Επιλογή Σελίδας



Του Γιώργου Καραμάνου

Θα συμβεί αντίστοιχα σε όλες τις θέσεις και όλες τις μεγάλες ποδοσφαιρικές σχολές του κόσμου. Από τώρα και μέχρι να ολοκληρωθούν οι θέσεις (τέρμα, άμυνα, κέντρο, επίθεση). Πρόκειται για τη δική μας λίστα με τους κορυφαίους (10+1 επιλαχόντας). Ποιοι, πώς, γιατί; Τα κριτήρια είναι οι τίτλοι, η διάρκεια καριέρας, η προσφορά, οι μαρτυρίες (για τους πιο παλιούς), η δική μας αίσθηση (για όσους έχουμε δει). 

Η αντίστροφη μέτρηση είναι φυσικά υποκειμενική, μιας και ο κάθε ένας από εμάς θα μπορούσε να έχει τη δική του διαφορετική άποψη. Διαβάστε… συμφωνείστε και πάνω απ’ όλα διαφωνήστε: καταγράψτε τις επιλογές σας με επιχειρήματα, έτσι για να περάσουμε όμορφα και ποδοσφαιρικά αυτές τις βαρετές και εσώκλειστες μέρες.

Ξεκινήσαμε με τους τερματοφύλακες, τους κεντρικούς αμυντικούς, τους πλάγιους μπακ, τους κεντρικούς μέσους και συνεχίζουμε με τους πλάγιους χαφ – εξτρέμ της Ιταλίας…

* Θα υπάρξει λίστα με πλάγιους χαφ – εξτρέμ!

Είχαν προηγηθεί οι Γερμανοί…
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς τερματοφύλακες!
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς κεντρικούς αμυντικούς! 
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς πλάγιους μπακ! 
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς κεντρικούς μέσους!
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς χαφ-εξτρέμ!
* Δείτε ΕΔΩ τους κορυφαίους Γερμανούς σέντερ φορ!

* Επιλαχόντες οι: Αντόνιο Αντζελίνο, Ρομέο Μπενέτι, Μάουρο Καμορανέζι!

10. Μάριο Κόρσο (1957-’75)
Εμφανίστηκε στην Ιντερ στα 16 του και αμέσως τον αποκάλεσαν «Μικρό δαίμονα», καθώς ήταν ένας κοντούλης, μα τρομερός ντριμπλέρ και ανακατωσούρας. Το αριστερό του πόδι ήταν φανταστικό και είχε μεγάλη ευχέρεια στα στημένα, σκοράροντας αρκετά γκολ-φάουλ. Μπορούσε με την ίδια άνεση εκτός από τα πλευρά να παίζει και ως 10άρι. Αποτέλεσε μέλος της Grande Inter του Ελένιο Ερέρα και έφτασε δύο φορές στην κορυφή της Ευρώπης (1964, 1965) και του κόσμου, ενώ ηττήθηκε στον τελικό του Πρωταθλητριών το 1967. Με τους Νερατζούρι πήρε τέσσερα πρωταθλήματα, αλλά με την Εθνική (24/ 4) δεν έλαβε μέρος στις μεγάλες στιγμές της εποχής του.

9. Τζάκομο Μπουλγκαρέλι (1959-’75)
Το πρώτο μισό της καριέρας του ήταν εξτρέμ και το δεύτερο οργανωτής. Θεωρείται ο δεύτερος κορυφαίος παίκτης στην ιστορία της αγαπημένης του Μπολόνια (μετά τον Αντζελο Σκιάβιο), στην οποία πέρασε όλη την καριέρα του, απορρίπτοντας προτάσεις των μεγάλων της Ιταλίας. Και μην νομίζετε ότι εκείνη η ομάδα ήταν μικρό μέγεθος. Στην καλύτερη του σεζόν (1963-’64) αποτέλεσε τον ηγέτη της και την οδήγησε στο θαύμα του Σκουντέτο, ενώ μαζί της πήρε και δύο Κύπελλα. Από την Εθνική (29/ 7) αποσύρθηκε λίγους μήνες πριν την κατάκτηση του EURO 1968.

