

Συμφώνησαν, όλοι, ότι ο Ολυμπιακός του 2018-9 θα είναι καλύτερος από τον περυσινό, αρκεί να του δοθεί πίστωση χρόνου.

Τα επιχειρήματα που άκουσα περισσότερες από μία φορές ήταν το εξής: «Έγινε πιο γρήγορος και πιο αθλητικός». «Απέκτησε νέους ξένους, με ισχυρό κίνητρο». Ιδίως το τελευταίο.

Αρκεί, όμως, το κίνητρο, για μία ομάδα που στοχεύει στον πρωταθλητισμό;

Όλοι ανεξαιρέτως οι ξένοι παίκτες που αποκτήθηκαν φέτος αποτελούν στοιχήματα. Το βιογραφικό τους συνοδεύεται από ένα (ή περισσότερα) «αλλά».

Ο Ουίλιαμς-Γκος διαθέτει ταλέντο και αυτοπεποίθηση, αλλά του λείπει η πείρα Εuroleague. Ο ΛεΝτέι είναι καλός σε όλα, αλλά υπερβολικά κοντός για τη θέση που καλείται να καλύψει.

Ο Τουπάν παίζει άμυνα, αλλά δεν απειλεί. Ο Τίμα έχει κορμί και πληθωρικό ταλέντο, αλλά η ψυχολογία του μοιάζει εύθραυστη. Ο Βεζένκοφ είναι ο Βεζένκοφ, αλλά δεν είναι παρά ο Βεζένκοφ.

Οι αθεράπευτα αισιόδοξοι και οι ενσωματωμένοι τονίζουν το πρώτο σκέλος της πολλαπλής εξίσωσης, αλλά οι επιφυλακτικοί επισημαίνουν το δεύτερο μισό σε κάθε πρόταση. Για μία ομάδα που πέρυσι αναζητούσε απεγνωσμένα σίγουρα χαρτιά πάνω στο παρκέ, τα ερωτηματικά παραείναι πολλά.

Η εύκολη λύση για τους οπτιμιστές, είναι να υπενθυμίζουν την απογοητευτική θητεία των Ρόμπερτς, Τόμπσον, ΜακΛέιν, Ουίλτζερ, Μπράουν. «Χειρότερα δεν γίνεται», θα πουν. Και θα έχουν δίκαιο. Στο τέλος της περυσινής σεζόν, το παρκέ ανέδιδε μυρωδιά μούχλας.

Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος πλήρωσε τη νύφη, όχι επειδή ο Ολυμπιακός απέτυχε, ίσα ίσα πήγε πολύ καλύτερα από όσο θα περίμενε κανείς με αυτό το υλικό και με τόσους τραυματισμούς, αλλά επειδή έβαλε την υπογραφή του στην επιλογή των συγκεκριμένων ξένων.

Η χρονιά μπορεί να είχε κυλήσει διαφορετικά, εάν τραβούσε και αυτός από την τράπουλα έναν Τζέιμς ή έναν Λάνγκφορντ, έστω τον Ιανουάριο.   

Ο γέγονε γέγονε και ο Ολυμπιακός είναι πλέον η ομάδα του Μπλατ. Είναι, όμως;

Όχι ακόμη. Δεν είναι εύκολα αυτά τα πράγματα, ούτε rasa η tabula που ο Αμερικανοϊσραηλινός παρέλαβε στα χέρια του.

Ο Ολυμπιακός είναι μαθημένος να ακολουθεί συγκεκριμένο μοντέλο παιχνιδιού και να πηγαίνει όπου τον πάει το τρίο Σπανούλη, Παπανικολάου, Πρίντεζη.

Το δείγμα γραφής των φιλικών αγώνων (απέναντι σε μέτριες ομάδες) δείχνουν ότι η εξάρτηση από τους τρεις πυλώνες -τους οποίους συμπληρώνουν οι Μιλουτίνοβ, Μάντζαρης- μάλλον αυξάνεται παρά μειώνεται.

