Επιλογή Σελίδας



Του Γιώργου Καραμάνου

Θα συμβεί αντίστοιχα σε όλες τις θέσεις και όλες τις μεγάλες ποδοσφαιρικές σχολές του κόσμου. Από τώρα και μέχρι να ολοκληρωθούν οι θέσεις (τέρμα, άμυνα, κέντρο, επίθεση). Πρόκειται για τη δική μας λίστα με τους κορυφαίους (10+1 επιλαχόντας). Ποιοι, πώς, γιατί; Τα κριτήρια είναι οι τίτλοι, η διάρκεια καριέρας, η προσφορά, οι μαρτυρίες (για τους πιο παλιούς), η δική μας αίσθηση (για όσους έχουμε δει). 

Η αντίστροφη μέτρηση είναι φυσικά υποκειμενική, μιας και ο κάθε ένας από εμάς θα μπορούσε να έχει τη δική του διαφορετική άποψη. Διαβάστε… συμφωνείστε και πάνω απ’ όλα διαφωνήστε: καταγράψτε τις επιλογές σας με επιχειρήματα, έτσι για να περάσουμε όμορφα και ποδοσφαιρικά αυτές τις βαρετές και εσώκλειστες μέρες. 

Ξεκινήσαμε με τους τερματοφύλακες, ακολούθησαν οι κεντρικοί αμυντικοί και ακολούθησαν οι πλάγιοι μπακ (αριστεροί – δεξιοί) της Ιταλίας…* Πρόκειται για αμυντικούς χαφ, 6άρια, box to box 8άρια και deep-lying playmakers. Ειδικά για την Ιταλία θα υπάρξει ξεχωριστή κατηγορία με τους trequartisti και εκεί πιστέψτε μας, θα γίνει μεγάλη… σφαγή!

* Θα υπάρξει λίστα με πλάγιους χαφ – εξτρέμ!

Είχαν προηγηθεί οι Γερμανοί…
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς τερματοφύλακες!
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς κεντρικούς αμυντικούς! 
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς πλάγιους μπακ! 
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς κεντρικούς μέσους!
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς χαφ-εξτρέμ!
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς σέντερ φορ!

Επιλαχόντας: Κάρλο Αντσελότι (1976-’92)
Δυναμικός και ακόμα πιο πολύ εγκεφαλικός ο Καρλέτο κατάφερε να πανηγυρίσει το Σκουντέτο του 1983 με τη Ρόμα, ενώ μαζζί της πήρε και τέσσερα Κύπελλα, σχηματίζοντας ένα τρομερό δίδυμο με τον θρυλικό Βραζιλιάνο, Πάουλο Ρομπέρτο Φαλκάο. Ωστόσο, με τη Μίλαν πήρε σχεδόν τα πάντα. Δύο Σκουντέτι (1988, 1992), ένα εγχώριο Σούπερ Καπ, μα ως βασικό εργαλείο στην ομαδάρα του Αρίγκο Σάκι, σήκωσε το Πρωταθλητριών (1989, 1990), το ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ και το Διηπειρωτικό. Με την Εθνική (26/ 1) βρέθηκε στην 3η θέση του κόσμου (1990).

10. Τζανκάρλο Ντε Σίστι (1957-’71)
Ο Picchio, όπως τον φώναζαν χαϊδευτικά, ήταν ένας κοντούλης, φινετσάτος οργανωτής που είχε καλή επαφή με τα αντίπαλα δίχτυα. Μοίρασε την καριέρα του σε Ρόμα και Φιορεντίνα. Με τους Βιόλα πήρε ένα πρωτάθλημα και ένα Κύπελλο, ενώ με τους Ρωμαίους σήκωσε το Κύπελλο και κυρίως το Εκθέσεων (σ.σ.: πρόγονος του UEFA). Και με την Ιταλία (29/ 4) όμως έζησε σημαντικές στιγμές, καθώς πανηγύρισε το EURO 1968 και βρέθηκε στην 2η θέση στο Μουντιάλ του 1970.

9. Ντίνο Μπάτζο (1989-’06)
Εργάτης και πολυθεσίτης μπορούσε να κινηθεί παντού στον άξονα. Καλός τεχνικά και εξαιρετικός τακτικά, είχε δυνατό σουτ και κάποιες επιτελικές ιδιότητες. Κανονικά ήταν ένας ολοκληρωμένος αμυντικός χαφ που ξεκίνησε δυναμικά στη Γιουβέντους με πρωτάθλημα και UEFA (1993). Υπήρξε όμως σπουδαίο μέλος της εκπληκτικής Πάρμα, με την οποία πρόσθεσε ακόμα δύο UEFA (1995, 1999), ένα Κύπελλο και ένα Σούπερ Καπ Ιταλίας. Με την Εθνική (60/ 7) άγγιξε την κορυφή του κόσμου, αλλά ηττήθηκε στα πέναλτι στον τελικό του Μουντιάλ των Η.Π.Α. (1994).

