Επιλογή Σελίδας

Του Παναγιώτη Μπουρδή

«Ξέρω πολύ καλά ποιος είμαι, αλλά αν δεν προσπαθώ επί καθημερινής βάσης να γίνω καλύτερος, τότε δεν θα είμαι πετυχημένος προπονητής. Κάθε μέρα είναι μια ευκαιρία για μας».

Από τις 9 Μαρτίου του 1960 μέχρι και σήμερα, οι ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν στο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς αξιοποιήθηκαν στον μέγιστο βαθμό. Σε ηλικία 61 ετών θεωρείται ο κορυφαίος προπονητής στην ευρωπαϊκή ήπειρο, με πληθώρα τίτλων και διακρίσεων. Αναγνώριση από φίλους και «εχθρούς», σεβασμό για την προσφορά του στον χώρο του μπάσκετ.

Βέβαια, δεν αρκούν οι επαγγελματικές επιτυχίες από μόνες τους ώστε να καταξιωθείς στην συνείδηση κάποιου, αλλά χρειάζεται η κατάλληλη σύνθεση με την προσωπικότητα και το ήθος. Για τον Ζοτς, η ειλικρίνεια ήταν ανέκαθεν μία από τις αρχές που ξεχώριζε στον συνομιλητή του. Ο ίδιος την έχει κάνει προσωπικό κτήμα του και με αυτήν πορεύεται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του.

Από το Τσάτσακ στο Βελιγράδι ένα… ευρωπαϊκό δρόμος

Ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου 1960 στο Τσάτσακ, μία πόλη της επαρχίας Μοράβιτσα, της οποίας μετά από μερικές δεκαετίας έγινε επίτιμος δημότης. Από νεαρή ηλικία, σε μία χώρα όπως η τότε ενωμένη Γιουκοσλαβία με ανεπτυγμένο το σπορ του μπάσκετ, ασχολήθηκε με την «σπυριάρα». Πριν ακόμη ενηλικιωθεί, την σεζόν 1977-78, αγωνίζεται στην ομάδα της γενέτειράς του Μπόρατς σε ρόλο γκαρντ. Μένει για μία γεμάτη επταετία, χωρίς ωστόσο κάποια συλλογική διάκριση, κάτι που άλλωστε θα φάνταζε με άθλο σε ένα τεράστιο κράτος με πανίσχυρους αθλητικούς οργανισμούς.

Η πρώτη μεγάλη μετακόμιση έγινε το 1984. Ο αντιπρόεδρος της Παρτιζάν και άλλοτε μεγάλη δόξα της Μπόρατς την δεκαετία του ’70, Ντράγκαν Κιτσάνοβιτς, πείθει τον Ομπράντοβιτς να μετακομίσει στο Βελιγράδι. Με το ξεκίνημά της παρουσίας του εκεί, το μικρόβιο της προπονητικής είχε… εισβάλλει μέσα του. «Από το 1984, όταν έφτασα στο Βελιγράδι, ξεκίνησα να κρατώ σημειώσεις έπειτα από κάθε προπόνηση. Ήμουν σίγουρος ότι μια μέρα θα προπονήσω μια ομάδα! Ήταν η μεγάλη μου επιθυμία».

Μετά από μία διετία ήρθαν οι πρώτοι τίτλοι με την Παρτιζάν. Πρωτάθλημα, Κύπελλο, Κόρατς, Final Four στην Ευρώπη. Παράλληλα, ακολούθησαν και οι διεθνείς διακρίσεις με την Γιουκοσλαβία (αργυρό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ 1988, χρυσό μετάλλιο στο Παγκόμιο Πρωτάθλημα της Αργεντινής το 1990).

Εν ριπή οφθαλμού, τα πάντα άλλαξαν άρδην το καλοκαίρι του 1991.

Σε μία περίοδο που προετοιμαζόταν να αγωνιστεί ως αρχηγός στο Eurobasket ήρθε η μεγάλη πρόταση από την Παρτιζάν: να γίνει ο επόμενος προπονητής της, εκείνος που θα αναλάβει την αναγέννηση της ομάδας. Η εμπιστοσύνη στις δυνατότητές του τον έπεισαν να απαρνηθεί την Εθνική του Ίβκοβιτς και άμεσα να πιάσει δουλειά.