8. Ατίλιο Λομπάρντο (1983-’02)
Επειδή ήταν ασταμάτητος σε αντοχές, τρεξίματα, δύναμη και δεν το έβαζε ποτέ κάτω, τον αποκάλεσαν «ποπάυ». Φοβερός στα δεξιά, έκανε όλη την πλευρά δική του και μάρκαρε όσο κανείς άλλος σε αυτή τη λίστα, ενώ ενίοτε βρισκόταν και ως 8άρι. Κατάφερε να κάνει μυθικά πράγματα σε συλλογικό επίπεδο, κατακτώντας τίτλους με τρεις ομάδες και ευρωπαϊκούς με δύο! Ξεκίνησε με την καλύτερη Σαμπντόρια όλων των εποχών, σηκώνοντας το Σκουντέτο (1991) και δύο Κύπελλα, αλλά την επόμενη χρονιά (1992) ηττήθηκε στον τελικό του πρώτου Champions League. Είχε πάρει όμως το Κυπελλούχων το 1990 και ενώ είχε χάσει στην ίδια διοργάνωση τον τελικό της προηγούμενης χρονιάς. Μετακόμισε στη Γιουβέντους και μαζί της πήρε πρωτάθλημα και Σούπερ Καπ Ιταλίας. Τελικά έκανε δικό του το Champions League το 1996 (και Σούπερ Καπ Ευρώπης και Διηπειρωτικό) και το ξαναέχασε στον τελικό του 1997. Τα επιτεύγματα του όμως συνεχίστηκαν με τη Λάτσιο. Και πάλι πρωτάθλημα, Κύπελλο, Σούπερ Καπ Ιταλίας, αλλά και Ευρώπης. Παραδόξως, με την Εθνική (19/ 3) δεν έπαιξε σε κάποια μεγάλη διοργάνωση.

7. Ραϊμούντο Ορσι (1920-’43)
Ηταν η εποχή που το κορυφαίο σύστημα στο ποδόσφαιρο ήταν το 2-3-5. Οπότε ο Ορσι που ήταν ένας θρύλος του καιρού του, έπαιζε ως πλάγιος επιθετικός, κάτι σαν τους σημερινούς εξτρέμ αν και πολλές φορές βρισκόταν στην κορυφή. Γεννημένος στην Αργεντινή από Ιταλούς μετανάστες, έγινε από τους πρώτους «Οριούντι» (σ.σ.: οι Αργεντινο-Ιταλοί που έπαιρνε στην Ιταλία ο Μπενίτο Μουσολίνι, ώστε να φτιάξει μία σπουδαία Εθνική). Βρέθηκε στην Γιουβέντους για επτά χρόνια και ήταν μέλος της ομάδας που πήρε τα πέντε Σκουντέτι στη σειρά (1931-’35), ενώ μετά επέστρεψε σε συλλόγους της Νότιας Αμερικής. Πριν φορέσει το εθνόσημο (35/ 13) και κατακτήσει το Μουντιάλ του 1934 (σκόραρε στον τελικό), είχε κατακτήσει το Κόπα Αμέρικα (1927) με την Αργεντινή.

6. Αντζελο Ντομεγκίνι (1960-’79)
Από τους κορυφαίους ντριμπλέρ στο Β’ μισό των 60ς και το Α’ μισό των 70ς, γρήγορος, βιρτουόζος και με τρομερή αίσθηση του γκολ (109 γκολ σε 417 ματς πρωταθλήματος). Γι’ αυτό βρισκόταν πολλές φορές και σε ρόλο σέντερ φορ. Με την Grande Inter του Ελένιο Ερέρα έφτασε μία φορά στην κορυφή της Ευρώπης (1965) και του κόσμου, ενώ ηττήθηκε στον τελικό του Πρωταθλητριών το 1967, παίρνοντας και δύο πρωταθλήματα. Το εκπληκτικό στην περίπτωση του ήταν ότι είχε πάρει πριν ένα Κύπελλο με την Αταλάντα και μετέπειτα το Σκουντέτο με την Κάλιαρι (1970), με δύο μικρές ομάδες δηλαδή. Και με την Εθνική (33/ 7) όμως σήκωσε το EURO 1968 και έχασε τον τελικό του Μουντιάλ δύο χρόνια αργότερα.

