Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Θα ήθελα πολύ να μη τα ζω όσα ζω ως οπαδός της Εθνικής Ομάδας ποδοσφαίρου στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων ετών. Και κοντά σε όλα αυτά που παρακολουθώ, που μου μαυρίζουν την ψυχή και μου θυμίζουν τις ημέρες που ζούσα από το 1999 έως το 2001 καλύπτοντας το ρεπορτάζ της Ομάδας στην προ Ρεχάγκελ εποχή, ήρθαν να προστεθούν τα παιχνίδια του μυαλού και οι συνειρμικές συγκρίσεις του χθες με το σήμερα, στις οποίες οδηγήθηκα στη διάρκεια του τελευταίου έτους, δηλαδή στον καιρό που επιχείρησα την βαθύτερη μελέτη που έχω κάνει ποτέ για την περίοδο γέννησης της χρυσής Εθνικής προκειμένου να ετοιμάσω το “Εξηγώντας το Θαύμα”, ένα ποδοσφαιρικό βιβλίο που θα κυκλοφορήσει σύντομα. Με αυτή την έρευνα ήταν σαν να αυτομαστιγωνόμουν. Το απόλυτο μαύρισμα της ψυχής, σαν να της έκανα σολάριουμ.

Ολα αυτά που συμβαίνουν σήμερα στη ζωή της Εθνικής ομάδας έρχονται από το παρελθόν. Σαν να κάνουν κύκλο. Εδώ και τέσσερα χρόνια έχει στηθεί σκηνικό αναβίωσης της προ Ρεχάγκελ εποχής. Με διοικήσεις που αφενός δεν είχαν/έχουν εμπειρία και γνώση και αφετέρου δεν μπόρεσαν/μπορούν να πείσουν ότι λειτούργησαν/λειτουργούν και αποφάσιζαν/αποφασίζουν ανεπηρέαστες από αυτούς που τις/την εξέλεξαν. Με διοικήσεις που ούτε ξέρουν, ούτε νιώθουν την Εθνική. Με διοικήσεις που δεν νιώθουν την ευθύνη, που τους είναι αδιάφορο το γεγονός ότι με τις επιλογές τους έχουν καταφέρει να απομακρύνουν τις νέες γενιές των Ελλήνων ποδοσφαιρόφιλων από την Εθνική ομάδα. Με διοικήσεις που κατάφεραν την Εθνική που έπαιζε σε γεμάτα γήπεδα να την ξαναφέρουν στο παρελθόν της: στο κρύο, αδειανό από φιλάθλους ΟΑΚΑ, εκεί που ζούσε και στην κατάσταση που ζούσε στον καιρό της πριν από τον Ρεχάγκελ.

Με συλλόγους που έχουν καταφέρει να επαναφέρουν τη συνείδηση των ποδοσφαιριστών στην προ Ρεχάγκελ εποχή, επιβάλλοντάς τους την απαίτηση να έρχεται ο σύλλογος πρώτος, πάνω από την Εθνική στη συνείδησή τους. Με ποδοσφαιριστές που τραυματίζονται πριν από τους αγώνες της Εθνικής και γίνονται καλά δύο τρεις μέρες αργότερα για χάρη του συλλόγου. Με ποδοσφαιριστές που βάζουν τα “εγώ” τους πάνω από το “εμείς” επειδή δεν αισθάνονται και δεν αντιλαμβάνονται ως παραβατική αυτή την συμπεριφορά, αυτή τη νοοτροπία. Με συνεργάτες που δεν κατάφεραν να υποστηρίξουν τον προπονητή διατηρώντας τη βάση των στοιχείων της ταυτότητας που είχαν δώσει στην Εθνική ο Ρεχάγκελ και ο Φερνάντο Σάντος. Με τεχνικό διευθυντή που δεν ακούγεται, δεν μιλά, δεν επιβάλλεται, δεν εισακούγεται, δεν καθοδηγεί, γενικώς “δεν”. Με φήμες για την επιρροή που ασκούν ατζέντηδες, οι οποίοι ξαναβρήκαν τον τρόπο να περνούν την πόρτα της εισόδου του ξενοδοχείου της Εθνικής, αυτή που ήταν αμπαρωμένη από το 2001 μέχρι το 2014 και έκτοτε ξανάνοιξε διάπλατα.