Ο Μπλατ έφτιαξε μία ομάδα χωρίς κλασσικό πλέι-μέικερ, διότι έτσι προστάζει το σύγχρονο μπάσκετ και η δική του λογική. Ούτε ο Στρέλνιεκς μπορεί να κουνήσει με επιδεξιότητα τη μπακέτα του οργανωτή ούτε ο Ουίλιαμς-Γκος.

Ο «άσος» του νέου Ολυμπιακού δεν είναι άλλος από τον Βασίλη Σπανούλη. Ο Ουίλιαμς-Γκος μπορεί να τον απελευθερώσει από τις ευθύνες του σκοραρίσματος (ιδίως όταν έρχεται η ώρα για το «ένας εναντίον πολλών»), αλλά δεν πρόκειται να μοιράσει 8-9 ασίστ.

Μέσα σε όλα αυτά, πρέπει να βρεθεί και κάποιος γκαρντ που θα παίξει άμυνα, όχι για 10 λεπτά (Τουπάν), αλλά στην κόψη των αγώνων. Στην αρχή και στο τέλος.

Ποιος θα αναλάβει τον Σβεντ στην πρεμιέρα, με τη Χίμκι; Δεν είναι τυχαίο, ότι ο Ολυμπιακός των φιλικών φάνηκε πιο αποτελεσματικός όταν είχε στην πεντάδα του τον Μάντζαρη.

Ο Παπανικολάου θα παίξει τον γνώριμο ρόλο του φόργουορντ για όλες τις δουλειές όταν επιστρέψει από τον τραυματισμό, αλλά χωρίς τη σιγουριά που του έδινε ο διόσκουρός του.

Το κενό του Παπαπέτρου θα αργήσει να καλυφθεί, αφού η φυγή του δημιούργησε και εξωαγωνιστική πληγή. Ο Βεζένκοφ μπορεί να αποδειχθεί λαχείο προϊόντος του χρόνου, αλλά ο ρόλος του θα είναι πιο περιορισμένος από του «Πάπι».

Περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, ο Ολυμπιακός έχασε έναν δυναμικό παίκτη τον οποίο ο προπονητής είχε πάντοτε στο παρκέ, στα τελευταία λεπτά αμφόρροπων αναμετρήσεων.

Ο Βεζένκοφ δεν πρόκειται φυσικά να μετέχει ως «δυαροτριάρι» σε πεντάδες-καμικάζι, που έκρυβαν το γήπεδο από τα μάτια του αντιπάλου. Αυτά τα σχήματα ήταν το πιο βαρύ χαρτί του Ολυμπιακού, όταν ένας αγώνας στράβωνε και απαιτούσε αμυντική υπερπροσπάθεια.

Το κραυγαλέο κενό στον Ολυμπιακό του 2017-8 ήταν η έλλειψη ενός «τερματοφύλακα», ο οποίος θα κάλυπτε τις αμυντικές αδυναμίες παικτών που –δικαιολογημένα- κρατούσαν τις δυνάμεις τους για την άλλη άκρη του παρκέ.

Οι «κόκκινοι» έχασαν τους αμυντικούς χυμούς που πότιζαν το dna τους, όταν επέτρεψαν να κοπεί η αλυσίδα των rim protectors Ντόρσεϊ, Ντάνστον, Χάντερ, Μπερτς.

Για κάποιον λόγο, αποφάσισαν να ακολουθήσουν και φέτος το κραυγαλέα αποτυχημένο περυσινό μοντέλο, το οποίο άφηνε ανοχύρωτη τη ρακέτα και τον εναέριο χώρο γύρω από το καλάθι τους.

Ο ΛεΝτέι είναι εξαίρετος σκόρερ και ξεχειλίζει από δυναμισμό, αλλά δεν πρόκειται να διακριθεί ως μπλοκέρ ή ως αμυντικός ριμπάουντερ, στα 20 λεπτά που του αναλογούν.