8. Γκαμπριέλε Οριάλι (1970-’87)
Εκανε σπουδαία καριέρα στην Ιντερ, με την οποία πήρε δύο πρωταθλήματα και ισάριθμα Κύπελλα. Οχι ιδιαίτερα προικισμένος τεχνικά, ήταν ο απόλυτος «σκύλος» και σχεδόν συνέχεια βρισκόταν στο έδαφος με κάποιο τάκλιν. Θα μπορούσε να είναι και σέντερ μπακ, καθώς υπήρξε ο πιο αμυντικογενής παίκτης αυτής της λίστας. Στην πραγματικότητα ήταν ένας man-marker της μεσαίας γραμμής, ρόλος που απογειώθηκε στο Μουντιάλ του 1982. Ειδικά εκεί ο Οριάλι που ήταν βασικότατος, έπαιρνε πάντα το αντίπαλο 10άρι και συνέβαλε τα μέγιστα στο να φτάσει η Εθνική (28/1) στην κορυφή του κόσμου.

7.Ντανιέλε Ντε Ρόσι (2002-’20)
Ο ορισμός του αμυντικού χαφ που οργώνει το γήπεδο, έχει βρεθεί κατά συνθήκη και ως τρίτος σέντερ μπακ. Ενίοτε γινόταν αρκετά σκληρός στο παιχνίδι του, μα είχε καλή πάσα, δυνατό σουτ και ήταν τακτικά άρτιος για την θέση του. Εάν δεν δήλωνε ισόβια πιστός στη Ρόμα, θα είχε σίγουρα στο παλμαρέ του περισσότερους τίτλους από τα δύο Κύπελλα και το ένα Σούπερ Καπ Ιταλίας. Χαρακτηριστικό είναι πως ούτε μία, ούτε δύο, μα επτά φορές έχει τερματίσει 2ος στο Καμπιονάτο. Το 2006 ψηφίστηκε κορυφαίος νέος της Σέριε Α’ και το 2009 καλύτερος Ιταλός γενικά. Με το εθνόσημο ξεκίνησε τέλεια με την κατάκτηση του EURO U-21 το 2004 και την ίδια χρονιά ήρθε 3ος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Δύο χρόνια αργότερα βρέθηκε να κατακτά τον κόσμο στο Μουντιάλ της Γερμανίας και το 2012 φιναλίστ στον χαμένο τελικό του EURO (στην 11άδα του τουρνουά). Είναι ο Ρωμαίος με τις περισσότερες συμμετοχές (117) και τα περισσότερα γκολ (21) στη Σκουάντρα Ατζούρα.

6. Τζενάρο Γκατούζο (1995-’13)
Η αλήθεια είναι πως στα κορυφαία χρόνια της καριέρας του φάνηκε ίσως καλύτερος απ’ ότι ήταν, παίζοντας στο πλευρό (και λίγο πιο πίσω) του τεράστιου Αντρέα Πίρλο και του απίστευτου Κλάρενς Ζέεντορφ. Μαζί με αυτούς απογείωσε την θέση του αμυντικού μέσου και ταυτόχρονα με τη σειρά του έκανε καλύτερους όσους έπαιζαν κοντά του, καθώς τους κάλυπτε παντού και πάντα και ας μην ήταν σούπερ μπαλαδόρος. Ο ορισμός του «σκύλου», ήταν σκληρός, δυνατός, ασταμάτητος, με αυταπάρνηση, αθλητικός και ενίοτε… αντιαθλητικός. Σε 13 χρόνια με τους Ροσονέρι πανηγύρισε σχεδόν τα πάντα. Δύο πρωταθλήματα, ισάριθμα Σούπερ Καπ και ένα Κύπελλο, ήταν τα εγχώρια επιτεύγματα του, αλλά τα εκτός συνόρων ήταν τρομερά. Δύο Champions League (2003, 2007) και ενδιάμεσα (2005) ένας χαμένος τελικός, δύο Σούπερ Καπ Ευρώπης και ένα Μουντιάλ Συλλόγων κοσμούν την τροπαιοθήκη του. Στο Μουντιάλ του 2006 έφτασε στο απόγειο, καθώς εκτός από την παγκόσμια κούπα, βρέθηκε και στην καλύτερη 11άδα της διοργάνωσης. Με την Εθνική έπαιξε 73 φορές (1 γκολ).