Δεν υπάρχει αρχή και τέλος σε μια συζήτηση περί της ευθύνης που φέρει η διοίκηση του ποδοσφαίρου για αυτό που έχει συμβεί και συμβαίνει στην Εθνική. Είναι παραπάνω από εξοργιστική η ελαφρότητα που επιδεικνύει και η σημερινή διοίκηση, όπως και οι αμέσως προηγούμενες, στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που καθορίζουν τη μοίρα της Εθνικής και του εθνικού ποδοσφαίρου γενικότερα. Τον κοινό νου τον τρομάζει αυτή η ελαφρότητα: φύγε από το Καραϊσκάκη, “γιατί έτσι”, πήγαινε στο ΟΑΚΑ “γιατί έτσι”, φύγε Τσάνα “γιατί έτσι”, έλα πίσω Τσάνα “γιατί έτσι”, μείνε Σκίμπε με νέο συμβόλαιο “γιατί έτσι”, φύγε Σκίμπε δέκα μήνες μετά “γιατί έτσι”, έλα Αγγελε Αναστασιάδη “γιατί έτσι, για μαχητικότητα και πατριωτική συνείδηση”.

Χάσαμε. Γυρίσαμε πίσω. Υπό την ανοχή όλων μας η ΕΠΟ κράτησε επί τέσσερα χρόνια πατημένο το κουμπί στη μηχανή του χρόνου και κατάφερε να ακυρώσει όλα όσα είχαν συμβεί από το 2001 μέχρι το 2014 και να γυρίσει την Εθνική 19 χρόνια πίσω, στην κατάσταση που ζούσε από το 1999 έως το 2001. Και δεν αισθάνεται κανείς την ευθύνη. Δεν τη νιώθει κανείς. Δεν ντρέπεται κανείς. Γι’ αυτό και δεν παραιτείται κανείς. Δεν έχει ξανασυμβεί να ζει σε τέτοια πτώση η Εθνική ομάδα μιας χώρας και να μην έχει προκύψει ούτε μία, μα ούτε μία παραίτηση. Δεν είναι απλώς ότι δεν υπάρχει ευθιξία. Κυριαρχεί η αναισθησία, διότι στην πραγματικότητα δεν νοιάζεται και δεν πονάει κανείς από τους υπεύθυνους για το κατάντημα μιας πρώην ομάδας που σήμερα ξαναπαίζει στο άδειο ΟΑΚΑ και δεν της δίνουν σημασία ούτε οι ποδοσφαιριστές της. Αν κάτι μένει, είναι να πάψουν να τρώνε στο ίδιο τραπέζι οι ποδοσφαιριστές και να τα ξαναχωρίσουν σε “τραπέζι ΑΕΚ”, “τραπέζι ΠΑΟΚ”, “τραπέζι Ολυμπιακού”, “τραπέζι Παναθηναϊκού”, “τραπέζι ξένων”, ώστε να ζήσει η Εθνική την πλήρη και απόλυτη αναβίωση της προ Ρεχάγκελ εποχής.

Ντροπή. “Το αρνητικό συναίσθημα ενοχής που νιώθει κάποιος όταν συνειδητοποιεί ότι έφταιξε σε κάτι”, λέει το λεξικό. Για να νιώσεις, πρέπει να συνειδητοποιήσεις. Η συνειδητοποιήση είναι μια διαδικασία, ένα σύνολο ενεργειών με καθορισμένη τάξη που αφορούν σε κάποιο σκοπό. Εχει δουλειά η συνειδητοποίηση. Και για να την κάνεις, πρέπει να σε νοιάζει. Να ανησυχείς. Οι σημερινοί, οι χθεσινοί, και οι προηγούμενοι δεν ανησυχούσαν, δεν την έκαναν την δουλειά, δεν συνειδητοποίησαν, δεν ντράπηκαν. Γι’ αυτό και παραμένουν στις θέσεις τους, για να ολοκληρώσουν την αποστολή τους. Αυτό είναι το όραμά τους. Αυτό τους τρέφει. Το να είναι εκεί.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This