«Έχω την αίσθηση ότι ο Ομπράντοβιτς είναι ένα τεράστιο ταλέντο στην προπονητική. Η σκληρή δουλειά και η εμπειρία που θα αποκτήσει στη συνέχεια θα τον κάνουν αυθεντία» τόνιζε ο δάσκαλος Άτσο Νίκολιτς που είχε αναλάβει ρόλο άτυπου δασκάλου για τον μόλις 31χρονο τότε Ζέλικο.

Η ώρα της δικαίωσης ήρθε μόλις μετά από μερικούς μήνες. Σε μία Παρτιζάν που ξεχείλιζε από ταλέντο και νεανικό ενθουσιασμό, με παίκτες οι οποίοι εξελίχθηκαν στους απόλυτους σταρ της εποχής (Σάσα Τζόρτζεβιτς, Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς) το φινάλε της σεζόν 91-92 βρήκε τον Ομπράντοβιτς να έχει κατακτήσει το triple crown! O θρίαμβος, μάλιστα, στην Ευρώπη και η κατάκτηση του πρωταθλήματος σε βάρος της Μπανταλόνα (71-70) χάρη σε τρίποντη-μαχαιριά του «Σάλε» μνημονεύεται μέχρι και σήμερα.

Το βιβλίο της ιστορίας αποκτούσε τις πρώτες του σελίδες…

«Άρχοντας των δαχτυλιδιών» στην Ισπανία με τον… Ολυμπιακό

Όταν το 1993 ο Ομπράντοβιτς γίνεται κάτοικος Καταλονίας έχει μία εξαιρετική συστατική επιστολή. «Είναι μόλις 33 χρονών αλλά είναι σπουδαίος προπονητής. Αν αποτύχει, ελάτε να με πυροβολήσετε». Ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς δεν μπορούσε να αποδεχτεί την προσφορά της Μπανταλόνα εξαιτίας του συμβολαίου με την Λιμόζ, έστειλε όμως τον καλύτερο διαθέσιμο προπονητή. Εκείνον που έπρεπε να ξεχρεώσει.

«Από την πρώτη μέρα που έφτασα στην Μπανταλόνα, μου είπαν ότι τους χρωστάω ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών. Αυτό, δηλαδή, που τους είχα στερήσει με την Παρτίζαν στην Κωνσταντινούπολη!»

Και τα κατάφερε ξανά, στην πρώτη και μοναδική του χρονιά στην Γιοβεντούτ. Σαν άλλος Τζόρτζεβιτς, ο Κορνήλιους Τζόνσον βάζει μεγάλο καλάθι στα τελευταία δευτερόλεπτα, ο Πάσπαλι «σπάει» τα στεφάνια και η Μπανταλόνα κατακτά τον τρόπαιο (59-57). Θύμα του νέου του θριάμβου μία ομάδα την οποία στο μέλλον έπρεπε να… μισεί όσο καμία άλλη, τον Ολυμπιακό.

Το επίτευγμα της κατάκτησης του Ευρωπαϊκού αποτέλεσε διαβατήριο για το κορυφαίο επίπεδο, για τον σύλλογο με το μεγαλύτερο brand name, την Ρεάλ Μαδρίτης. Η «βασίλισσα» ήθελε να βρεθεί ξανά στον θρόνο της και με τον Άρβιντας Σαμπόνις στο ρόστερ έψαχνε τον κατάλληλο συνθέτη για να δημιουργήσει την μελωδίας της επιτυχίας.

Αυτή την φορά, το σκηνικό στην Σαραγόσα δεν ήταν χιτσκοκικό (73-61), αντίπαλος όμως και πάλι ο Ολυμπιακός του Γιάννη Ιωαννίδη. «Όταν υπέγραψα στη Ρεάλ Μαδρίτης, η ομάδα έβαλε έναν συγκεκριμένο όρο στο συμβόλαιο: ότι θα ανανεωνόταν σε περίπτωση που κατακτούσαμε την EuroLeague. Ο δικηγόρος μού είπε ότι θα ήμουν τρελός αν δεχόμουν κάτι τέτοιο, αλλά εγώ προχώρησα και υπέγραψα. Θα έλεγα ότι είναι ο πιο εύκολος τίτλος που κατέκτησα ποτέ».

Στην ισπανική πρωτεύουσα έμεινε μέχρι το 1997, προτού ταξιδέψει σε μία νέα χώρα για μία διαφορετική εμπειρία. Πιθανώς, στον μοναδικό μέχρι στιγμής σταθμό της προπονητικής του καριέρας στον οποίο τα αποτελέσματα ήταν δυσανάλογα του αναμενομένου. Σίγουρα και ο ίδιος είχε βάλει τον πήχη στο πιο ψηλό σημείο.

