Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

To πιο ενοχλητικό στοιχείο στην πρόσφατη πορεία της Εθνικής Ανδρών δεν ήταν η αδυναμία της να επιστρέψει στον χορό των μεταλλίων. Ας μην είμαστε κακομαθημένοι. Δεν είμαστε δα ο λαός ο περιούσιος. Οϋτε στο μπάσκετ ούτε πουθενά αλλού.

Η σταθερή παρουσία της Εθνικής στην πρώτη 8άδα του ευρωπαϊκού στερεώματος και κορυφαία 12άδα του παγκοσμίου είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα ικανοποιητικό για το τωρινό ανάστημα του ελληνικού αθλητισμού (και της ελληνικής κοινωνίας) αποτέλεσμα.

Το πρόβλημα, πέρα από τα εκφυλιστικά σημάδια που παρατηρήθηκαν εκτός γηπέδου στο περυσινό Εurobasket, είναι η έλλειψη νέων παικτών βγαλμένων από τα σπλάχνα του ελληνικού πρωταθλήματος, ικανών να αντέξουν τα κυβικά της βαριάς φανέλας και κληρονομιάς.

Το αύριο μοιάζει πολύ πιο δυσοίωνο από το σήμερα, ιδίως αν προστεθεί στπ κοκτέιλ το χθες.

Στις μεγάλες διοργανώσεις της τελευταίας τριετίας, ο μοναδικός -πλην Γιάννη- παίκτης με ηλικία κάτω των 25 ετών που μπόρεσε σε έναν βαθμό να επωμιστεί πρωταγωνιστικό ρόλο ήταν ο Ιωάννης Παπαπέτρου (1994).

Ο Γιώργος Παπαγιάννης παρουσίασε κάποιες σποραδικές εκλάμψεις πέρυσι, ενώ ο επίσης ‘97άρης Βασίλης Χαραλαμπόπουλος -εμβληματική φιγούρα της ίδιας γενιάς- πέρασε και δεν ακούμπησε το 2016.

Ουσιαστικά, μετά τη σπουδαία φουρνιά των ‘90άρηδων (Παπανικολάου, Σλούκας, Μάντζαρης κ.α.) δεν βγάλαμε τίποτε.

Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο (1994) δεν είναι δα προϊόν του ελληνικού μπάσκετ. Ούτε καν της ελληνικής κοινωνίας, για να είμαστε τίμιοι…

Τα «παράθυρα» της FIBA έπαιξαν τον ρόλο τους για να ανανεωθεί λιγάκι το σκηνικό, αλλά και από αυτά ξεχώρισαν κυρίως οι παλιοσειρές.

Ο Παναγιώτης Βασιλόπουλος είναι 34 ετών, ο Ντούσαν Σάκοτα 32, ο Δημήτρης Μαυροειδής 33, ο Γιάννης Αθηναίου 30, ο Βαγγέλης Μαργαρίτης βαδίζει στα 36,ακόμα και ο Χάρης Γιαννόπουλος πλησιάζει τα 30.

Οι μικροί που πάτησαν παρκέ (Κόνιαρης, Λούντζης κ.α.) πάλεψαν, αλλά δεν ξεχώρισαν.

Αυτό, βέβαια, ήταν αναμενόμενο. Είναι αδύνατο να γίνει κάποιος από κομπάρσος πρωταγωνιστής μέσα σε μία ή δύο μέρες.

Εάν μιλάμε για το εγγύς μέλλον, το ποντάρισμα του Σκουρτόπουλου απευθυνόταν σε παίκτες ηλικίας 22-25 ετών ή και λίγο μεγαλύτερους, που θα μπορούσαν να φέρουν στην Εθνική τη φρεσκάδα της νιότης χωρίς να χαμηλώσουν άθελά τους τον δείκτη της ποιότητας.

Και να κερδίσουν, όχι αριστίνδην αλλά με το σπαθί τους τις τελευταίες 2-3 θέσεις για την Κίνα.

Από το σημείο όπου κάθομαι, βλέπω τουλάχιστον 3-4 λεβέντες που μοιάζουν ικανοί να κάνουν το βήμα παραπάνω και να διεκδικήσουν με αξιώσεις θέση (και ρόλο) στη 12άδα του Μουντομπάσκετ.

  • Ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης (1993) έχει πλέον κομβικό, σχεδόν ηγετικό ρόλο στην κάτοχο δύο τροπαίων ΑΕΚ, με 25’ αδιαπραγμάτευτης συμμετοχής, σταθερό σκοράρισμα, βελτιωμένη δημιουργία και σουτ που λείπει από τον μέσο Έλληνα μπασκετμπολίστα. Η στατιστική του στο Champions League (το οποίο χρησιμοποιώ ως πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα σε σύγκριση με την Α1) του δίνει 14,5 πόντους με 48% στα τρίποντα, αλλά και 4,8 ασίστ και 89% στις βολές. Ο Λαρεντζάκης πιστεύει πολύ στον εαυτό του και ίσως άξιζε μία θέση στη 12άδα του 2017.
  • Ο Ντίνος Μήτογλου (1996) ξεκινάει βασικός όχι σε ομάδα δεύτερου ραφιού, αλλά στον Παναθηναϊκό της Εuroleague, όπου συχνά παίζει καλύτερα από τους υπόλοιπους ψηλούς στα 16-17 λεπτά του. Διαθέτει απειλητικό σουτ για stretch 4άρι (αν και φέτος μετράει 0/7 τρίποντα), είναι ικανός ριμπάουντερ, καταλαβαίνει το παιχνίδι, θα μετράει και δύο χρόνια ευρωπαϊκής πείρας στα πόδια του. Και μπορεί να παίξει και λίγο «5» σε χαμηλά σχήματα, δίπλα στον Πρίντεζη ή -καλώς εχόντων- στον Γιάννη. Όταν έγραφα ότι δικαίως ξεκινούσε βασικός μπροστά από τον Παπαγιάννη στις μικρές Εθνικές ομάδες, πολλοί χύμηξαν να με φάνε.
  • Ο Λεωνίδης Κασελάκης (1990) επέστρεψε από το Καζαχστάν μετά από διετή ξενιτεμό και έφερε μαζί του αυτοπεποίθηση, εξωστρέφεια και λούστρο. Το βασικό «τεσσάρι» της παρέας των Σλούκα, Παππά, Παπανικολάου και σία είναι (ως tweener πλέον) ο παίκτης-κλειδί του Προμηθέα στο ευρωπαϊκό 4-0 και ο παίκτης που κάνει όλες τις δουλειές σωστά: 10 πόντοι, 50% στα τρίποντα, 2,3 ασίστ, 0,8 κλεψίματα. Στην Α1 μαζεύει κατά μέσο όρο και 7,5 ριμπάουντ.

Υπάρχουν κι άλλοι με άφθονο μπάσκετ στα πόδια τους: ο Νίκος Γκίκας (1990), ο Λευτέρης Μποχωρίδης (1994), o Γιαννόπουλος, ο Δημήτρης Κατσίβελης (1991), ο Χρήστος Σαλούστρος (1990), ακόμα και ο ξεχασμένος Βλάντο Γιάνκοβιτς που φαίνεται να επιχειρεί νέο ξεκίνημα με τον Χολαργό και παραμένει σε παραγωγική ηλικία (1990).

Στα 4 προκαριματικά παιχνίδια που υπολείπονται, με Γερμανία, Σερβία και Γεωργία, ο συνδυασμός βαθμολογικής χαλαρότητας και λειψανδρίας μπορεί να εμφανίσει και νέα ονόματα στο μπλοκάκι του Σκουρτόπουλου, είτε αδοκίμαστα (Χρυσικόπουλος) είτε λησμονημένα (Καββαδάς, Μπράμος).

Υπενθυμίζω ότι οι Λαρεντζάκης και Μήτογλου «κόπηκαν» τελευταίοι πέρυσι από τον Κώστα Μίσσα. Θα πρέπει λοιπόν να θεωρούνται πλήρη μέλη της ομάδας, όπως και ο νεότατος (1996) Τάιλερ Ντόρσεϊ, που ξαναφόρεσε πρόσφατα τα μπλε αλλά ξεκίνησε άσχημα τη σεζόν στο ΝΒΑ.