Ο Μιλουτίνοβ έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, τρίτος σέντερ κλάσης δεν υπάρχει, ενώ τα «τεσσάρια» Πρίντεζης-Βεζένκοφ είναι σκόρερς και ουχί χαμάληδες. Ο Τίμα θα φορέσει –στην καλύτερη περίπτωση- τα παπούτσια του Παπαπέτρου.

Μέσα από μία σειρά από αινίγματα, ο Μπλατ καλείται να συμψηφίσει δύο «κόσμους» που δεν είναι εύκολα συμβατοί. Η επιλογή των ξένων φωνάζει «νέο ξεκίνημα», αλλά ο Ολυμπιακός βρίσκεται στην προτελευταία ή τελευταία σεζόν της εποχής Σπανούλη-Πρίντεζη.

Αυτοί οι δύο είναι η ομάδα και όχι ο Ουίλιαμς-Γκος με τον ΛεΝτέι. Ο κύκλος τους είναι ακόμη ανοιχτός.

Οι «ερυθρόλευκοι» δίνουν την εντύπωση ότι αποδέχθηκαν να κάνουν μερικά βήματα πίσω, πριν φύγουν ξανά προς τα εμπρός. Είχαν όμως αυτή την πολυτέλεια;

Ο Παναθηναϊκός έκανε το ιστορικό σφάλμα να χαραμίσει την τελευταία σεζόν του Διαμαντίδη στα χέρια ενός προπονητή που βρισκόταν εκτός τόπου και χρόνου (Τζόρτζεβιτς).

Ο Μπλατ δεν είναι φυσικά Τζόρτζεβιτς, αλλά ανέλαβε να κατασκευάσει ένα κοκτέιλ με ανομοιογενή υλικά και καινοφανές θεωρητικό υπόβαθρο, όταν χρειάζονταν απλώς διορθωτικές κινήσεις στη γνωστή, επιτυχημένη συνταγή.

Ο Ολυμπιακός του 2018-9 είναι μία καλή ομάδα που θα γίνει ακόμα καλύτερη, μόνο που δεν μοιάζει και πολύ με Ολυμπιακό. Είναι ικανός σε όλους σχεδόν τους τομείς, αλλά δεν διαπρέπει σε κανέναν.

Η άφιξη του Μπλατ έφερε ενθουσιασμό στο κοινό της ομάδας, ωστόσο δεν συνοδεύτηκε με ανάλογου βεληνεκούς μετεγγραφές.

Αυτή ήταν μάλλον η μεγαλύτερη αστοχία του καλοκαιρινού Ολυμπιακού – ότι δεν εκμεταλλεύτηκε το ειδικό βάρος του προπονητή του για να προσελκύσει πρωτοκλασάτους παίκτες.

Βεβαίως, οι περυσινές προσθήκες από το ΝΒΑ αποδείχθηκαν τζούφιες και άλλωστε ο προπονητής γνωρίζει καλύτερα ποιος μπορεί να του κάνει τη δουλειά και πώς.

Αλίμονο, αν υπάρχει δημοσιογράφος ή φίλαθλος που γνωρίζει το μπάσκετ καλύτερα από έναν κορυφαίο τεχνικό και μάλιστα με τα γαλόνια του Μπλατ.

Για μια φορά, όμως, ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος. Οι τίτλοι μπορεί να κρίνονται τον Μάιο, αλλά τα χαμένα κουκιά του φθινοπώρου δεν καλύπτονται εύκολα, μέσα στον λάκκο με τα θηρία.

Οι ομάδες που πέρυσι τερμάτισαν πίσω από την 5η θέση ενισχύθηκαν αισθητά, οπότε το εναρκτήριο δίμηνο προμηνύεται βαρύ, για μία ομάδα που ακόμα πασχίζει να βάλει τα κομμάτια του παζλ στη σωστή θέση.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This