Η παρουσία του Ομπράντοβιτς στο Τρεβίζο για την Μπενετόν συνοδεύτηκε από ένα Κύπελλο Σαπόρτα σε μία διετία. Αυτό δεν πτόησε καθόλου τους επόμενους εργοδότες του, τους ανθρώπους που άλλαξαν την ζωή του ίδιου αλλά και την εξέλιξη του ευρωπαϊκού μπάσκετ στο σύνολό του την περασμένη δεκαετία.

Ο αυτοκράτορας Παναθηναϊκός και τα πέντε αστέρια

Στην άγνωστη λίγο πριν το μιλένιουμ για τον Ζοτς Ελλάδα, συντελούνται ριζικές αλλαγές στο ελληνικό μπασκετικό στερέωμα. Ο Παναθηναϊκός είναι δύο συνεχόμενες φορές πρωταθλητής (1998, 1999) μετά από 17 χρόνια, ο προπονητής που τον οδήγησε στον τίτλο με το περίφημο διπλό στο 5ο παιχνίδι του ΣΕΦ (Λευτέρης Σούμποτιτς) αποχωρεί, ο άνθρωπος ο οποίος «ευθύνεται» για την δυναστεία του Ολυμπιακού, Γιάννης Ιωαννίδης, φαντάζει προ των πυλών.

Η διαφωνία ανάμεσα στα αδέλφια Παύλο και Θανάση Γιαννακόπουλο, σε συσχετισμό με την δηλωμένη αντίδραση του κόσμου του Παναθηναϊκού σε ενδεχόμενη πρόσληψη του «Ξανθού» φέρνει σε υλοποίηση το εναλλακτικό πλάνο. Τον Ιούνιο του 1999 ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς μαζί με τον φίλο και κουμπάρο του Δημήτρη Ιτούδη παρουσιάζονται από τους «πράσινους» και ξεκινά μία 13ετία σαν παραμύθι. Κοινή συνισταμένη κάθε χρόνου, οι τίτλοι, η υπερηφάνεια και η συγκίνηση.

Όπως ακριβώς συνέβη σε Παρτιζάν, Μπανταλόνα και Ρεάλ Μαδρίτης, έτσι και στην θητεία του στον Παναθηναϊκό ο Ομπράντοβιτς πέτυχε στην πρώτη του χρονιά να φέρει ένα ευρωπαϊκό τρόπαιο. Στην Θεσσαλονίκη και την Πυλαία, απέναντι στην Μακάμπι Τελ Αβίβ ένας «πρώην» των Ισραηλινών, ο Όντετ Κάτας, δίνει τον τίτλο και αποτυπώνει στο μυαλό του προπονητή του όλα όσα πρεσβεύει ο σύλλογος. 

«Η πρώτη μου χρονιά στον Παναθηναϊκό. Δεν ήξερα πολλά για την ομάδα, λίγες ημέρες πριν ταξιδέψουμε για τη Θεσσαλονίκη για το Final Four, χάσαμε στο Κύπελλο Ελλάδος από τον ΠΑΟΚ και ο κόσμος αποθέωνε τους παίκτες. Τότε κατάλαβα το μεγαλείο του Παναθηναϊκού».

Βέβαια, έβαλε και ο ίδιος το δικό του λιθαράκι ώστε το μεγαλείο αυτό να γιγαντωθεί. Μάλιστα, άρχισε να αποδίδει πολύ γρήγορα, μιας και μόλις μετά από δύο χρόνια (2002) το δεύτερο αστέρι είχε ραφτεί στο πράσινο πέτο. Στην εχθρική Μπολόνια, απέναντι στην γηπεδούχο Κίντερ του Ετόρε Μεσίνα και των μετέπειτα σταρ Τζινόμπιλι και Σμόντις μεταξύ άλλων, έβγαλε έναν… μεγαλόσωμο άσο από το μανίκι και κατάφερε να τους πιάσει όλους στον ύπνο για να πάρει έναν από τους πιο μάγκικους τίτλους του, όπως έχουν υποστηρίξει αρκετοί.