Ορισμένοι «τραινταφεύγα» βετεράνοι, όπως ο Περπέρογλου, ο Καϊμακόγλου, ο Μαυροκεφαλίδης και ο Βασιλειάδης, μάλλον δεν υπολογίζονται πλέον. Καλώς ή κακώς.

Ας πιάσουμε, όμως, την εξίσωση ανάποδα, για να μετρήσουμε πόσες θέσεις περισσεύουν στο ήδη ναυλωμένο τσάρτερ προς την Άπω Ανατολή.

Τον αναντικατάστατο κορμό της Εθνικής αποτελούν -εφ’όσον δηλώσουν όλοι διαθέσιμοι- οι κ.κ. Καλάθης, Σλούκας, Παπανικολάου, Παπαπέτρου, Γιάννης και Θανάσης Αντετοκούνμπο, Πρίντεζης, Μπουρούσης και (παρά τις απουσίες του) ο Κουφός.

Σε αυτούς θα πρέπει να προστεθεί ο Μάντζαρης με αστερίσκο του παρατεταμένο του ντεφορμάρισμα, αλλά και ο Παπαγιάννης με βασικό εχέγγυο το μπόι. Το ίδιο στοιχείο προσθέτει στην εξίσωση και τον πολύπειρο Βουγιούκα.

Θα μιλήσουμε για θαύμα, εάν μπει στο αεροπλάνο για την Κίνα παίκτης του οποίου το όνομα δεν διαβάσατε στις προηγούμενες παραγράφους. Εκτός αν ξέχασα εγώ κάποιον, που δεν αποκλείεται!

Ο Σκουρτόπουλος έχει δεσμευτεί ότι θα δώσει θέσεις σε ορισμένους διεθνείς των «παραθύρων», στην αρχικά 16άδα τουλάχιστον. Και πολύ σωστά.

Ο Ομοσπονδιακός προπονητής δεν σκοπεύει να καλέσει κάποιον από τους παίκτες που «φωτογραφήθηκαν» από τον ίδιο ως υπαίτιοι του κακού κλίματος του 2017. Και πολύ σωστά.

Πέρα από τους 8-9 παίκτες του σκληρού πυρήνα, ουδείς από τους υπόλοιπους δικαιούται να τρέχει από τώρα για βίζα.

Εάν όμως θέλετε τη γνώμη μου, οι τρεις στους οποίους αφιέρωσα ξεχωριστή παράγραφο (και ειδικά οι Λαρεντζάκης, Μήτογλου) έχουν πιάσει την εσωτερική, στην κούρσα των διαβατηρίων.

Mαζί τους και ο Βασιλόπουλος των 8/8 συμμετοχών στα προκριματκά, αλλά και ο Ντόρσεϊ, εφ’ όσον εμφανιστεί πιο ευπροσάρμοστος και ξεψαρωμένος το καλοκαίρι.

Στο διεστραμμένο μυαλό μου την έχω έτοιμη τη 12άδα, αλλά προς το παρόν θα την κρατήσω για τον εαυτό μου! Δεν μου πέφτει και λόγος, εδώ που τα λέμε.

Πολλά, βεβαίως, θα εξαρτηθούν από τα αναπόφευκτα και ποικίλα «όχι» και «νόου» του καλοκαιριού. Ελπίζω να είναι λίγα.

Όλο και κάποιος θα πονάει, όλο και κάποιος θα νιώθει πτώμα στην κούραση, όλο και κάποιος θα βαριέται, όλο και κάποιος θα έχει πιο χρήσιμα πράγματα να κάνει.

Το υλικό πάντως είναι αξιόλογο και μπορεί να πυροδοτήσει βεγγαλικά, ιδίως αν επιστρέψει στις επάλξεις ο Γιάννης Αντετοκούνμπο – ο άνθρωπος που φέρνει μαζί του περισσότερες απαντήσεις, παρά ερωτήματα.

Το πιθανότερο είναι να παίξει και αυτός κανονικά, αγνοώντας επιδεικτικά την αμετροέπεια του Βασιλακόπουλου και άλλων μη εχόντων εργασίαν.

Επειδή όμως το έχουμε ξαναδεί αυτό το έργο, είμαστε υποχρεωμένοι να περιμένουμε, μέχρι τον Ιούλιο που θα γίνει η πρώτη συγκέντρωση.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This