5. Ντεμέτριο Αλμπερτίνι (1988-’05)
Πριν την καθιέρωση του όρου deep-lying playmaker, ο Αλμπερτίνι τον εφάρμοζε τέλεια σε δύο εκπληκτικές φουρνιές της Μίλαν και ειδικά στην πρώτη επί Αρίγκο Σάκι και Φάμπιο Καπέλο. Προικισμένος τεχνικά, με μακρινές μπαλιές ακριβείας, ιδανική εγκεφαλική ποδοσφαιρική λειτουργία και μπόλικη φινέτσα, υπήρξε ο καθοδηγητής του Calcio πριν την έλευση του Αντρέα Πίρλο. Κατεύθυνε τους Ροσονέρι σε πέντε πρωταθλήματα, τρία Σούπερ Καπ, δύο Πρωταθλητριών/ Champions League (1990, 1994), έχασε άλλα δύο στον τελικό (1993, 1995) και πήρε δύο Σούπερ Καπ Ευρώπης και ένα Διηπειρωτικό. Για κλείσιμο σήκωσε ένα Κύπελλο με τη Λάτσιο και την Primera Division με την Μπαρτσελόνα. Με την Εθνική (79/ 2) έφτασε δύο φορές στην πηγή, αλλά ηττήθηκε στον τελικό του Μουντιάλ (1994) και του EURO (2000).

4. Φερνάντο Ντε Νάπολι (1982-’97)
Κανονικά ήταν box to box, αλλά τον έβλεπες παντού. Ηταν όσο σκληρός έπρεπε για να μπορεί να παριστάνει τον αμυντικό μέσο και ήξερε παράλληλα πολύ μπάλα, ώστε να μετατρέπεται σε επιτελικό. Καλή ντρίμπλα, οργανωτικές ικανότητες και εξαιρετικός τακτικά, δούλευε για λογαριασμό του μοναδικού Ντιέγκο Μαραντόνα. Αφού έζησε τα καλύτερα χρόνια της Νάπολι, κατακτώντας δύο φορές τη Σέριε Α’, ένα Κύπελλο, ένα Σούπερ Καπ και το UEFA (1989), συνέχισε να συλλέγει τίτλους με τη Μίλαν. Η αλήθεια είναι πως στους Ροσονέρι δεν είχε τόση συμμετοχή, αλλά ήταν εκεί σε δύο πρωταθλήματα, ένα Σούπερ Καπ, τον χαμένο τελικό του Champions League το 1993 και στην κατάκτηση του ένα χρόνο αργότερα. Η καλύτερη στιγμή του με την Εθνική (54/ 1) ήταν η 3η θέση στο Μουντιάλ του 1990.

3. Τζανκάρλο Αντονιόνι (1972-’89)
Εκπληκτικά ταλαντούχος, αποτέλεσε τον ενορχηστρωτή της Φιορεντίνα για 15 χρόνια. Βασικά ήταν 10άρι με σούπερ ντρίμπλα και εξαιρετικές κάθετες, αλλά γινόταν και φινετσάτο 8άρι. Ηξερε πολύ μπάλα, είχε μεγάλη άνεση στο σκοράρισμα με μακρινά σουτ, αλλά και πατώντας στην περιοχή (72 γκολ στη Σέριε Α’). Με τους Βιόλα δεν κατέκτησε τίτλους, παρά μονάχα ένα Κύπελλο. Ωστόσο, εκεί που έκανε τη διαφορά και κέρδισε την παγκόσμια αναγνώριση, ήταν με την Εθνική. Κανείς άλλος παίκτης της Φιορεντίνα δεν έχει τόσες συμμετοχές με τη Σκουάντρα Ατζούρα (73/ 7). Εκανε μαγικό Μουντιάλ το 1982, όπου ήταν βασικός, αλλά δεν έπαιξε στον τελικό εξαιτίας τραυματισμού. Τη δουλειά του όμως την είχε κάνει και σήκωσε την κούπα.