«Άκου Λάζαρε αγόρι μου, έξω έχουν μαζευτεί όλοι οι σκάουτερς του ΝΒΑ για να δουν τον Χάφμαν, τον Γκρίφιθ, τον Μπεσόκ, τον Άντερσεν και και πάει λέγοντας. Μπες λοιπόν μέσα και δείξε τους τα αρχ…α σου για να καταλάβουν ποιος είναι ο καλύτερος σέντερ στην Ευρώπη». Ο Λάζαρος Παπαδόπουλος βγήκε στο παρκέ και… σούβλισε τους Ιταλούς ανήμερα του Πάσχα, εγκαινιάζοντας τον Παναθηναϊκό στην ελίτ του ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Τα επόμενα χρόνια για τον σύλλογο σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν συνδυάζονται από κάποιον τίτλο. Εντός των τειχών ο Παναθηναϊκός εξακολουθεί να είναι ο απόλυτος κυρίαρχος δημιουργώντας την δική του αυτοκρατορία. Το «τσιπάκι» προς το καινούριο κύκλο της ευρωπαϊκής καταξίωσης αλλάζει το 2004.

«Αν δεν υπογράψετε αυτόν, δεν θέλω κανέναν άλλον» ήταν ο απαράβατος όρος του Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς που ήθελε διακαώς στα πράσινα τον Δημήτρη Διαμαντίδη. Η επιθυμία του έγινε πράξη και όπως συνέβαινε στην συντριπτική πλειονότητα των επιθυμιών του, δικαιώθηκε.

Στην γιορτή της Αθήνας και το Final Four του ΟΑΚΑ, ο Παναθηναϊκός του Ραμούνας Σισκάουσκας κερδίζει την ΤΣΣΚΑ Μόσχας του Θοδωρή Παπαλουκά και βρίσκεται για τέταρτη συνολικά φορά στην κορυφή της Ευρώπης (2007). Και δεν σταμάτησε εκεί. Η δίψα του για τίτλους έφερε στην Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό δύο ακόμη ευρωπαϊκά τρόπαια (2009, 2011) το καθένα με την δική του χάρη και αξία.

Το μεγάλο φινάλε δόθηκε μία χρονιά μετά το τελευταίο ευρωπαϊκό αστέρι. Η δυναστεία των πρωταθλημάτων ολοκληρώνεται μετά από επικές μάχες κόντρα στον Ολυμπιακό, με την κούπα να καταλήγει στον Πειραιά. Παρά την πίκρα για την απώλεια του τίτλου, εκατοντάδες φίλοι της ομάδας σπεύδουν να αποθεώσουν τον Ζοτς, τους συνεργάτες και τους παίκτες του.

«Ένα μεγάλο ευχαριστώ προς όλους. Όλοι αυτοί οι τίτλοι είναι αφιερωμένοι σε εσάς. Να ξέρετε ότι η καρδιά μου, το σπίτι μου και η ζωή μου είναι εδώ. Ο Παναθηναϊκός. Θα κάνω ότι μπορώ, θα κάνω τα πάντα. Δεν μπορώ να υποσχεθώ τίποτα, αλλά θα κάνω τα πάντα για να μείνω. Πάνω απ’ όλα πρέπει να μείνουν και οι παίκτες. Το σύνθημά σας  λέει: “στις δύσκολες στιγμές να είμαστε όλοι μαζί”. Και το θέμα είναι να είμαστε και στο μέλλον όλοι μαζί. Το μέλλον μου είναι μαζί σας».

Οι συγκυρίες ήρθαν έτσι ο πιο πετυχημένος «γάμος» στα χρονικά του ελληνικού αθλητισμού να ολοκληρωθεί. Η νέα εποχή στην ομάδα με τον Δημήτρη Γιαννακόπουλου συνέπεσε με την ολοκλήρωση του κεφαλαίου Ομπράντοβιτς. Ένας τεράστιος τόμος από αναμνήσεις και στιγμές για ολόκληρο το σύλλογο έβαζε τελεία.

Μία ονειρική 13ετία έφτασε στο τέλος της. Συνολικά 23 τρόπαια προστέθηκαν στο «πράσινο» μουσείο που μαζί με τον Ζοτς απέκτησε αίγλη και πρεστίζ. 

Η ζωή έπρεπε να προχωρήσει και οι δύο πλευρές όφειλαν να τραβήξουν χωριστούς δρόμους.

H επόμενη πρόκληση και το πείραμα της Φενέρ

Από τον Ιούλιο του 2013 μέχρι και το καλοκαίρι του 2020, ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς εργάστηκε στην Φενέρμπαχτσε στην οποία έκανε το επάγγελμα που γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα. Είναι συλλέκτης τίτλων.