5. Αντζελο Σκιάβιο (1922-’39)
Στην περίπτωση του ισχύει ότι και με τον Ραϊμούντο Ορσι. Ηταν δηλαδή η εποχή που το κορυφαίο σύστημα στο ποδόσφαιρο ήταν το 2-3-5. Οπότε και ο Σκιάβιο έπαιζε ως πλάγιος επιθετικός, κάτι σαν τους σημερινούς εξτρέμ αν και πολλές φορές βρισκόταν στην κορυφή. Υπηρέτησε όλη την καριέρα του την Μπολόνια (109 γκολ σε 179 ματς πρωταθλήματος) και μαζί της πήρε τέσσερα πρωταθλήματα. Το 1932 μάλιστα αναδείχτηκε και Capocannoniere με 25 γκολ. Με την Εθνική (21/ 15) πανηγύρισε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1934.

4. Φράνκο Καούζιο (1964-’88)
Το απαράμιλλο στιλ του, ο αρχοντικός τρόπος με τον οποίο ντρίμπλαρε ξανά και ξανά τους αντιπάλους του, του χάρισαν το παρωνύμιο «Βαρόνος». Παρά το επιθετικό παιχνίδι του δεν έπαυε να τρέχει πάνω κάτω όλη την αριστερή πλευρά και να μοιράζει εκπληκτικές σέντρες για τους επιθετικούς της Γιουβέντους, την οποία υπηρέτησε για 11 χρόνια. Μαζί της πήρε έξι πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο και το UEFA (1977), αλλά ηττήθηκε στον τελικό του Πρωταθλητριών (1973). Το ιδιαίτερο ήταν ότι κατέκτησε με την Εθνική (63/ 3) το Μουντιάλ του 1982, όταν δηλαδή είχε φύγει από τη Γιούβε και ήταν παίκτης της σπουδαίας Ουντινέζε του τεράστιου Ζίκο.

3. Ρομπέρτο Ντοναντόνι (1982-’00)
Ηταν μαζί με τον Καούζιο οι πιο ολοκληρωμένοι σε αυτή τη λίστα. Αυτό με την έννοια ότι τα έκαναν όλα και δεν έπαιζαν μόνο επιθετικά, όπως οι δύο που βρίσκονται στην κορυφή της 10άδας. Κάλπαζε κυρίως στα αριστερό πλευρό, αλλά συνέκλινε συνεχώς και μπορούσε υπό προϋποθέσεις να γίνει και 10άρι. Είχε αντοχή, δύναμη, τεχνική, επιθετικές αρετές και ταυτόχρονα συνέβαλε τα μέγιστα ανασταλτικά, φτιάχνοντας με τον Πάολο Μαλντίνι -για όσο καιρό βρέθηκαν μαζί- την κορυφαία πλευρά της εποχής τους παγκοσμίως. Μεγαλούργησε στην εκπληκτική Μίλαν των Αρίγκο Σάκι, Φάμπιο Καπέλο, σηκώνοντας έξι Σκουντέτι, τέσσερα Σούπερ Καπ Ιταλίας, ενώ έχασε τρεις τελικούς Κυπέλλου. Στην Ευρώπη όμως πήρε τρεις φορές το Πρωταθλητριών/ Champions League (1989, 1990, 1994. Πήρε ισάριθμα Σούπερ Καπ και δύο Διηπειρωτικά), χάνοντας δύο ακόμα τελικούς (1993, 1995). Πέτυχε επίσης και την Εθνική (63/ 5) σε πολύ καλές στιγμές, τερματίζοντας 3ος στο Μουντιάλ του 1990 και 2ος τέσσερα χρόνια αργότερα.