2. Μάρκο Ταρντέλι (1972-’88)
Είναι ο κορυφαίος Ιταλός αμυντικός μέσος και ένας από τους καλύτερους στα τέλη των 70ς και στις αρχές των 80ς. Ακούραστος, δυνατός, τεχνικά άρτιος διέθετε όλο το πακέτο. Μπορούσε στην ίδια φάση να κάνει το τέλειο τάκλιν, να τρέξει με τη μπάλα, να παίξει το 1-2, να πατήσει περιοχή και να σκοράρει με άνεση σέντερ φορ. Σε μία 10ετία με τη Γιουβέντους τα σήκωσε όλα και είναι ένας από τους εννέα παίκτες που έχουν στο παλμαρέ τους και τα τρία ευρωπαϊκά τρόπαια. Το 1977 πήρε το UEFA, το 1984 το Κυπελλούχων και το 1985 το Πρωταθλητριών (έχασε στον τελικό του 1983), αλλά και το Σούπερ Καπ Ευρώπης. Σε εγχώριο επίπεδο πανηγύρισε πέντε πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα. Με την Εθνική (81/ 6) βρέθηκε στην MVP 11άδα του EURO 1980 και φυσικά στην κορυφή του κόσμου δύο χρόνια αργότερα. Ο πανηγυρισμός στο γκολ του στον τελικό του Μουντιάλ είναι από τους πλέον διάσημους όλων των εποχών.

1. Αντρέα Πίρλο (1994-’17)
Στο λεξικό του ποδοσφαίρου, το «Πίρλο» θα πρέπει να γίνει λήμμα και να αποτελεί τον ορισμό του deep-lying playmaker! Εάν διάλεγε να γίνει πιανίστας, θα ήταν ένας σολίστας που θα έπαιζε με το ταλέντο-το ένστικτο, με τα μάτια κλειστά. Επέλεξε όμως να πάρει τις μπαγκέτες και να σταθεί μόνος του απέναντι στην χορωδία της Μίλαν, της Γιουβέντους, της Σκουάντρα Ατζούρα. Ως ένας μυθικός μαέστρος που θα μνημονεύεται εις τον αιώνα τον άπαντα, διεύθυνε με ανεπανάληπτο τρόπο. Οπου και αν βρέθηκε, έδωσε τις προσταγές και όλοι λικνίστηκαν στον δικό του ρυθμό. Ανεβοκατέβασε το τέμπο όπως του έκανε κέφι, όπως του έπρεπε. Αλλοτε έδινε ένταση και άλλοτε πρόσταζε… κάλμα. Ο τρόπος που αντιλήφθηκε και ξεδίπλωσε το παιχνίδι υπήρξε μαγικός. Το δεξί πόδι του υπάκουσε στα καλέσματα του ιδιοφυούς εγκεφάλου του και η μπάλα ακολούθησε σε έναν φυσικό τόνο, που άφηνε φίλους και εχθρούς αφημένους με το στόμα ανοικτό να… ξερνούν ατελείωτες κολακείες και ευλογίες. Ασίστ, γκολάρες με σουτάρες φαλτσαριστές ή καρφωτές-δυνατές και αυτά τα τηλεκατευθυνόμενα φάουλ (στο νήμα 2ος στη Σέριε Α’ πίσω από τον Σίνισα Μιχαΐλοβιτς), μα πάνω απ’ όλα η ηγετική παρουσία του. Χωρίς φανφάρες και τραμπουκισμούς, έκανε τους πάντες γύρω του να τον αναζητούν στα δύσκολα. Και εκείνος ποτέ του δεν κρύφτηκε.

Βγήκε μπροστά και οδήγησε τους Ροσονέρι σε ένα σωρό κορυφαίες στιγμές (2 πρωτ., 1 Κυπ., 1 Σ. Καπ), με σημαντικότερες φυσικά τα δύο Champions League (2003, 2007, ενώ έχασε και έναν τελικό ενδιάμεσα) και ένα Μουντιάλ Συλλόγων. Η μετακίνηση του στη Γιούβε συνοδεύτηκε από τέσσερις ακόμα πρωτιές στη Σέριε Α’, ένα Κύπελλο, δύο Σούπερ Καπ και τον χαμένο τελικό του League (2015). Και το εθνόσημο (116/ 13) όμως το τίμησε όσο ελάχιστοι. Ξεκίνησε με την 1η θέση στο EURO U-21 (2000), πήγε στην 3η θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας και βρέθηκε στην κορυφή του κόσμου το 2006 (MVP σε τρεις αγώνες και στον τελικό). Μόνο το EURO δεν πήρε, χάνοντας στον τελικό του 2012. Γενικότερα οι προσωπικές διακρίσεις του είναι αναρίθμητες και το 2007 ήταν 5ος στην «Χρυσή Μπάλα» (7ος το 2012, 9ος το 2006).

Πηγή: Gazzetta – Planet Football

Pin It on Pinterest

Shares
Share This