Πιθανώς η αποστολή του στην Τουρκία να λογίζεται από τις πιο δύσκολες που έχει κληθεί να διαχειριστεί, καθώς έπρεπε σχεδόν από το μηδέν να δημιουργήσει μία ομάδα ικανή να διεκδικεί, ένα σύνολο που έπρεπε να συνδυάζει ποιότητα και σφυρηλατημένο χαρακτήρα. Στοιχεία τα οποία δεν αγοράζονται απαραίτητα με χρήματα. Εξίσου σημαντικό χάντικαπ, η απουσία γηγενούς κορμού παικτών, μιας και το σπορ στην γειτονική χώρα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί αναπτυξιακά με ό,τι ισχύει στην Ελλάδα.

Παρά τα εμπόδια, το αποτελέσματα δεν άργησαν να έρθουν. Φυσικά οι εγχώριοι λίστα με τον Ζοτς θεωρούνται… τετριμμένη πραγματικότητα και το κερασάκι στην τούρτα είναι η διεθνής αναγνώριση. Στην Φενέρ η άνοδος προς την κορυφή ήρθε με μικρά αλλά σταθερά βήματα.

Από την παρθενική παρουσία σε Final Four, στην συμμετοχή σε τελικό και στον τίτλο το 2017 κόντρα (και πάλι) στον Ολυμπιακό στην Κωνσταντινούπολη, ο Ζοτς κατόρθωσε μέσα σε μία πενταετία να χτίσει ένα κολοσσό σε συλλογικό επίπεδο και να βάλει την Τουρκία στον χάρτη του αθλήματος. 

Αν κάποιος, βέβαια, θεωρεί ότι μόνο με τα χρήματα μπορείς να δημιουργήσεις, μπορεί να συγκρίνει τι συμβαίνει σε άλλες ομάδες της Euroleague με τεράστια μπάτζετ και εξίσου… τεράστιες αποτυχίες. Η τεχνογνωσία είναι κάτι που τα χρήματα δεν σου εξασφαλίζουν. Το αποκτάς με τα γαλόνια της εμπειρίας. Για τον Ομπράντοβιτς η τελευταία κατηγορία ξεχειλίζει.

Οι σχέσεις που τον καθόρισαν

Σε ολόκληρη την σταδιοδρομία του, ως παίκτη και προπονητή, έχει συναναστραφεί με χιλιάδες ανθρώπους. Φυσικά, η πορεία του στον Παναθηναϊκό είναι ξεχωριστή και θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος ότι οι σχέσεις που δημιούργησε στην χώρα μας είναι από τις πιο ανθεκτικές.

Αδιαμφισβήτητα στην κορυφή βρίσκονται τα αδέρφια Γιαννακόπουλοι, Παύλος και Θανάσης. Η τριανδρία αυτή είναι εκείνη που από το δικό της μετερίζι κατέστησε κυρίαρχο τον Παναθηναϊκό. Ο μύθος λέει κάθε φορά που έληγε το συμβόλαιο των δύο πλευρών δεν χρειαζόντουσαν παρά μερικά λεπτά για συμφωνήσουν σε ανανέωση.

Η απώλεια του πατριάρχη της οικογένειας Παύλου συγκλόνισε όπως ήταν λογικό τον Ομπράντοβιτς ο οποίος έκανε ταξίδι-αστραπή για να μπορέσει να πει το «ύστατο χαίρε» στον εμβληματικό ηγέτη του συλλόγου.

«Ενημερώθηκα από τους φίλους μου στην Ελλάδα και από τότε δεν έχω κοιμηθεί. Δεκατρία χρόνια πέρασα μαζί του, ήταν σαν πατέρας μου, τον οποίο σεβόμουν πάρα πολύ. Είχαμε βαθιά σχέση. Θέλω να πω ότι μου έμαθε πολλά πράγματα. Κάποια δεν θα τα ξεχάσω ποτέ. Το προνόμιό μου ήταν ότι είχα την τύχη να του μιλάω για την ζωή».

«Ο πιο έντιμος άνθρωπος που έχω γνωρίσει ποτέ»

Ιδιαίτερη και σε καμία περίπτωση σχέση παίκτη-προπονητή ήταν η σύνδεσή του με τον Δημήτρη Διαμαντίδη. Ο αμοιβαίος σεβασμός και η αλληλοεκτίμηση, η επιτυχημένη συνεργασία και οι τίτλοι στα οκτώ χρόνια κοινής παρουσίας τους συνθέτουν ένα δέσιμο μοναδικό.