2. Ρομπέρτο Μαντσίνι (1981-’01)
Επαιξε τόσο ως εξτρέμ όσο και ως σέντερ φορ (πιο πολύ μεγαλώνοντας) ή δεύτερος επιθετικός κυρίως στα πλάγια της επίθεσης ή στο πλευρό του Τζανλούκα Βιάλι. Μαζί μεγαλούργησαν στη Σαμπντόρια, όπου ο Μαντσίνι βρέθηκε για 15 χρόνια (1982-’97). Ουσιαστικός και φαντεζί μαζί, είχε εξαιρετικά τελειώματα (156 γκολ σε 545 ματς πρωταθλήματος), μα πάνω απ’ όλα ήταν μία ηγετική προσωπικότητα. Μάλιστα αργότερα όταν μετακόμισε στη Λάτσιο, ο τότε κόουτς Σβεν-Γκόραν Ερικσον τον άφηνε στο ημίχρονο να δίνει εκείνος τις οδηγίες στους συμπαίκτες του. Και με τις δύο ομάδες κατέκτησε πολλούς και σπουδαίους τίτλους. Με τη Σαμπ σήκωσε το Σκουντέτο (1991) και τέσσερα Κύπελλα, αλλά την επόμενη χρονιά (1992) ηττήθηκε στον τελικό του πρώτου Champions League. Είχε πάρει όμως το Κυπελλούχων το 1990 και ενώ είχε χάσει στην ίδια διοργάνωση τον τελικό της προηγούμενης χρονιάς. Με τους Λατσιάλι πάλι σήκωσε πρωτάθλημα (2000), δύο Κύπελλα, Σούπερ Καπ Ιταλίας, αλλά και Ευρώπης, αφού είχε πάρει το Κυπελλούχων (1999). Με την Εθνική ωστόσο, δεν έκανε αντίστοιχη καριέρα. Επαιξε 36 φορές και έβαλε μόνο τέσσερα γκολ. Ηταν αναπληρωματικός στην 3η θέση του Μουντιάλ του 1990, ενώ το 1994 έθεσε τον εαυτό του εκτός την τελευταία στιγμή, επειδή ο Αρίγκο Σάκι δεν του έδωσε εγγυήσεις ότι θα ήταν βασικός.

1. Μπρούνο Κόντι (1973-’91)
Αξεπέραστος τεχνικά και ντριμπλέρ σε επίπεδο ζογκλέρ. Μπορούσε να ντριμπλάρει τον αντίπαλο του δύο φορές και να τον περιμένει, για να τον περάσει ξανά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν είχε ουσία στο παιχνίδι του. Πάντοτε στο αριστερό φτερό της επίθεσης κάλπαζε με μεγάλη ταχύτητα, σούταρε από απόσταση ή… έφτιαχνε τους εκάστοτε σέντερ φορ της κορυφαίας Ρόμα όλων των εποχών, την οποία υπηρέτησε σε όλη την καριέρα του (με εξαίρεση δύο μονοετείς δανεισμούς στη Τζένοα). Με τους Τζαλορόσι πήρε το Σκουντέτο (1983) και την επόμενη σεζόν τους οδήγησε στον χαμένο στα πέναλτι τελικό του Πρωταθλητριών (αστόχησε στο δικό του πέναλτι). Επίσης σήκωσε τέσσερα Κύπελλα, για να χάσει ξανά ευρωπαϊκό τελικό την τελευταία του χρονιά (το UEFA το 1991 στον εμφύλιο με την Ιντερ). Εκεί όμως που βρέθηκε στο απόγειο του ήταν στον Μουντιάλ του 1982. Εκανε απίθανα ματς και όχι μόνο έφτασε στην κορυφή, αλλά και στην MVP 11άδα της διοργάνωσης. Γενικότερα με την Εθνική (47/ 5), με τον Αντόνιο Καμπρίνι να παίζει από πίσω του, συνέθεσαν ένα εκπληκτικό δίδυμο στα αριστερά.

Πηγή: Gazzetta – Planet Football

Pin It on Pinterest

Shares
Share This