Επιλογή Σελίδας

Του Θοδωρή Τσούτσου

Αντιλαμβάνεται κανείς ότι το δεύτερο, είναι πιο σοβαρό από το πρώτο. Είναι πιο δύσκολη δουλειά να δημιουργήσεις κατάλληλες συνθήκες δουλειάς σε μια ομάδα, από το να βρεις κατάλληλο προπονητή για αυτήν.

Στην Εθνική μας το τελευταίο διάστημα είναι ξεκάθαρο πως αυτές δεν υπάρχουν. Ξεκινώντας από τις υποδομές της, τις γηπεδικές εγκαταστάσεις ή και την έδρα της, φτάνοντας μέχρι τη νοοτροπία της και τον τρόπο λειτουργίας της. Όλα αυτά, όσο ικανός προπονητής και να είναι ο Αναστασιάδης που επιλέχθηκε, δεν είναι δυνατόν να τα δημιουργήσει μόνος του… 

Ούτε ο Οτο Ρεχάγκελ το είχε κάνει μόνος του. Ούτε ο Φερνάντο Σάντος, ο οποίος είχε και λιγότερο σύνθετη δουλειά από τον Γερμανό τεχνικό, ο οποίος είχε παραλάβει πιο ομαλές συνθήκες από εκείνες που ως διάδοχός του είχε παραλάβει ο Πορτογάλος. Άρα το πρώτο και καθοριστικό ζητούμενο είναι τι στο καλό έγιναν αυτές οι συνθήκες μετά την αποχώρηση του Σάντος…

Ο Ρανιέρι δεν τις είχε. Ο Μαρκαριάν δεν τις είχε. Ο Σκίμπε δεν τις είχε. Και δεν τις έχει ούτε ο Αναστασιάδης. Το πού χάθηκαν, θα πρέπει να το βρουν εκείνοι που παίρνουν τις αποφάσεις. Αν δεν το κάνουν, δεν θα μάθουμε ποτέ και αν ο Έλληνας τεχνικός που ανέλαβε ομοσπονδιακός προπονητής ήταν η σωστή επιλογή. Στην ουσία, όσα και να καταλογίζονται στον Σκίμπε, ούτε για εκείνον το μάθαμε.

Λέγαμε τις προάλλες ότι όποιος και να είναι ο νέος προπονητής, είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί ένα πλάνο γύρω του. Όχι μόνο δεν έγινε αυτό, αλλά δεν τού έχει δοθεί ούτε συγκεκριμένος στόχος. Με ένα χρόνο συμβόλαιο, καθώς λέγεται, το οποίο δηλαδή εκπνέει τον Νοέμβριο του 2019, σημαίνει ότι έχει στη διάθεσή του σε χρόνο 12 μήνες. 

Πρακτικά, όμως, τους δύο αγώνες που απομένουν για το Nations League, στην ουσία αδιάφορους και την προκριματική φάση του Euro 2020. Δηλαδή, άλλες πέντε μαζώξεις για ακόμη δέκα αγώνες. Συνολικά δώδεκα ματς και έξι συναντήσεις. Αυτό από μόνο του και με το ξεκίνημα μάλιστα της συνεργασίας, δεν προσφέρει μία φυσιολογική συνθήκη εργασίας σε έναν προπονητή. 

Μπορεί να αποτελεί πρακτική ομάδων (κυρίως συλλόγων) και προπονητών, που βασίζουν τη διαδρομή τους σε τέτοιες επιλογές, αλλά δεν μπορεί να αποτελεί πρακτική σε μια Εθνική ομάδα. Επιπλέον, είναι σαν η ίδια η ΕΠΟ να μειώνει την επιλογή της. Και κυρίως όχι στο πρόσωπο του Αναστασιάδη, διότι όποιος και να ήταν ο νέος προπονητής, μια τέτοια προοπτική συνεργασίας με τέτοιο χρονικό ορίζοντα θα τού προσέφερε. Ας μην έχουμε καμία αμφιβολία… 

Στην πραγματικότητα είναι η επιβεβαίωση ότι δεν γνωρίζει τι ακριβώς θέλει να κάνει με την Εθνική. Δεν έχει κάτσει να σκεφτεί γι’ αυτήν. Να σχεδιάσει. Να αποφασίσει με κάποιο πλάνο, να εκπονήσει ένα τέτοιο, να προσπαθήσει να το υποστηρίξει. Δεν είναι δυνατό αδιάφοροι βαθμολογικά αγώνες, όπως αυτοί που έρχονται με Φινλανδία και Εσθονία και μάλιστα σε μια “σακατεμένη” όπως είναι αυτή τη στιγμή Εθνική, να αποτελούν κριτήριο. Να αποτελέσουν βάση δικαίωσης ή όχι για την επιλογή Αναστασιάδη. Αλίμονο αν ο προπονητής της Εθνικής ή ακόμη και οι διεθνείς που θα έρθουν ή θα φύγουν, να μπορούν να κρίνονται τόσο πρόχειρα και απλοϊκά. 

Κι επειδή όλα αυτά η ΕΠΟ δεν τα κάνει εδώ και καιρό για την Εθνική, στην ουσία δεν ασχολείται μαζί της παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δηλαδή στις όποιες συγκεντρώσεις της λες και η διοίκηση μπορεί να λειτουργεί όπως οι διεθνείς, αυτός είναι και ο λόγος που αυτή δεν αποτελεί πια κατάλληλο “μέρος” για προπονητή. Για τον όποιο προπονητή, είτε εκείνος είναι κατάλληλος, έμπειρος, γνώστης της ελληνικής πραγματικότητας, μικρός ή μεγάλος, πατριώτης, “μπαμπούλας, δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, είτε δεν είναι όλα αυτά!

Πηγή: Σπορ FM

Pin It on Pinterest

Shares
Share This