«Εύχομαι ο γιος μου να μοιάσει στον Διαμαντίδη. Δεν έχω ακούσει ποτέ κάποιον να λέει κάτι άσχημο για τον Διαμαντίδη. Σε ολόκληρη την Ελλάδα και την Ευρώπη τον σέβονται». 

Και επειδή πολλές φορές αρκεί μία και μόνο φωτογραφία, η αγκαλιά στην Βαρκελώνη κυριολεκτικά αξίζει όσο χίλιες (και παραπάνω) λέξεις.

Το ραγισμένο γυαλί που δεν έσπασε ποτέ

Στις 29 Ιανουαρίου 2000 στο εκτός έδρας παιχνίδι του Παναθηναϊκού με την Δάφνη ο Φραγκίσκος Αλβέρτης μένει για ολόκληρο το ματς στον πάγκο. Έξαλλος με το γεγονός αυτό, δεν συμμετέχει στο καθιερωμένο «ζντο» στο κέντρο του γηπέδου με τον Ομπράντοβιτς να μην το αφήνει ασχολίαστο.

Στα αποδυτήρια της ομάδας, οι δύο άνδρες είχαν έντονη λογομαχία που για να μην εξελιχθεί σε χειρότερη έκρηξη, χρειάστηκε η παρέμβαση τρίτων. «Σε καθαιρώ τώρα από αρχηγό» φώναξε ο Ομπράντοβιτς και η κρίση στην ομάδα είχε μόλις ξεκινήσει.

Άπαντες σε ρόλο διαμεσολαβητή έσπευσαν να σβήσουν την φωτιά, αρκούσε όμως μία λέξη για να ξεχαστούν όλα. Η δημόσια συγγνώμη του Αλβέρτη σε συμπαίκτες και προπονητές έφερε την περίφημη ατάκα «σε πάω» από τον Ομπράντοβιτς.

«Πρώτα απ΄όλα τέτοια επεισόδια συμβαίνουν σε όλες τις οικογένειες και πιστεύω ότι συσπειρώνουν μια ομάδα, άλλωστε αυτό φάνηκε στην επόμενη προπόνηση. Έχω μιλήσει πολλές φορές για την αξία του Αλβέρτη και δεν υπάρχει λόγος να επαναλάβω την άποψη μου».

Όταν «ράγισαν» τα τσιμέντα στο ΟΑΚΑ

Δεκατρία χρόνια κοινής πορείας, δεκατρία χρόνια επιτυχιών και δακρύων, δεκατρία χρόνια Παναθηναϊκός. Όταν έφτασε η ώρα της συνάντησης με την Φενέρ, για 40 λεπτά βρέθηκαν αντίπαλοι. Κανείς ωστόσο δεν μπορούσε να το δει με αυτό τον τρόπο.

Περισσότεροι από 20.000 φίλοι του «τριφυλλιού» κατέκλυσαν το ΟΑΚΑ, δημιουργώντας μία πραγματικά ανατριχιαστική εμφάνιση. Συνθήματα που δονούσαν το γήπεδο, φωνές λατρείας και αγάπης, πανό «The King is Back».

Ο Ζοτς δακρυσμένος αποζημίωσε όσους τον τίμησαν με μία από τις σπάνιες τοποθετήσεις του στα ελληνικά. «Ξέρετε πόσο δύσκολα είναι για εμένα απόψε. Ξέρετε ότι σας αγαπώ πάρα, πάρα, πάρα, πάρα πολύ».

Η αγάπη για την Αθήνα της μέρας και της… νύχτας!

Το ιστορικό υπόβαθρο, οι γραφικές γειτονιές και ο καλοσυνάτος Αθηναίους σίγουρα μετατρέπουν την Αθήνα σε έναν παράδεισο για τον ξένο. Ειδικά για εκείνον που την γνωρίζει καλά και μακριά από το… φως της ημέρας.

Στις πρώτες ημέρες του στην Αθήνα ο Ομπράντοβιτς σε έναν περίπατό του στο Κολωνάκι «γνώρισε» τυχαία το bar-cafe το οποίο τυχαία καθιερώθηκε ως στέκι χαλάρωσης για τον ίδιο και τους στενούς του ανθρώπους. Μεγάλη αγάπη είχε και για την ιστορική ψαροταβέρνα της Καισαριανής «Μπόμπαινα».

Γενικότερα, τα βόρεια προάστια και το κέντρο ήταν συνήθεις προορισμού του Σέρβου τεχνικού ο οποίος ήταν προσιτός στον οποιονδήποτε, αλλά άνθρωπος που δεν έψαχνε τα φώτα της δημοσιότητας.

Μεγάλη εξαίρεση τα μπουζούκια και ειδικά η ποιοτική λαϊκή μουσική. Ο συνδυασμός του καλού ποτού με τον φίλο του Αντώνη Ρέμο ήταν ασυναγώνιστος για τον Ομπράντοβιτς, ο οποίος μπορεί ποτέ να μην χρησιμοποιούσε επισταμένα τα ελληνικά, φρόντιζε ωστόσο να μάθει με κάθε λεπτομέρεια τους στίχους των τραγουδιών!

Ζοτς σημαίνει… ατάκα!

Στα χρόνια που βρίσκεται στους πάγκους, πέραν της ικανότητάς του να παίρνει το μέγιστο από κάθε παίκτη του, αλλά και να δημιουργεί ομάδες-νικήτριες, οι οποίες είναι σε θέση να κάνουν τη διαφορά και να κατακτούν τίτλους, ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς έχει ένα ακόμα… χάρισμα. Και αυτό σχετίζεται με το λέγειν του.

Ο Ζοτς είναι ένας από τους πιο σπουδαίους ατακαδόρους των παρκέ, με μερικές φράσεις του να μένουν στη μνήμη και να γράφουν τη δική τους ιστορία. Κάτι αντίστοιχο φυσικά και με τα ξεσπάσματά του, τα οποία έχουν συνδεθεί με ένα χρώμα, το μελιτζανί!

Ο πολυνίκης προπονητής έχει καταφέρει να γράψει ιστορία με τις ατάκες του. Μερικές εξ αυτών μπορείτε να τις διαβάσετε παρακάτω και να δείτε το γιατί πέραν από σπουδαίος προπονητής είναι και μοναδικός ως άνθρωπος…

Πρώτα απ’ όλα, ξέρει πολύ καλά πώς να οδηγήσει την ομάδα του στη νίκη. «Εάν παίξεις καλά στην επίθεση θα κερδίσεις ένα παιχνίδι. Εάν όμως παίξεις καλά στην άμυνα, θα κερδίσεις τρόπαια».

Έχει τον τρόπο να απαντάει στις απορίες κάθε αντιπάλου προπονητή, με μαεστρία. Ο Γιόνας Καζλάουσκας αναρωτήθηκε για τα επεισόδια που έλαβαν χώρα στον τρίτο τελικό της σεζόν 2005-06, στο ΟΑΚΑ, με τον Ομπράντοβιτς να απαντά με τον τρόπο του. «Εγώ είμαι υπερήφανος που ζω σε αυτή τη χώρα, σε αντίθεση με τον κύριο, δεν θυμάμαι το όνομα του…», σταμάτησε αρχικά, δείχνοντας πως ξέχασε το όνομά του. «με τον κύριο Καζλάουσκας» προσέθεσε ο Δημήτρης Ιτούδης.

Πάντα ο Ομπράντοβιτς ήταν προπονητής που ύψωνε ασπίδα… προστασίας στους παίκτες του. Κάτι αντίστοιχο είχε πράξει και με την περίπτωση του Μάικ Μπατίστ, ο οποίος τον Δεκέμβριο του 2010 είχε πατήσει στο κεφάλι τον Σάσο Όζμπολτ. Τότε ο Ομπράντοβιτς είχε πει. «Όλοι αρέσκονται να θυμούνται κάτι κακό, και να μην θυμούνται τα καλά. Δεν είναι καλό να μιλήσουμε πάλι γι’ αυτό. Αλλά είναι φυσιολογικό. Γιατί τα άσχημα νέα, είναι άσχημα νέα. Είπε ότι ζήτησε “συγγνώμη”, ότι απολογήθηκε κι οι κακές ειδήσεις πουλάνε. Άντε, ο Μάικ Μπατίστ είναι μ…ς. Ας επιτεθούμε όλοι στον Μάικ, που δέκα χρόνια είναι άψογος. Είναι κάτι που έγινε, μίλησε με τον παίκτη, ζήτησε “συγγνώμη”, τέλος αυτή η ιστορία, ας μιλήσουμε για μπάσκετ».

Ο Ομπράντοβιτς δεν συνήθιζε να μιλάει ελληνικά. Μετά το πέρας ενός αγώνα με την Μπάμπεργκ, όμως, για την Euroleague, φρόντισε να δώσει μια αξέχαστη απάντηση στα ελληνικά. Τότε ρωτήθηκε για το τι έφταιγε και ο Παναθηναϊκός νίκησε δύσκολα την γερμανική ομάδα. «Δεν ξέρω πραγματικά ρε φίλε τι θέμα είναι. Δεν ξέρω τι φταίει. Κάθε μέρα από το πρωί μέχρι το βράδυ προσπαθώ να τους ξυπνήσω. Πιστέψτε με δεν ξέρω πραγματικά. Είναι απλό, παίρνεις την μπάλα και τη βάζεις στο καλάθι», ήταν η τοποθέτησή του.

Πέραν όλων των άλλων, φρόντιζε να αφήνει και ατάκες οι οποίες σήκωναν θύελλα αντιδράσεων. Μία εξ αυτών ήρθε τον Οκτώβριο του 2011, όταν ζήτησε από το ΑΣΕΑΔ να μην μειώσει την ποινή του Παναθηναϊκού, «Θα χαρώ να παίξουμε χωρίς οπαδούς με τον Ολυμπιακό. Αυτό θέλω. Ίσως τότε να καταλάβει κάποιος μ… τι μας έκανε», είχε πει χαρακτηριστικά.

Στα δεκατρία χρόνια που έμεινε στον Παναθηναϊκό «δέθηκε» με το «τριφύλλι». Σε τέτοιο βαθμό, ώστε σε ερώτηση για το αν θα πήγαινε ποτέ στον Ολυμπιακό απάντησε με αφοπλιστικό τρόπο. «Ποτέ. Η καρδιά μου, το σπίτι μου, το συναίσθημά μου είναι και θα παραμείνουν στον Παναθηναϊκό. Δεκατρία χρόνια ήταν αυτά. Δεν ξεχνιούνται με τίποτα».

Ένα από τα μυστικά της μεγάλης επιτυχίας όλων αυτών των ετών είναι και η σχέση που έχει «χτίσει» με τους παίκτες του, για τους οποίους είχε πει πως «οι καλύτεροι φίλοι μου είναι οι παίκτες μου. Ζούμε τόσα πολλά μαζί, δεν γίνεται αλλιώς».

Last but not least, το θρυλικό ξέσπασμά του στη συνέντευξη Τύπου μετά το παιχνίδι με την Πρόκομ. Και επειδή τα λόγια χάνουν την αξία τους, το βίντεο «μιλά» από μόνο του.

Τίτλοι 

Ως παίκτης:

  • Παρτιζάν (1984-1991): 1 Πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας (1987), 1 Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας (1989), 1 Κύπελλο Κόρατς (1989)
  • Εθνική Γιουγκοσλαβίας: Ασημένιο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες 1988, Χρυσό στο Παγκόσμιο 1990.

Ως προπονητής:

  • Παρτιζάν (1991-1993): 1 Πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας (1992), 1 Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας (1992), 1 Ευρωλίγκα (1992)
  • Μπανταλόνα (1993-1994): 1 Ευρωλίγκα (1994)
  • Ρεάλ Μαδρίτης (1994-1997): 1 Ευρωλίγκα (1995), 1 Κύπελλο Σαπόρτα (1997)
  • Μπενετόν (1997-1999): Η Super Cup Ιταλίας (1997), 1 Κύπελλο Σαπόρτα (1999)
  • Παναθηναϊκός (1999-2012): 5 φορές Ευρωλίγκα (2000, 2002, 2007, 2009, 2011), 11 Πρωταθλήματα Ελλάδας (2000, 2001, 2003, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2010, 2011), 7 Κύπελλα Ελλάδας (2003, 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2012)
  • Φενέρμπαχτσε (2013-2020): 1 Ευρωλίγκα (2017), 4 Πρωταθλήματα Τουρκίας (2014, 2016, 2017, 2018), 3 Κύπελλα Τουρκίας (2016, 2019, 2020) 3 Super Cup Τουρκίας (2013, 2016, 2017), 
  • Εθνική Γιουγκοσλαβίας: 1996 Ασημένιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες, 1997 Χρυσό μετάλλιο στο Eurobasket, 1998 Χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο, 1999 Χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This